Το νέο Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας θα δημιουργηθεί στην Ακαδημία Πλάτωνος και πρόκειται για το πρώτο «πράσινο» αρχαιολογικό μουσείο της Ελλάδας.
Θα είναι βιοκλιματικό και μηδενικού περιβαλλοντικού αποτυπώματος, ενώ θα προσφέρει απρόσκοπτη πρόσβαση στα άτομα με αναπηρία. Το κτίριο αυτό που θα στεγάσει το αρχαιολογικό μουσείο της πόλης των Αθηνών, θα εκτείνεται σε 14.362 τ.μ.
Ο χώρος στάθμευσης που θα καλύπτει σύνολο 2.600 τ.μ. θα είναι υπόγειος. Στον περιβάλλοντα χώρο προβλέπεται η κατασκευή ανοιχτού αμφιθεάτρου 500 θέσεων, ενώ μέσα στο μουσείο περιλαμβάνονται οι κτιριακές εγκαταστάσεις του «Διεθνούς Κοινού των Ακαδημιών».
Επίσης, στο πλαίσιο της ανάδειξης της Ακαδημίας Πλάτωνος από πλευράς του δήμου Αθηναίων, προβλέπεται και η ανάπλαση του χώρου πρασίνου με τη δημιουργία ενός πάρκου με όρους αειφορίας και βιωσιμότητας. Το νέο μουσείο θα φιλοξενήσει χιλιάδες μοναδικά ευρήματα από τις ανασκαφές σε διάφορες περιοχές της Αθήνας τις προηγούμενες δεκαετίες και ευρήματα από τις ανασκαφές του μετρό.
To πρώτο «πράσινο» μουσείο της χώρας
Το πρώτο «πράσινο» μουσείο της χώρας μας έχει στόχο, μαζί με τον ευρύτερο χώρο, να αποτελέσει διεθνή πόλο ανάπτυξης επιστημονικών, καλλιτεχνικών και ευρύτερα πολιτιστικών δράσεων, προβάλλοντας τον διαχρονικό μητροπολιτικό ρόλο της Αθήνας, από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα.
Το νέο Μουσείο της πόλης της Αθήνας εντάσσεται στο πρωτοποριακό εγχείρημα στην Ακαδημία Πλάτωνος που αφορά στις αρχαιολογικές ανασκαφές για την αποκάλυψη ενός ανεκτίμητου μέρους της ιστορίας μας, τη δημιουργία ενός πάρκου του μέλλοντος με βάση τον νέο βιοκλιματικό σχεδιασμό, αλλά και τη δημιουργία ενός σύγχρονου, πράσινου Μουσείου της πόλης των Αθηνών.
Τι λέει ο αρχιτέκτονας του νέου Αρχαιολογικού Μουσείου
O διακεκριμένος αρχιτέκτων Γιώργος Τσολάκης, του οποίου το γραφείο κέρδισε στον διαγωνισμό για την ανάληψη της κατασκευής του Μουσείου, μίλησε αποκλειστικά στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για την έμπνευση, τον σχεδιασμό, την εκτέλεση και το όραμα του νέου δημιουργήματος της πόλης των Αθηνών.
«Το Νέο Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών επιδιώκει να παρουσιάσει τους άγνωστους θησαυρούς που βρέθηκαν στην Αθήνα και να εξηγήσει την ιστορική εξέλιξη της πόλης», σημειώνει ο κ. Τσολάκης, και συνεχίζει:
«Περιπλανώμενος στο πάρκο, αντιλαμβάνεσαι πως η φύση αποτελεί τον πρωταγωνιστή της περιοχής. Ίχνη από αρχιτεκτονικά μέλη του Γυμνασίου, ερείπια που περιγράφουν τα όρια των αρχαίων κτισμάτων, μας βοηθούν να επαναφέρουμε αναμνήσεις από το παρελθόν του τόπου και να ενεργοποιήσουμε την φαντασία μας. Μνημεία επιφανών πολιτών, ηρώων και θεών ξεφυτρώνουν ανάμεσα στους κήπους, ιστορικές προσωπικότητες του παγκόσμιου πνευματικού κόσμου διδάσκουν στις στοές και στο αίθριο του Γυμνασίου…
Στην είσοδο υπάρχει η επιγραφή “Αγεωμέτρητος μηδείς εισίτω”. Η γεωμετρία για τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους, και ειδικότερα για τον Πλάτωνα, δεν ήταν απλώς μια πρακτική διερεύνησης και επίλυσης ζητημάτων του χώρου. Η πνευματική διάσταση των αρχών της γεωμετρίας εξυπηρετεί την δικαιοσύνη του σύμπαντος και αποσκοπεί στην εμφάνιση της αρμονίας. Υπό αυτή την έννοια, Αγεωμέτρητος δεν είναι κάποιος που δεν γνωρίζει τα γεωμετρικά θεωρήματα αλλά αυτός που δεν αντιλαμβάνεται τη σχέση του μερικού με το γενικό όλον και εν συνεχεία πράττει άδικα. Η εφαρμογή της γεωμετρίας, το σώφρον και δίκαιο μέτρημα της γης, οργανώνει το φαινομενικό χάος με αρμονικό τρόπο, εξισορροπώντας τον φυσικό κόσμο με τον τεχνητό. Η παραπάνω συνθήκη αντίληψης του χώρου, η σχέση του προϋπάρχοντος με το νέο, και του γενικού με του μερικού, αποτέλεσε τον βασικό οδηγό για τον σχεδιασμό του Αρχαιολογικού μουσείου Αθηνών.
Ανάμεσα από τις ρευστές νησίδες πρασίνου εμφανίζονται καθαρές, γραμμικές διαδρομές οι οποίες συγκλίνουν προς ένα κέντρο. Η δυναμική αυτών των διαδρομών φαίνεται πως επιδρά καταλυτικά στο έδαφος, δημιουργώντας ένα ρήγμα στο επίπεδο ανάγλυφο του άλσους. Πλέον μια περιπλάνηση στο άλσος μας φέρνει σε γνωριμία με τον εσωτερικό χώρο των εκθεμάτων, αποκαλύπτοντας μια διαφορετική δυναμική συνθήκη μεταξύ ενός ανοιχτού δημόσιου χώρου και ενός σύγχρονου μουσείου.
Τέσσερις νέοι πεζόδρομοι δημιουργούν έναν κεντρικό κόμβο και μια στροβιλοειδή κίνηση, η οποία συνδέει αντιδιαμετρικά και σε διαφορετικές στάθμες, την πόλη και το άλσος με το μουσείο και τις επιμέρους λειτουργίες του. Η μορφολογική προσέγγιση του μουσείου αναφέρεται σε μια σύγχρονη μετάφραση του αρχετυπικού περίπτερου ναού, όπου η εσωστρεφής τυπολογία του μετασχηματίζεται σε ένα εξωστρεφές σύστημα. Η πρόταση δίνει έμφαση στον σχεδιασμό ενός δημοσίου χώρου που συμπεριλαμβάνει το μουσείο, τις αρχαιολογικές ανασκαφές και χώρους αναψυχής και άθλησης, ενθαρρύνοντας την συμμετοχικότητα. Ο αρχές σχεδιασμού του νέου Αρχαιολογικού Μουσείου προβάλλουν το όραμα της Αθήνας του μέλλοντος. Μιας πόλης που σχετίζει τις κτιριακές υποδομές με το φυσικό έδαφος και το τοπίο, μιας πόλης που σέβεται, αναδεικνύει και συνυπάρχει αρμονικά με την ιστορία της, λαμβάνοντας υπόψιν όλους τους πολίτες της.
Η εναλλαγή κλειστών και ανοικτών χώρων και η δυνατότητα θέασης του εσωτερικού του μουσείου από διαφορετικές οπτικές, αποσκοπούν στη δημιουργία μιας σχέσης οικειότητας μεταξύ μουσείου και επισκέπτη που θα οδηγήσει ακόμη και τους απλούς περαστικούς να αισθανθούν την άνεση να διαβούν τις πόρτες του ή να μετάσχουν των μηνυμάτων του.
Ενα διάφανο μουσείο
Το μουσείο γίνεται έτσι “διάφανο” τόσο ως προς τα εξωτερικά του χαρακτηριστικά, όσο και ως προς τη διαχείριση του εσωτερικού του χώρου, επιτρέποντας ένα δημιουργικό διάλογο, τόσο με τις αρχαιότητες στον περιβάλλοντα χώρο, όσο και με τον εσωτερικό χώρο, την πόλη και τους ανθρώπους της», υπογραμμίζει ο κ.Τσολάκης.
Οι διαδικασίες μέσα από τις οποίες πραγματοποιήθηκε ο διαγωνισμός για την ανάληψη του έργου, ήταν απολύτως διαφανείς, επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Χρόνης Ακριτίδης, επικεφαλής της εταιρείας «Ανάπλαση Αθήνας ΑΕ», που «έτρεξε» τον διαγωνισμό.
«Ο Διαγωνισμός, ο οποίος βγήκε στο “αέρα” τον Αύγουστο 2022 και ολοκληρώθηκε στις αρχές του Ιανουαρίου 2023, με διαδικασίες ανοικτές και διάφανες, απέδειξε, ότι η τήρηση των κανόνων, σε όλα τα στάδια της διαγωνιστικής διαδικασίας δεν προκαλούν καθυστερήσεις, έχουν την αποδοχή και ολοκληρώνονται (πάντα) στην ώρα τους» αναφέρει ο κ. Ακριτίδης.
Κατά τη διάρκεια της διαγωνιστικής διαδικασίας ζητήθηκαν στοιχεία και πληροφορίες από 153 ενδιαφερομένους και κατατέθηκαν 17 προτάσεις, εκ των οποίων έγκυρες βρέθηκαν οι 16. Απονεμήθηκαν τρία βραβεία και δύο έπαινοι.
Η κριτική επιτροπή αποτελείτο από τους κ.κ. Τουρνικιώτη Παναγιώτη (Αρχιτέκτων Μηχανικός, Kαθηγητής ΕΜΠ, Πρόεδρος της Επιτροπής), Παπανικολάου Μόρφω (Αρχιτέκτων Μηχανικός), Κουγιανού Πηνελόπη (Αρχιτέκτων Μηχανικός), Μάρδα Νέλλη (Αρχιτέκτων Μηχανικός, Ομότιμος Καθηγήτρια ΕΜΠ) και Γλεντή Αλέξανδρο (Πολιτικός Μηχανικός, Εκπρόσωπος της Διοργανώτριας Αρχής). «Στα πλαίσια του διαγωνισμού αυτού διοργανώθηκε έκθεση, όπου παρουσιάστηκαν στο κοινό οι διακριθείσες προτάσεις καθώς και οι υπόλοιπες συμμετοχές», αναφέρει ο κ Ακριτίδης υπογραμμίζοντας, ότι «στόχος αυτού του νέου μουσείου είναι, μέσα από τις εκθέσεις του, να προβάλλει με έμφαση τις αξίες των πολιτικών και των επιστημών που άνθησαν στην Αθήνα, να αναδείξει τον ιδιωτικό και δημόσιο βίο των πολιτών που δημιούργησαν την Ακρόπολη και τον Παρθενώνα και ταυτόχρονα να αποτελέσει ζωντανό οργανισμό και διεθνή πόλο ανάπτυξης επιστημονικών, καλλιτεχνικών και ευρύτερα πολιτιστικών δράσεων, που θα υπαινίσσονται συνεχώς το διαχρονικό μητροπολιτικό ρόλο της Αθήνας από την αρχαιότητα έως σήμερα».