Η Μέριλιν Γιάλομ, μια από τις σημαντικότερες ακαδημαϊκούς των φεμινιστικών σπουδών, συγγραφέας, ιστορικός των πολιτισμών και σύζυγος του διάσημου ψυχιάτρου και ψυχαναλυτή Ίρβιν Γιάλομ πέθανε πρo ημερών σε ηλικία 87 ετών στο σπίτι της στο Πάλο Άλτο της Καλιφόρνια.
Ο γιος της, Ρέιντ Γιάλομ, διευκρίνισε ότι η αιτία θανάτου της αναγνωρισμένης από τους πανεπιστημιακούς κύκλους ερευνήτριας σε θέματα φύλου ήταν το πολλαπλό μυέλωμα.
Η Μέριλιν Γιάλομ ήταν καθηγήτρια Γαλλικής φιλολογίας και λογοτεχνίας στα μέσα της δεκαετίας του 1970, περίοδο εξάπλωσης του φεμνιστικού κινήματος, όταν ανέλαβε τις σπουδές για τις Γυναίκες και το Φύλο στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ. Φυσιογνωμία των αμερικανικών γραμμάτων, είχε ήδη υπογράψει σειρά ακαδημαϊκών έργων, όταν ξεκίνησε να γράφει τα σπουδαιότερα βιβλία της πλησιάζοντας τα 60. Σ’ ένα από τα γνωστότερα έργα της, το «Η μητρότητα, η θνητότητα και η λογοτεχνία της τρέλας» κάνει λόγο για ένα σύνδεσμο μεταξύ της τρέλας και της μητρότητας ορισμένων γυναικών συγγραφέων, όπως η Βιρτζίνια Γουλφ και η Σίλβια Πλάθ. Άλλα γνωστά της έργα είναι «H εποχή των καταιγίδων: Αριστοκράτισσες, αστές και χωρικές αφηγούνται», οι «Αδελφές εξ αίματος: Η Γαλλική Επανάσταση στη μνήμη των γυναικών», η «Ιστορία της συζύγου» και «H γέννηση της βασίλισσας του σκακιού». Το 1992 της είχε απονεμηθεί από τη γαλλική κυβέρνηση ο τίτλος της Officier des Palmes Academiques.
Ο Ιρβιν Γιάλομ είχε δώσει το 2017 συνέντευξη στο περιοδικό «The Atlantic», μέσα από νοσοκομείο του Πάλο Άλτο της Καλιφόρνια και μίλησε για τα γεράματα, μια πρόσφατη περιπέτεια με την υγεία του και εξήγησε πόσο δύσκολο είναι τελικά να αντιμετωπίσει ο άνθρωπος τη θνητή του φύση. Προετοίμαζε ο ίδιος το τέλος του.
Τα γνωστότερα βιβλία της Μέριλιν Γιάλομ στα ελληνικά είναι: «H εποχή των καταιγίδων: Αριστοκράτισσες, αστές και χωρικές αφηγούνται», 1989, «Αδελφές εξ αίματος: Η Γαλλική Επανάσταση στη μνήμη των γυναικών», 1995, «Η μητρότητα, η θνητότητα και η λογοτεχνία της τρέλας», 1995, «Ιστορία της συζύγου», 2001, «H γέννηση της βασίλισσας του σκακιού», «Πως οι Γάλλοι επινόησαν τον έρωτα».
Ο Ιρβιν Γιάλομ στην Ελλάδα
Στο αυτοβιογραφικό του βιβλίο «Αυτό ήταν η ζωή; Ε, τότε άλλη μια φορά -Αναμνήσεις ενός ψυχιάτρου», ο Ίρβιν Γιάλομ μιλάει για τη γνωριμία του με την Μέριλιν και τον ευτυχισμένο γάμο τους, καθώς και για τα ταξίδια τους στην Ελλάδα.
«Η επόμενη επίσκεψή μου στην Ελλάδα πραγματοποιήθηκε τέσσερα χρόνια αργότερα, το 2009. Η Μαίριλυν είχε προσκληθεί από το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων να μιλήσει για το βιβλίο της για το γυναικείο στήθος. (…) Σε μεγάλο βιβλιοπωλείο των Ιωαννίνων, την ώρα που υπογράφαμε και οι δύο βιβλία μας, η Μαίριλυν ρώτησε τον ιδιοκτήτη πόσο μεγάλη είναι η δημοτικότητα των βιβλίων μου στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό. “Ο Γιάλομ είναι ο πιο γνωστός Αμερικανός συγγραφέας εδώ” είπε εκείνος. Τότε η Μαίριλυν ρώτησε: “Ο Φίλιπ Ροθ;” “Κι αυτός μας αρέσει”, ήταν η απάντησή του. “Τον Γιάλομ όμως τον θεωρούμε Έλληνα”»
Επίσης, στην αυτοβιογραφία του, στο κεφάλαιο «Πώς έγινα Έλληνας», ο συγγραφέας περιγράφει περιστατικά από τις επισκέψεις του στη χώρα μας.
«Απ’ όλες τις ξένες χώρες στις οποίες έχουν μεταφραστεί τα έργα μου, η Ελλάδα, μία από τις μικρότερες, καταλαμβάνει τον μεγαλύτερο χώρο στην ψυχή μου. Γύρω στο 1999-2000 ο Σταύρος Πετσόπουλος, ιδιοκτήτης των Εκδόσεων Άγρα, αγόρασε τα δικαιώματα των βιβλίων μου για την ελληνική γλώσσα έπειτα από πρόταση του ψυχιάτρου Γιάννη Ζέρβα, ο οποίος ανέλαβε να τα μεταφράσει με τη συνεργασία της συζύγου του Ευαγγελίας Ανδριτσάνου. Έτσι ξεκίνησε μια μακριά και πολύ ουσιαστική σχέση για την οικογένειά μας. (…) Παρότι η Ελλάδα δεν έχει παίξει ποτέ σημαντικό ρόλο στις εξελίξεις στον τομέα της ψυχοθεραπείας και έχει περίπου πέντε εκατομμύρια αναγνώστες, έγινε αμέσως το μεγαλύτερο κατά κεφαλήν αναγνωστικό κοινό μου σε όλο τον κόσμο. Εκεί με γνωρίζουν ως συγγραφέα καλύτερα από κάθε άλλη χώρα. Ποτέ δεν κατάλαβα ακριβώς τους λόγους».
«…πήραμε το αεροπλάνο για την Αθήνα και στη συνέχεια το πλοίο για τη Λέσβο. Η Μαίριλυν έτρεφε από καιρό μεγάλο ενδιαφέρον για την ποιήτρια Σαπφώ, που έζησε στη Λέσβο τον 7ο π.Χ. αιώνα περιτριγυρισμένη από τις μαθήτριές της.
Μόλις βγήκαμε από το πλοίο ενθουσιάστηκα βλέποντας ένα μαγαζάκι που νοίκιαζε μηχανάκια, έτσι λοιπόν φύγαμε να εξερευνήσουμε το νησί καβαλώντας ένα αρχαίο αλλά φαινομενικά συνεργάσιμο μηχανάκι. Προς το τέλος της μέρας, την ώρα που ο ήλιος βουτούσε στη θάλασσα, το μηχανάκι άφησε ένα τελευταίο βογκητό και ξεψύχησε έξω από ένα έρημο χωριό. Δεν είχαμε άλλη επιλογή παρά να περάσουμε τη νύχτα στα ερείπια ενός εγκαταλελειμμένου πανδοχείου, όπου η Μαίριλυν δεν κατάφερε να κοιμηθεί και πολύ, γιατί είδε ένα μεγάλο τρωκτικό να περνάει τρέχοντας μέσα από το χαμηλοτάβανο λουτρό. Το μεσημέρι της επόμενης μέρας μάς έστειλαν από το μαγαζί με φορτηγό ένα άλλο μηχανάκι και συνεχίσαμε το δρόμο μας, περνώντας μέσα από φιλόξενα χωριά, χαζολογώντας σε ταβέρνες, κουβεντιάζοντας με άλλους θαμώνες και χαζεύοντας ηλικιωμένους με λευκές γενειάδες που απέπνεαν ικανοποίηση πίνοντας ρετσίνα και παίζοντας τάβλι».
«…φτάσαμε στην Αθήνα και πήραμε αμέσως ένα μικρό αεροπλάνο, το οποίο σε σαράντα πέντε λεπτά μάς πήγε στη Σύρο, ένα μικρό νησί όπου βρίσκεται το εξοχικό του Γιάννη και της Ευαγγελίας. Καθώς το τζετ λαγκ με ταλαιπωρεί πολύ άσχημα, ζητώ πάντα να έχω δύο τρεις μέρες για να εγκλιματιστώ πριν μιλήσω σε κοινό. Στο νησί ξεκουραστήκαμε σε μια μικρή πανσιόν στην Ερμούπολη, όπου κάθε μέρα τρώγαμε πρωινό με σπιτικά κρουασάν και μαρμελάδα φτιαγμένη από τα σύκα που κρέμονταν απ’ τα κλαδιά μιας συκιάς που απλώνονταν στην μπροστινή αυλή. Είχαμε προγραμματίσει να φύγουμε σε δύο μέρες απ’ το νησί για να δώσω συνέντευξη Τύπου στην Αθήνα, αλλά την παραμονή της αναχώρησής μας αποφασίστηκε απεργία των ναυτεργατών κι έτσι ο Σταύρος ναύλωσε ένα μικρό τετραθέσιο αεροπλάνο.
Όσο κράτησε η πολύ σύντομη πτήση μας προς την Αθήνα, ο πιλότος, που είχε διαβάσει το “Όταν έκλαψε ο Νίτσε”, μου μίλησε με πολύ ενδιαφέρον για το βιβλίο. Στο αεροδρόμιο ο οδηγός του ταξί με αναγνώρισε και στη διαδρομή μου μίλησε για ορισμένα σημεία του μυθιστορήματός μου “Στο ντιβάνι” που του είχαν αρέσει περισσότερο. Στο Πάντειο Πανεπιστήμιο βρέθηκα ξαφνικά να δίνω συνέντευξη Τύπου σε καμιά εικοσαριά δημοσιογράφους. Δεν μου έχει ξανασυμβεί να δώσω συνέντευξη Τύπου, ούτε στις ΗΠΑ ούτε σε καμιά άλλη χώρα. Έμοιαζε σαν να ήμουνα πραγματική διασημότητα».
«…στη μεγάλη αίθουσα δεξιώσεων του Χίλτον ήρθαν να με ακούσουν 2.500 άνθρωποι. Το λόμπυ ήταν τόσο γεμάτο με κόσμο, ώστε ο μόνος τρόπος να φτάσω ήταν μέσα από ένα δαιδαλώδες μονοπάτι που περνούσε από τις υπόγειες κουζίνες. Οι διοργανωτές είχαν προβλέψει να έχουν μόνο εννιακόσια σετ ακουστικών, γι’ αυτό την τελευταία στιγμή η ιδέα της ταυτόχρονης μετάφρασης χρειάστηκε να απορριφθεί. (…) Μετά την ομιλία, την ώρα που υπέγραφα αντίτυπα των βιβλίων μου, πολλοί από όσους είχαν αγοράσει τα βιβλία μου έφερναν και δώρα – μέλι από δικές τους κυψέλες, μπουκάλια σπιτικό κρασί, πίνακες που είχαν ζωγραφίσει οι ίδιοι. Μια αξιαγάπητη ηλικιωμένη επέμεινε να δεχτώ ένα χρυσό νόμισμα το οποίο οι γονείς της είχαν ράψει στο παλτό της όταν ήρθε πρόσφυγας από την Τουρκία ως παιδί».