Στις κινηματογραφικές πρεμιέρες της εβδομάδας ο Τομ Κρουζ επιστρέφει στον ρόλο του Μάβερικ, σκίζοντας τους αιθέρες.
Η Ζιλιέτ Μπινός κινείται «Ανάμεσα σε δύο κόσμους» και ένα αστυνομικό θρίλερ από τη Ρουμανία αποκαλύπτει πως τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται.
Οι κινηματογραφικές πρεμιέρες αναλυτικά
Top Gun: Maverick
Σκηνοθεσία: Τζόζεφ Κοζίνσκι
Παίζουν: Τομ Κρουζ, Τζένιφερ Κόνελι, Βαλ Κίλμερ, Τζον Χαμ, Μάιλς Τέλερ
Περίληψη: Με πάνω από τριάντα χρόνια υπηρεσίας ως ένας από τους καλύτερους ιπτάμενους του Ναυτικού, ο Πιτ «Μάβερικ» Μίτσελ συμμετέχει σε ακραίες αποστολές και αποφεύγει μια πιθανή προαγωγή, που θα τον επηρέαζε αρνητικά. Καθώς εκπαιδεύει μερικούς αποσπασμένους πτυχιούχους για μια ειδική αποστολή, ο Μάβερικ καλείται να αντιμετωπίσει τα φαντάσματα του παρελθόντος και τους φόβους του.
Τριάντα έξι χρόνια μετά, ο Μάβερικ επιστρέφει με ένα sequel, που κυριολεκτικά απογειώνεται.
Ο Πιτ Μίτσελ, πτέραρχος πια και παρασημοφορημένος πολλάκις, μετά από τριάντα χρόνια στο Σώμα, παραμένει ο καλύτερος, αλλά και ο πιο απείθαρχος πιλότος όλων των εποχών. Ευτυχώς η φιλία του με τον Συνταγματάρχη Ice- που πλέον δεν μπορεί να μιλήσει, εξασθενημένος από τον καρκίνο (όπως και ο συγκινητικός Βαν Κίλμερ), τον σώζει από την αποπομπή. Έτσι, ο Μάβερικ με το δερμάτινο μπουφάν του, τα Ray Ban γυαλιά του και το γνωστό του πείσμα γίνεται εκπαιδευτής μιας νέας γενιάς πιλότων. Στόχος του είναι να τους προετοιμάσει για μια επικίνδυνη αποστολή: στην ουσία οι νεαροί πρέπει να σπάσουν το φράγμα του ήχου, να βομβαρδίσουν το πυρηνικό εργοστάσιο μιας αντίπαλης χώρας, που δεν αναφέρεται και να βγουν ζωντανοί.
Στην ομάδα ανήκει και ο Goose, γιος του κολλητού του φίλου, που σκοτώθηκε εν ώρα πτήσης, πράγμα που ο Μάβερικ δεν ξεπέρασε ποτέ. Αντιμέτωπος με το παρελθόν του και όχι μόνο με τον αόρατο εχθρό, ο βασιλιάς των αιθέρων ενηλικιώνεται στα εξήντα παρά και καλείται να αναλάβει όλους τους ρόλους, που η μοναχική του φύση τόσα χρόνια απέφευγε: του μέντορα, του πατέρα, του συντρόφου.
Η πρώτη ταινία με τις περιπέτειες του Μάβερικ σηματοδότησε μια νέα εποχή για τα blockbusters και άσκησε τέτοια επιρροή, που η Αεροπορία των ΗΠΑ την ίδια κιόλας χρονιά της προβολής δέχτηκε χιλιάδες αιτήσεις από νέους, οι οποίοι ονειρεύονταν να γίνουν πιλότοι, ή για να είμαστε ακριβείς Τομ Κρουζ. Ο Κοζίνσκι έπρεπε να σταθεί αντάξιος ενός ποπ μύθου, υπογράφοντας ένα sequel, που οι φανς περίμεναν χρόνια. Και όχι απλώς τα κατάφερε, αλλά πέτυχε το ακατόρθωτο: να φτιάξει μια feelgood περιπέτεια, που συνδυάζει δράση, ρομάντζο, ανθρώπινες σχέσεις και συγκλονιστικές πτήσεις, ξεπερνώντας κατά πολύ το αρχικό «Top Gun».
Αυτή τη φορά κάμερες υψηλής τεχνολογίας μπαίνουν σε πραγματικά αεροπλάνα που οδηγούν οι ηθοποιοί και καταγράφουν τις αντιδράσεις τους από τις ιλιγγιώδεις ταχύτητες, συνθέτοντας ένα κινηματογραφικό υλικό σπάνιο στις μέρες μας, όπου όλα έχουν αρχίσει να αντικαθίσταται από τα ψηφιακά μέσα. Ταυτόχρονα, το σενάριο του Κρίστοφερ ΜακΚουάρι φέρνει έναν καινούργιο αέρα, δημιουργώντας όχι ένα τυπικό εθνικοπατριωτικό success story, αν και δεν λείπει και αυτή η πλευρά, πολύ πιο μετρημένη όμως από όσο θα περίμενε κανείς, αλλά μια τρυφερή ιστορία ενηλικίωσης. Μέσα σε αυτή οι νεαροί πιλότοι μαθαίνουν την αξία της ζωής και ο Μάβερικ βρίσκει τον εαυτό του, συμφιλιώνεται με τις ενοχές του και επουλώνει τις πληγές του.
Καλογραμμένοι διάλογοι, χιούμορ και συγκίνηση σερβίρονται σε καλά μελετημένες δόσεις, αποδεικνύοντας ότι αυτό το sequel είχε πολλούς λόγους για να γίνει πέρα από το ταμείο. Γιατί αυτός ο Μάβερικ, που ο Κρουζ ερμηνεύει με το γοητευτικό του χαμόγελο, αλλά και την ωριμότητα της εμπειρίας του, έρχεται να μας μάθει κάτι απλό και γενναιόδωρο: πως η αυτογνωσία μπορεί να μας οδηγήσει στους Άλλους και πως το «μαζί» είναι τελικά το μεγαλύτερο παράσημο.
Το πιο σημαντικό όμως πλεονέκτημα του καινούργιου «Top Gun» είναι αυτή η vintage νοσταλγία, που υπαινικτικά ελλοχεύει στις λεπτομέρειες, αλλά και στο γεγονός ότι περιορίζει το πολεμικό στοιχείο, κάνοντας την αποστολή των πιλότων όχι μόνο ένα μιλιταριστικό ανδραγάθημα, αν και αυτό είναι στην πραγματικότητα, αλλά και μια υπέρβαση των ορίων που μας επιβάλλουν οι φόβοι μας.
Ανάμεσα σε δύο κόσμους (Ouistreham/ Between two worlds)
Σκηνοθεσία: Εμανουέλ Καρέρ
Παίζουν: Ζιλιέτ Μπινός, Ελέν Λαμπέρ, Λουίζ Ποσιέκα
Περίληψη: Η Μαριάν, μία πολύ γνωστή αρθρογράφος, μετακομίζει στη Βόρεια Γαλλία, προκειμένου να κάνει μία έρευνα για το νέο της βιβλίο με θέμα την εργασιακή ανασφάλεια. Χωρίς να αποκαλύπτει την πραγματική της ταυτότητα, προσλαμβάνεται σαν καθαρίστρια μαζί με μια ομάδα γυναικών. Έτσι, βιώνει από πρώτο χέρι την οικονομική αστάθεια και την κοινωνική «αορατότητα». Ταυτόχρονα, ανακαλύπτει την αλληλοβοήθεια, την αλληλεγγύη και τους ισχυρούς δεσμούς που δένουν αυτές τις εργαζόμενες γυναίκες.
Η Ζιλιέτ Μπινός πρωταγωνιστεί στη μεταφορά του best-seller της Φλορένς Ομπενά για τις συνθήκες εργασίες των καθαριστριών στη Γαλλία.
Μια ερευνήτρια αρθρογράφος, η Μαριάν, αποφασίζει να μπει στον κόσμο των «αόρατων επαγγελματιών», όπως τις αποκαλούν, σε μια πόλη της Βόρειας Γαλλίας, προκειμένου να συγκεντρώσει υλικό για το νέο της βιβλίο. Θέμα της οι συνθήκες εργασίας και η επαγγελματική ανασφάλεια των μη προνομιούχων τάξεων. Έτσι, πιάνει δουλειά ως καθαρίστρια και γνωρίζεται με άλλες γυναίκες, που παλεύουν να επιβιώσουν, διατηρώντας την αισιοδοξία τους. Κουρασμένες από ένα σύστημα που τις απομυζεί, βρίσκουν η μία βοήθεια στην άλλη, αλληλοϋποστηρίζονται και προτάσσουν την αλληλεγγύη ως τη μόνη λύση στα προβλήματά τους. Η Μαριάν, που νιώθει ενοχές για τα ψέματα, ή μάλλον την απόκρυψη της αληθινής της ταυτότητας από τις καινούργιες της φίλες, μέσα από αυτή την έρευνα θα ανακαλύψει αυτό που η κοινωνία μας αρνείται να δει ξεκάθαρα.
Το γαλλικό σινεμά τα τελευταία χρόνια επιτέλους ξαναβρίσκει τον εαυτό του και τον κοινωνικό του προσανατολισμό, αφήνοντας πίσω τα ερωτικά μπερδέματα και τα αχαλίνωτα τρίγωνα, και η ταινία του Καρέρ δεν αποτελεί εξαίρεση. Με ντοκιμαντερίστικη λογική η κάμερά του εισβάλλει σε χώρους εργασίας, καταγράφοντας τις άθλιες συνθήκες που επικρατούν, αλλά και τη διαφορά των δυο κόσμων -της εργατικής και της αστικής τάξης- χωρίς τσιτάτα και αφορισμούς. Όμως αν και η Ζιλιέτ Μπινός δίνει μια από τις καλύτερες ερμηνείες της μετά από καιρό, ο Καρέρ δεν φαίνεται να γνωρίζει από πρώτο χέρι τι σημαίνει να είσαι «αόρατος», παραμένοντας σε ένα σχηματικό επίπεδο σκιαγράφησης των υπολοίπων χαρακτήρων, περά αυτού της Μαριάν.
Το θαύμα (Μiracol/ Miracle)
Σκηνοθεσία: Μπόγκνταν Τζόρτζε Απέτρι
Παίζουν: Ιοάνα Μπουγκαρίν, Εμανουέλ Παρβού
Περίληψη: Η Χριστίνα, μια νεαρή μοναχή, φεύγει κρυφά από το απομονωμένο μοναστήρι της για να φροντίσει ένα επείγον προσωπικό της ζήτημα. Η αινιγματική περιπλάνησή της όμως δεν αποδίδει καρπούς. Καθώς επιστρέφει άπρακτη στο μοναστήρι, η μοίρα της επιφυλάσσει μια απροσδόκητη εξέλιξη. Ένας αστυνομικός επιθεωρητής ερευνά την τύχη της, ακολουθώντας τα ίχνη της διαδρομής της σε ολόκληρη την πόλη.
Ένα ειδεχθές έγκλημα αποκαλύπτει την παρακμή ενός ολόκληρου συστήματος σε αυτό το αγωνιώδες ρουμάνικο θρίλερ, που συμμετείχε στο Φεστιβάλ Βενετίας.
Στο πρώτο μέρος μια νεαρή καλόγρια φεύγει από το μοναστήρι της με τη δικαιολογία ότι υποφέρει από πονοκεφάλους. Στο ταξί που την πάει στο νοσοκομείο, όπου βασικά καταφεύγει για να κάνει έκτρωση, γνωρίζεται με τον οδηγό και έναν γιατρό. Η γνωριμία όμως αυτή θα έχει τραγικές συνέπειες για την ίδια. Στο δεύτερο μέρος, ένας αποφασισμένος αστυνομικός επιθεωρητής αναζητάει την αλήθεια γύρω από την εξαφάνισή της. Ακολουθώντας τα ίχνη της, βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα σύστημα θρησκόληπτο, πατριαρχικόκαι βαθιά διεφθαρμένο.
Ο ταλαντούχος Μπόγκνταν Τζόρτζε Απέτρι, σε αυτό το δεύτερο μέρος μιας άτυπης τριλογίας που ξεκίνησε με το «Unidentified» (2020), μοιράζει την ιστορία του ανάμεσα σε μια ευάλωτη γυναίκα και έναν άνδρα που διαφέρει από τον γενικό κανόνα, και θίγει όλα τα κακώς κείμενα της χώρας του, που θα μπορούσε όμως να είναι κάθε χώρα.
Χωρίς να καταφεύγει σε μελοδραματισμούς και εντυπωσιασμούς, αλλά με σκηνοθετική δεξιοτεχνία και υποβλητική ατμόσφαιρα, υπογράφει ένα θρίλερ, που αν και από νωρίς αποκαλύπτει τον ένοχο, διατηρεί το σασπένς του μέχρις τέλους μέσα από εύστοχους πολιτικούς σχολιασμούς, αφήνοντας τα ηθικά διλλήματα των ηρώων του να δημιουργούν συσχετισμούς με την πραγματικότητα των σύγχρονων Βαλκανίων, που αναζητούν τη δική τους ταυτότητα.
Ενας αρχαίος μύθος στις κινηματογραφικές πρεμιέρες
Ίκαρος και Δαίδαλος (Icare/Icarus)
Σκηνοθεσία: Κάρλο Βογέλε
Με τις φωνές των (στα ελληνικά): Ντίνου Σούτη, Χριστίνας Τσιπιανίτη, Βασίλη Παπαστάθη, Ακίνδυνου Γκίκα κ.α.
Περίληψη: Ο γνωστός αρχαίος μύθος σε animation διασκευή.
Ο αρχαίος μύθος του αγοριού, που πέταξε πολύ κοντά στον ήλιο κι έκαψε τα φτερά του, ζωντανεύει για πρώτη φορά στη μεγάλη οθόνη.
Κάθε γωνιά της Κρήτης αποτελεί παιδική χαρά για τον Ίκαρο, τον γιο του μεγάλου εφευρέτη Δαίδαλου. Μία μέρα, κατά τη διάρκεια μιας εξερεύνησης κοντά στο παλάτι της Κνωσού, κάνει μια περίεργη ανακάλυψη: ένα παιδί με κεφάλι ταύρου είναι κλειδωμένο σε μια αυλή, με εντολή του βασιλιά. Κρυφά, ακόμα και από τον πατέρα του, θα γίνει φίλος με τον νεαρό Μινώταυρο. Όμως όταν ο Θησέας φτάνει στην Κρήτη, ο Μινώταυρος οδηγείται στον μυστικό λαβύρινθο, που κατασκεύασε ο Δαίδαλος. Θα μπορέσει ο Ίκαρος να σώσει τον φίλο του και να αλλάξει την πορεία μιας ιστορίας προδιαγεγραμμένης από τους θεούς;
Επηρεασμένος από ένα ταξίδι στην Κνωσσό, ο Κάρλο Βογέλε αναρωτήθηκε γιατί δεν υπήρχαν κινούμενα σχέδια σχετικά με την αρχαία Ελλάδα, πέρα από τον «Ηρακλή» της Disney και τα εκπαιδευτικά καρτούν, που παρακολουθούσε ως παιδί. Αυτή η σκέψη τον οδήγησε σε μια φιγούρα της ελληνικής μυθολογίας, της οποίας η πτώση μπορεί να είναι ευρέως γνωστή, αλλά η ιστορία της όχι και τόσο.
Έτσι, επέστρεψε στα αρχαία μέρη της Κρήτης, όπου συνειδητοποίησε την αναγκαιότητα των χρωμάτων και του φωτός της Ελλάδας, από την κόκκινη πέτρα του παλατιού της Κνωσσού έως το βαθύ γαλάζιο του Αιγαίου πελάγους. Αυτό τον ενέπνευσε να συνδυάσει 2D και 3D τεχνικές animation. Στην ταινία, λοιπόν τα σκηνικά βασίζονται σε σχέδια, αλλά οι χαρακτήρες έχουν διαμορφωθεί τρισδιάστατα, ενώ στη συνέχεια διαμορφώθηκαν σαν βιβλίο κόμικς.