Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς έναν αντιπρόεδρο των ΗΠΑ να δίνει το πράσινο φως για την κατάρριψη επιβατικού αεροσκάφους, αλλά αυτό ακριβώς συνέβη την πρώτη ώρα μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, όταν ήταν ακόμη άγνωστο πόσα αεροπλάνα είχαν καταλάβει οι τρομοκράτες της Αλ Κάιντα με στόχο να τα ρίξουν στα αμερικανικά κέντρα εξουσίας.
Η εντολή αυτή δίνεται κανονικά από τον πρόεδρο των ΗΠΑ στον υπουργό Άμυνας κι από εκείνον στη στρατιωτική ηγεσία, αλλά με τον Τζορτζ Μπους τον νεότερο να βρίσκεται τη μοιραία εκείνη μέρα της 11ης Σεπτεμβρίου στη Φλόριντα και τους υπεύθυνους να μην μπορούν να βρουν τον Ντόναλντ Ράμσφελντ μέσα στο χάος μετά την επίθεση στο Πεντάγωνο, στην καυτή καρέκλα της λήψης αποφάσεων βρέθηκε ο αντιπρόεδρος Ντικ Τσέινι, που τον είχαν φυγαδεύσει μαζί με άλλους υψηλόβαθμους αξιωματούχους οι μυστικές υπηρεσίες σ’ ένα καταφύγιο κάτω από τον Λευκό Οίκο καθώς ήταν πλέον φανερό ότι η χώρα δεχόταν επίθεση, και τα ραντάρ είχαν εντοπίσει ένα αεροπλάνο να κατευθύνεται προς την προεδρική κατοικία.
Την πρώτη ώρα επικρατούσε απόλυτη σύγχυση στο Προεδρικό Κέντρο Έκτακτων Επιχειρήσεων -έτσι είναι γνωστό το καταφύγιο-, όπως αποκαλύπτουν οι συγκλονιστικές μαρτυρίες των πρωταγωνιστών που παραθέτει ο δημοσιογράφος και ιστορικός Γκάρετ Μ. Γκραφ στο βιβλίο του “Τhe Only Plane in the Sky: An Oral History of 9/11”.
Οι συγκλονιστικές περιγραφές των πρωταγωνιστών για τον πανικό της πρώτης ώρας στον Λευκό Οίκο
Γκάρι Γουόλτερς, υπεύθυνος επί της υποδοχής στον Λευκό Οίκο: «Ήταν λίγο πριν τις 9 το πρωί όταν η κυρία Μπους κατέβηκε κάτω – τη συνάντησα στο ασανσέρ. Καθώς βγαίναμε έξω, θυμάμαι ότι συζητούσαμε για τη χριστουγεννιάτικη διακόσμηση».
Λώρα Μπους, πρώτη κυρία ΗΠΑ: «Ο υπεύθυνος ασφαλείας μου από τη Μυστική Υπηρεσία, Ρον Σπρινκλ, έσκυψε καθώς έμπαινα στο αυτοκίνητο και μου είπε: “ένα αεροπλάνο έπεσε πάνω στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου”».
Κοντολίζα Ράις, σύμβουλος εθνικής ασφάλειας: «Σκέφτηκα, αυτό είναι περίεργο συμβάν. Τηλεφώνησα στον πρόεδρο. Συζητήσαμε πόσο παράξενο ήταν. Μετά κατέβηκα για μια συνάντηση με τους συνεργάτες μου».
Μάθιου Γουάξμαν, Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας, Λευκός Οίκος: «Είχαν περάσει μόλις έξι εβδομάδες που είχα πιάσει δουλειά ως βοηθός της Κοντολίζα Ράις. Γύρω στις 9:00 θα είχαμε μια συνάντηση με τη σύμβουλο εθνικής ασφαλείας και όλους τους διευθυντές. Στη διάρκεια αυτής της συνάντησης ήταν που έπεσε το δεύτερο αεροπλάνο [στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου].
Μαίρη Μάταλιν, συνεργάτης του αντιπροέδρου Ντικ Τσέινι: «Ήμουν με τον αντιπρόεδρο όταν χτύπησε το δεύτερο αεροπλάνο κι αμέσως καταλάβαμε ότι αυτό δεν ήταν ατύχημα».
Κοντολίζα Ράις: «Ήταν η στιγμή που άλλαξε τα πάντα».
Μαίρη Μάταλιν: «Πέσαμε με τα μούτρα στη δουλειά. Όσο ήμασταν στο γραφείο του και [ο αντιπρόεδρος] τηλεφωνούσε στη Νέα Υόρκη, στον πρόεδρο, όπου ήταν τέλος πάντων ανάγκη, μπήκε η Μυστική Υπηρεσία στο γραφείο».
Ντικ Τσέινι, αντιπρόεδρος ΗΠΑ: «Το ραντάρ έπιασε ένα επιβατικό αεροσκάφος να κατευθύνεται προς τον Λευκό Οίκο με ταχύτητα 500 μιλίων την ώρα».
Λιούς “Σκούτερ” Λίμπι, προσωπάρχης του Ντικ Τσέινι: «Μαθαίνουμε ότι το αεροπλάνο κατέβηκε κάτω από τα 500 πόδια ύψος και δεν μπορεί να εντοπιστεί, αγνοείται. Κοιτάζεις το ρολόι σου και σκέφτεσαι: “χμ... πλησιάζει με 500 μίλια την ώρα, τικ, τικ, τικ».
Ντικ Τσέινι: «Ο υπεύθυνος για την ασφάλειά μου από την Μυστική Υπηρεσία μου είπε “κύριε, πρέπει να φύγουμε αμέσως”. Με άρπαξε και με έσπρωξε έξω απ’ το γραφείο, κάτω στην αίθουσα και από εκεί στο υπόγειο καταφύγιο του Λευκού Οίκου».
Μαίρη Μάταλιν:« Έμεινα άναυδη, όπως και οι συνάδελφοί μου γιατί δεν είχαμε ξαναδεί κάτι τέτοιο.»
Κοντολίζα Ράις: «Μπήκε μέσα η Μυστική Υπηρεσία και είπαν: “πρέπει να πάτε στο καταφύγιο”. Θυμάμαι ότι με οδήγησαν, σχεδόν με έσπρωχναν προς τα εκεί. Δεν ξέραμε καν αν ήταν ασφαλές. Εκείνη τη στιγμή δεν νομίζαμε ότι είναι ασφαλές το καταφύγιο του Λευκού Οίκο».
Ντικ Τσέινι: «[Οι πράκτορες] εξασκούνται σ’ αυτό – κινείσαι, είτε θέλεις είτε όχι, προχωράς».
Γκάρι Γουόλτερς: Οι πράκτορες της Μυστικής Υπηρεσίας άρχισαν να φωνάζουν “βγείτε έξω, βγείτε έξω, όλοι να απομακρυνθούν από τον Λευκό Οίκο”. Θυμάμαι ότι στην αρχή επικράτησε χάος. Κόσμος έτρεχε ουρλιάζοντας, ο φόβος είχε κυριέψει τα μυαλά τους».
Κριστίν Λίμερικ, οικονόμος Λευκού Οίκου: «Δεν θα ξεχάσω ποτέ την έκφραση στα πρόσωπα των πρακτόρων της Μυστικής Υπηρεσίας, που τους είπαν ότι έπρεπε να μείνουν πίσω, γιατί εμείς τουλάχιστον είχαμε την ευκαιρία να φύγουμε».
Ίαν Ρίφιλντ, ειδικός πράκτορας Μυστικής Υπηρεσίας ΗΠΑ: «Ήμασταν σχεδόν σίγουροι ότι το αεροπλάνο θα πέσει πάνω μας. Ο υπεύθυνος του Κέντρου Επιχειρήσεων [της Μυστικής Υπηρεσίας] μας είπε: “όποιος επιζήσει της σύγκρουσης θα πάει σε άλλο κέντρο και θα συνεχίσουμε”. Δεν ήταν αστείο».
Οι δραματικές στιγμές στο καταφύγιο του Λευκού Οίκου
Ντικ Τσέινι: «Λίγες στιγμές αργότερα βρέθηκα μέσα στο οχυρωμένο κέντρο διοίκησης του Λευκού Οίκου κάπου κάτω από τη γη».
Άντονι Μπαρνς, υποδιευθυντής Προγραμμάτων Έκτακτης Ανάγκης Λευκού Οίκου: «Ο αντιπρόεδρος Τσέινι έφθασε στο καταφύγιο με τη γυναίκα του. Το καταφύγιο αυτό δεν αποτελείται από μία, αλλά από τρεις -τέσσερις αίθουσες. Η αίθουσα επιχειρήσεων ήταν εκείνη, όπου η ομάδα διαχειριζόταν το τηλεφωνικό κέντρο. Υπάρχει και η αίθουσα συνεδριάσεων, όπου βρίσκονταν ο κ. Τσέινι και η Κοντολίζα Ράις -εκεί όπου είχαν δέκτες τηλεοράσεων, τηλέφωνα κι όλα τα άλλα».
Μαίρη Μάταλιν: «Πέρασε κάποια ώρα μέχρι να φθάσουν όλοι εκεί. Είχε να χρησιμοποιηθεί ως καταφύγιο κατά βομβαρδισμών από τότε που κατασκευάστηκε».
Άντονι Μπαρνς: «Λίγο μετά κοίταξα γύρω κι είδα την Κοντολίζα Ράις, την Κάρεν Χιουζ[υφυπουργό Εξωτερικών], τον [υπουργό Μεταφορών] Νορμ Μινέτα. Ο κ. Μινέτα άνοιξε έναν δέκτη τηλεόρασης που έδειχνε τη θέση κάθε αεροσκάφους σ’ ολόκληρη τη χώρα τη στιγμή εκείνη. Κοιτάξαμε αυτό το πράγμα, πρέπει να υπήρχαν χιλιάδες σύμβολα αεροσκαφών εκεί».
Μαίρη Μάταλιν: «Ο αντιπρόεδρος καθόταν στο κέντρο. Όλοι δούλευαν πυρετωδώνς. Προσπαθούσαμε να εντοπίσουμε πρωτίστως όλα τα αεροσκάφη. Να τα ταυτοποιήσουμε και να δώσουμε εντολή να προσγειωθούν».
Άντονι Μπαρνς: «Επικράτησε μεγάλη σύγχυση την πρώτη ώρα επειδή έρχονταν τόσο πολλές λάθος πληροφορίες. Ήταν δύσκολο να διακρίνεις ποια ήταν αληθινή και ποια όχι. Δεν μπορούσαμε να το επιβεβαιώσουε κι έτσι κάναμε εκτιμήσεις, μέχρις αποδείξεως του αντιθέτου».
Η κατάρρευση του πρώτου από τους Δίδυμους Πύργους
Στις 09Σ59 π.μ. όσοι βρίσκονταν μέσα στο καταφύγιο του Λευκού Οίκου και εκατομμύρια ακόμη κολλημένοι στις οθόνες τους σ’ ολόκληρη την Αμερική έβλεπαν με τρόπο τον έναν από τους Δίδυμους Πύργους του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου να καταρρέει...
Μαίρη Μάταλιν: «Είδαμε το κτίριο να σωριάζεται».
Άντονι Μπαρνς: «Ακολούθησε μια εκκωφαντική σιωπή και μετά κραυγές “Ω, Θεέ μου” κι άλλα τέτοια».
Μαίρη Μάταλιν: «Κανένας δεν μπορούσε να το πιστέψει»
Άντονι Μπαρνς: «Υπάρχουν τέσσερις-πέντε πολύ μεγάλες οθόνες 55 ιντσών στο καταφύγιο και παρακολουθούσαμε διάφορα κανάλια -ABC, CBS, Fox, NBC-. Θυμάμαι τον Τσέινι να παρακολουθεί εμβρόντητος, όπως κι οι υπόλοιποι από εμάς. Εκείνη την εποχή οθόνες αυτού του μεγέθους ήταν τεράστιες και μεγέθυναν την εντύπωση που προκαλούσε η κατάρρευση των πύργων».
Ντικ Τσέινι: «Στα χρόνια που ακολούθησαν άκουσα να λένε ότι άλλαξα μετά την 11η Σεπτεμβρίου. Δεν θα το έλεγα. Αλλά παραδέχομαι ότι το να παρακολουθείς μια συντονισμένη, καταστροφική επίθεση κατά της χώρας από ένα υπόγειο καταφύγιο στον Λευκό Οίκο μπορεί να επηρεάσει τον τρόπο που αντιμετωπίζεις τις ευθύνες σου».
Μαίρη Μάταλιν: «Ήμασταν όμως αναγκασμένοι να γυρίσουμε στη δουλειά».
Ρίτσαρντ Κλαρκ, σύμβουλος σε θέματα αντιμετώπισης της τρομοκρατίας, Λευκός Οίκος: «Πολλοί από μας σκέφθηκαν ότι ίσως να μη φύγουμε ζωντανοί από το Λευκό Οίκο».
Ίαν Ρίφιλντ: «Νιώθαμε επίσης απογοητευμένοι που βρισκόμασταν εκεί. Όλοι ήθελαν να απαντήσουν στις επιθέσεις. Έχουμε εκπαιδευτεί να αντιμετωπίζουμε κατάματα το πρόβλημα και να που καθόμασταν εκεί. Υπήρχε πολλή ένταση ως προς το θέμα αυτό. Θέλαμε να κάνουμε κάτι για να προστατέψουμε τον Λευκό Οίκο και το γραφείο του Προέδρου, αλλά η αλήθεια είναι ότι κάναμε ό,τι ήταν δυνατόν εκείνη την ώρα».
Κοντολίζα Ράις: «Ο υπουργός Μεταφορών, Νορμ Μινέτα, κατέγραφε όλους τους αριθμούς των πτήσεων που έβλεπε στην οθόνη. Φώναζε: “τι απέγινε η 671; Τι απέγινε η 123;” Προσπαθούσε να καταλάβει τι συνέβαινε (...) Η πρώτη μου σκέψη ήταν “στείλε μήνυμα στον κόσμο ότι οι ΗΠΑ δεν έχουν αποκεφαλιστεί”. Αυτές οι εικόνες ήταν τρομακτικές. Πρέπει να φάνηκε ότι οι ΗΠΑ καταρρέουν. Προσπαθούσα να διατηρήσω την ψυχραιμία μο9υ και να διασφαλίσω ότι δεν θα πανικοβληθεί ο κόσμος σ’ ολόκληρη την υφήλιο».
Νικ Κάλιο, διευθυντής Νομοθετικών Υποθέσεων Λευκού Οίκου: «Όλα γίνονταν τόσο γρήγορα, που δεν σου άφηναν χρόνο να φοβηθείς».
Μάθιου Γουάξμαν: «Υπήρχε αυτή η έντονη αντίθεση μεταξύ του βομβαρδισμού με τις χαοτικές πληροφορίες για αυτά που συνέβαιναν στην Ουάσιγκτον κι ολόκληρη τη χώρα -κάποιες απ’ αυτές ακριβείς, άλλες ανακριβείς – και την ηρεμία και την προσεκτική αποφασιστικότητα πολλών από τους υψηλόβαθμους αρμόδιους για τη λήψη αποφάσεων».
Άντονι Μπαρνς: Ο πρόεδρος ήταν ασφαλέστερος πάνω στο προεδρικό αεροσκάφος Air Force One από το να γυρίσει στον Λευκό Οίκο κι ο κ. Τσέινι ήταν -αναμφίβολα- επικεφαλής εκείνη την ώρα. Εκείνος ήταν επικεφαλής για τον εναέριο χώρο και σ’ εκείνον δίναμε τις πληροφορίες.
Το παρασκήνιο της εντολής κατάρριψης της πτήσης 93
Προκειμένου να υπερασπιστούν τις ΗΠΑ από τις αιφνιδιαστικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, κυβερνητικοί αξιωματούχοι που βρίσκονταν στο καταφύγιο κάτω από το Λευκό Οίκο επικοινώνησαν με τις ένοπλες δυνάμεις και τα μαχητικά που βρίσκονταν σε βάσεις στις βορειοανατολικές ΗΠΑ, τέθηκαν σε πλήρη ετοιμότητα, με την NEADS (Τομέας Αεράμυνας Βορειοανατολικών ΗΠΑ) να αναλαμβάνει το συντονισμό από το αρχηγείο της στη Νέα Υόρκη.
Μπομπ Μαρ, διοικητής, NEADS: «Ήμασταν σε αχαρτογράφητα νερά. Είχαμε συνηθίσει να προστατεύουμε τις ακτές της χώρας, τα πλάνα μας δεν είχαν σχεδιαστεί για κάτι τέτοιο».
Yποπτέραρχος Λάρι Άρνολντ: «Δεν μπορούσαμε να εντοπίσουμε το αεροσκάφος. Δεν ξέραμε που ήταν γιατί δεν είχαν ραντάρ που να στοχεύουν τις ΗΠΑ. Ό,τι βρισκόταν εντός της χώρας θεωρείτο φιλικό εξ’ ορισμού».
Χέδερ “Λάκι” Πένυ, πιλότος F-16, αεροπορική βάση Άντριους, Μέριλαντ: «Η ιεραρχία μας δεν έφθανε μέχρι τη Norad [Διοίκηση Αεράμυνας Βόρειας Αμερικής[, δεν έφθανε μέχρι την Πρώτη Πτέρυγα Μάχης της Πολεμικής Αεροπορίας, που επέβλεπε τις επιχειρήσεις στις ΗΠΑ. Δεν υπήρχαν κανόνες εμπλοκής. Ούτε που είχα σκεφτεί ποτέ πώς θα ήταν μια αποστολή σε αμερικανικό έδαφος».
Άντονι Μπαρνς: «Λειτουργούσα ως σύνδεσμος μεταξύ εκείνων που είχαν στο τηλέφωνο αξιωματούχους του Πενταγώνου και της αίθουσας συσκέψεων στο καταφύγιο, όπου βρίσκονταν οι κεφαλές. Το Πεντάγωνο θεωρούσε ότι υπήρχε κι άλλο αεροπλάνο, στο οποίο είχε εκδηλωθεί αεροπειρατία και ζητούσαν άδεια να καταρρίψουν ένα απροσδιόριστο επιβατικό αεροσκάφος. Έθεσε στον αντιπρόεδρο το ερώτημα και απάντησε καταφατικά. Τον ξαναρώτησα για να βεβαιωθώ: “κύριε, επιβεβαιώνετε ότι δίνετε την άδεια;” Ως μέλος των ενόπλων δυνάμεων και της αεροπορίας και κατανοώντας τι σήμαινε η ερώτηση αυτή και η απάντηση ήθελα να βεβαιωθώ ότι δεν έγινε κάποιο λάθος. Χωρίς να διστάσει μου είπε ότι πρέπει να καταρριφθεί οποιοδήποτε αεροσκάφος έχει επιβεβαιωθεί ότι καταλήφθηκε από αεροπειρατές».
Μάθιου Κλίμοφ, σύμβουλος του υποδιοικητή του Γενικού Επιτελείου Ενόπλων Δυνάμεων, Ρίτσαρντ Μάγιερς: «Ουδείς μέχρι τότε είχε σκεφθεί ότι θα υπάρξει ανάγκη κατάρριψης επιβατικού αεροσκάφους».
Υποπτέραρχος Λάρι Άρνολντ: «Είπαν στο Ρικ Φίντλει στο αρχηγείο της NORAD στο Κολοράντο Σπρινγκς “Ρικ, έχουμε την άδεια. Ίσως χρειαστεί να καταρρίψουμε αυτό το αεροσκάφος που κατευθύνεται προς την Ουάσιγκτον. Έχουμε προεδρική εξουσιοδότηση”».
Νταν Κέιν, πιλότος F-16, αεροπορική βάση Άντριους, Μέριλαντ: «Έδωσα στον διοικητή της μοίρας μας το τηλέφωνο για να μιλήσει με τα υψηλόβαθμα στελέχη της κυβέρνησης για τους κανόνες εμπλοκής».
Ντικ Τσέινι: «Ήταν κάτι που έπρεπε να γίνει. Από τη στιγμή που εκδηλώθηκε αεροπειρατεία στο αεροσκάφος, έστω κι αν πολλοί από τους επιβάτες δεν είχαν μετάσχει σ’ αυτήν και βλέποντας τι είχε συμβεί στη Νέα Υόρκη και το Πεντάγωνο δεν έχεις άλλη επιλογή. Ήταν μια δύσκολη απόφαση».
Το ερώτημα κατά πόσον ο Ντικ Τσέινι είχε όντως την αρμοδιότητα να δώσει τη μοιραία εκείνη μέρα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 την εντολή κατάρριψης της πτήσης 93 της United Airlines παραμένει μετέωρο μέχρι σήμερα, αλλά όπως σημειώνει κι ο δημοσιογράφος Γκάρετ Μ. Γκραφ, δεν έχει και τόση σημασία. Ακόμη κι αν η εντολή αυτή είχε φθάσει εγκαίρως στα μαχητικά που είχαν σηκωθεί στον αέρα, δεν θα άλλαζε τίποτε αφού το αεροσκάφος συνετρίβη στις 10:03 π.μ. σε χωράφι στην Πενσυλβάνια χάρις στην αυτοθυσία επιβατών που πάλεψαν με τους αεροπειρατές. Σύμφωνα με το πόρισμα της Επιτροπής Διερεύνησης των συμβάντων της 11ης Σεπτεμβρίου η εντολή του Τσέινι έφθασε στις 10:31 στις ένοπλες δυνάμεις. Αν είχε συνεχίσει η πτήση 93 την πορεία της, το αεροσκάφος θα είχε φθάσει στην Ουάσιγκτον κάπου μεταξύ 10:13 και 10:23 π.μ. Η κρατούσα θεωρία είναι ότι στόχος των αεροπειρατών ήταν το Καπιτώλιο, αφού ο Λευκός Οίκος είναι πολύ μικρότερος και πιο δυσπρόβλητος στόχος, αλλά μέχρι σήμερα ουδείς μπορεί να αποφανθεί με σιγουριά γι’ αυτό...