Μια νέα εποχή αρχίζει για την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών αφού ο κορυφαίος αρχιμουσικός και με σημαντική διοικητική εμπειρία Λουκάς Καρυτινός αναλαμβάνει καλλιτεχνικός διευθυντής της ΚΟΑ. Η απόφαση δημοσιεύθηκε στη Διαύγεια, αν και δεν υπάρχει ακόμα επίσημη ανακοίνωση από το υπουργείο Πολιτισμού.
Αρχές Αυγούστου το iefimerida έγραφε για την ιστορική αλλαγή που έρχεται στην Κρατική Ορχήστρα Αθηνών (ΚΟΑ) αφού σύμφωνα με τις πληροφορίες μας είχε ήδη κλείσει η συμφωνία μεταξύ του υπουργείου Πολιτισμού και του κορυφαίου Ελληνα αρχιμουσικού Λουκά Καρυτινού για την ανάληψη της θέσης του καλλιτεχνικού διευθυντή. Πριν λίγες μέρες, δημοσιεύθηκε στη Διαύγεια ο διορισμός του που τίθεται σε ισχύ από την 1 Οκτώβρη του 2020 και θα διαρκέσει ως τις 16 Μάη του 2023.
Ανακοίνωση επίσημη δεν υπάρχει ακόμα από το υπουργείο Πολιτισμού, ενώ ο κύριος Στέφανος Τσιαλής είναι ενημερωμένος εδώ και μήνες για την εξέλιξη και σύμφωνος με την αποχώρησή του μετά από δύο θητείες ως καλλιτεχνικός διευθυντής. Η έλευση του Λουκά Καρυτινού στην ΚΟΑ αναμένεται να φέρει μια νέα πνοή στην ορχήστρα, όχι μόνο εξαιτίας της μακράς πορείας και εμπειρίας του Λουκά Καρυτινού αλλά και εξαιτίας του γεγονότος ότι έχει σημαντική διοικητική εμπειρία, ενώ γνωρίζει τον χώρο και τους ανθρώπους του όσο λίγοι.
Τον Ιούλιο, αλλά και τον Σεπτέμβριο στα δημοσιεύματα στον ξένο Τύπο για τις θερινές δράσεις της Λυρικής εν μέσω πανδημίας, βλέπαμε την μορφή του, ντυμένο στα άσπρα να ανυψώνεται σχεδόν στον αέρα καθώς διηύθυνε την ορχήστρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο ρεσιτάλ της Ανίτας Ρατσβελισβίλι στη Ρωμαϊκή Αγορά. Ο Λουκάς Καρυτινός πριν από περίπου ένα χρόνο συνταξιοδοτήθηκε από την Εθνική Λυρική Σκηνή και ενώ υπήρχαν πληροφορίες ότι θα έχει έναν ιδιαιτέρως ενεργό ρόλο στο θέατρο Ολύμπια που πλέον ανήκει στον Δήμο Αθηναίων, τελικά αναλαμβάνει το τιμόνι της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών. Οι εξαιρετικές σχέσεις που έχει δε με τους σημαντικότερους φορείς του χώρου -Λυρική Μέγαρο κ.ο.κ. προμηνύει δυνατές συνέργειες.
Ποιος είναι ο Λουκάς Καρυτινός
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1952. Σπούδασε νομικά Πανεπιστήμιο Αθηνών (1969-75), θεωρητικά και πιάνο στο Ωδείο Αθηνών και διεύθυνση ορχήστρας στο Πανεπιστήμιο Τεχνών του Δυτικού Βερολίνου [Universität der Künste Berlin]. Παρακολούθησε σεμινάρια διεύθυνσης ορχήστρας στο Μοτσαρτέουμ του Σάλτσμπουργκ, με τους Ότμαρ Σουίτνερ και Βάλτερ Βέλλερ (1976-81). Υπήρξε μουσικός διευθυντής της ορχήστρας δωματίου Σαρλότενμπουργκ–Βερολίνου (1978-1981) και καλλιτεχνικός διευθυντής του «Πίκκολο Τεάτρο Μπερλίνο». Ακολούθως εργάστηκε στην Όπερα της Κόμπλεντς.
Διηύθυνε ορχήστρες και όπερες στα διεθνή φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, Βερόνας, Ρώμης, Λας Πάλμας, Τόρρε ντελ Λάγκο, Βίττεν-Γερμανίας, Αβάνς κ.α. Συνεργάστηκε με κορυφαίους σκηνοθέτες, διευθύνοντας όπερες στα λυρικά θέατρα Βερολίνου, Βαρκελώνης, Κολωνίας, Μόντε Κάρλο, Ντητρόιτ, Βέρνης, Ζάλτσμπουργκ, Ρώμης, Αθήνας και Κατάνιας. Εκτός Ελλάδος, διηύθυνε συμφωνικές ορχήστρες σε Αγγλία, Γερμανία, Ουγγαρία Ελβετία, Κορέα, ΗΠΑ, Αυστραλία, Τουρκία και Αίγυπτο κ.α. Από το 1985 κατέχει θέση τακτικού αρχιμουσικού στην ΕΛΣ. Το 1992 έγινε Μουσικός Διευθυντής και κατά το διάστημα 1999-2005 θήτευσε ως Καλλιτεχνικός Διευθυντής της ΕΛΣ. Στην ΕΛΣ έχει διευθύνει αναρίθμητα έργα, ενδεικτικά σημειώονται: Τραβιάτα [La traviata], Ριγολέττος [Rigoletto], Αΐντα [Aida], Τουραντότ [Tourandot], Καβαλλερία ρουστικάνα [Cavalleria rusticana/Αγροτική ιπποσύνη] , Παλιάτσοι [Paglicci], Ο τροβαδούρος [Il trovatore], Τόσκα [Tosca], Ναμπούκκο [Nabucco] κ.α.
Διηύθυνε τρεις όπερες του Μίκη Θεοδωράκη σε πρώτη παγκόσμια παρουσίαση. Τιμήθηκε με το «Χρυσό Μετάλλιο Τιμής» του Δήμου Αθηναίων (1989), τον τίτλο Commendatore dell’Ordine della Solidarietà Italiana της Ιταλικής Δημοκρατίας (2005), το Μεγάλο Βραβείο Μουσικής της Ένωσης Ελλήνων Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών (2008) κ.α. Το 1997 ίδρυσε την Ορχήστρα «Εναρμόνια». Έχει ηχογραφήσει για τις δισκογραφικές εταιρείες BMG, WEA, CBS, ETERNA, Dynamic.