Αρχαιολογικό μουσείο Ολυμπίας το καλοκαίρι του κορωνοϊού. Απαραίτητα μέτρα, αποστάσεις, λιγοστές κουβέντες, μάσκες και δέος μπροστά στα εκθέματα.
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα μουσεία της Ελλάδας και εκθέτει τα θαυμαστά αρχαιολογικά ευρήματα που βρέθηκαν στον αρχαιολογικό χώρο της Ολυμπίας.
Το μουσείο διαθέτει δώδεκα αίθουσες, οργανώνεται θεματικά και χρονολογικά: προϊστορικά, γεωμετρικά και αρχαϊκά, αρχαϊκή και κλασική κεραμική, μνημειακή γλυπτική σε τερακότα, αετώματα και μετόπες του ναού του Διός, η «Νίκη του Παιωνίου» Νίκη, το εργαστήριο του Φειδία, ο Ερμής του Πραξιτέλη, αγάλματα ελληνιστικής, ρωμαϊκής εποχής καθώς και των τελευταίων χρόνων ζωής του ιερού και μια πτέρυγα με υπηρεσίες για τους επισκέπτες.
Στην ίδια πτέρυγα στεγάζεται το πωλητήριο του μουσείου με αρκετά είδη, εκμαγεία, κάρτες, βιβλία, αντίγραφα κοσμημάτων.
Τι θα δούμε στο μουσείο της αρχαίας Ολυμπίας
Το μουσείο της αρχαίας Ολυμπίας στεγάζει ευρήματα από την Ιερή Άλτη, το χώρο της Ολυμπίας, αντικείμενα που χρονολογούνται από την προϊστορική εποχή μέχρι τους ρωμαϊκούς χρόνους, ακόμη μέχρι και τον 6ο- 7ο αιώνα μ.Χ.
Κεντρικό έκθεμα είναι ο Ερμής του Πραξιτέλους, τα αετώματα του ναού του Δία, η Νίκη του Μενδαίου Παιωνίου και το κύπελλο που ανήκε στο Φειδία. Η συλλογή των χάλκινων αντικειμένων αποτελεί μία από τις σημαντικότερες συλλογές παγκοσμίως.
Το εντυπωσιακό άγαλμα του Ερμή, έργο του γλύπτη Πραξιτέλη, είναι ο κυριότερος εκπρόσωπος της τέχνης στο τέλος του 4ου αι. π.Χ. Εκτίθεται στο κέντρο της αίθουσας και προστατεύεται με πρωτοποριακό αντισεισμικό σύστημα που έχει τοποθετηθεί στη βάση του
Μέσα από την πληθώρα των ευρημάτων, που παρουσιάζονται στη μόνιμη έκθεση του Αρχαιολογικού Μουσείου Ολυμπίας, ο επισκέπτης παρακολουθεί τη χρονολογική εξέλιξη και την ιστορία του μεγάλου πανελλήνιου ιερού από την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού έως και τον 6ο-7ο αι. μ.Χ. Εξέχουσα θέση κατέχει ο γλυπτός διάκοσμος του ναού του Δία, τα αετώματα και οι μετόπες, που αποτελούν τα σημαντικότερα δείγματα αυστηρού ρυθμού στην ελληνική τέχνη. Από τα πλέον σημαντικά εκθέματα είναι η Νίκη του Παιωνίου, καθώς και ο Ερμής του Πραξιτέλη. Στο μουσείο φιλοξενείται η πλουσιότερη συλλογή χάλκινων αντικειμένων στον κόσμο.
Η έκθεση, που πρόσφατα αναμορφώθηκε, είναι χρονολογικά δομημένη και καταλαμβάνει τις δώδεκα αίθουσες του εκθεσιακού χώρου. Σκοπός της είναι η καλύτερη προβολή των εκθεμάτων, η πληρέστερη πληροφόρηση με απλό και ταυτόχρονα επιστημονικό τρόπο, αλλά και η καλύτερη παροχή υπηρεσιών στον επισκέπτη, σύμφωνα με τις αρχές της σύγχρονης μουσειολογίας. Παρέχει πλήρη εικόνα της ιστορικής εξέλιξης του ιερού αλλά και της λαμπρής πορείας της αρχαίας ελληνικής τέχνης και προσφέρει πλήρη ενημέρωση για τα εκθέματα με τη βοήθεια του πλούσιου εποπτικού υλικού, όπως κείμενα, σχέδια, χάρτες, φωτογραφίες, αναπαραστάσεις και προπλάσματα μνημείων.
Από το σύνολο των, ανεκτίμητης αξίας, εκθεμάτων σημαντικότερη είναι η έκθεση των γλυπτών, για την οποία είναι κυρίως γνωστό το μουσείο, καθώς και η συλλογή χάλκινων αντικειμένων, που είναι η πλουσιότερη στον κόσμο και απαρτίζεται από όπλα, ειδώλια και άλλα αντικείμενα, ενώ ιδιαίτερα σημαντικά είναι και τα ευρήματα της μεγάλης πηλοπλαστικής.
Το πρώτο μουσείο που χτίστηκε εκτός Αθήνας
Οπως αναφέρει η wikipedia το πρώτο μουσείο στην Ολυμπία γνωστό και ως Παλαιό Μουσείο χτίστηκε το 1885 σε νεοκλασικό ρυθμό, στο λόφο Δρούβα, δυτικά της Άλτεως.
Η κατασκευή του ολοκληρώθηκε το 1888 και ήταν το πρώτο ελληνικό μουσείο που κτίστηκε εκτός Αθήνας.
Με τα χρόνια, παρουσίασε αρκετές φθορές λόγω των μεγάλων σεισμών, που κατά καιρούς έπληξαν την περιοχή. Εκτός αυτού, ο μεγάλος αριθμός νέων ευρημάτων από τις συνεχιζόμενες ανασκαφές του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου στο ιερό, επέβαλε την ίδρυση ενός μεγαλύτερου μουσείου στην Ολυμπία.
Η κατασκευή ενός νέου μουσείου αποφασίστηκε τη δεκαετία 70.
Η ανέγερση του νέου κτηρίου του μουσείο ανατέθηκε στον Έλληνα αρχιτέκτονα Πάτροκλο Καραντινό. Η κατασκευή του ξεκίνησε το 1966, απέναντι από τον χώρο ανασκαφών, στη κοιλάδα βορειοδυτικά του Κρόνειου Λόφου. Το νέο μουσείο ολοκληρώθηκε το 1975 αλλά η μεταφορά των έργων διήρκεσε περισσότερο. Η τελική έκθεση εγκαινιάστηκε μόλις το 1982 από την τότε Υπουργό Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη.