Στη Γιούτα όπου από χθες σπεύδουν διεθνείς αστέρες –πρώτη η Τέιλορ Σουίφτ- ένας Έλληνας αναμένεται να κερδίσει το ενδιαφέρον με την πρωτοποριακή του multimedia περφόρμανς «Anti-gone». Το φεστιβάλ Sundance, που ίδρυσε το 1980 ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ, αποκτά και ελληνική χροιά με τον Τεό Τριανταφυλλίδη.
Eίναι 32 ετών ο Τεό Τριανταφυλλίδης και έχει κατορθώσει να είναι στους πρώτους δημιουργούς που θα δείξουν τη δουλειά τους στο νεοσύστατο τμήμα New Frontier του Sundance Film Festival. Θα δείξει το Anti-Gone στις 26, 27, 28 και 30 Ιανουαρίου, παρουσιάζοντας έναν κόσμο όπου η καταστροφή του περιβάλλοντος έχει επέλθει, τα περί κλιματικής αλλαγής αποτελούν ένα βιωμένο παρελθόν. Το έργο, σε ανάθεση και παραγωγή του Ιδρύματος Ωνάση, βασίζεται στο ομώνυμο κόμικ του Connor Willumsen (2017) και ενσωματώνει 3D προσομοιώσεις, αλληλεπίδραστικά στοιχεία σε πραγματικό χρόνο και θεατρικότητα, μεταφέροντάς μας σε έναν κόσμο όπου η περιβαλλοντική καταστροφή θεωρείται φυσιολογική.
Kαλωσήλθατε στον κόσμο του Anti-gone
Ο Τεό Τριανταφυλλίδης διερευνά τα όρια, τις δυνατότητες, της θεατρικής παράτασης και της δυτικής αντίληψης και φτιάχνει μια ιστορία δυστοπική. «Οι πόλεις έχουν βυθιστεί, ωστόσο τα απομεινάρια της καπιταλιστικής κουλτούρας - ο καταναλωτισμός, η ανισότητα, η κοινωνική αναταραχή – συνεχίζουν να υπάρχουν, προσκολλημένα στα ερείπια του πολιτισμού. Σε αυτό τον κόσμο πλοηγείται αβίαστα ένα ζευγάρι, oι Spyda και Lynxa. Με το ιστιοφόρο τους περιφέρονται από μέρος σε μέρος, κάνουν ψώνια, πάνε σινεμά, παίρνουν ψυχεδελικά ναρκωτικά. Σε έναν κατεστραμμένο κόσμο, στον οποίο μπορείς να έχεις τα πάντα, ποιο είναι το κόστος;»
Οι προβληματισμοί του Τριανταφυλλίδη γύρω από τις μεγάλες οικουμενικές ανησυχίες βρίσκουν πρόσφορο έδαφος στο μέσο που έχει επιλέξει καθώς το υβριδικό του θέατρο αναπαράγει τον αποπροσανατολισμό και τη σύγχυση αυτού που αποκαλούμε πραγματική ζωή. Οι χαρακτήρες και τα άβαταρ, τα ψηφιακά τους είδωλα, εμπλέκονται σε μεμονωμένες δραστηριότητες, παιχνίδια, ανάγνωση, σεξ, αγνοώντας ό,τι υπάρχει γύρω τους. Και ενώ ο Τριανταφυλλίδης χρησιμοποιεί οπτικά σύμβολα του παραδείσου όπως τα φωτεινά χρώματα, οι φοίνικες και τα ηλιοβασιλέματα, η πραγματικότητα είναι ακριβώς η αντίθετη.
Σαν ένας κόσμος βιντεοπαιχνιδιού
Ο Τριανταφυλλίδης αναδημιουργεί τον κόσμο του Anti-Gone ως μια σειρά τρισδιάστατων σκηνών. Οι χαρακτήρες του μετακινούνται ανάμεσα στον πραγματικό κόσμο και σε έναν κόσμο βιντεοπαιχνιδιού, που καταλαμβάνουν αμφότεροι τον ίδιο χώρο. Συγκρουόμενες θέσεις πάνω στην οικολογία, τις δομές διακυβέρνησης και την πλοήγηση στην Ψηφιακή Εποχή μας, αποκαλύπτονται σε βυθισμένες πόλεις και στην κορεσμένη υπερανάπτυξη. Το Anti-Gone εγκαλεί «τα προνόμια και τις εκτροπές» όπως τον καταναλωτισμό και τις ταινίες Blockbuster, ενώ ένας στίχος τραγουδιού, που ακούγεται εκεί, υπόσχεται «καλοπέραση, αν ξεχάσεις όλα τ’ άλλα», σε μια κυκλική σύγκρουση ανάμεσα στους πολωμένους πρωταγωνιστές.
Οι περφόρμερ εξερευνούν δραματικές αλληγορίες από το Θέατρο του Παραλόγου μέχρι τον ψυχολογικό ρεαλισμό και τη σωματική συνειδητοποίηση, ενόσω η μηχανή του παιχνιδιού εκτυλίσσει τη δική της περφόρμανς. Η παρουσία των ηθοποιών επαυξάνεται και περιπλέκεται με κράνη εικονικής πραγματικότητας, στολές σύλληψης της κίνησης και μια εμβαπτιστική προβολή, Ο Τριανταφυλλίδης σκηνοθετεί και σχεδιάζει σε πραγματικό χρόνο τον κόσμο που παρουσιάζεται τόσο στους περφόρμερ όσο και στο κοινό. Εδώ, τα παρασκήνια έρχονται πάνω στη σκηνή. Το Anti-Gone διεκδικεί τη θεατρικότητα ως έναν εναλλακτικό τρόπο μυθοπλαστικής σκέψης, επανενσωμάτωσης πραγματικών χώρων σε μια υποκειμενική λογική παιχνιδιού, ενός θεάτρου με έναν ανα-ευθυγραμμισμένο τέταρτο τοίχο, ενδεχομένως αναμειγμένο με την ίδια τη ζωή.