Τις τελευταίες μέρες γράφτηκε και επίσημα το τέλος της τεράστιας καριέρας ενός από τους μεγαλύτερους καλαθοσφαιριστές της Ευρώπης. Κιλά εντύπου και ηλεκτρονικού «μελανιού» έχουν χυθεί στην προσπάθεια να περιγραφεί η προσφορά του Βασίλη Σπανούλη στο ελληνικό αλλά και το ευρωπαϊκό μπάσκετ. Τεχνικές αναλύσεις, συνεντεύξεις αθλητών, επίσκεψη στα πάτριά του εδάφη, αναδρομές στην καριέρα του από την αρχή της έως σήμερα.
Η αριστερή ντρίπλα του, η δεξιά, τα πλάγια βήματα, το pick n’ roll, η προσαρμογή του στις αντίπαλες άμυνες, όλα αναλύθηκαν από ειδικούς και μη.
Η Nova μου έκανε την τιμή να είμαι ένας από αυτούς που μίλησαν για τον Βασίλη και για το τι σήμαινε για τους φιλάθλους του Ολυμπιακού η ένταξή του στην ομάδα. Να μιλήσω για το πώς, εγώ, ο μη ειδικός, βίωσα όλα αυτά τα χρόνια που ο Βασίλης ήταν, εντός γηπέδου, ο απόλυτος αρχηγός.
Έχουν διαφορά τα βιώματα των φιλάθλων από αυτά των δημοσιογράφων... Οι φίλαθλοι, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, ενθουσιάζονται με τον ηρωισμό, την αυτοθυσία, τα μεγάλα καλάθια, βασικά δηλαδή με το αποτέλεσμα. Έτσι προκύπτει το «δέσιμο» της κερκίδας με τους μεγάλους αθλητές. Οι αθλητικογράφοι βλέπουν και άλλα πράγματα, τα οποία εμείς οι μη ειδικοί είτε δεν βλέπουμε είτε τα αγνοούμε.
Από την κερκίδα του Σταδίου Ειρήνης και Φιλίας παρακολούθησα επί μία δεκαετία την ομάδα του Σπανούλη. Προφανώς αδικώ κάποιους αποκαλώντας τον Ολυμπιακό ομάδα του Σπανούλη, κυρίως τους αδελφούς Αγγελόπουλους, οι οποίοι με μεγάλες θυσίες έκαναν την ομάδα κυρίαρχη στην Ευρώπη. Αδικώ και τους προπονητές και συμπαίκτες του, αλλά το αποτύπωμά του ήταν εντονότερο όλων. Οι επιτυχίες φέρνουν κόσμο στο γήπεδο, οι μεγάλοι αθλητές όμως γεμίζουν τις κερκίδες, κάνουν sold out. Και στην προ Σπανούλη εποχή, ο Ολυμπιακός των Αγγελόπουλων ήταν εξαιρετική ομάδα, η έλευσή του όμως την απογείωσε.
Όπως είπα και στη συνέντευξη στη Nova, όταν οι φίλαθλοι πρωτακούσαμε τις φήμες περί Σπανούλη στον Ολυμπιακό μουδιάσαμε. Μέχρι τότε, ο Βασίλης ήταν παίκτης-σημαία του «εχθρού», του αιώνιου αντιπάλου, του Παναθηναϊκού. Η ιδέα της έλευσης του καλύτερου παίκτη του Παναθηναϊκού στον Ολυμπιακό δεν σκόρπισε τον ενθουσιασμό που άξιζε σε μια τόσο σημαντική μεταγραφή. Αυτό κράτησε λίγο, ούτε έναν μήνα. Ο Βασίλης «φόρεσε» τον Ολυμπιακό πάρα πολύ γρήγορα. Δέθηκε με την κερκίδα σχεδόν αμέσως, και η προέλευσή του ξεχάστηκε. Έδειξε στο γήπεδο ότι δεν ήρθε για τα λεφτά, όσο καλοδεχούμενα και να ήταν, έδειξε ότι ήρθε για να μεγαλουργήσει, εντός και εκτός συνόρων, για να χτίσει τον προσωπικό του μύθο, παράλληλα με αυτόν της ομάδας.
Αυτός ήταν και ο σημαντικότερος λόγος για τον οποίο η κερκίδα του ΣΕΦ ταυτίστηκε τόσο πολύ μαζί του. Ο Σπανούλης ήταν μεν πρώτος, αλλά μεταξύ ίσων. Έπαιζε για την ομάδα, για τους στόχους της. Την πήρε από το χέρι και την οδήγησε δύο συνεχόμενες φορές στην κορυφή της Ευρώπης. Και τις δύο φορές ήμουν εκεί, όπως και στον χαμένο τελικό της Μαδρίτης. Και στην Πόλη αλλά και στο Λονδίνο.
Στο final four της Πόλης ο Ολυμπιακός ήταν αουτσάιντερ. Η πρώτη έκπληξη ήταν η νίκη επί της Μπαρτσελόνα και η δεύτερη και μεγαλύτερη η νίκη επί της ΤΣΣΚΑ Μόσχας στον τελικό. Στα πηγαδάκια πριν από τον τελικό, οι φίλαθλοι της ομάδας ήμασταν χαρούμενοι που η ομάδα έφτασε ως εκεί, ήμασταν χαλαροί εν όψει τελικού, αξιοπρεπή εμφάνιση θέλαμε. Ο Βασίλης όμως είχε άλλη γνώμη. Και κερδίσαμε. Με MVP τον Βασίλη.
Ο δεύτερος τίτλος, στο Λονδίνο, ήρθε πιο εύκολα. Η πελατειακή σχέση με την ΤΣΣΚΑ συνεχίστηκε. Στον τελικό, όταν ο Βασίλης αποφάσισε να πάρει το όπλο, η σεμνή τελετή έλαβε εύκολα τέλος. Με MVP πάλι τον Βασίλη. Το ευρωπαϊκό μπάσκετ είχε πλέον νέο αρχηγό.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, κατέρριψε τα ευρωπαϊκά ρεκόρ σε σκορ και ασίστ, καθιερώθηκε στη συνείδηση όλων των φιλάθλων ως ο κορυφαίος παίκτης από καταβολής Euroleague. Το όνομά του έγινε τραγούδι για τους φιλάθλους του Ολυμπιακού. Ακόμη και στις κακές βραδιές του, είχαμε τη σιγουριά στις εξέδρες ότι στο τέλος ο Kill Bill, αν χρειασθεί, θα καθαρίσει.
Ο Βασίλης δεν θα ξεπεραστεί ποτέ. Μεγάλοι παίκτες έρχονται και παρέρχονται σε όλες τις πρωταθλήτριες ομάδες, παρά πολλοί έχουν περάσει και από τον Ολυμπιακό. Κανένας όμως δεν έφτασε τον Βασίλη. Κανένας δεν κατάφερε να δεθεί τόσο πολύ με τον κόσμο του, δεν μπόρεσε να «μιλήσει» τόσο με τους φιλάθλους. Κανενός οι φανέλες δεν πουλήθηκαν και, μάλλον, δεν θα πουληθούν περισσότερο από αυτές που έχουν τυπωμένο το όνομά του. Ο Βασίλης θα είναι για πάντα ο μεγάλος αρχηγός, ο παίχτης που οδήγησε την ομάδα του και τους φιλάθλους της στην κορυφή της Ευρώπης και της Ελλάδας, ο παίχτης που θα είναι πάντα στις καρδιές μας.
Ως φίλαθλος που αγαπάει το μπάσκετ και ως φίλος του Ολυμπιακού, θα πω ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Σπανούλη. Εκ μέρους της κερκίδας.