Στις κινηματογραφικές πρεμιέρες της εβδομάδας έρχεται το sequel της θρυλικής «Λάμψης» διά χειρός Μάικ Φλάναγκαν.
Ο Κεν Λόουτς με το « Δυστυχώς απουσιάζατε» παραμένει συγκινητικός και βαθιά πολιτικός, ενώ η λαμπερή ομάδα του «Ζombieland» ξαναβγαίνει στο κυνήγι.
Δόκτωρ Ύπνος (Doctor Sleep)
Σκηνοθεσία/Σενάριο: Μάικ Φλάναγκαν
Παίζουν: Γιούαν ΜακΓκρέγκορ, Ρεμπέκα Φέργκιουσον, Κάιλι Κουράν, Καρλ Λάμπλι, Ζαν ΜακΚλάρνον, Έμιλι Άιλιν Λιντ, Μπρους Γκρίνγουντ
Περίληψη: Ο ενήλικας πλέον Νταν Τόρανς συναντά ένα νεαρό κορίτσι με παρόμοιες δυνάμεις με τις δικές του και προσπαθεί να την προστατεύσει από μια αίρεση γνωστή ως «The True Knot», που κυνηγούν παιδιά με παραφυσικές δυνάμεις για να πάρουν την αύρα τους, ώστε να παραμείνουν αθάνατοι.
Βασισμένη στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Στίβεν Κινγκ που κυκλοφόρησε το 2013- συνέχεια της θρυλικής «Λάμψης», που αποτέλεσε μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του Στάνλεϊ Κιούμπρικ - η ταινία παρακολουθεί τα βήματα του Ντάν Τόρανς στο δύσκολο μονοπάτι της εξιλέωσης.
Ο Νταν λοιπόν, ενήλικας πια και αλκοολικός, όπως ο πατέρας του, εξακολουθεί να υποφέρει από το ψυχολογικό τραύμα που υπέστη ως παιδί στο ξενοδοχείο «Overlook». Προσπαθώντας να βρει την εσωτερική του ισορροπία, εργάζεται σε έναν οίκο ευγηρίας, όπου φροντίζει ανθρώπους που βρίσκονται πολύ κοντά στον θάνατο, διασφαλίζοντας ότι οι τελευταίες στιγμές τους θα είναι ήρεμες, γι’ αυτό έχει και το παρατσούκλι «Δόκτωρ ύπνος». Η ζωή του όμως αναστατώνεται όταν συναντά την Άμπρα, μια θαρραλέα έφηβη που διαθέτει, όπως κι αυτός, το υπερφυσικό χάρισμα, γνωστό ως «λάμψη». Η Άμπρα ζητά απελπισμένα τη βοήθειά του προκειμένου να πολεμήσει την ανελέητη Ρόουζ, αρχηγό μιας συμμορίας δαιμόνιων δολοφόνων, που αναζητούν προικισμένα παιδιά , προκειμένου να «καταναλώσουν» την αύρα τους και να κερδίσουν περισσότερα χρόνια ζωής, αν όχι την αθανασία. Δημιουργώντας μια απρόσμενη συμμαχία, ο Νταν και η Άμπρα ξεκινούν έναν αγώνα ζωής και θανάτου εναντίον της Ρόουζ, που θα φέρουν στην επιφάνεια φαντάσματα του παρελθόντος.
Η «Λάμψη» θεωρείται μια από τις καλύτερες ταινίες τρόμου όλων των εποχών και η μεταφορά των βιβλίων του Κινγκ στη μεγάλη οθόνη ένα δύσκολο στοίχημα, οπότε ο σκηνοθέτης Μάικ Φλάναγκαν είχε μπροστά του μια μεγάλη πρόκληση όταν αποφάσισε να σκηνοθετήσει το sequel της ομώνυμης ταινίας, που αποτελεί και το 61ο βιβλίο του πολυγραφότατου Κινγκ. Έχοντας εξασφαλίσει μάλιστα την άδεια των κληρονόμων του Κιούμπρικ χρησιμοποιεί σε ένα νευραλγικό σημείο της ταινίας αποσπάσματα από την κινηματογραφική «Λάμψη» αποτίωντας έτσι φόρο τιμής στον σκηνοθέτη που στάθηκε γι' αυτόν πηγή έμπνευσης.
Όμως ο Φλάναγκαν καταφέρνει κάτι εξαιρετικά σημαντικό: διατηρεί τη δική του σφραγίδα και όσο κι αν τελικά δεν μπορεί να φτάσει τη δεξιοτεχνία του Κιούμπρικ- καταφέρνει να φτιάξει μια ταινία ατμοσφαιρική, γεμάτη ανατροπές και ταυτόχρονα διασκεδαστική, που κρατάει το ενδιαφέρον του θεατή παρά τη μεγάλη της διάρκεια.
Βασικός του άξονας είναι η ο εθισμός και η πορεία προς την εξιλέωση μέσω του πρωταγωνιστή Νταν Τόρανς, όμως ταυτόχρονα δεν λείπει το μεταφυσικό στοιχείο που δημιουργεί τον τρόμο με ιδιαίτερο τρόπο, χωρίς jump scares και πολλά εφέ. Αντίθετα οι πνευματικές μεταβάσεις των ηρώων και τα αστρικά τους ταξίδια, αλλά και η υπερωική τους διάσταση που λειτουργεί εντελώς αλληγορικά, συνδυάζονται επιδέξια με σκηνές ψυχολογικού δράματος, δημιουργώντας μια ενδιαφέρουσα αντίστιξη πραγματικότητας και εφιάλτη.
Το πρόβλημα του Φλάναγκαν είναι η μονομερής και ενίοτε γραφική απεικόνιση της ομάδας των «κακών», ενώ όταν έρχεται η ώρα ο Νταν να αντιμετωπίσει τους φόβους του και να επιστρέψει στο ξενοδοχείο «Οverlook» που καθόρισε την παιδική του ηλικία, το στυλ του ψυχολογικού θρίλερ που υιοθετεί και οι αναφορές του στον Κιούμπρικ, δημιουργούν αναπόφευκτες συγκρίσεις, που δεν λειτουργούν πάντα υπέρ του.
Δυστυχώς απουσιάζατε (Sorry we missed you)
Σκηνοθεσία: Κεν Λόουτς
Παίζουν: Κρις Χίτσεν, Ντέμπι Χάνιγουντ, Ρις Στόουν, Κέιτι Πρόκτορ
Περίληψη: O Ρίκι, η Άμπι και τα δύο τους παιδιά ζουν στο Νιουκάσλ. Είναι μια δεμένη οικογένεια και ο ένας νοιάζεται για τον άλλον. Ο Ρίκι αλλάζει δουλειές, ενώ η Άμπι προσέχει ηλικιωμένους. Παρόλο που δουλεύουν όλο και περισσότερες ώρες, όλο και πιο σκληρά, συνειδητοποιούν ότι ποτέ δεν θα αποκτήσουν το δικό τους σπίτι. Όταν προκύπτει μια χρυσή ευκαιρία, η Άμπι πουλάει το αυτοκίνητό της και ο Ρίκι αγοράζει ένα ολοκαίνουριο φορτηγάκι για να δουλέψει ως αυτοαπασχολούμενος μεταφορέας. O μοντέρνος κόσμος όμως έχει τις επιπτώσεις του σε αυτές τις τέσσερις ψυχές μέσα στην ίδια τους την κουζίνα.
Ο δύο φορές βραβευμένος με Χρυσό Φοίνικα Kεν Λόουτς ( «Ο άνεμος χορεύει το κριθάρι», « Εγώ ο Ντάνιελ Μπλέικ») σε συνεργασία και πάλι με τον Πολ Λάβερτι επιμένει στο πολιτικό σινεμά που ξέρει καλύτερα από τον καθένα και υπογράφει μια ταινία για τους ανθρώπους της εργατικής τάξης που πληρώνουν το τίμημα της αγοράς.
ΟΡίκι και η Άμπι, που εργάζεται ως νοσηλεύτρια ηλικιωμένων, ζουν με τα δυο τους παιδιά σε μια εργατική περιοχή του Νιούκαστλ. Είναι μια δεμένη οικογένεια, όμως ξέρουν πως δεν θα καταφέρουν ποτέ να αποκτήσουν το δικό τους σπίτι. Ο Ρίκι, αγανακτισμένος από τους ιδιοκτήτες που καθορίζουν τη ζωή του, αποφασίζει να πιάσει δουλειά ως αυτοασχολούμενος διανομέας. Η εταιρεία με την οποία συνεργάζεται έχει διαρκώς απαιτήσεις από αυτόν, όμως ποτέ δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη για τα όσα του συμβαίνουν εν ώρα εργασίας, ούτε φυσικά ενδιαφέρεται στο ελάχιστο για τα προσωπικά του δράματα. Τα εξαντλητικά ωράρια του Ρίκι και της Άμπι ουσιαστικά διαλύουν την οικογένειά τους, τα παιδιά τους αντιμετωπίζουν προβλήματα στα οποία οι ίδιοι δεν προλαβαίνουν να είναι παρόντες , ενώ μια σειρά από κακοτυχίες χτυπούν ανελέητα δύο ανθρώπους που απλώς προσπαθούν να ενταχθούν σε ένα σύστημα, το οποίο όμως δεν ενδιαφέρεται καθόλου για τις ζωές τους.
Ιδεολογικά συνεπής στις αντιλήψεις του ο Λόουτς και κινηματογραφικά σταθερός, επιμένοντας στο πνεύμα του κοινωνικού ρεαλισμού, φτιάχνει μια ιστορία που αποδεικνύει πώς το σύστημα επηρεάζει τις ιδιωτικές μας ζωές και μας οδηγεί στην αυτοεξόντωσή μας. Ο ίδιος δεν είναι νοσταλγός του παρελθόντος, ούτε αναπολεί παλιές καλύτερες εποχές, όμως δεν φοβάται και να πει ξεκάθαρα πως η νεοφιλελεύθερη αγορά του σύγχρονου κόσμου που παρουσιάζεται με λαμπερό περίβλημα και εξαιρετικές προοπτικές καταλήγει τελικά μια καταστροφική μηχανή για τον άνθρωπο.
Με το στιβαρό σενάριο του Λάβερτι και τους πάντα μεστούς του διαλόγους, ο Λόουτς οδηγεί σε μοναδικές ερμηνείες μη επαγγελματίες ηθοποιούς και χωρίς να κουνάει το δάχτυλο ούτε όμως χαϊδεύοντας αυτιά , βάζει τους θεατές να αναλογιστούν για τα όσα συμβαίνουν όχι μόνο στους εκπροσώπους της εργατικής τάξης, αλλά σε όλους , σε όποιο τελικά στρατόπεδο κι αν ανήκουν, μιλώντας για ένα ουσιώδες ζήτημα που η δυτική κοινωνία έχει ξεχάσει: το απρόβλεπτο που είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την ανθρώπινη ζωή.
Οι ήρωες του Λόουτς λοιπόν είναι θύματα ενός συστήματος που από τη μια τους απομυζά και από την άλλη δεν αναγνωρίζει το « τυχαίο » συμβάν ως σημαντικό, γι’ αυτό και γίνεται μη βιώσιμο. Αυτή η παράμετρος είναι ζωτικής σημασίας και συνδυάζεται αποτελεσματικά με τις γνωστές και πάντα ουμανιστικές θέσεις του Άγγλου σκηνοθέτη, που υπογράφει μια από τις πολύ καλές του ταινίες, από την οποία δεν πρέπει για κανέναν λόγο να απουσιάσετε.
Η δύναμη της αλήθειας (Donbass)
Σενάριο-σκηνοθεσία: Σεργκέι Λόζνιτσα
Παίζουν: Ταμάρα Γιατσένκο, Λουντμίλα Σμοροντίνα, Μπόρις Καμόρζιν
Περίληψη: Το Donbass είναι μια περιοχή στην Ανατολική Ουκρανία και ο βραβευμένος σκηνοθέτης Σεργκέι Λόσνιτσα δημιουργεί μια ταινία για το τι συμβαίνει εκεί και πώς επηρεάζει τους κατοίκους.
Ο Σεργκέι Λόζνιτσα μεταγράφει δεκατρείς αληθινές ιστορίες από τον πόλεμο Ουκρανίας και Ρωσίας, αποσπώντας το βραβείο σκηνοθεσίας ( Ένα κάποιο Βλέμμα) στο περσινό Φεστιβάλ Καννών.
Ο πρωτότυπος τίτλος της ταινίας είναι Ντονμπάς, και αναφέρεται στην περιοχή της ανατολικής Ουκρανίας, όπου ο τακτικός στρατός της χώρας και οι εθελοντές μάχονται τις αυτονομιστικές συμμορίες, υποστηριζόμενες από τη Ρωσία του Πούτιν.
Συλλέγοντας υλικό από εικόνες που κατέγραψαν αυτόπτες μάρτυρες με τα κινητά τους τηλέφωνα, ο Λόζνιτσα χωρίζει την ταινία σε δεκατρία κεφάλαια , που συνδέονται μεταξύ τους παρατακτικά, καταγράφοντας τον παραλογισμό του πολέμου. Διατηρώντας το ντοκυμαντερίστικο στοιχείο- κυρίως όσο αφορά στις ερμηνείες των ηθοποιών του οι οποίοι ακολουθούν μια απολύτως ρεαλιστική υποκριτική οδό - και αποφεύγοντας τον διαχωρισμό καλών και κακών, αφήνει τα σοκαριστικά του μονοπλάνα να μιλούν από μόνα τους, παρουσιάζοντας τη βία, τη διαφθορά , την εγκληματικότητα, ακόμα και τη γελοιότητα ενός φαύλου κύκλου που μένει ακόμα ανοιχτός.
Ο Λόζνιτσα θεωρεί ότι η αλήθεια έχει τη δική της δύναμη και γι’ αυτό δεν φοβάται να την αποτυπώσει, χωρίς όμως να στερεί από την ταινία του την κινηματογραφικότητα, οπότε τελικά δημιουργεί ένα καλλιτεχνικό ντοκουμέντο, που χωρίς να σχολιάζει, προκαλεί τον θεατή να πάρει θέση, όχι ανάμεσα σε στρατούς και πλευρές, αλλά πάνω στη φρίκη του πολέμου.
Ποτέ Δεν Είναι Αργά Κύριε Καθηγητά (Richard Says Goodbye/ Τhe Professor)
Σκηνοθεσία: Γουέιν Ρόμπερτς
Παίζουν: Τζόνι Ντεπ, Ρόζμαρι ΝτεΓουίτ, Ντάνι Χιούστον
Περίληψη: Όταν ο Ρίτσαρντ, καθηγητής πανεπιστημίου, διαγνωστεί με μια ανίατη ασθένεια, αποφασίζει να εγκαταλείψει τα προσχήματα και τις κοινωνικές συμβάσεις και να ζήσει το υπόλοιπο της ζωής του όσο πιο έντονα και ελεύθερα γίνεται. Καθώς ο χρόνος του εξαντλείται, θα καταλάβει πολλά πράγματα για τη ζωή, ενώ θα έρθει πιο κοντά με τους ανθρώπους που αγαπά.
Ο Τζόνι Ντεπ, μετά τα σκάνδαλα που έπληξαν την εικόνα του, επιστρέφει σε έναν κωμικά συγκινητικό ρόλο, κι αυτή τη φορά δεν είναι μεταμφιεσμένος.
Ο Ρίτσαρντ είναι καθηγητής πανεπιστημίου και ζει μια «κανονική » ζωή, μέχρι που μαθαίνει ότι πάσχει από καρκίνο και του απομένουν μόνο έξι μήνες. Ο μόνος που ξέρει για την αρρώστιά του και του συμπαραστέκεται είναι ο καλύτερός του φίλος, ενώ η γυναίκα του του ανακοινώνει πως τον απατάει και η κόρη του πως είναι ομοφυλόφιλη. Ο Ρίτσαρντ αντιμετωπίζοντας τον επικείμενο θάνατό του αποφασίζει να ζήσει τις τελευταίες του μέρες στα όρια: καπνίζει μαριχουάνα, πίνει μέχρι τελικής πτώσεως, κάνει σεξ με μια σερβιτόρα και εξαπολύει political incorrect σχόλια, προκαλώντας τους γύρω του.
Είναι πολύ σπάνιες οι φορές που ο Τζόνι Ντεπ υποδύεται έναν χαρακτήρα που έχει το πρόσωπό του, δεν είναι δηλαδή πλάσμα ενός αλλόκοτου παραμυθιού, πειρατής, ή βαμπίρ. Με καυστικό χιούμορ και κυνισμό λοιπόν υποδύεται έναν ήρωα που ξεπερνάει τις συμβάσεις και τις προκαταλήψεις απλώς επειδή δεν μπορεί να κάνει αλλιώς, χωρίς όμως να εμβαθύνει περισσότερο στην ψυχοσύνθεση ενός ανθρώπου που καλείται να αντιμετωπίσει τον θάνατό του.
Αυτός άλλωστε είναι και ο άξονας του Γουέιν Ρόμπερτς που στην ουσία θέλει να αφηγηθεί μία ιστορία για το τι σημαίνει τελικά ζω κι όχι απλώς υπάρχω, κινούμενος ανάμεσα στο κωμικό- που εδώ ενίοτε γίνεται κακόγουστο- και το τραγικό. Όμως το σενάριο που έχει στα χέρια του, αν και διαθέτει κάποιες καλές ιδέες, γρήγορα εξαντλείται και η εσωτερική πορεία του Ρίτσαρντ που αναζητάει το νόημα της ζωής καταλήγει σε μια σειρά από μελοδραματικά κλισέ και εξυπνακίστικες ατάκες, χωρίς τελικά να καταφέρνει τίποτα από τα δύο.
Zombieland: Διπλή Βολή (Zombieland: Double Tap)
Σκηνοθεσία: Ρούμπεν Φλάισερ
Παίζουν: Γούντι Χάρελσον, Τζέσι Άιζενμπεργκ, Aμπιγκεϊλ Μπρέσλιν, Έμα Στόουν
Περίληψη: Ξεκαρδιστικές και χαοτικές καταστάσεις, που εκτυλίσσονται από τον Λευκό Οίκο μέχρι την ενδοχώρα της Αμερικής, φέρνουν τους τέσσερις γνωστούς ήρωες από την πρώτη ταινία αντιμέτωπους με νέα είδη ζόμπι, τα οποία έχουν εξελιχθεί μέσα στα χρόνια, αλλά και με καινούριους επιζήσαντες του σπάνιου πια ανθρώπινου είδους. Πάνω απ’ όλα, όμως οι τέσσερίς τους πρέπει να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα της αυτοσχέδιας οικογένειάς τους, καθώς περνάνε τα χρόνια και οι ίδιοι μεγαλώνουν.
Μία δεκαετία μετά την πρώτη ταινία που έγινε επιτυχία και καθιερώθηκε ως ένα απολαυστικό δείγμα καλτ κινηματογράφου, η γνωστή ομάδα επανέρχεται σε νέες περιπέτειες.
Πλέον ο Κολόμπους, ο Ταλαχάσε,η Γουίτσιτα και η Λιτλ Ροκ έχουν τακτοποιηθεί σαν οικογένεια στον Λευκό Οίκο. Ο Κολόμπους και η Γουίτσιτα έχουν γίνει ζευγάρι και ενώ εκείνος είναι έτοιμος να κάνει το επόμενο βήμα, η δεύτερη παραμένει μοναχική και ανεξάρτητη. Από τη άλλη, ο Tαλαχάσε αρνείται να δεχτεί πως η Λιτλ Ροκ έχει γίνει πια γυναίκα, θέλει να γνωρίσει ανθρώπους της ηλικίας της και να βγει από τον αποπνιχτικό Λευκό Οίκο. Όταν λοιπό το σκάει με τον νέο-χίπι Μπέρκλει, για να τον ακολουθήσει στο κοινόβιό του, όλοι θα κάνουν τα πάντα για να τη βρουν .
Το sequel παραμένει πιστό στο σαρκαστικό ύφος της πρώτης ταινίας, που εισήγαγε τον όρο του «zomedy» ένα είδος ανάμεσα στον τρόμο και την κωμωδία. Οπότε κι εδώ ρομάντζα, δράση , κυνηγητά και οικογενειακές σχέσεις μπλέκονται δημιουργώντας έναν διασκεδαστικό συνδυασμό, χωρίς όμως πολλές εκπλήξεις.
Παλιοί και νέοι χαρακτήρες πολεμούν εξελιγμένα ζόμπι, οι οσκαρικοί πλέον πρωταγωνιστές φαίνεται να περνούν καλά και να απολαμβάνουν την επανένωσή τους, ομως ο Ρούμπεν Φλάισερ («Venom») μάλλον δυσκολεύεται να βρει αυτό το κάτι που θα ανανέωνε την ατμόσφαιρα, οπότε αρκείται σε μια επανάληψη, που ναι μεν έχει την πλάκα της, αλλά δεν προσφέρει τίποτα παραπάνω.
Κλέφτης Αλόγων (Ut Og Stjæle Hester / Out Stealing Horses)
Σκηνοθεσία: Χανς Πέτερ Μόλαντ
Παίζουν: Στέλαν Σκάρσγκαρντ, Τομπίας Σάντελμαν, Ντανίκα Κούρτσιτς
Περίληψη: Νοέμβριος 1999. Ο 67χρονος Τροντ ταξιδεύει σε έναν απομονωμένο οικισμό στην νορβηγική ενδοχώρα, όπου σκοπεύει να περάσει την Πρωτοχρονιά μόνος του. Ενώ καταφτάνει ο χειμώνας, ανακαλύπτει πως έχει γείτονα έναν άντρα που είχε γνωρίσει παιδί, το καλοκαίρι του 1948, όταν παράλληλα ο πατέρας του τον προετοίμαζε για την επερχόμενη εξαφάνισή του.
Το best seller του Νορβηγού Περ Πέτερσον μεταφέρεται στη μεγάλη οθόνη από τον Χανς Πέτερ Μόλαντ, με πρωταγωνιστή τον Στέλαν Σκάρσγκαρντ. Η ταινία έχει αποσπάσει την Ειδική μνεία για τη φωτογραφία στη Berlinale, ενώ αποτελεί και επίσημη υποβολή της Νορβηγίας για το Όσκαρ Καλύτερης Διεθνούς Ταινίας.
Ένας ηλικιωμένος άνδρας ο Τροντ, μετακομίζει σε ένα χωριό της Νορβηγίας, θέλοντας να περάσει μόνος του την Πρωτοχρονιά. Η επίσκεψη ενός γείτονα όμως, που ο Τροντ γνωρίζει από τα παιδικά του χρόνια, θα του ξυπνήσει αναμνήσεις και θα τον επιστρέψει στο καλοκαίρι του 1948, τότε που ενηλικιώθηκε ουσιαστικά μέσω ενός μοιραίου ατυχήματος και μιας γυναίκας , την οποία ο πατέρας του είχε επιλέξει ως σύντροφό του.
Ο Χανς Πέτερ Χόλαντ κινείται σε δυο χρόνους: το παρόν όπου ελάχιστα πράγματα συμβαίνουν και το παρελθόν που είναι γεμάτο γεγονότα και δράσεις. Μέσα από αυτή την αντίστιξη, που φροντίζει να τη διατηρεί όχι μόνο δραματουργικά αλλά και στον τρόπο που κινηματογραφεί τους ήρωές του- οι μεν πρώτοι μένουν σχεδόν ακίνητοι μέσα σε ένα παγωμένο τοπίο, οι δε νεότεροι συνεχώς βρίσκονται σε κίνηση κάτω από το σκανδιναβικό φως- καταγράφει πώς τελικά η μνήμη καθορίζει τη ζωή μας. Ο ηλικιωμένος Τροντ υπάρχει μέσα από αυτά τα θραύσματα που τον στοιχειώνουν και η λύτρωσή του - αν έρχεται τελικά- γίνεται μόνο διά της αποδοχής.
Ενώ λοιπόν ο άξονας που ακολουθεί ο Χόλαντ έχει λογική , αυτή η αντίθεση δημιουργεί δυο διαφορετικούς ρυθμούς, με το κομμάτι του παρελθόντος να κερδίζει στα σημεία, μιας και η εσωτερική κατάσταση του ηλικιωμένου Τροντ και τα όνειρα που βλέπει, είναι δύσκολο να αποτυπωθούν στη μεγάλη οθόνη, παρά την εσωτερική ερμηνεία του εξαιρετικού Στέλαν Σκάρσγκαρντ. Το αποτέλεσμα είναι μια άνιση ταινία με υπέροχη φωτογραφία και υψηλή αισθητική που μοιάζει τελικά να υποσκάπτει τον εαυτό της.
Η Οικογένεια Άνταμς (The Addams Family)
Σκηνοθεσία: Κόνραντ Βέρνον και Γκρεγκ Τίρναν
Με τις φωνές των: Όσκαρ Άϊζακ, Σαρλίζ Θερόν, Κλόι Γκρέις Μορέτζ, Φιν Γούλφχαρντ, Νικ Κρολ, με την Μπέτι Μίντλερ και την Άλισον Τζάνεϊ
Περίληψη: Η Οικογένεια Άνταμς επιστρέφει στη μεγάλη οθόνη στην πρώτη κωμωδία κινουμένων σχεδίων για αυτήν την παράξενη, ανατριχιαστική οικογένεια.
H θρυλική Οικογένεια Άνταμς επιστρέφει, αλλά αυτή τη φορά στον κόσμο του computer animation.
Ένα διαβολικό γύρισμα της μοίρας και η real estate δραστηριότητα μιας τηλεπερσόνας, θα οδηγήσουν τη λατρεμένη οικογένεια στο επίκεντρο ενός τυπικού, ασφαλούς και «καθαρού» προαστίου και τη μεγάλη κόρη σε ένα συμβατικό δημόσιο σχολείο. Φυσικά, οι Άνταμς δεν θα δυσκολευτούν να προσαρμοστούν σε κάθε νέα συνθήκη της γειτονιάς τους, αλλά οι γείτονές τους, οι συμμαθητές της μικρής και ο κοινωνικός περίγυρος, δεν θα αντέξουν και πολύ την εκκεντρικότητα και το goth μεγαλείο της αξιαγάπητης, αλλά και ανατριχιαστικής οικογένειας. Η ταινία θα προβάλλεται και με υπότιτλους και μεταγλωττισμένο στα ελληνικά και 3D.
Ο Πίνκι και οι Πειρατές (Kaptein Sabeltann og skatten i Lama Rama/ Captain Sabertooth and the Treasure of Lama Rama)
Σκηνοθεσία: Τζον Αντρεας Αντερσεν, Λίζα Μαρί Γκαμλέμ
Παίζουν: Τούβα Νοβότνι, Γιον Εϊγκάρντεν, Άντερς Μπάασμο Κρίστιανσεν
Περίληψη: H πρώτη επική live-action περιπέτεια του καπετάν Μαυροδόντη, που σημαδοτεί την έναρξη ενός κινηματογραφικού franchise.
Περιπέτεια νορβηγικής παραγωγής βασισμένη στο graphic novel «Ο Πειρατής Μαυροδόντης και το Κυνήγι του Θησαυρού του Σουλτάνου», μια από τις πιο ακριβές νορβηγικές κινηματογραφικές παραγωγές.
Μαζί με τον τρομερό πειρατή Μαυροδόντη, θρύλο των επτά θαλασσών, ο μικρός Πίνκι μαζί με το κορίτσι του, την Ρέιβεν ξεκινούν μία συναρπαστική περιπέτεια προς το εξωτικό βασίλειο της Λάμα Ράμα, όπου βρίσκεται κρυμμένος ο θρυλικός θησαυρός του Βασιλιά Ρούφους. Oμως ο Πίνκι έχει έναν τελείως διαφορετικό θησαυρό στο μυαλό του, αφού αναζητά τον εξαφανισμένο πατέρα του.
Ο Πειρατής Μαυροδόντης γεννήθηκε πριν σχεδόν από τριάντα χρόνια από τη φαντασία του ηθοποιού, συγγραφέα και μουσικού Terje Formoe ως χαρακτήρας μιας παιδικής παράστασης. Η αναπάντεχα τεράστια επιτυχία τον έκανε έναν από τους πιο αγαπητούς και διάσημους παιδικούς ήρωες της Νορβηγίας και όχι μόνο, με τις περιπέτειές του να γίνονται κόμικς, βιβλία, βιντεοπαιχνίδια, θεατρικό μιούζικαλ, τηλεοπτική σειρά μέχρι και ολόκληρο θεματικό πάρκο!
Τα μαρμαρά μας ( Our Marbles)
Σενάριο-Σκηνοθεσία- Μουσική- Μοντάζ: Νίκος Παπακώστας
Ντοκιμαντέρ για την περιπέτεια των ελγίνειων μαρμάρων, από την κλοπή τους μέχρι τις προσπάθειες για την επιστροφή τους στην Ελλάδα.
Το ντοκιμαντέρ του Νίκου Παπακώστα, πραγματεύεται το μείζον ζήτημα της επιστροφής των Μαρμάρων του Παρθενώνα στην Ελλάδα.
Η αφήγηση ξεκινάει από την αφαίρεση του αρχαιολογικού θησαυρού από τον Λόρδο Eλγιν στις αρχές του 19ου αιώνα. Μια πράξη που οδήγησε σε κατακρεούργηση και διαμελισμό ολόκληρου του κτιριακού συγκροτήματος της Ακρόπολης και ταυτόχρονα σε μια βάνδαλη και εγκληματική αφαίρεση σχεδόν των μισών διασωθέντων γλυπτών του.
Ταυτόχρονα, στο ντοκιμαντέρ συμμετέχουν πολλοί άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών, οι οποίοι στηρίζουν την ελληνική θέση για την επιστροφή των μαρμάρων του Παρθενώνα στον τόπο τους.
ταινία πρόκειται για μια μη εμπορική και μη κερδοσκοπική παραγωγή της ομάδας μεσογειακού πολιτισμού CANTO MEDITERANEO με σκοπό τη δωρεάν διανομή της σε σχολεία και χώρους πολιτισμού.
Ο Λένιν το 1918 (Lenin v 1918 Godu / Lenin in 1918)
Σκηνοθεσία: Μιχαήλ Ρομ
Παίζουν: Μπόρις Σιούκιν , Νικολάι Οκλοπκοφ, Μιχαηλ Γκελοβανιν
Περίληψη: Ο Μιχαήλ Ρομ κινηματογραφεί τον κομμουνιστή ηγέτη την περίοδο της επανάστασης, όταν οι ξένες δυνάμεις έχουν εισβάλει στη Ρωσία κι εκείνος βρίσκεται αντιμέτωπος με μια απόπειρα δολοφονίας, αλλά και τις προσπάθειες να επιβάλλει το πρόγραμμά του.
Η μεγάλη επιτυχία της ταινίας «Ο Λένιν τον Οχτώβρη» οδήγησε τον Μιχαήλ Ρομ σε μια αναπόφευκτη συνέχεια με το «Λένιν στα 1918», όπου αφηγείται την πιο κρίσιμη και δύσκολη περίοδο της επανάστασης.
Οι ξένες δυνάμεις έχουν εισβάλλει στη Ρωσία, το προλεταριάτο δεν έχει αποδεχθεί ακόμα απόλυτα το πρόγραμμα των Μπολσεβίκων, ενώ η Φανί Κάπλαν επιχειρεί να δολοφονήσει τον Λένιν, που τραυματίζεται σοβαρά.
Ο Μιχαήλ Ρομ περιγράφει τον Σοβιετικό ηγέτη ως έναν άνθρωπο όλο ενεργητικότητα και αποφασιστικότητα, που ωστόσο δεν χάνει ποτέ την αίσθηση του χιούμορ. Ταυτόχρονα κινηματογραφεί εξαιρετικές σκηνές πλήθους που δείχνουν την επίδραση που άσκησε ο Λένιν στον λαό. Αναμφίβολα όμως ένα μεγάλο μέρος της επιτυχίας της ταινίας, οφείλεται στον χαρισματικό τρόπο, με τον οποίο ερμήνευσε ο ηθοποιός και σωσίας του Λένιν Μπόρις Σιούκιν την προσωπικότητα του Λένιν, συνθέτοντας ένα εντυπωσιακό πορτρέτο του.