Μία περιήγηση στην επανασταση του 1821 από το νησλι της Λέσβου. Μουσταφά Κουλαξίζης εμφανίσθηκε ξαφνικά στην ιστορία της Μυτιλήνης στις αρχές του 19ου αιώνα.
Σύμφωνα με τον Π.Ι. Σαμάρα στο βιβλίο του «Κουλαξίζηδες» ήταν γιος ενός ζαμπίτη (χωροφύλακα της εποχής) του Μπερμέρ Αχμέτ από την Καλλονή που χρωστούσε το όνομα του στο ότι ένα βράδυ μάλωσε με έναν άλλον ομόβαθμο του και πάνω στο πάλεμα έχασε το μισό αυτί του. «Κουλάκ σιζ», δίχως αυτί δηλαδή, το παρατσούκλι έγινε όνομα οικογενειακό.
Η συμμετοχή της Λέσβου στην επανάσταση του 1821
Σύμφωνα πάλι με την οικογενειακή παράδοση ο Μουσταφά Κουλαξίζης ήρθε στη Μυτιλήνη μωρό παιδί, στην αγκαλιά της μάνας του. Ο πατέρας του Μεχμέτ Αγάς, από τους αφεντάδες των γενιτσάρων στην Κιουτάχεια είχε χάσει το αυτί του σε μια μάχη, την τελευταία προτού τραβήξει κατά την Τραπεζούντα όπου και παντρεύτηκε. Στην Τραπεζούντα γεννήθηκε ο Μουσταφά που όμως έμεινε σύντομα ορφανός μια κι οι μπαρμπάδες του σκότωσαν τον αδελφό τους και πατέρα του. Η μάνα τότες τον άρπαξε κι έτρεξε στη Μυτιλήνη στο σπίτι ενός θείου της. Σε αυτό το μυτιληνιό σπίτι μεγάλωσε ο Μουσταφά που τράνεψε κι η φήμη του έφτασε μέχρι το παλάτι του Σουλτάνου που τον διόρισε Ναζίρη. Εκπρόσωπο του δηλαδή, ανώτατο διοικητή της περιοχής της Μυτιλήνης και των απέναντι ακτών. Χάρη στη φήμη του όμως ποτέ και κανένας δεν γίνεται αφέντης ενός τόπου. Σε αυτό το σημείο αρχίζει η συνεισφορά της ιστορικής έρευνας για το ρόλο του Ναζίρ Μουσταφά Αγά Κουλαξίζ Ζααδέ όπως ήταν στα τούρκικα ο πλήρης τίτλος και το όνομα του Πατριάρχη των Κουλαξίζηδων.
Η συμμετοχή της Λέσβου στα της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 επιτρέπει την ανάδειξη του Μουσταφά Αγά σε κυρίαρχη στο νησί μορφή. Η πυρπόληση του Σουλτανικού δίκροτου στην Ερεσό από τον Παπανικολή στις 27 Μαΐου 1821 δίνει την αφορμή για τη γνωστή σφαγή στο Αϊβαλί και στο Μοσχονήσι στις πρώτες ημέρες του Ιουνίου αλλά και στη σφαγή Μυτιληνιών χριστιανών τη μέρα της πυρπόλησης του δίκροτου, γνωστή ως «μεγάλο τζουλούσι».
Σύμφωνα με Κώδικα της Μητρόπολης Μυτιλήνης την Πέμπτη 27 Μαΐου 1821 σφάχτηκαν στην αγορά της πόλης 43 χριστιανοί και λεηλατήθηκαν σπίτια και μαγαζιά. Ακόμα δυο σκοτώθηκαν στην περιοχή Κεραμιών. Όλοι τους από εξαγριωμένα μπουλούκια άτακτων από της Ασιατική ακτή, τους γνωστούς βασιβουζούκους, με τους οποίους είχε ενισχυθεί δεδομένης της ελληνικής Επανάστασης η φρουρά της Μυτιλήνης. Τις ίδιες μέρες στο συνήθη εκτός κάστρου τόπο εκτελέσεων στην περιοχή της Παπτσούδας (πλάτωμα στον Παιδικό Σταθμό της Μυτιλήνης όπου σήμερα η οδός Διονυσίου πολύ κοντά στο προαναφερόμενο αρχοντόσπιτο της οδού Χατζηγρηγόρη) εκτελούνται με απαγχονισμό από όργανα της Οθωμανικής αρχής οι Φιλικοί Γιαννάκης Λεμονής ή Κοντογδής και Χατζηγρηγόρης Ιωάννου (βλ. Π. Ι. Σαμάρα «Η Μυτιλήνη στον ΙΘ΄ αιώνα» Ποιμήν Μυτιλήνης, τεύχος Οκτ. Νοεμ. 1941, σελ. 170).
Σύμφωνα πάντα με τον Π.Ι. Σαμάρα στο βιβλίο του «Κουλαξίζηδες» στην κρίσιμη αυτή στιγμή για τους Έλληνες ενεφανίσθη ο Μουσταφά Αγάς Κουλαξίζης «που βγήκε στους δρόμους με τις παντούφλες και καθησύχασε τον εξαγριωμένο Τουρκικό όχλο, σταμάτησε το κακό κι έσωσε τους Μυτιληναίους ραγιάδες από βέβαιη γενική σφαγή». Εδώ ας σημειωθεί ότι το σπίτι του Μουσταφά Αγά Κουλαξίζη ήταν στη σημερινή οδό Αδραμυτίου, πολύ κοντά σε δυο άλλα δημιουργήματα του που στέκουν όρθια ως τις μέρες μας, το μεγαλύτερο και ωραιότερο τζαμί της Μυτιλήνης το Νέο Τέμενος, το Γενί Τζαμί και το μεγάλο λουτρό της αγοράς, το Τσαρσί Χαμάμ.
Λόγω αυτού κυρίως του γεγονότος, του ρόλου δηλαδή του Μουσταφά Αγά στη διάρκεια της σφαγής, μεταξύ των χριστιανών του νησιού και όχι μόνο αυτών, δημιουργείται ο μύθος του «φιλοραγιά» Μουσταφά. Ως αποτέλεσμα τούτου «οι ραγιάδες της Μυτιλήνης ζήτησαν με κρυφή αναφορά, την οποία υπέγραψαν και μερικοί ντόπιοι σημαίνοντες Τούρκοι, απ’ την Τουρκική κυβέρνηση για διοικητή τους (Ναζίρη) τον πανίσχυρο Τούρκο συμπατριώτη τους Μουσταφά Αγά Κουλαξίζη» (βλ. Π. Ι. Σαμάρα «Κουλαξίζηδες» Μυτιλήνη 1946, σελ. 8 - 9). Πραγματικά με φιρμάνι στις αρχές του 1822 ο Σουλτάνος διορίζει ως Ναζίρ Αγά το Μουσταφά Κουλαξίζη. Το Ναζιράτο του περιλάμβανε εκτός από τη Λέσβο και το Αϊβαλί, το Μοσχονήσι και τα άλλα νησιά, το Αγιασμάτ στα νότια του Αϊβαλιού και την περιφέρεια Αδραμυτίου στα βόρεια του.
Σε όλη τη διάρκεια της Ελληνικής επανάστασης ο Μουσταφά Αγάς κυριολεκτικά ισορροπεί μεταξύ των δυο σύνοικων στοιχείων του νησιού, των Ελλήνων και των Τούρκων πάντα όμως σε όφελος των προσωπικών του συμφερόντων. Περιτειχίζει τη Μυτιλήνη για να την προστατεύσει δήθεν από Έλληνες αντάρτες στα βουνά του νησιού και Λέσβιους και Αϊβαλιώτες που στη διάρκεια των γεγονότων του 1821 διέφυγαν στις Κυκλάδες. Από την άλλη με έξοδα του στέλνει στις απέναντι ακτές τους Τούρκους βασιβουζούκους. Ακόμα συμφιλιώνει τους φίλους με την Επανάσταση Μυτιληνιούς με τους συντηρητικούς συμπατριώτες τους.
Στη Δημογεροντία του 1823 συμμετέχουν οι συντηρητικοί Χατζηγιώργης Μάνδρας, Χατζηγιώργης Μαλλιάκας, Δημητρός Καραπαναγιώτης και Παναγιώτης Καρακούσης και οι επαναστάτες Δημητρός Αθανασίου και Γεωργάκης Γριμάνης. Με τη Δημογεροντία αυτή πραγματικό όργανο του ενισχύει ακόμα περισσότερο την φήμη του «φιλοραγιά». Αυτή τη φήμη εκμεταλλεύεται τον Ιούνιο του 1823 όταν και προτείνει στους επαναστατημένους Ψαριανούς να σταματήσουν έναντι ετήσιου φόρου τις επιδρομές τους στη Λέσβο. Σκοπός του να εισπράττει ανενόχλητος τους φόρους από τους κατοίκους του νησιού. Αλλά και να κερδίσει χρόνο. Να πάρει με το μέρος του τους Έλληνες και να ενισχύσει τη φρουρά του νησιού (βλ. Σπ. Τρικούπη «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως» Αθήναι 1925, τόμος Α΄, σελ. 179).
Πραγματικά το Σεπτέμβριο του 1823 η βουλή των Ψαρών στέλνει το Μυτιληνιό επαναστάτη Θεόδωρο Αλκαίο να διαπραγματευθεί και να υπογράψει τη συμφωνία που τους έχει προταθεί από το Κουλαξίζη. Ο Κουλαξίζης όμως αρνείται μια και ήδη έχει πετύχει στο νησί τα όσα σχεδίασε. «Κατά τον παρελθόντα Ιούνιον ήμην καθ’ όλα ελεύθερος και ηδυνάμην να πράξω και να δικαιολογήσω ενώπιον της Κυβερνήσεως μου τα όσα είπα. Ήδη οπού ο Καπετάν πασάς είναι έξω και περιπλέει με τον στόλον του δεν δύναμαι να πράξω τίποτε. Διότι φοβούμαι να μη με υποπτευθώσι και πάθω, Μόνον ας μείνει η υπόθεσις αύτη μυστική δι’ άλλην περίτασιν» απαντά (βλ. Γ. Βαλέτα «Θεόδωρος – ο βάρδος και καπετάνιος του ‘21» Αθήνα 1943, σελ. 19).
Τον Οκτώβριο του 1823 στη Λέσβο αποβιβάζονται 4.000 Ψαριανοί, Μυτιληνιοί και Αϊβαλιώτες επαναστάτες (βλ. Π. Ι. Σαμάρα «Κουλαξίζηδες» Μυτιλήνη 1946, σελ. 11. Luis Lacroix «Illes de la Grece» Paris 1853, κεφ. Η Λέσβος κατά τον αγώνα της ανεξαρτησίας και Ν. Σωτηράκη «Η Λέσβος και η Ελληνική Επανάσταση» Μυτιλήνη 1940, σελ. 16).
Οι επαναστάτες χωρίς στήριξη από τους ντόπιους Έλληνες χτυπιούνται από τον Κουλαξίζη και υποχρεώνονται να αποχωρήσουν από το νησί. Τότε στην περιοχή της Μεγάλης Λίμνης βρέθηκαν σκοτωμένοι μερικοί Τούρκοι. Για να αποζημιωθούν οι οικογένειες αυτών των Τούρκων ο πανέξυπνος Μουσταφά Κουλαξίζης τιμωρεί την κοινότητα της Αγιάσου στην περιφέρεια της οποίας ανήκει η Μεγάλη Λίμνη και τα γύρω από αυτήν κτήματα και πευκοδάση με ένα τεράστιο πρόστιμο το οποίο και είναι αδύνατο να πληρωθεί. Τότε και τους προτείνει αντί να κρεμαστούν οι προύχοντες του χωριού έναντι του προστίμου που δεν μπορεί να καταβληθεί να πάρει ο ίδιος την έκταση αυτή και με τη σειρά του να αποζημιώσει τις οικογένειες των νεκρών Τούρκων.
Σα να μην έφτανε αυτό οι Αγιασώτες υποχρεώνονται να δουλέψουν αγγαρεία στη Μεγάλη Λίμνη για την καλλιέργεια και για τη μεταφορά των προϊόντων. Το γεγονός της συντεταγμένης αποβίβασης των 4.0000 Ψαριανών αμφισβητείται από τον ιστορικό Στρατή Αναγνώστου (βλ. Στρατή Αναγνώστου «Η Λέσβος κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1821 μέσα από το Γαλλόφωνο Σμυρναϊκό τύπο της εποχής» Λεσβιακά, τόμος ΙΣΤ΄ σελ. 42 – 43) ο οποίος και αναφέρεται σε μια σειρά επιδρομών Ψαριανών στη Λέσβο την ίδια περίοδο μια «και οι Ψαριανοί θεωρούσαν τη Λέσβο εχθρική ζώνη». Δεν αποκλείεται οι νεκροί της Μεγάλης Λίμνης να είναι αποτέλεσμα μιας από τις επιδρομές αυτές.
Όλη πάντως η έκταση παρέμεινε στην ιδιοκτησία της φαμίλιας των Κουλαξίζηδων ως το 1874 που ο γιος του Μουσταφά, ο οποίος εν το μεταξύ το 1835 πέθανε, Ισμαήλ Πασάς και ο γιος του Χαλίλ Μπέης κατηγορούνται για σφετερισμό της έκτασης και ιδιαίτερα του νερού της Λίμνης και των γύρω πηγών αλλά και άλλων εκτάσεων ακόμα και μέσα στην πόλη της Μυτιλήνης όπου σήμερα ο δημοτικός κήπος. Η Υψηλή Πύλη διατάζει τότε τη δήμευση της έκτασης της Μεγάλης Λίμνης και την πώληση της προς όφελος του Δημοσίου. Έναντι 1200 λιρών η έκταση αγοράζεται από την εκκλησία της Παναγίας στην Αγιάσο.
Το 1990, στο 25 της οδού Χατζηγρηγόρη της Μυτιλήνης κατεδαφίστηκε το σπίτι του Σουφί Μπέη, δισεγγόνου του Μεγάλου Ναζίρη της Μυτιλήνης Μουσταφά Αγά Κουλαξίζη. Του Πατριάρχη μιας φαμίλιας που σφράγισε με την παρουσία της την ιστορία του νησιού στα χρόνια ανάμεσα σε δυο από τις σημαντικότερες για την Ελληνική ιστορία χρονιές. Από την Επανάσταση του 1821 ως την εφαρμογή της Συνθήκης της Λοζάνης το 1923 οπότε και η Κουλαξίζηδες αποχώρησαν από το νησί.