Στις κινηματογραφικές πρεμιέρες της εβδομάδας ο Μαντς Μίκελσεν παίρνει το όπλο του για να εκδικηθεί τους πάντες και τα πάντα.
Ο Μάικλ Κέιν ως ιδιόρρυθμος συγγραφέας δίνει το δικό του μάθημα στους millennials, ενώ ο Ντέιβιντ Λόουερι επαναπροσεγγίζει έναν μεσαιωνικό θρύλο, δίνοντας νέα διάσταση στη μυθολογία του Βασιλιά Αρθούρου.
Ο Πράσινος Ιππότης (The Green Knight)
Σκηνοθεσία: Ντέιβιντ Λόουερι
Παίζουν: Ντεβ Πατέλ, Αλίσια Βικάντερ, Τζόελ Έτζερτον, Μπάρι Κέογκαν
Περίληψη: Ο Σερ Γκάουεν, ανιψιός του Βασιλιά Αρθούρου, είναι αποφασισμένος να αντιμετωπίσει τον Πράσινο Ιππότη, ένα τεράστιο πλάσμα με πράσινο δέρμα, που δοκιμάζει τη δύναμη και την αποφασιστικότητα των γενναίων ανδρών.
Ο σεναριογράφος, σκηνοθέτης, μοντέρ και διευθυντής φωτογραφίας Ντέιβιντ Λόουερι ( «The Old Man & the Gun», «A Ghost Story») επιστρέφει με μια τολμηρή προσέγγιση ενός μεσαιωνικού ποιήματος του 14ου αιώνα.
Ο Σερ Γκάουεν, ο απερίσκεπτος και πεισματάρης ανιψιός του βασιλιά Αρθούρου, ξεκινά ένα τολμηρό ταξίδι για να συναντήσει τον διαβόητο Πράσινο Ιππότη, που βάζει σε δοκιμασίες τη γενναιότητα των αντρών. Σε αυτή την περιπέτεια, που εξελίσσεται σε ένα ταξίδι αυτογνωσίας, θα αναμετρηθεί με φαντάσματα, γίγαντες, κλέφτες και δολοπλόκους, με σκοπό να αποδείξει την αξία του στα μάτια της οικογένειάς του και τελικά να συναντήσει το πεπρωμένο του.
Οι μύθοι με επίκεντρο τον Βασιλιά Αρθούρο και τους Ιππότες της Στρογγυλής Τραπέζης πάντα αποτελούσαν δέλεαρ για τους κινηματογραφιστές, που μέχρι πρότινος είχαν παραγκωνίσει την περίπτωση του Σερ Γκάουεν. Ο Ντέιβιντ Λόουερι, εμπνευσμένος από το έμμετρο ποίημα «Sir Gawain and the Green Knight» ενός άγνωστου δημιουργού, που είναι αφιερωμένο στον ανιψιό του Αρθούρου και έχει μεταφραστεί στα αγγλικά από τον Τόλκιν, και πατώντας στην κέλτικη μυθολογία, αλλά και τη γαλλική ιπποτική παράδοση του Μεσαίωνα, καταφέρνει να βρει τη σύνδεση αυτής της τόσο παλιάς ιστορίας με τη σύγχρονη εποχή, παραδίδοντας μια σινεφιλική περιπέτεια ενηλικίωσης, εντελώς διαφορετική από τα επικά saga των αρθούριων θρύλων.
Η σουρεαλιστική υπόθεση του ίδιου του ποιήματος, οι αμέτρητοι συμβολισμοί του και η μυστηριακή του ατμόσφαιρα ταιριάζουν γάντι στην κινηματογραφική γλώσσα του Λόουερι που δεν φοβάται να αναμετρηθεί μαζί του, ξαναφέρνοντας στο προσκήνιο αξίες που έχουν χαθεί. Ο ήρωάς του δεν είναι άμεμπτος, έχει ελαττώματα, όμως αναζητάει τον εαυτό του μαζί ιδανικά που σήμερα μοιάζουν «ξεπερασμένα». Σε αυτό ακριβώς το σημείο, ο Αμερικανός σκηνοθέτης γίνεται απρόσμενα επαναστατικός, καθώς επαναδιαπραγματεύεται την έννοια της αρρενωπότητας, της ηθικής και του τι σημαίνει τελικά να είναι κάποιος ικανός, προτάσσοντας την ακεραιότητα πάνω από τον ηρωισμό.
Ταυτόχρονα, με μια άρτια κινηματογράφηση, που παίζει με το στοιχείο του παραμυθιού και δεν φοβάται να μετατρέψει το μεταφυσικό σε εικαστική μαγεία, πετυχαίνει να μιλήσει με απολύτως καλλιτεχνικούς όρους για θέματα όπως η σχέση του χριστιανισμού με τον παγανισμό, αλλά και η σύνδεση του ανθρώπου με τη φύση και τον θάνατο. Κι αν κάπου ο Λόουερι χάνεται στην πολυπλοκότατα των αλληγοριών και δεν μπορεί πάντα να γίνει απολύτως κατανοητός, καταφέρνει να αγγίξει μια άλλη, λιγότερο ορθολογική πλευρά μας, πράγμα που ίσως έχει μεγαλύτερη σημασία, από μια στείρα εκλογίκευση.
Οι εκκεντρικοί (Retferdighedens Ryttere / Riders of Justice)
Σκηνοθεσία: Άντερς Τόμας Γιένσεν
Παίζουν: Μαντς Μίκελσεν, Νικολάι Λιε Κάας, Αντρέα Χάικ Γκάντεμπεργκ, Μάρτιν Μπρίγκμαν, Νίκολας Μπρο
Περίληψη: Ένας Δανός μισθοφόρος στο Αφγανιστάν επιστρέφει στην πατρίδα του, όταν η σύζυγός του σκοτώνεται σε ατύχημα στο τρένο, για να μεγαλώσει την νεαρή κόρη του. Δύο άγνωστοι τον επισκέπτονται και τον ενημερώνουν ότι ο θάνατος της γυναίκας του δεν οφείλεται σε ατύχημα, αλλά σε βομβιστική επίθεση.
Ο Μαντς Μίκελσεν ηγείται μιας εκκεντρικής ομάδας εκδικητών σε μια μαύρη κωμωδία, που έκανε τεράστια εμπορική επιτυχία στη Δανία.
Ένας βετεράνος στρατιωτικός που υπηρετεί στο Αφγανιστάν, o Μάρκους, επιστρέφει στην πατρίδα του για να αναλάβει την επιμέλεια της κόρης του μετά από τον τραγικό θάνατο της γυναίκας του σε ένα σιδηροδρομικό δυστύχημα. Η έφηβη κοπέλα, αποξενωμένη εδώ και καιρό από εκείνον, δεν μπορεί να προσαρμοστεί στη νέα τους πραγματικότητα, ούτε να αντιμετωπίσει αυτή την οδυνηρή απώλεια, αλλά και τη βία του πατέρα της, που ξεσπάει κάθε ώρα και στιγμή. Κι ενώ για τον Μάρκους, το δυστύχημα μοιάζει να ήταν μια τραγική τυχαιότητα, εμφανίζεται ξαφνικά ο Ότο, ένας άλλος επιβάτης του τρένου που παθιάζεται με τη μελέτη των πιθανοτήτων και των συμπτώσεων, μαζί με δύο εκκεντρικούς του συναδέλφους, τον Λέναρτ και τον Εμεντάλερ. Ο παράξενος άνδρας είναι πεπεισμένος ότι αυτή η τραγωδία οφείλεται σε μια προσχεδιασμένη επίθεση που έγινε από την εγκληματική οργάνωση των «Riders of Justice», ωθώντας τον Μάρκους να αναζητήσει τους υπαίτιους και να τους εκδικηθεί.
Ο Άντερς Τόμας Γιένσεν, ένας από τους κορυφαίους Σκανδιναβούς σεναριογράφους και από τους πρώτους που υποστήριξαν το «Δόγμα», παίρνει μια ομάδα δυσλειτουργικών ανθρώπων, που έχασαν τη διάθεση και την πίστη τους στη ζωή, και τους βάζει σε ρόλο εκδικητών χωρίς όρια. Ισορροπώντας με μαεστρία ανάμεσα στο δράμα, το θρίλερ και τη μαύρη κωμωδία, και φλερτάροντας ενίοτε με το γκροτέσκ, καταφέρνει να διαχειριστεί μια πολύ βαριά κατάσταση, όπως η απώλεια, με ανελέητο χιούμορ, που δεν μοιάζει καθόλου με αυτό που έχουμε συνηθίσει σε ανάλογες κινηματογραφικές απόπειρες.
Έτσι πετυχαίνει να φωτίσει μια σειρά από θέματά: τον ρατσισμό, το στίγμα της ψυχικής ασθένειας, την απομόνωση, αλλά τον μηδενισμό των σύγχρονων κοινωνιών, χωρίς να χαθεί μέσα την πολυπλοκότητα των αναζητήσεων του. Αντίθετα, με την απορία ενός ανθρώπου μπροστά στο χάος αλλά και το θαύμα της ζωής, καταγραφεί τι μας συμβαίνει στις οριακές καταστάσεις, όπως κι αν ονομάζονται αυτές, μένει μακριά από ηθικολογίες και εύκολες ψυχαναλυτικές διαπιστώσεις, επαναφέρει το θέμα της μοίρα που ο ανθρωποκεντρισμός της Δύσης έχει εξορίσει, και παραδίδει μια ελεγεία για τη δύναμή της αγάπης, μένοντας μακριά από μελοδραματισμούς. Κι αν στο φινάλε υποκύπτει στην «τέλεια εικόνα» της ευτυχίας, οι παρεκτροπές των sui generis ηρώων του, που δεν αντέχουν την πολιτική ορθότητα, δικαιώνουν τη λύση που δίνει ως τη μόνη ρεαλιστικά αποδεκτή.
Ο Shang-Chi και ο θρύλος των δέκα δαχτυλιδιών (Shang-Chi and the Legend of the Ten Rings)
Σκηνοθεσία: Ντέστιν Ντάνιελ Κρέτον
Παίζουν: Τόνι Λιουνγκ, Μισέλ Γιέο, Σίμου Λιού, Ακουαφίνα
Περίληψη: Ο Σανγκ- Τσι αναγκάζεται να αποκαλύψει την πραγματική ταυτότητά του και μαζί με τη μικρότερη αδελφή του Σιανλίνγκ και την επιστήθια φίλη του Κέιτι να αντιμετωπίσει τον πατέρα του. Τον αδίστακτο Σου Γουενγού, πανίσχυρο κάτοχο των δέκα μαγικών δαχτυλιδιών.
Η πρώτη ταινία της Marvel με Ασιάτη πρωταγωνιστή, που εγκαινιάζει – μαζί με τη «Black Widow»- την τέταρτη φάση του δημιουργικού της σύμπαντος.
O νεαρός Σανγκ-Τσι ζει στο Σαν Φρανσίσκο και δουλεύει σαν παρκαδόρος, μέχρι που μία ομάδα εκτελεστών του κλέβει το μενταγιόν, που του είχε δώσει η μητέρα του όταν ήταν μικρός. Παρέα με την κολλητή του φίλη, την Κέιτι, ξεκινάει ένα ταξίδι μέχρι το Μακάου με σκοπό να βρει κα να προειδοποιήσει την αδελφή του Ξιαλίνγκ. Ο Σανγκ-Τσι, που έχει πια μπλέξει στα δίχτυα της μυστηριώδους και επικίνδυνης κλίκας των Δέκα Δαχτυλιδιών με επικεφαλής τον αποξενωμένο πατέρα του, καλείται να αντιμετωπίσει το παρελθόν του.
Ο Σανγκ –Τσι, που είναι μάστερ των πολεμικών τεχνών, εμφανίζεται ως ήρωας στα κόμικς από τη δεκαετία του ’70, αλλά έπρεπε να περιμένει πολύ για να αποκτήσει τη δική του ταινία, πράγμα που ίσως δεν θα είχε συμβεί αν το Χόλιγουντ δεν είχε περάσει στη φάση που από τη μια πασχίζει να πείσει ότι ο ρατσισμός δεν έχει θέση στις μεγάλες παραγωγές, και από την άλλη φλερτάρει με καινούργιες αγορές.
Με μια πρώτη σεκάνς λοιπόν αποκλειστικά στα μανδαρινικά και με επιρροές από το « Τίγρης και Δράκος», ο Ντάστιν Ντάνιελ Κρέτον («Μικρά Όμορφα Πλάσματα», «Αγώνας για Δικαιοσύνη») , που μπαίνει στον κόσμο των blockbusters, φαίνεται πως επιθυμεί να συνδυάσει την ανατολίτικη φιλοσοφία με τη δυτική κουλτούρα, στέλνοντας ένα μήνυμα αδελφοσύνης. Τελικά, όμως η γνωστή συνταγή των υπερηωικών ταινιών- ήτοι δραματικά κλισέ που ελαφραίνουν από εξίσου κοινότοπα χιουμοριστικά ενσταντανέ καταιγιστική δράση και πολλά ψηφιακά εφέ- κερδίζουν αυτό τον άνισο αγώνα του Σανγκ-Τσι, που μπορεί να σώζει την ανθρωπότητα, αλλά δεν καταφέρνει να απαλλαγεί από τις απαιτήσεις των μεγάλων στούντιο.
Bestsellers
Σκηνοθεσία: Λίνα Ρόσλερ
Παίζουν: Μάικλ Κέιν, Όμπρεϊ Πλάζα, Σκοτ Σπίντμαν, Έλεν Γουόνγκ
Περίληψη: Η Λούσι έχει κληρονομήσει τον εκδοτικό οίκο του πατέρα της χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία. Όταν ανακαλύπτει ότι ένας ερημίτης, στρυφνός και αλκοολικός συγγραφέας, ο Χάρις Σο, τους χρωστάει ένα ακόμα βιβλίο, του απευθύνεται σε μία απεγνωσμένη προσπάθεια να σώσει την επιχείρηση. Η συγκυρία φαίνεται να την ευνοεί, καθώς ο Χάρις είναι καταχρεωμένος και τυχαίνει να έχει έτοιμο ένα καινούριο βιβλίο, το οποίο μισεί. Η Λούσι εκστασιάζεται με την απρόσμενη τύχη της, μέχρι που ανακαλύπτει ότι το συμβόλαιο του Χάρις δεν επιτρέπει σε κανέναν να επιμεληθεί το έργο του. Ως αντάλλαγμα, τον πείθει να κάνουν μια προωθητική περιοδεία.
Το σκηνοθετικό ντεμπούτο της ηθοποιού και σεναριογράφου Λίνα Ρόσλερ, που έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο Φεστιβάλ του Βερολίνου.
Μια σύγχρονη millennial κληρονομεί τον διακεκριμένο εκδοτικό οίκο του πατέρα της. Προσπαθώντας να προσαρμόσει την επιχείρηση στις ανάγκες της εποχής, κάνει το ένα λάθος μετά το άλλο, με αποτέλεσμα να απειλείται τόσο η οικονομική ευρωστία του οίκου, όσο και η υστεροφημία του. Οι συνθήκες τελικά την αναγκάζουν να προχωρήσει σε μια συμφωνία απολύτως ταπεινωτική για την ίδια, όταν ξαφνικά ανακαλύπτει πως ένας διάσημος συγγραφέας, ο Χάρις Σο ο όποιος έχει αποσυρθεί από την ενεργό δράση και ζει με συντροφιά το αλκοόλ και τις αναμνήσεις του, της χρωστάει ένα βιβλίο. Έτσι αποφασίζει να τον επισκεφτεί και να πάρει αυτό που θεωρεί πως της ανήκει. Όμως ο μισάνθρωπος Σο δεν είναι εύκολη υπόθεση. Παρ’ όλα, αυτά, επειδή είναι καταχρεωμένος, της παραδίδει ένα παλιό του χειρόγραφο, το οποίο όμως δεν μπορεί κανείς να αλλάξει στο ελάχιστο. Το μόνο που επιτρέπεται στη Λούσι βάσει συμβολαίου είναι να τον υποχρεώσει να κάνει μια περιοδεία για την προώθηση του έργου του, την οποία Σο θα κάνει τα πάντα για να καταστρέψει.
Η Λίνα Ρόσλερ με οδηγό δυο αταίριαστους χαρακτήρες και βασικό άξονα το χάσμα των γενεών, όπως αυτό αντανακλάται μέσα από τον πόλεμο που έχει ξεσπάσει ανάμεσα στη λογοτεχνία και στα social media, επιχειρεί να βρει την κοινή τομή μέσα από μια ανάλαφρη buddy movie. Θεωρώντας όμως εξαρχής ότι η νέα εποχή είναι απλώς «σκουπίδι», αποκλείει όποια έννοια διαλεκτικής. Ως εκ τούτου προκειμένου να γεμίσει τον χρόνο και τα δραματουργικά κενά του σεναρίου της, φορτώνει την ιστορία της με πολλές παράπλευρες υποθέσεις, ανακατεύει οικογενειακές τραγωδίες, αδιέξοδες σχέσεις, απώλειες και τραύματα προσπαθώντας να προσδώσει δραματικές εντάσεις σε μια ιστορία, που έχει κριθεί σχεδόν από το πρώτο μισάωρο. Αλλά ευτυχώς υπάρχει πάντα ο Μάικλ Κέιν με την αυθεντική κινηματογραφική του αλήθεια, που στον ρόλο του ιδιόρρυθμου συγγραφέα είναι απολαυστικός.
Αυτά που λέμε κι αυτά που κάνουμε (Les Choses qu'on Dit, les Choses qu'on Fait)
Σκηνοθεσία: Εμανουέλ Μουρέ
Παίζουν: Καμέλια Τζορντάνα, Νιλς Σνάιντερ, Βενσάν Μακέιν, Εμιλί Ντεκέν, Τζένα Τιαμ, Γκιγιόμ Γκουί
Περίληψη: Η τριών μηνών έγκυος Νταφνέ, είναι διακοπές στην εξοχή μαζί με τον σύντροφό της Φρανσουά. Εκείνος χρειάζεται να λείψει για δουλειά κι εκείνη πρέπει ξαφνικά να αναλάβει τη φιλοξενία του Μαξίμ, ξαδέλφου του Φρανσουά, τον οποίο συναντά για πρώτη φορά. Κατά τη διάρκεια τεσσάρων ημερών, η Νταφνέ και ο Μαξίμ γνωρίζονται σιγά σιγά και εκμυστηρεύονται ο ένας στον άλλο ιστορίες, όλο και πιο προσωπικές για τις παλιές και πρόσφατες ερωτικές τους περιπτύξεις.
Ρομαντική κομεντί αλά γαλλικά για τις πολύπλοκες διαδρομές του έρωτα.
Ο Φρανσουά και η Νταφνέ είναι ένα κατά τα φαινόμενα αγαπημένο ζευγάρι, που περιμένει το πρώτο του παιδί. Κι ενώ αμέριμνοι περνούν τις διακοπές τους στην εξοχή, μια μέρα ο Φρανσουά εσπευσμένα αναγκάζεται να φύγει για το Παρίσι. Τότε εμφανίζεται ο ξάδερφος του, ο Μαξίμ, που προσπαθεί να ξεπεράσει μια ερωτική απογοήτευση. Η Νταφνέ αναλαμβάνει τη φιλοξενία του, αλλά και να τον ξεναγήσει στην περιοχή. Άγνωστοι μέχρι πρότινος οι δυο, τους θα αρχίσουν να διηγούνται ιστορίες από το παρελθόν με ερωτικό φυσικά περιεχόμενο, γεγονός που θα τους φέρει πολύ κοντά, ίσως μάλιστα λίγο πιο κοντά απ’ όσο θα έπρεπε.
Ο Εμανουέλ Μουρέ, ακολουθώντας το πνεύμα του Ερίκ Ρομέρ και του Γούντι Αλέν, φτιάχνει μια ενδιαφέρουσα τοιχογραφία ζευγαριών, που προδίδονται, αγαπιούνται, συγχωρούν, απιστούν, συμβιβάζονται και ονειρεύονται, εστιάζοντας τελικά στο ότι οι ίδιες οι ιστορίες – και οι αφηγήσεις τους- φέρνουν τους ανθρώπους πιο κοντά. Μέσα από αλλεπάλληλα φλας μπακς, μας μεταφέρει στο παρελθόν όχι μόνο του Μαξίμ και της Νταφνέ, αλλά και χαρακτήρων που συνδέονται με τις ζωές τους, αναλύοντας πολλές πλευρές των ερωτικών σχέσεων. Κι ενώ ως καλός αφηγητής μπορεί να μας παρασύρει στη δίνη αυτών των ιστοριών, το περιτύλιγμά τους παραείναι γαλλικό για τη δική μας πραγματικότητα. Έτσι, ο Μουρέ καταφέρνει να μας κάνει να χαμογελάσουμε, άλλα όχι πάντα επειδή αναγνωρίζουμε μέσα στους ήρωές του ένα κομμάτι από εμάς, αλλά κυρίως επειδή αυτοί οι ήρωες δεν έχουν πια καμία απολύτως σχέση μαζί μας.
Tαξίδι στην Κριμαία (Evge)
Σκηνοθεσία: Ναριμάν Αλίεβ
Παίζουν: Ακτέμ Σεϊταμπλάεβ, Ρεμζί Μπιγιάλοβ, Βίκτορ Ζντάνοβ, Νάριγια Μπαριχασβίλι, Βερόνικα Λουκγιανένκο
Περίληψη: Ένας πατέρας από μια οικογένεια Τατάρων της Κριμαίας μεταφέρει το σώμα του νεκρού γιου από το Κίεβο για να τον θάψει στον τόπο του.
Το μεγάλου μήκους ντεμπούτο του Ναριμάν Αλίεβ, που απέσπασε έξι βραβεία της Ουκρανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου και συμμετείχε στο «Ένα Κάποιο Βλέμμα» του φεστιβάλ των Καννών.
Ο Μουσταφά, ένας μουσουλμάνος Τάταρος από την Κριμαία, χάνει τον μεγάλο του γιο κατά τη διάρκεια του Ρωσο-ουκρανικού πολέμου. Θέλοντας να τον θάψει στην πατρίδα του με τα ήθη και τα έθιμα των Τατάρων, φέρεται με σκληρότητα στη μνηστή του νεκρού, επειδή δεν είναι μουσουλμάνα και σχεδόν αρπάζει το πτώμα, υποχρεώνοντας τον μικρότερο γιο του να τον ακολουθήσει σ' ένα δύσκολο και επικίνδυνο ταξίδι.
Ο Ναριμάν Αλίεβ φτιάχνει ένα συγκινητικό οδοιπορικό, φέρνοντας αντιμέτωπες δύο γενιές: ο θυμωμένος πατέρας που έχει χάσει τον τόπο του και εκτονώνει τον πόνο του μέσα από τη βία, και ο συγκαταβατικός γιος που αγωνίζεται να καταλάβει ποια είναι η θέση του σ’ έναν κόσμο που τον εχθρεύεται, αλλά και η πορεία τους προς την πατρίδα για να εκπληρώσουν μια ιερή υποχρέωση, καταγράφει υπαινικτικά την τραγωδία ενός ολόκληρου λαού.
Ο ταλαντούχος δημιουργός με τα λιγοστά μέσα που διαθέτει κινηματογραφεί με ρεαλισμό που δεν στερείται ποιητικών εικόνων μια πολύ προσωπική του υπόθεση, παραγνωρίζοντας πως ένα μεγάλο μέρος του κοινού αγνοεί εντελώς την κοινωνικο-πολιτική πραγματικότητα. Όμως η αιματοβαμμένη ιστορία της Κριμαίας που έχει γνωρίσει αμέτρητες προσαρτήσεις, μέχρι που το 2014 βρέθηκε για ακόμα μια φορά υπό Ρωσική κατοχή, ο ρατσισμός απέναντι στους μουσουλμάνους Τατάρους και η προσφυγιά που βιώνουν μέσα στην ίδια τους τη χώρα επί της ουσίας, είναι θέματα που αρκετοί θεατές δεν μπορούν να γνωρίζουν με λεπτομέρειες. Οπότε τελικά αυτό το ταξίδι μνήμης περιορίζεται σε μια οικογενειακή τραγωδία, αλλά έστω και υπό αυτό το πρίσμα, ο Αλίεβ αποδεικνύει το ταλέντο του, συνθέτοντας αυτή την ιδιαίτερη σχέση πατέρα- γιου μέσα από εξαιρετικές σκηνές και αξιοπρόσεχτες ερμηνείες, που καταφέρνουν να συγκινήσουν. Ακόμα και αν κάποιος δεν καταλαβαίνει για ποιο λόγο ακριβώς συμβαίνουν όλα αυτά.
Επανεκδόσεις:
Οι Εραστές του Αρκτικού Κύκλου (Los amantes de polar circular)
Σκηνοθεσία: Χούλιο Μέντεμ
Παίζουν: Νάγια Νίμρι, Φέλε Μαρτίνεθ, Νάντσο Νόβο, Μαρού Βαλντιβίεζο
Περίληψη: Η Άνα και ο Ότο γνωρίζονται σε ηλικία οκτώ ετών. Αυτή είναι η αρχή μιας μοναδικής ερωτικής ιστορίας, η οποία στην πορεία της θα κάνει διάφορους κύκλους, για να κλείσει δεκαεφτά χρόνια αργότερα στη Φινλανδία.
Η βραβευμένη με δύο Γκόγια ερωτική ιστορία του Χούλιο Μέντεμ, που αγαπήθηκε ιδιαίτερα από το ελληνικό κοινό, όταν βγήκε στις αίθουσες, επιστρέφει σε νέες κόπιες.
Η Άννα και o Ότο γνωρίζονται στο σχολείο και ερωτεύονται, χωρίς να ξέρει ο ένας για τις προθέσεις του άλλου. Όταν η μητέρα του ενός συνάπτει σχέση με τον πατέρα της άλλης, βρίσκονται ξαφνικά να μένουν κάτω από την ίδια στέγη σαν αδέρφια. Τα χρόνια περνάνε, μεγαλώνουν, οι δρόμοι τους χωρίζουν αλλά οι συμπτώσεις, η μοίρα, ή το τυχαίο άλλοτε τους ενώνουν κι άλλοτε τους χωρίζουν. Μέχρι την τελική σύμπτωση που θα ολοκληρώσει τη διαδρομή τους, κάπου στη Φινλανδία, κοντά στον αρκτικό κύκλο.
Ο Χούλιο Μέντεμ, δημιουργός με ιδιαίτερη κινηματογραφική γραφή, διακρίθηκε ήδη από την πρώτη του ταινία «Αγελάδες», ενώ το 2003 ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων με το ντοκιμαντέρ του «Το βασκικό ποδόσφαιρο: το δέρμα χτυπάει την πέτρα». Εδώ όμως συνθέτει μια ρομαντική ιστορία μέσα από κυκλικές αφηγηματικές διαδρομές, με κεντρικό άξονα πως υπάρχουν πράγματα που ποτέ δεν τελειώνουν και πως η αγάπη είναι ένα από αυτά.
Η Επαφή (Temas / Τhe touch)
Σκηνοθεσία: Ίνγκμαρ Μπέργκμαν
Παίζουν: Έλιοτ Γκουλντ, Μπίμπι Άντερσον, Μαξ φον Σίντοφ
Περίληψη: Μια όμορφη νοικοκυρά και μητέρα δύο παιδιών, ο χειρουργός σύζυγός της και ένας ξένος αρχαιολόγος συναντιούνται σε αυτό το αρχετυπικό μπεργκμανικό δράμα, που εξερευνά τα όρια του έρωτα.
Η μοναδική αγγλόφωνη ταινία του Σουηδού σκηνοθέτη προβάλλεται σε μια σπάνια επανέκδοση.
Σε μια μικρή σουηδική πόλη, ένα τυπικό αστικό ζευγάρι ζει ήσυχα τη ζωή του, χωρίς πολλές διακυμάνσεις και εκπλήξεις. Αυτή είναι νοικοκυρά και μητέρα τριών παιδιών, αυτός είναι γιατρός. Η οικογενειακή τους ηρεμία διαταράσσεται, όταν γίνονται φίλοι με έναν Αμερικανοεβραίο αρχαιολόγο, που εργάζεται στην ανασκαφή μια παλιάς εκκλησίας. Εκείνος θα ερωτευτεί με την πρώτη ματιά τη γυναίκα, η οποία παρόλο που αγαπά τον σύζυγό της, θα ενδώσει στο πάθος του ξένου άντρα. Ο αρχαιολόγος όμως, ένας επιζών του Ολοκαυτώματος, είναι συναισθηματικά ταραγμένος και φοβισμένος, γεγονός που θα δημιουργήσει μεγάλες εντάσεις στη σχέση τους, φτάνοντας ακόμα και στη φυσική βία. Ο σύζυγος αρχίζει να αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα και η κατάσταση εκτροχιάζεται σταδιακά, κάτι που αποτυπώνει στο φιλμ με ενάργεια και ευαισθησία ο μεγάλος Σουηδός auter, βυθομετρώντας με τον φακό του τη συναισθηματική άβυσσο των ηρώων του.
Η ταινία, αν και γυρισμένη στη Σουηδία, είναι η πρώτη αγγλόφωνη δουλειά του Μπέργκμαν και παρά το γεγονός ότι οι κριτικές στην εποχή της ήταν αντιφατικές, θεωρείται σήμερα το παραγνωρισμένο του αριστούργημα. Μάλιστα, κυκλοφόρησε σε δύο εκδοχές: η μία στα σουηδικά και στα αγγλικά, και η άλλη αποκλειστικά στα αγγλικά. Για τον βασικό ανδρικό ρόλο οι Αμερικάνοι παραγωγοί πρότειναν στον Μπέργκμαν τους Πολ Νιούμαν, Ντάστιν Χόφμαν και Ρόμπερτ Ρέντφορντ, όμως ο σκηνοθέτης επέμεινε στον Έλιοτ Γκουλντ.
Η Τροτέζα (Irma la Douce)
Σκηνοθεσία: Μπίλι Γουάιλντερ
Παίζουν: Σίρλεϊ ΜακΛέιν, Τζακ Λέμον
Περίληψη: Ένας καλόκαρδος Παριζιάνος πρώην αστυνομικός ερωτεύεται μια πόρνη και προσπαθεί να τη σώσει, υποδυόμενος έναν πλούσιο λόρδο.
Μια απολαυστική screwball comedy, βασισμένη στο θεατρικό έργο του Αλεξάντρ Μπρεφόρ, διά χειρός Μπίλι Γουάιλντερ, που κέρδισε Όσκαρ μουσικής (Αντρέ Πρεβέν) και Χρυσή Σφαίρα γυναικείας ερμηνείας για τη Σίρλεϊ ΜακΛέιν.
Σε μια κακόφημη συνοικία του Παρισιού, ο αστυνόμος Νέστορ συλλαμβάνει τις τροτέζες της περιοχής, ώσπου μια μέρα ξαφνικά απολύεται. Άνεργος πια, ερωτεύεται τη γλυκιά Ίρμα, μια περήφανη και όμορφη πόρνη, την οποία για να την κερδίσει αποφασίζει να γίνει ο προστάτης της. Σύντομα όμως, αρχίζει να ζηλεύει παράφορα τους πελάτες της και απελπισμένος καταστρώνει ένα σχέδιο να την κρατήσει για τον εαυτό του και παράλληλα να την αφήσει να συνεχίσει το επάγγελμά της. Έτσι, μεταμφιέζεται σε έναν πλούσιο και εκκεντρικό Άγγλο λόρδο, που πληρώνει την Ίρμα για να είναι ο μοναδικός πελάτης της. Η διπλή ζωή του όμως κάποια στιγμή θα τον εξαντλήσει, οπότε αποφασίζει να εξαφανίσει τον λόρδο, σκηνοθετώντας μια δολοφονία, για να βρεθεί τελικά ο ίδιος ύποπτος. Συλλαμβάνεται, καταδικάζεται και φυλακίζεται στο Νησί του Διαβόλου, απ’ όπου προσπαθεί να δραπετεύσει και να φτάσει έγκαιρα στο Παρίσι, λίγο πριν η Ίρμα γεννήσει τα δίδυμα παιδιά τους.
Μη ζητάς ανθρώπινη αγάπη (Belyy Bim Chernoe Ukho / White Bim Black ear)
Σκηνοθεσία: Στάνισλαβ Ροστρόσφκι
Παίζουν: Βιάτσεσλαβ Τιχόνοφ, Βαλεντίνα Βλαντιμίροβα, Μίκαϊλ Ντάντικο
Περίληψη: Η ιστορία του πιστού σκύλου Μπιμ, που ξεκινά μια μεγάλη περιπέτεια στην προσπάθειά του να ξαναβρεί τον ιδιοκτήτη του, όταν εκείνος μεταφέρεται εσπευσμένα στο νοσοκομείο.
Διασκευή ενός αγαπημένου στο κοινό μυθιστορήματος του Γαβριήλ Τρουεπόλσκι. από τον σκηνοθέτη Στάνισλαβ Ροστρόσφκι («Ήρεμες ήταν οι αυγές»), που αποτέλεσε μεγάλη εμπορική επιτυχία στη χώρα της και το 1979 ήταν υποψήφια για Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας.
Ο Μπιμ, ένα Γκόρντον Σέτερ που έχει γεννηθεί με λευκό χρώμα, πράγμα που δεν ανταποκρίνεται στο πρότυπο των γνήσιων Σκωτσέζικων ράτσας –βασιλιάδων, ζει σε ένα διαμέρισμα με τον ιδιοκτήτη του, έναν μοναχικό συνταξιούχο τον Ιβάν Ιβάνοβιτς. Πρώην δημοσιογράφος, ανάπηρος του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου, και τώρα εύθυμος κυνηγός, ο Ιβάν αγαπά τον σκύλο του και τον βγάζει συστηματικά για κυνήγι στο δάσος.Μια μέρα όμως ο άνδρας μεταφέρεται επειγόντως στη Μόσχα για επέμβαση, αναθέτοντας τον Μπιμ, ο οποίος είναι συνηθισμένος να τριγυρνάει όλη μέρα και να επιστρέφει στο σπίτι τη νύχτα, σε μια γειτόνισσα και την εγγονή της, τη Λιούζια.
Αποπροσανατολισμένος από την απουσία του Ιβάν, ο χαριτωμένος σκύλος το σκάει, ψάχνοντας το αφεντικό του σε όλα τα μέρη που πήγαιναν μαζί του. Ταυτόχρονα μια γειτόνισσα που δεν τον συμπαθεί, βρίσκει ευκαιρία και ισχυρίζεται ότι τη δάγκωσε. Ο Μπιμ, στις περιπλανήσεις του, γνωρίζει ένα παιδάκι και μια νεαρή φοιτήτρια, που τον φροντίζουν, περνά πολλές κακουχίες, υπόκειται σε παράνομες συναλλαγές, υιοθετείται για μικρό χρονικό διάστημα και αποτελεί αντικείμενο προβληματισμού τόσο στο αστυνομικό τμήμα όσο και σε ένα δημοτικό σχολείο. Η γειτόνισσα, που τον μισεί, καταφέρνει τελικά να στείλει τον μπόγια και οι αρχές βάζουν τον Μπιμ σε καραντίνα σε ένα βαν. Ο Ιβάν, ο οποίος εν τω μεταξύ έχει πάρει εξιτήριο, τον αναζητάει εναγωνίως.