Με τις πρώτες νότες που ακούγονται στο χώρο, η παρέα γύρω από το τραπέζι σταματά τη συζήτηση και στρέφει την προσοχή στους μουσικούς καλλιτέχνες που έχουν στηθεί ακριβώς απέναντι.
Είναι ένα συγκρότημα που σε κανονικές συνθήκες οι φίλοι θα είχαν πάει να το απολαύσουν σε μία μεγάλη μουσική σκηνή. Κι όμως, εμφανίζεται στο μικρό στέκι της γειτονιάς, εκεί που νωρίτερα η παρέα έπινε τον καφέ της, συζητώντας για τα έργα τέχνης που είναι κρεμασμένα στους τοίχους και είναι διαφορετικά σε σχέση με την προηγούμενη συνάντησή τους στο ίδιο μέρος. Οι επόμενες ώρες περνούν με τις δύο πλευρές να γίνονται ένα και η βραδιά εξελίσσεται σε μια μοναδική εμπειρία.
Ζωντανές εμφανίσεις μουσικών, θεατρικές παραστάσεις, εκθέσεις ζωγραφικής, φωτογραφίας και άλλων έργων, βραδιές λόγου ή παρουσιάσεις βιβλίων «αφήνουν» τη σκηνή, το σανίδι, τις γκαλερί και τους χώρους εκδηλώσεων και συμβαίνουν σε απρόβλεπτους χώρους. Αγαπημένα καφέ - μπαρ της Θεσσαλονίκης, τα τελευταία χρόνια λειτουργούν και ως χώροι πολιτισμού, φιλοξενώντας σχεδόν όλες τις μορφές τέχνης ως προσφορά στους πελάτες τους.
Καταστήματα εστίασης που τρέφουν και το πνεύμα, γίνονται φιλόξενα στέκια, στα οποία ο επισκέπτης συνδυάζει τέχνη με ποτό ή φαγητό. Οι χώροι είναι συνήθως μικροί αλλά ζεστοί και οι θαμώνες γίνονται πολύ συχνά μια παρέα. Τα κοινά ενδιαφέροντα και προτιμήσεις και η ίδια αγάπη για τον πολιτισμό, αποτελούν θέμα συζήτησης που συχνά ενώνει διπλανά τραπέζια.
Ζω... για: Μουσική, θέατρο, βιβλίο, εικαστικά
Στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, πολύ κοντά στη Διεθνή Έκθεση, υπάρχει εδώ και τέσσερις δεκαετίες ένα καφέ, διαφορετικό από τα άλλα. Ένας χώρος που δημιουργήθηκε το 1985, με σκοπό να μπορεί ο καθένας που πίνει εκεί τον καφέ ή το τσάι του, να διαβάζει με ησυχία ένα βιβλίο.
Από τότε, το βιβλίο παρέμεινε ένας από τους βασικούς άξονες λειτουργίας του καταστήματος, αφού σύμφωνα με τον ιδιοκτήτη του καφέ Ζώγια, στους χώρους του διοργανώνονται δεκάδες σχετικές εκδηλώσεις το χρόνο. «Διοργανώνουμε περισσότερες από 150 με 200 βιβλιοπαρουσιάσεις και βραδιές λόγου το χρόνο. Το βιβλίο αποτελεί στοιχείο διαπερατότητας για τον χώρο τα τελευταία 40 χρόνια» τονίζει ο Νίκος Κέκιας.
Εκτός από το βιβλίο όμως, σταδιακά προστέθηκαν θέατρο, μουσική και εικαστικά, με αποτέλεσμα να αποτελεί έναν βασικό πνεύμονα πολιτισμού της Θεσσαλονίκης. «Αυτό που συμβαίνει είναι κάτι γενεσιουργό, κάτι σπουδαίο… Κάθε παράσταση είναι χειροποίητη, έχει αυτοσχέδια χαρακτηριστικά κι αυτό διότι έχει μία απεύθυνση μοναδική, είναι για μία και μόνη φορά, στήνεται εκείνη την ώρα και όχι εκ των προτέρων και τη συνδιαμορφώνει ο κόσμος, αυτοί οι 50 άνθρωποι που συνυπάρχουμε μέσα στο χώρο» αναφέρει ο κ. Κέκιας.
Ειδικά για τις μουσικές βραδιές, στη …σκηνή του Ζώγια έχουν εμφανιστεί εμβληματικοί καλλιτέχνες και συγκροτήματα, ενώ αναφορικά με τις θεατρικές παραστάσεις, έχουν φιλοξενηθεί περισσότερες από 30 παραγωγές του Κρατικού Θέατρου Βορείου Ελλάδος, καθώς και πρωτότυπα θεατρικά σχεδιάσματα από άλλες θεατρικές ομάδες της πόλης · όλα σχεδιασμένα, σκηνοθετικά επιμελημένα και προσαρμοσμένα στις ανάγκες του χώρου. «Υπάρχουν καλλιτέχνες που …καταδέχονται ή αποδέχονται να στήσουν μία παράσταση για πενήντα ανθρώπους, ενώ μπορούν να γεμίσουν τους μεγαλύτερους θεατρικούς και συναυλιακούς χώρους της χώρας» επισημαίνει ο κ. Κέκιας, υπογραμμίζοντας το ιδιαίτερο και «σφιχταγκαλιασμένο» κλίμα που διαμορφώνεται στο χώρο.
«Ο κόσμος μάς τιμά με την παρουσία του και προσεγγίζει με απόλυτο σεβασμό την καλλιτεχνική δημιουργία και τον καλλιτεχνικό οργασμό που συμβαίνει στο χώρο. Είναι αυτοί που δημιουργούν και τα απογειωτικά, ανατασικά χαρακτηριστικά της ατμόσφαιρας που επικρατεί» είπε χαρακτηριστικά ο ιδιοκτήτης.
Στο συγκεκριμένο πολιτιστικό στέκι, περίπου τέσσερις φορές την εβδομάδα γίνεται κάποιο δρώμενο σχετικό με τη μουσική, το θέατρο ή το βιβλίο, ενώ επιπλέον, κάθε 15 μέρες, μία νέα έκθεση παίρνει τη θέση της προηγούμενης. «Έχουμε συνεργαστεί με φτασμένους, ώριμους και καθιερωμένους στον χώρο ζωγράφους, χαράκτες και φωτογράφους. Έχουμε φιλοξενήσει επίσης πάρα πολλές εκθέσεις που έχουν να κάνουν με βενετσιάνικες μάσκες, θεατρικά καπέλα ή θεατρικά κοστούμια» λέει ο Νίκος Κέκιας, κάνοντας κατανοητό το εύρος στο οποίο κινούνται οι εκθέσεις που φιλοξενούνται στο χώρο.
Βήμα για μουσικά σχήματα με έμφαση στην ελληνική μουσική
Δευτέρα βράδυ, κατηφορίζοντας την οδό Αποστόλου Παύλου στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, αγαπημένα ελληνικά τραγούδια και μελωδίες τραβούν την προσοχή. Προέρχονται από ένα κατάστημα, από το οποίο -εκτός από τους ήχους- αποπνέει ανατολίτικος αέρας. Ανάμεσα στα μαρμάρινα τραπέζια, τις ξύλινες καρέκλες και τα χρηστικά αντικείμενα μιας άλλης εποχής -που σήμερα αποτελούν μέρος της διακόσμησης, ένα νεανικό συγκρότημα ερμηνεύει έντεχνα ελληνικά τραγούδια, προκαλώντας το κοινό να τραγουδά μαζί του.
Κάθε επόμενο βράδυ, σχήμα και ρεπερτόριο αλλάζουν, αλλά η διάθεση του κόσμου να απολαύσει ζωντανή μουσική σε ένα εύκολα προσβάσιμο στέκι, παραμένει η ίδια. Είναι μία από τις τελευταίες αλλαγές που έχουν γίνει στην Πρίγκηπο στη διάρκεια των τριών και πλέον δεκαετιών λειτουργίας της, οι οποίες πάντα στόχο είχαν να προσφέρουν κάτι νέο στους «φίλους» της, να προσαρμόζεται στις εποχές που αλλάζουν, αλλά και να υποστηρίζουν τον πολιτιστικό χαρακτήρα που απέκτησε, κυρίως λόγω των θαμώνων που την επιλέγουν.
![Πρίγκηπος](/sites/default/files/styles/in_article/public/article-images/2025-02/prigkipos.jpg?itok=a6ZclOmv)
«Είναι μια προσαρμογή αυτή, διότι βιώνουμε ξανά μία αλλαγή στην νοοτροπία του κόσμου -και κυρίως της νεολαίας. Αυτό κατά τη γνώμη μου οφείλεται σε δύο λόγους. Ο ένας είναι η καραντίνα και ο εγκλεισμός, που είχε αποτέλεσμα να αντιλαμβάνονται διαφορετικά τη διασκέδαση και ο δεύτερος είναι οι οικονομικές δυσκολίες που έχει όλος ο κόσμος και προσαρμόζει τις ανάγκες του στα νέα δεδομένα» δηλώνει στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Κωνσταντίνος Λουκίδης, συνιδιοκτήτης του καταστήματος και εγγονός του πρώτου ιδιοκτήτη της μετά την ανταλλαγή πληθυσμών έπειτα από τη Μικρασιατική Καταστροφή, αφού στο συγκεκριμένο οικόπεδο λειτουργούσε καφενείο από τον 19ο αιώνα ακόμα.
Στη σύγχρονη λειτουργία της, από το 1993, η Πρίγκηπος ξεκίνησε ανατρεπτικά. Ενώ ο κόσμος είχε ήδη αρχίσει να στρέφεται προς τις μοντέρνες καφετέριες, ο χώρος διατήρησε αναφορές στην Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη, αλλά και σε παλιά καφενεία της Θεσσαλονίκης, φέρνοντας στο προσκήνιο κάποια πράγματα που είχαν σχεδόν ξεχαστεί και για κάποιους θεωρούνταν ξεπερασμένα… Συνορεύοντας με την Πανεπιστημιούπολη όμως, πάντα στόχευε στην προσέλκυση νεότερου κόσμου κι έτσι αποφάσισε εδώ και λίγα χρόνια να μετατρέπεται τα βράδια σε μια -σχετικά μικρή, αλλά αξιοπρεπή- μουσική σκηνή. «Σκοπός μας είναι να δίνουμε βήμα τόσο σε νεανικά σχήματα, όσο και σε άλλα, περισσότερο καταξιωμένα επαγγελματικά, που συνήθως απευθύνονται σε μεγαλύτερο κοινό. Αυτό αρέσει στον κόσμο γιατί δυστυχώς στη Θεσσαλονίκη η έντεχνη μουσική έχει χάσει πάρα πολλούς χώρους, αφού λόγω της κρίσης έχουν κλείσει πάρα πολλές σκηνές» αναφέρει ο κ. Λουκίδης.
Έτσι, λοιπόν, από Δευτέρα έως Τετάρτη αρκετά νεανικά σχήματα εναλλάσσονται παίζοντας έντεχνα, την Πέμπτη αναλαμβάνουν άλλα που παίζουν παραδοσιακά τραγούδια, τις Παρασκευές σταθερά εμφανίζονται οι Ανφάν Γκατέ, τα Σάββατα το πρόγραμμα γίνεται πιο λαϊκό, με περίπου τέσσερα σχήματα που το αντιπροσωπεύουν, ενώ της Κυριακές οι βραδιές είναι …jazz. «Εμείς, με αυτή τη κίνηση ευελπιστούμε να μπορέσουμε να προσελκύσουμε περισσότερο κόσμο, να ξανασυστηθούμε μαζί του και φυσικά θέλουμε να συνεχίσουμε και τη συνεργασία και με καλλιτέχνες από άλλους χώρους διοργανώνοντας εκδηλώσεις, όπως για παράδειγμα οι παρουσιάσεις βιβλίων που φιλοξενούμε. Προσπαθούμε δηλαδή να διατηρούμε αυτό το χαρακτήρα και που ταιριάζει στο χώρο και μας αρέσει κι εμάς», καταλήγει ο Κωνσταντίνος Λουκίδης.
Live, επτά στα επτά!
Ένα καφενείο της Θεσσαλονίκης, κυρίως με ηλικιωμένους άνδρες που περνούσαν την ώρα τους παίζοντας χαρτιά ή τάβλι, μετεξελίχθηκε σε μία από τις πιο γνωστές μουσικές σκηνές της πόλης. Όταν ο πατέρας παρέδωσε στο γιο, ο τελευταίος, λάτρης των συναυλιών και του θεάτρου, θέλησε να τις δει να συμβαίνουν στο δικό τους χώρο. «Έκανα πρόταση σε δύο μουσικούς, στον Γιάννη Μήτση και τον Ευγένιο Δερμιτάσογλου να κάνουμε μερικά live να δούμε πώς θα πάει. Παρόλο που ήταν διστακτικοί να εμφανιστούν σε ένα καφενείο, το δοκιμάσαμε και σταδιακά είδαμε μια ροή κόσμου που απολάμβανε το μαγαζί σαν χώρο και άρχισε να κολλάει σ' αυτήν την κατάσταση» δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Ιορδάνης Τσαμτσής, ιδιοκτήτης του Καφωδείο Ελληνικό.
![](/sites/default/files/styles/in_article/public/article-images/2025-02/kafodeio-elliniko.jpg?itok=q2UrzvAT)
Αναφέρεται στην επιχείρηση πριν μεταφερθεί στο χώρο όπου φιλοξενείται σήμερα, στην οδό Βενιζέλου. Το μαγαζί, που σε λίγο καιρό συμπληρώνει 24 χρόνια ζωής, αρχικά βρισκόταν λίγα μέτρα μακριά, σε έναν κάθετο δρόμο, την οδό Ιουστινιανού και λεγόταν «Καφενείο Ελληνικό». Δοκιμάστηκε για πρώτη φορά ως χώρος συναυλιών το 2007, αλλά λίγα χρόνια αργότερα η μουσική κατοχυρώθηκε τόσο στην επωνυμία του, όσο και στις συνειδήσεις των Θεσσαλονικέων. «Όταν αρχίσαμε τα live, νιώσαμε ότι ενοχλούμε, ειδικά όταν οι μπάντες είχαν τύμπανα και μπάσα. Γι' αυτό πήραμε την απόφαση να έρθουμε στο νέο χώρο ως "καφωδείο"».
Τους πρώτους δύο μουσικούς συνεργάτες διαδέχτηκαν πολλοί ακόμη, τόσο από το χώρο της μουσικής όσο και του θεάτρου, με αποτέλεσμα οι παραστάσεις να είναι πια συνυφασμένες με τη φιλοσοφία του μαγαζιού. «Ο κόσμος στηρίζει τα live, πάντα ρωτάνε ποια θα είναι τα επόμενα και πότε… Οι άνθρωποι που έρχονται τυχαία για πρώτη φορά στο χώρο -αφού δεν πληρώνει κάποιος στην είσοδο, ξαφνιάζονται ευχάριστα όταν διαπιστώνουν ότι έχει ζωντανή μουσική ή θεατρικό. Είμαστε ίσως το μοναδικό μαγαζί που παίζει επτά στα επτά» σημειώνει ο κ. Τσαμτσής.
Βεβαίως, δεν είναι πάντα συμφέρουσα οικονομικά η επιλογή των καθημερινών εμφανίσεων, όμως αποτελεί προτεραιότητα και πρεσβεύει τη φιλοσοφία των ανθρώπων του, η οποία βασίζεται στην αγάπη για τις τέχνες. «Πρώτα απ' όλα στηρίζουμε τα τοπικά σχήματα, όμως φιλοξενούμε και άλλα από Αθήνα μέχρι Κρήτη. Φυσικά έχει δυσκολέψει η κατάσταση μετά την οικονομική κρίση, διότι για να έρθει ένα γκρουπ εδώ από την Αθήνα, απαιτείται ένα μεγάλο ποσό για οδοιπορικά, το οποίο επιβαρυνόμαστε εμείς, οπότε πλέον δεν έρχονται τόσο συχνά μπάντες από αλλού, είναι κάπως απαγορευτικό» λέει χαρακτηριστικά.
Το Καφωδείο Ελληνικό μετατρέπεται σε σκηνή τόσο στο ισόγειο, όσο και στον επάνω όροφο του καταστήματος και κάποιες φορές μπορεί να φιλοξενεί δύο θεάματα ταυτόχρονα. Συνήθως οι παραστάσεις αρχίζουν στις δέκα το βράδυ και ολοκληρώνονται το αργότερο μία ώρα μετά τα μεσάνυχτα, ενώ είναι περισσότερα από εκατό άτομα αυτά που χωρούν στον κάθε χώρο για να τα απολαύσουν.
Ένα από τα παλαιότερα μαγαζιά της πόλης λειτουργεί ως γκαλερί
Ήταν στις αρχές της δεκαετίας του '80, όταν ο Τάσος Καζλάρης με μία ομάδα συνεταίρων άνοιξε ένα καφέ διαφορετικό από τα άλλα στην οδό Παύλου Μελά. Άνθρωποι από τα νέα κοινωνικά στρώματα, αρχιτέκτονες, γραφίστες, διαφημιστές, δημοσιογράφοι, μηχανικοί, δικηγόροι, γιατροί, ήταν από τους πρώτους θαμώνες του μαγαζιού και πολλοί παρέμειναν έως σήμερα, όπως αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Κώστας Καζλάρης, από την επόμενη γενιά ιδιοκτητών. «Ήταν μία εποχή που ο κόσμος "διψούσε" για κάτι καινούργιο, για ελευθερίες, για πιο ευρωπαϊκά πράγματα, κι εδώ έπνεε ένας άνεμος …αποσυντηρητικοποίησης -αν μπορώ να το πω έτσι» λέει χαρακτηριστικά.
Από τότε, το De Facto λειτουργεί παράλληλα με την ιστορία της Θεσσαλονίκης, με αυτούς που δηλώνουν τη συχνότερη παρουσία, να είναι άνθρωποι του πολιτισμού: εικαστικοί, καλλιτέχνες, ηθοποιοί, φωτογράφοι. «Μέσα από την όλη μας παρουσία δείχνουμε την αγάπη μας σε αυτό το στοιχείο. Περίπου ανά έναν μήνα φιλοξενούμε εκθέσεις που μπορεί να αφορούν τη ζωγραφική, τη φωτογραφία, κάποια μεικτή τεχνική ή κατασκευές» εξηγεί ο κ. Καζλάρης.
![De Facto](/sites/default/files/styles/in_article/public/article-images/2025-02/De-facto.jpg?itok=c1lqxSry)
Το γεγονός ότι το αγαπημένο στέκι της πόλης λειτουργεί και ως …γκαλερί, έχει κατοχυρωθεί στις συνειδήσεις των πελατών του. «Κατ' αρχάς στηρίζουμε τους ίδιους τους καλλιτέχνες εκθέτοντας τα έργα τους. Θεωρούμε πως είναι προσφορά τόσο προς τους ίδιους, όσο και προς τους πελάτες μας. Κάθε έκθεση προκαλεί έναν ντόρο και πάντα υπάρχουν νέοι καλλιτέχνες που μας ρωτούν αν μπορούν να εκθέσουν κι αυτοί τα έργα τους στο χώρο μας, ζητούν να ορίσουμε ημερομηνίες, αλλά και ο κόσμος είναι δεκτικός σε τέτοιες δράσεις» σημειώνει ο συνιδιοκτήτης της επιχείρησης Παναγιώτης Στεφανής.
Οι εκθέσεις έργων τέχνης είναι το πιο εμφανές καλλιτεχνικό κομμάτι του χώρου, ωστόσο …αύρα πολιτισμού αποπνέει και σε άλλες του εκφάνσεις. «Κατ' αρχάς είναι οι άνθρωποι που το έχουν ορίσει ως στέκι τους ή το επιλέγουν για επαγγελματικές τους συναντήσεις. Είναι καλλιτέχνες, στελέχη μουσείων ή φορέων πολιτισμού, οι οποίοι συμμετέχουν και στην καθημερινότητα του μαγαζιού, οργανώνοντας για παράδειγμα μια μουσική βραδιά, κατά την οποία παίζουν οι ίδιοι μουσική» εξηγεί ο κ. Καζλάρης.
Η οικειότητα που έχει αναπτυχθεί μεταξύ των θαμώνων και το γεγονός ότι όλοι θεωρούν το μαγαζί «δικό τους» οφείλεται στο ότι άλλαξε ελάχιστα στην πολυετή του παρουσία. «Προσπαθούμε όλα αυτά τα χρόνια να διατηρούμε τον ίδιο χαρακτήρα και την ίδια διακόσμηση. Προφανώς και αλλάζουμε κατά καιρούς κάποια πράγματα, κάνοντας τις απαραίτητες ανανεώσεις για να υπάρχει η φρεσκάδα που είναι απαραίτητη σε έναν χώρο, χωρίς όμως να πειράζουμε βασικά στοιχεία του μαγαζιού για να μην αλλάξει η φυσιογνωμία του. Είναι χαρακτηριστικό ότι έρχονται παλιοί πελάτες που ζουν στο εξωτερικό και λείπουν δεκαετίες και διαπιστώνουν ότι το μαγαζί είναι σχεδόν ίδιο και μας το επισημαίνουν» αναφέρει ο Κώστας Καζλάρης.
ΑΠΕ-ΜΠΕ