Aυτή την εβδομάδα στους κινηματογράφους, ο Μάτ Ντέιμον ταξιδεύει έως τη Μασσαλία για να λύσει μια περίεργη υπόθεση.
Η «Ομάδα Αυτοκτονίας» επιστρέφει ανανεωμένη υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Τζέιμς Γκα, ο Βενσάν Λιντόν και ο Φρανσουά Νταμιέν περιπλανιούνται στους αμπελώνες του Μπορντό σε μια «κωμωδία αλά γαλλικά», ενώ τρεις σημαντικές επανεκδόσεις έρχονται στα θερινά.
Ζήτημα χρόνου (Stillwater)
Σκηνοθεσία: Τομ ΜακΚάρθι
Παίζουν: Ματ Ντέιμον, Καμίλ Κοτάν, Αμπιγκέιλ Μπρέσλιν
Περίληψη: Ο Μπιλ, ένας Αμερικανός εργάτης διύλισης πετρελαίου από την Οκλαχόμα, ταξιδεύει στη Μασσαλία για να επισκεφθεί την αποξενωμένη κόρη του, η οποία βρίσκεται στη φυλακή για έναν φόνο που, όπως ισχυρίζεται, δεν έχει κάνει. Αντιμέτωπος με δυσκολίες στην επικοινωνία λόγω γλώσσας, με τις πολιτισμικές διαφορές και ένα πολύπλοκο νομικό σύστημα, ο Μπιλ πασχίζει να αποδείξει την αθωότητά της.
Ένα καλοδομημένο θρίλερ πολλών διαστάσεων από το σκηνοθέτη του «Spotlight: Όλα στο Φως» Τομ ΜακΚάρθι με τον Μάτ Ντέιμον σε μια από τις καλύτερες ερμηνείες της καριέρας του.
Ο Μπιλ Μπέικερ είναι από το Stillwater της Οκλαχόμα και εργάζεται στα διυλιστήρια, όταν η κόρη του βρίσκεται στη Μασσαλία κατηγορούμενη για έναν φόνο που ισχυρίζεται πως δεν έχει διαπράξει. Εκείνος αποφασίζει να μετακομίσει στη Γαλλία και να τη βοηθήσει να αποφυλακιστεί. Εκεί γνωρίζει τη Βιρζινί, μια Γαλλίδα ηθοποιό, που ζει με τη μικρή της κόρη, και αναπτύσσει μια ιδιαίτερη σχέση μαζί τους.
O Toμ ΜακΚάρθι βασίζεται ελεύθερα στην πραγματική ιστορία της Αμάντα Νοξ, μιας Αμερικανής που κατηγορήθηκε για τον φόνο της συγκατοίκου της και κρατήθηκε για τέσσερα χρόνια στις φυλακές της Περούτζια, μέχρι που αποδείχτηκε η αθωότητά της, και φτιάχνει ένα πρωτότυπο θρίλερ που δεν στέκεται μόνο στην αστυνομική υπόθεση.
Μεταφέροντας τη δράση στην πολυπολιτισμική Μασσαλία, παίρνει έναν κλασικό Ρεμπουπλικανό ψηφοφόρο που πιστεύει ακράδαντα στην ανωτερότητα της Αμερικής, και τον ρίχνει σε μια ευρωπαϊκή μητρόπολη, στο σπίτι μάλιστα μιας ηθοποιού που προς έκπληξή του δεν παίζει στην τηλεόραση αλλά στο θέατρο, φέρνοντάς τον αντιμέτωπο όχι μόνο με μια προσωπική του υπόθεση, αλλά και με έναν κόσμο που αγνοούσε πως υπάρχει. Ο Μπιλ λοιπόν δεν προσπαθεί απλώς να αποδείξει την αθωότητα της κόρης του και να εξιλεωθεί στα μάτια όσων τον θεωρούν κακό πατέρα, αλλά κυρίως καλείται να ανακαλύψει τι υπάρχει έξω από την τακτοποιημένη περιοχή του.
Μάστορας της αφήγησης ο ΜακΚάρθι ξέρει να χρησιμοποιεί δεξιοτεχνικά τα δημοσιογραφικά στοιχεία της αστυνομικής έρευνας, συνδυάζοντάς τα με την παράλληλη ρομαντική ιστορία του Μπιλ με την Βιρζινί, δομεί δραματικές συγκρούσεις και παρακολουθεί τις εσωτερικές διαδρομές των ηρώων του, χωρίς να περιχαρακώνεται αυστηρά στους κανόνες ενός είδους. Παράλληλα με κομψούς χειρισμούς περνάει το πολιτικό του σχόλιο σχετικά με την Αμερική του Τραμπ, αλλά και το απάνθρωπο πρόσωπο του δικαστικού συστήματος και εκμεταλλεύεται τον αργό ρυθμό προς όφελος των χαρακτήρων του παραδίδοντας ολοκληρωμένα πορτρέτα πραγματικών ανθρώπων. Μέσα σε αυτό το κλίμα ο Ματ Ντέιμον, ένας ηθοποιός που δουλεύει στη λεπτομέρεια τους ρόλους του, στην πιο ώριμη φάση του κάνει μια ερμηνεία οσκαρικών προδιαγραφών, με απόλυτο έλεγχο των εκφραστικών του μέσων και εξαιρετικές υποκριτικές επιλογές σε κάθε πλάνο.
The suicide squad
Σκηνοθεσία/Σενάριο: Τζέιμς Γκαν
Παίζουν: Μάργκοτ Ρόμπι, Ίντρις Έλμπα, Τζον Σίνα, Τζόελ Κίναμαν, Σιλβέστερ Σταλόνε, Βαϊόλα Ντειβις
Περίληψη: Μια ομάδα από επικίνδυνους εγκληματίες που πρέπει να συνυπάρξουν, προσπαθεί να μπει σε μια κρυφή ναζιστική φυλακή στη νότια Αμερική, στην οποία διεξάγονταν πειράματα πάνω σε πολιτικούς κρατούμενους.
Ο Τζέιμς Γκαν («Φύλακες του Γαλαξία») αναλαμβάνει την υπερηρωική περιπέτεια της Warner, με πρωταγωνιστές μια ομάδα με τους πιο αχρείους χαρακτήρες της DC.
Η Αμερική έχει πρόβλημα, οπότε αποφασίζει να συγκεντρώσει τους χείριστους εγκληματίες από τις φυλακές της Μπελ Ρεβ για να συμμετάσχουν σε μια άκρως απόρρητη και σκοτεινή αποστολή. Στόχος τους είναι να φτάσουν στο νησί Κόρτο Μαλτέζε και να εξολοθρεύσουν τους ανατροπείς του πολιτεύματος. Μόνο που η Ομάδα Αυτοκτονίας θα βρεθεί προ εκπλήξεως, όταν συνειδητοποιεί πως η κυβέρνησή τους δεν έχει και τις πιο αγνές προθέσεις, αλλά αντίθετα υποστηρίζει παράνομα επιστημονικά πειράματα που δεν θα μπορούσαν να γίνουν επί αμερικανικού εδάφους.
Μετά από την απόλυσή του από την Disney, εξαιτίας κάποιων ρατσιστικών tweets, ο Γκαν έχοντας το ελεύθερο από την DC/Warner να μην κάνει ένα ακόμα sequel, αναδιοργανώνει την Oμάδα Aυτοκτονίας με νέους αντι-ήρωες και φτιάχνει ένα πολύχρωμο και φασαριόζικο b-movie, με αθυρόστομο χιούμορ και μεγάλη τρέλα.
Εστιάζοντας περισσότερο στους χαρακτήρες , παρά στην πλοκή, αναμειγνύει καρχαρίες που ζουν έξω από το νερό, δυναμικές γυναίκες και ευάλωτους κακοποιούς, επιστρατεύει χιουμοριστικές ατάκες , ρίχνει τις απαραίτητες δόσεις συναισθήματος, και φτιάχνει μια αντι-ηρωική περιπέτεια, που ευτυχώς δεν παίρνει στα σοβαρά τον εαυτό της, αλλά ταυτόχρονα « φωνάζει» περισσότερο από όσο χρειάζεται. Μέσα σε αυτό το διασκεδαστικό λούνα παρκ λοιπόν, δεν λείπουν οι κακόγουστες στολές του ηρώων του, που θα φορεθούν τις Απόκριες, τα εφέ που θυμίζουν εφηβικά videogames και μια σειρά από απίθανους τρόπους νασκοτώσει κανείς κάποιον ή κάτι, που αν και ανανεώνουν την αυστηρότητα προηγούμενων ταινιών της DC, δεν λειτουργούν και τόσο ρηξικέλευθα όσο θα ήθελε ο Γκαν, με εξαίρεση τον χαρακτήρα της Χάρλεϊ Κουίν που ερμηνεύει η Μάργκοτ Ρόμπι.
Mon cousin
Σκηνοθεσία: Γιαν Κουνέν
Παίζουν: Βενσάν Λιντόν , Φρανσουά Νταμιέν
Περίληψη: Ο διευθύνων σύμβουλος μιας πολυεθνικής είναι ανήσυχος, γιατί πρέπει να συναντήσει ξανά τον ατζαμή εξάδελφό του, συνιδιοκτήτη του 50% των μετοχών της εταιρείας, προκειμένου να υπογράψει τη συνέχεια της διαχείρισή της. Η ανησυχία του Πιέρ είναι δικαιολογημένη, γιατί όπου και όποτε εμφανίζεται ο Αντριέν, όλα γίνονται περίπλοκα.
Μια feelgood, κωμωδία «αλά γαλλικά» με τον Βενσάν Λιντόν και τον Φρανσουά Νταμιέν.
Ο Πιέρ είναι ο διευθύνων σύμβουλος μιας πολυεθνικής εταιρείας αλκοολούχων ποτών. Σκληρός επιχειρηματίας διαχειρίζεται την εταιρεία του με πυγμή, όμως έχει ένα μεγάλο πρόβλημα: ο ξάδελφός του ο Αντριέν είναι ο κάτοχος του 50% των μετοχών της εταιρείας, και βάσει του καταστατικού κάθε πέντε χρόνια πρέπει να ανανεώνει με την υπογραφή του το συμβόλαιο που τους δένει στην συνιδιοκτησία της φίρμας. Εν όψει μιας κερδοφόρας κίνησης που έχει στα σκαριά, ο κυνικός Πιέρ πρέπει οπωσδήποτε να πείσει τον οραματιστή και συναισθηματικό Αντριέν να υπογράψει. Όμως ο ξάδερφός του θέλει απλώς να περάσει λίγο χρόνο μαζί του, όπως τότε που ήταν παιδιά. Έτσι μαζί θα κάνουν ένα ταξίδι στους περίφημους αμπελώνες του Μπορντό, που θα δοκιμάσει τα όριά τους.
Ο Γιαν Κουνέν μετά από έντεκα χρόνια απουσίας παίρνει δυο εκ διαμέτρου αντίθετους χαρακτήρες και με φόντο τα τοπία της γαλλικής επαρχίας στήνει ένα χαριτωμένο buddy movie, που έχει το άρωμα ενός παλιού γλυκόπιοτου κρασιού. Η μελαγχολία ελλοχεύει πίσω από τις περιπέτειες αυτού του ταιριαστού διδύμου, που ερμηνεύουν εξαιρετικά ο Βενσάν Λιντόν και ο Φρανσουά Νταμιέν και ο Κουνέν, αν και δεν αποφεύγει τα κλισέ, αντιπαραβάλλει την ψυχρή λογική με τον αυθορμητισμό και το συναίσθημα, θυμίζοντας ότι τελικά αυτό που όλοι αναζητούμε είναι να ξαναγίνουμε για λίγο παιδιά.
Παίζεται ακόμα:
Ταξίδι με τον δράκο Μου, Dragon Rider
Σκηνοθεσία: Τόμερ Έσεντ
Με τις φωνές των (στα ελληνικά): Τίτου Γρηγορόπουλου, Ινώς Στεφανή, Γιώργου Σκουφή, Αργύρη Παυλίδη
Περίληψη: Ένας νεαρός ασημένιος δράκος συνεργάζεται με ένα ορεινό πνεύμα και ένα ορφανό αγόρι σε ένα ταξίδι στα Ιμαλάια, αναζητώντας το χείλος του Ουρανού.
Γερμανικό animation με σύγχρονους δράκους και μοντέρνους ιππότες.
Ο Ψευτοφωτιάς, ένας νεαρός ασημένιος δράκος έχει μπουχτίσει να κρύβεται και θέλει να δείξει στην παλαιότερη γενιά την πραγματική του ταυτότητα. Όταν οι άνθρωποι βάζουν μπρος για να καταστρέψουν το τελευταίο καταφύγιο της οικογένειάς του, ξεκινάει κρυφά ένα επικό ταξίδι με τη σκιουρίνα Σόρελ. Σκοπός του είναι να βρει την «Άκρη του Ουρανού», ένα μυστικό παράδεισο για δράκους κάπου στα Ιμαλάια. Στον δρόμο όμως, πέφτουν πάνω στον νεαρό Μπεν, που ισχυρίζεται ότι είναι δρακοκαβαλάρης. Ενώ ο Μπεν και ο ασημένιος δράκος γίνονται φίλοι, η Σόρελ είναι επιφυλακτική. Ταυτόχρονα, το παράξενο τρίδυμο πρέπει να συνεργαστεί, γιατί τους κυνηγάει ο Χρυσοκέφαλος, ένα μοχθηρό τέρας - δημιούργημα ενός αλχημιστή, που σκοπεύει να καταβροχθίσει κάθε δράκο στη γη.
Eπανεκδόσεις:
Φρανκενστάιν Τζούνιορ, Young Frankenstein
Σκηνοθεσία: Μελ Μπρουκς
Παίζουν: Τζιν Γουάιλντερ, Πίτερ Μπόιλ, Μάρτι Φέλντμαν, Κλόρις Λίτσμαν
Περίληψη: Ο Δρ. Φρέντερικ Φρανκενστάιν έρχεται στην Τρανσυλβανία για να κληρονομήσει τον πύργο του παππού του. Μαζί όμως κληρονομεί τον καμπούρη υπηρέτη και την παρανοϊκή οικονόμο, που του δίνουν την έμπνευση να κάνει αυτό που έκανε και ο παππούς του, δηλαδή να δίνει ζωή. Σύντομα τα πειράματά του θα πετύχουν, μόνο που το τέρας που θα προκύψει αυτή τη φορά δεν θα μοιάζει με κανένα άλλο.
Μία από τις πιο δημοφιλείς και θεότρελες δημιουργίες του Μελ Μπρουκς με απίθανες ατάκες και ξεκαρδιστικές σκηνές, που έμειναν στην Ιστορία του κινηματογράφου.
Ο Δρ Φρέντερικ Φρανκενστάιν, ο εγγονός του Βίκτωρ Φρανκενστάιν, είναι καθηγητής σε ένα κολέγιο ιατρικής στην Αμερική και ισχυρίζεται πως το όνομά του προφέρεται Φρον-κεν-στίν (Fron-ken-steen), γιατί ντρέπεται για την καταγωγή του. Μια μέρα, μετά από μια διάλεξη, ειδοποιείται από τον δικηγόρο Χερ Φολκστάιν πως έχει κληρονομήσει τον τίτλο ευγένειας από τον προπάππο του, τον Βαρόνο Μποφώρ φον Φρανκενστάιν, και την οικογενειακή κατοικία των προγόνων του, το κάστρο Φρανκενστάιν στην Τρανσυλβανία. Έτσι, ταξιδεύει στα Καρπάθια όρη, όπου γνωρίζει τους δύο βοηθούς του: την πανέμορφη Ίνγκα και τον καμπούρη Ίγκορ - που ισχυρίζεται πως το όνομά του προφέρεται Άιγκορ (Igor - Eye-gor), καθώς και την παρανοϊκή οικονόμο του κάστρου, τη Φράου Μπλούχερ.
Μια νύχτα, ακολουθώντας μια μουσική βιολιού, περνά μέσα από το μυστικό πέρασμα της βιβλιοθήκης του δωματίου του και ανακαλύπτει το εργαστήριο και την προσωπική βιβλιοθήκη του παππού του. Ανάμεσα σε παλιά βιβλία και έγγραφα της, βρίσκει ένα χειρόγραφο με τίτλο «Πώς τα κατάφερα», που εξηγεί πώς ο Βίκτωρ δημιούργησε τον περίφημο Φρανκενστάιν. Ο Φρέντερικ, διαβάζοντας το εγχειρίδιο, αποφασίζει να αποδεχτεί τη βαριά κληρονομία του και να φτιάξει το δικό του τέρας. Μόνο που τα πράγματα δεν πηγαίνουν όπως τα είχε φανταστεί.
Ο Μελ Μπρουκς και ο Τζιν Γουάιλντερ, που συνυπογράφουν το σενάριο, βασίζονται στους χαρακτήρες της κλασικής νουβέλας της Μαίρης Σέλεϊ και σατιρίζοντας τις τρεις πρώτες ταινίες του Φρανκενστάιν από τις Universal Pictures - «Φρανκενστάιν», «Η μνηστή του Φρανκενστάιν» και «Ο γιος του Φρανκενστάιν»- φτιάχνουν μια από τις καλύτερες κωμωδίες όλων των εποχών, που αποτελεί ορόσημο για το comedy horror. Η ταινία προτάθηκε για Όσκαρ Διασκευασμένου Σεναρίου και Ήχου, ενώ ήταν υποψήφια για τις Χρυσές Σφαίρες Α' και Β' Γυναικείου Ρόλου (Κλόρις Λίτσμαν και Μάντλιν Καν, αντίστοιχα).
Τρία χρώματα: Η Κόκκινη Ταινία, Trois Couleurs: Rouge
Σκηνοθεσία: Κριστόφ Κισλόφσκι
Παίζουν: Ιρέν Ζακόμπ, Ζαν-Λουι Τρεντινιάν, Ζαν-Πιέρ Λορί
Περίληψη: Ένα φωτομοντέλο στη Ζυρίχη γνωρίζεται με έναν μοναχικό συνταξιούχο δικαστή, που περνά τις ώρες του κατασκοπεύοντας τα τηλεφωνήματα των γειτόνων του.
Το τρίτο μέρος της θρυλικής τριλογίας του Κριστόφ Κισλόφσκι, που αποτελεί και το κύκνειο άσμα του σπουδαίου δημιουργού.
Μια νεαρή γυναίκα που εργάζεται περιστασιακά ως μοντέλο γνωρίζεται με έναν πικρόχολο συνταξιούχο δικαστή με αφορμή τον σκύλο του, και ανακαλύπτει ότι το χόμπι του είναι να κατασκοπεύει τις τηλεφωνικές συνομιλίες των γειτόνων του. Στην αρχή εξοργίζεται, αλλά οι συναντήσεις τους σύντομα οδηγούν σε έναν παράξενο δεσμό, ενώ παράλληλα η ιστορία τους αντικατοπτρίζεται σε εκείνη ενός νεαρού φοιτητή της νομικής που έχει πολλά κοινά με τον δικαστή.
Τα χρώματα της Τριλογίας είναι αυτά της γαλλικής σημαίας, με το κόκκινο να συμβολίζει την αδελφοσύνη. Όπως και στις δύο προηγούμενες ταινίες, έτσι κι εδώ ένα χρώμα- το κόκκινο- κυριαρχεί, κρατώντας τον θεατή σε εγρήγορση. Η αδελφοσύνη στην περίπτωση του Κισλόφσκι είναι ο ιστός που συνδέει όλα αυτά που με ανεξήγητο και σχεδόν μαγικό τρόπο μπορούν να ενώσουν ζωές και πεπρωμένα, η ετοιμότητα να κατανοήσει κάποιος τον άλλον βαθιά, να τον δει ως μέρος ενός πολύπλοκου και τελικά τυχαίου μηχανισμού, να συγχωρήσει και πάνω απ' όλα να δημιουργήσει δεσμούς.
Αισθητικά σχεδόν αψεγάδιαστη, με μουσική επένδυση που κέρδισε βραβείο Σεζάρ και δυνατές ερμηνείες, η τελευταία ταινία του σπουδαίου auteur, που συχνά αναφέρεται και ως αντι-ρομαντική, είναι ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα του ευρωπαϊκού κινηματογράφου και χάρισε στον Κισλόφσκι δύο υποψηφιότητες για Όσκαρ (Καλύτερης Σκηνοθεσίας και Καλύτερου Πρωτότυπου Σεναρίου), αλλά και υποψηφιότητα για τον Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ των Καννών.
Μπέτυ Μπλου, 37°2 le Μatin
Σκηνοθεσία: Ζαν Ζακ Μπενέξ
Παίζουν: Μπεατρίς Νταλ, Ζαν-Χιου Ανγκλάντ
Περίληψη: H συμβατική ζωή ενός εργαζόμενου τριανταπεντάρη ανατρέπεται, όταν γνωρίζει μια εκρηκτική νεαρή κοπέλα, που του προτείνει την αναζήτηση ενός άπιαστου ονείρου.
Το παράφορο love story του Ζαν-Ζακ Μπενέξ, που τάραξε τα νερά του ευρωπαϊκού σινεμά τη δεκαετία του ’80.
Βασισμένησε ένα βιβλίο του Φιλίπ Τζιαν, η «Μπέτι Μπλου» είναι η ιστορία ενός ζευγαριού που γεννήθηκε για να είναι μαζί. Ο Ζοργκ κι η Μπέτι, απρόβλεπτοι και τρελοί ταυτόχρονα, ζουν στα όρια- όχι βάσει κάποιας εκκεντρικής κοσμοθεωρίας, αλλά γιατί είναι έτσι από τη φύση τους. Εκείνος είναι ερασιτέχνης συγγραφέας, που έχει παρατήσει το έργο του και ζει μια συμβατική καθημερινότητα σε ένα παραλιακό μπανγκαλόου. Εκείνη εισβάλει στη ζωή του με μια παθιασμένη αφοσίωση στο ταλέντο του, αλλά και μια κυκλοθυμική συμπεριφορά που τον ταράζει.
37°2 κελσίου ( αυτός είναι ο πρωτότυπος τίτλος της ταινίας, αλλά και του βιβλίου του Φιλίπ Τζιάν - που συνεργάστηκε στο σενάριο με τον σκηνοθέτη) είναι η θερμοκρασία του σώματος μιας εγκύου γυναίκας το πρωί και συνδέεται με τις ανεπιτυχείς προσπάθειες της ηρωίδας να μείνει έγκυος, που με τη σειρά τους προκαλούν μια σειρά από αυτοκαταστροφικές κορυφώσεις. Μέχρι όμως να οδηγηθούμε στον τελικό παροξυσμό, που κάπου αδικεί το γυναικείο φύλο, ο Μπενέξ παραθέτει ένα λεπτοδουλεμένο ψυχογράφημα, αλλά και ερωτικές σκηνές αληθινά αισθησιακές, κινηματογραφημένες με μεγάλη σκηνοθετική μαεστρία.