Πολύ κοντά στην Αθήνα, λίγα χιλιόμετρα μακριά από τον Μαραθώνα, δίπλα στον Ευβοϊκό κόλπο βρίσκεται ο αρχαιολογικός χώρος του Ραμνούντα.
Ο Ραμνούς ήταν αρχαίος δήμος που ανήκε στην πόλη-κράτος της Αθήνας, στην Αιαντίδα φυλή και πήρε το όνομά του από τον θάμνο «ράμνος» που φύτρωνε στην περιοχή.
Ενα σημαντικό ιερό στον αρχαιολογικό χώρο
Στον αρχαιολογικό χώρο του Ραμνούντα βρίσκεται το σημαντικότερο στον ελλαδικό χώρο ιερό της Νέμεσης, της θεότητας που προσωποποιούσε τη δικαιοσύνη, τιμωρώντας την αλαζονεία των ανθρώπων, την «ύβριν». Το περίφημο άγαλμά της που υπήρχε στο ιερό το είχε φιλοτεχνήσει ο μαθητής του Φειδία Αγοράκριτος. Το ιερό της Νέμεσης, που εκτιμάται ότι ιδρύθηκε στις αρχές του 6ου αι. π.Χ. και η ακμή του τοποθετείται στους δύο επόμενους αιώνες, έχει συνδεθεί με την ήττα των Περσών στον Μαραθώνα το 490 π.Χ.
Για τον ρόλο της Νέμεσης στη μάχη ο περιηγητής Παυσανίας αναφέρει: «Φαίνεται ότι και τους βαρβάρους, που αποβιβάστηκαν στον Μαραθώνα, τους βρήκε η οργή αυτής της θεάς, γιατί θεωρώντας πως τίποτα δεν θα τους εμπόδιζε να υποτάξουν την Αθήνα, είχαν φέρει από την Πάρο μάρμαρο για να δημιουργήσουν τρόπαιο σαν να είχαν ήδη νικήσει».
Η περιοχή του Ραμνούντα κατοικήθηκε από τη νεολιθική εποχή και είχε μεγάλες περιόδους ακμής. Η παρακμή της άρχισε στους ελληνιστικούς χρόνους και έγινε οριστική γύρω στα τέλη του 4ου αι. μ.Χ., όταν καταστράφηκε το άγαλμα της θεάς από τους χριστιανούς.
Ο καλύτερα διατηρημένος αρχαίος δήμος της Aττικής
«Ο αρχαιολογικός χώρος του Ραμνούντα είναι ο καλύτερα διατηρημένος αρχαίος δήμος της Aττικής. Ο επισκέπτης βλέπει ένα μεγάλο ιερό με δύο ναούς, φρούριο με εντυπωσιακή οχύρωση και δημόσια και ιδιωτικά κτήρια, στοιχεία τα οποία δεν σώζονται σε ενιαίο χώρο αλλού στην Αττική», λέει στο «Πρακτορείο», η αρχαιολόγος Στέλλα Ραυτοπούλου, υπεύθυνη του αρχαιολογικού χώρου.
«Εκτός από το περίφημο ιερό της Νεμέσεως σώζονται το φρούριο με το τείχος που περιβάλλει τον οικισμό, μικρά ιερά, το θέατρο και το γυμνάσιο της πόλης. Έχει αποκαλυφθεί και τμήμα της αρχαίας οδού που περνούσε μπροστά από το ιερό της Νεμέσεως και οδηγούσε στο φρούριο. Κατά μήκος της οδού βρέθηκαν πολλοί πολυτελείς ταφικοί περίβολοι των κλασικών χρόνων, που έφεραν αξιόλογα επιτύμβια ανάγλυφα, ναΐσκους και στήλες. Αρκετοί από τους περιβόλους αυτούς έχουν αναστηλωθεί». Η εικόνα του Ραμνούντα συμπληρώνεται με τα δύο μικρά λιμάνια στην παραλία κάτω από το φρούριο, το ανατολικό και το δυτικό. Δύο σημαντικά -στην αρχαιότητα- λιμάνια για τον έλεγχο του Ευβοϊκού.
Από το 1813 οι πρώτες ανασκαφές
Τα ερείπια του ιερού της Nέμεσης και του φρουρίου δεν καλύφθηκαν ποτέ εντελώς από χώμα, ήταν πάντα ορατά στους επισκέπτες της περιοχής. Οι πρώτες ανασκαφές στον Ραμνούντα έγιναν το 1813 από τους Άγγλους Dilettanti και συνεχίστηκαν το 1880 από τον Δημήτριο Φίλιο. Στο διάστημα 1890 - 1892 οι ανασκαφές έγιναν από τον Βαλέριο Στάη. Το 1958 πραγματοποιήθηκε σύντομη έρευνα από τον Ευθύμιο Μαστροκώστα και από το 1975 έως το 2004 η ανασκαφή έγινε από τον κ. Βασίλειο Πετράκο.
Ανάδειξη των μνημείων
Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Ανατολικής Αττικής, ως φορέας προστασίας και ανάδειξης του αρχαιολογικού χώρου, έχει εντάξει στον προγραμματισμό της την ωρίμαση επιμέρους έργων για την προβολή των μνημείων και την οργάνωση του χώρου. «Έμφαση δίνεται στην προβολή του ανασυσταθέντος θριγκού του ναού της Νεμέσεως και έχει ήδη εκπονηθεί η μελέτη για την κατασκευή νέου στεγάστρου προστασίας του, ενώ ενισχύθηκαν οι υποδομές του χώρου (ύδρευση, ηλεκτροδότηση) και εκπονείται μελέτη για κτήρια υποδοχής επισκεπτών», λέει στο «Πρακτορείο» η αρχαιολόγος Ελένη Ανδρίκου, προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ανατολικής Αττικής.
Βέβαια, πολύ σημαντική για την ανάδειξη των μνημείων είναι και η θεσμοθετημένη Ζώνη Προστασίας που περιβάλλει τον αρχαιολογικό χώρο. Στον Ραμνούντα, το τοπίο, που δεν έχει αλλοιωθεί με το πέρασμα του χρόνου, το φρούριο, το ιερό της Νέμεσης, τα ερείπια των σπιτιών συνθέτουν ένα εντυπωσιακό σκηνικό και μας φέρνουν σε επαφή με μια άλλη εποχή.