Πώς μοιάζει ένας Οδυσσέας όταν τον ενσαρκώνει ένας χορευτής από την Ουκρανία; Η επιστροφή του μπαλέτου «Οδύσσεια» του Τζον Νοϊμάγερ και του Γιώργου Κουρουπού στην Όπερα του Αμβούργου δεν είναι απλώς καλλιτεχνικό γεγονός: είναι μια αλληγορία πάνω στον πόλεμο, την απώλεια και την ανάγκη για επιστροφή.
Σχεδόν έναν χρόνο μετά την αυλαία μιας από τις πιο συγκλονιστικές αναβιώσεις των τελευταίων ετών, η Οδύσσεια -το επικό μπαλέτο του χορογράφου Τζον Νοϊμάγερ και του Έλληνα συνθέτη Γιώργου Κουρουπού- επιστρέφει στην Κρατική Όπερα του Αμβούργου για πέντε παραστάσεις αυτόν τον Απρίλιο.
Παρουσιαζόμενο στην ίδια μορφή με την αναβίωση του 2024, το έργο φέρει το βάρος του αποχαιρετισμού μεγάλου δασκάλου που αποκαλείται ο Aμερικανός πάπας του γερμανικού μπαλέτου αλλά και τη σπίθα μιας νέας αρχής: σηματοδότησε πέρυσ την τελευταία σεζόν του Τζον Νοϊμάγερ στην καλλιτεχνική διεύθυνση του Μπαλέτου του Αμβούργου μετά από 51 χρόνια. Φέτος επιστρέφει καλωσορίζοντας τον πρώτο σολίστα Edvin Revazov στο ντεμπούτο του ως Οδυσσέας σε τρεις από τις παραστάσεις.
Η ιστορία ενός στρατιώτη ως επείγουσα παραβολή
Αυτή η Οδύσσεια είναι βέβαια ένα μπαλέτο του μύθου, αλλά και της σκληρής μοντέρνας πραγματικότητας. Η δύναμή της έγινε αδιαμφισβήτητη τον περασμένο Φεβρουάριο, όταν έκανε πρεμιέρα την ημέρα των 85ων γενεθλίων του Νοϊμάγερ, μπροστά σε 1.680 θεατές που σηκώθηκαν όρθιοι, εμφανώς συγκλονισμένοι. Η πόλη έξω από την αίθουσα - φορτωμένη με ιστορία και σημερινές αναταραχές - έμοιαζε να αντηχεί το συναισθηματικό φορτίο του έργου: ουκρανικές σημαίες στα δημόσια κτήρια, αγρυπνίες για τον Ναβάλνι, διαδηλώσεις για τη Γάζα. Μέσα στη Staatsoper, η ιστορία ενός στρατιώτη που επιστρέφει από τον πόλεμο ξεδιπλωνόταν σαν μια επείγουσα παραβολή.
Η παραγωγή του Νοϊμάγερ -η οποία δημιουργήθηκε για πρώτη φορά στην Αθήνα το 1995 για το Μέγαρο Μουσικής κατόπιν ανάθεσης του Χρήστου Λαμπράκη- είχε πάντοτε μυθικό βάρος, όμως αυτή τη φορά εντυπωσίασε για την επικαιρότητά της.
Η επιστροφή του Οδυσσέα έγινε καθρέφτης της εποχής μας: πόλεμος, ξεριζωμός, ανδρισμός σε κρίση, η εύθραυστη κλωστή της ελπίδας. Το αποτέλεσμα ήταν ταυτόχρονα μια χορογραφική ποίηση και μια πολιτική στοχαστική πράξη.
«Η Οδύσσεια δεν μπορεί να γίνει κατανοητή χωρίς τον πόλεμο», έγραψε ο Νοϊμάγερ. «Ένας άνδρας πρέπει να επιστρέψει στην ολότητά του μετά από δέκα χρόνια σε έναν μάτσο κόσμο μαχών… Ίσως η Πηνελόπη να είναι αυτή η ολότητα».
Ήχοι τελετουργικής θυσίας, πολεμικών κεραυνών

Κι όμως, στην καρδιά αυτής της παράστασης -που καθορίζει τον ρυθμό, τον πόνο και την κάθαρσή της- βρίσκεται η δεξιοτεχνικά δομημένη μουσική του Γιώργου Κουρουπού. Είναι μια σύνθεση σωματική, παλλόμενη, αμείλικτη. Από την πρώτη κιόλας νότα, ο Κουρουπός αρπάζει το κοινό: οι ρυθμοί χτυπούν σαν κουπιά, σαν οπλές αλόγων, σαν κεραυνοί μάχης. Ελληνική στην ψυχή της, η μουσική του βυθίζεται βαθιά στο αρχέτυπο και το ένστικτο, ενώ ενορχηστρώνεται με σύγχρονα μέσα και αρχαίο πνεύμα.
Τα κρουστά δεν τα χρησιμοποιεί απλώς για ρυθμό, αλλά ως αφηγηματική γλώσσα. Σε σκηνές έντασης -όπως η είσοδος της Κίρκης ή η μεταμόρφωση των συντρόφων του Οδυσσέα σε γουρούνια- η σκηνή σείεται από συγκρούσεις πιατινιών και ντραμς που θυμίζουν τελετουργική θυσία. Αντίθετα, η λυρικότητά του λάμπει στο βιολοντσέλο, που αναστενάζει θερμά όταν ο Οδυσσέας ξαναβρίσκει την Πηνελόπη, ή στην απόκοσμη ηχώ καμπανών, όταν η Πηνελόπη ξετυλίγει το κόκκινο υφαντό της - ένας ήχος που μοιάζει να διαπερνά τον χρόνο.
Η μουσική του Κουρουπού αναπνέει μαζί με τους χορευτές. Ιδρώνει. Πενθεί. Σε μια αλησμόνητη σκηνή, στη Νέκυια -την κάθοδο του Οδυσσέα στον Άδη- όλο το θέατρο μοιάζει να κρατά την αναπνοή του. Μια μονή, αιωρούμενη νότα των εγχόρδων γεμίζει την αίθουσα καθώς φωνές παρασύρονται στο σκοτάδι. Πρόκειται για μια στιγμή έντασης σχεδόν λυρικής όπερας, γεμάτη τελετουργική δύναμη.
Όταν τελείωσε η παράσταση πέρυσι, το χειροκρότημα ήταν εκκωφαντικό - και μακρόσυρτο. Δεν ήταν απλώς θαυμασμός· ήταν σεβασμός. Το κοινό σηκώθηκε όρθιο σε κύματα, με φωνές «Μπράβο!» να αντηχούν από τα θεωρεία. Ο Νοϊμάγερ υποκλίθηκε ευγενικά και συγκινημένος. Όταν όμως εμφανίστηκε στη σκηνή ο Γιώργος Κουρουπός -σεμνός, με μάτια που έλαμπαν- το χειροκρότημα δυνάμωσε. Μετατράπηκε σε ρυθμικό παλαμάκι. Ήταν μια πρωτογενής αναγνώριση: η μουσική τούς είχε συγκλονίσει, είχε αποδομήσει την ψυχή τους, τους είχε αποκαλύψει στον εαυτό τους.
Ο Ουκρανός πρώτος σολίστας ως Οδυσσέας

Η φετινή Οδύσσεια επιστρέφει υπό τη μουσική διεύθυνση του Markus Lehtinen - του ίδιου μαέστρου που διηύθυνε την παγκόσμια πρεμιέρα της Αθήνας το 1995. Ένας καλλιτεχνικός κύκλος που κλείνει σπάνια, σχεδόν τέλεια.
Το καστ επιστρέφει με πολλούς βασικούς ρόλους, αλλά φέρει και μια συγκινητική ανατροπή της μοίρας: ο Ουκρανός πρώτος σολίστας Edvin Revazov θα ενσαρκώσει τον Οδυσσέα για πρώτη φορά, σε τρεις από τις παραστάσεις. Στον ρόλο ενός άντρα που φέρει τις πληγές του πολέμου, χαμένος ανάμεσα στη μνήμη και την πατρίδα, η παρουσία του είναι ταυτόχρονα ποιητική και επώδυνα επίκαιρη. Ένας ζωντανός απόηχος της εξορίας του Ομήρου. Ο Revazov φέρει όχι μόνο τεχνική αρτιότητα, αλλά και το βάρος της προσωπικής εμπειρίας - μιας πατρίδας που πολιορκείται, ενός ξεριζωμού, μιας επιβίωσης.
Ο Οδυσσέας του δεν είναι ο κατακτητής βασιλιάς αλλά ο τραυματισμένος άντρας - διστακτικός, αναζητητής, πλάσμα διαμορφωμένο από τον πόθο και τη μνήμη. Μια ερμηνεία που ξεπερνά τη σκηνή και κάνει το αρχαίο ταξίδι της επιστροφής να μοιάζει ανατριχιαστικά σύγχρονο. Είναι γνωστός ο Revazov για τις συναισθηματικά φορτισμένες, λεπτές ερμηνείες, όχι τόσο για ρόλους που στηρίζονται σε ρωμαλέα εξωστρέφεια.
Ο νέος καλλιτεχνικός διευθυντής για την Οδύσσεια
Για τον νέο καλλιτεχνικό διευθυντή, Demis Volpi, η απόφαση να εντάξει ξανά την Οδύσσεια στο ρεπερτόριο ήταν αυτονόητη. «Πρόκειται για μία από τις πιο επιτυχημένες προσαρμογές του ομηρικού έπους που έχουν παρουσιαστεί ποτέ», λένε στο iefimerida οι συνεργάτες του στην Όπερα. «Έπρεπε να τη δούμε ξανά».
Και να την ακούσουμε ξανά. Στη μουσική του Κουρουπού πάλλεται ο τεκτονικός σφυγμός του έργου - ο πόνος του, η ποίησή του, η πολιτική του. Αν η Οδύσσεια του Νοϊμάγερ είναι ο χάρτης της διαλυμένης αντρικής ψυχής εν καιρώ πολέμου, ο Κουρουπός είναι το ρεύμα από κάτω που σπρώχνει το πλοίο, που τραβά το κοινό προς την ακτή του συναισθήματος.
Σε έναν κόσμο που παραπαίει μέσα σε συγκρούσεις, αυτή η Οδύσσεια δεν είναι πια μύθος. Είναι κάλεσμα.