Το Ξηρόμερο της Αιτωλοακαρνανίας, ταξιδεύει στα υδάτινα κανάλια της Βενετίας και εκπροσωπεί την Ελλάδα στην Μπιενάλε της Βενετίας. Ο λόγος για το έργο «Ξηρόμερο/ Dryland», που εστιάζει στα ηπειρωτικά πανηγύρια, αλλά και στη δύναμη του νερού ως πρίσματος.
Ακριβώς 90 χρόνια συμπληρώνονται φέτος από την πρώτη συμμετοχή της Ελλάδας στην Μπιενάλε της Βενετίας, μία από τις τυχερές 30 χώρες που έχουν το δικό τους περίπτερο μέσα στην επικράτεια των Giardini. Eκεί όπου κάθε δύο χρόνια γίνονται οι αποκαλούμενοι «Ολυμπιακοί αγώνες των εικαστικών», τα ενενηκοστά γενέθλια βρίσκουν την Ελλάδα να παρουσιάζει στον παγκόσμιο χάρτη της τέχνης ένα έργο που πατά στην βαθιά παράδοση, στην διονυσιακή ρίζα των πανηγυριών της ηπειρωτικής χώρας. Της σύνδεσης του γλεντιού πέρα από όρια και συμβάσεις, με την φύση, την χρήση των φυσικών πόρων.
Στην καρδιά του ελληνικού περιπτέρου θα μπει μια αρδευτική μηχανή από τη Θεσσαλία που με τη λειτουργία της ουσιαστικά ορίζει τον χρόνο. Ηχητικές και βίντεο εγκαταστάσεις συμπληρώνουν την αίσθηση της αναβίωσης ή μάλλον επαναπροσδιορισμού του πανηγυριού με όρους της σύγχρονης εποχής.
Ψάχνωντας την τραγουδίστρια πανηγυριών Κική Μαργαρώνη (έκλαιγαν με τη φωνή της)
«Ένα αγροτικό μηχάνημα άρδευσης συντονίζεται σε πραγματικό χρόνο με τον ήχο, την εικόνα και το ποτιστικό περιβάλλον», περιγράφει ο επιμελητής της ελληνικής συμμετοχής Πάνος Γιαννικόπουλος. «Εξετάζεται η εμπειρία του πανηγυριού και συγκεκριμένα των πανηγυριών της ηπειρωτικής Ελλάδας, της Θεσσαλίας και δη του Ξηρόμερου. Αναφέρεται το έργο στην γεωγραφική τοποθεσία αλλά και αιωρείται πάνω από αυτήν κυριολεκτικά και μεταφορικά δημιουργώντας ένα αντιθετικό δίπολο: Από τη μία η εύφορη κοιλάδα που τροφοδοτεί τις ανάγκες για αγροτικά προϊόντα στην χώρα αλλά και τις εξαγωγές, Μια κοιλάδα γνωστή και για την μουσική της παράδοση».
Πρόκειται για ένα διαμεσικό συλλογικό έργο σε σύλληψη των Θανάση Δεληγιάννη και Γιάννη Μιχαλόπουλου με συνδημιουργούς την Έλια Καλογιάννη, τον Γιώργο Κυβερνήτη, τον Κώστα Χαϊκάλη και τον Φώτη Σαγώνα. Η Κατερίνα Γρέγου, καλλιτεχνική διευθύντρια του ΕΜΣΤ που είναι εθνικός επίτροπος στην Μπιενάλε, αναφέρθηκε στον συλλογικό, πειραματικό, ερευνητικό, διεπιστημονικό και πολυαισθητηριακό χαρακτήρα του έργου, αλλά και στο έντονο ανθρωπολογικό και κοινωνικό του χαρακτήρα. «Στα θετικά στοιχεία του έργου είναι το στοιχείο της εντοπιότητας που συνδυάζει την σύγχρονη αντιφατική φυσιογνωμία της Ελλάδας και την αντιμετώπιση του πανηγυριού με σύγχρονους καλλιτεχνικούς όρους».
Το έργο προέκυψε από την εξαντλητική έρευνα που έκαναν ο Θανάσης Δεληγιάννης και ο Γιάννης Μιχαλόπουλος για δυο χρόνια, στο πλαίσιο residency που εξασφάλισαν από το Onassis Culture (είναι και οι δύο Onassis Air fellows). Πέρασαν αμέτρητες ώρες σε πανηγύρια, στον Αστακό με 40 βαθμούς Κελσίου, αναζήτησαν εντατικά μια θρυλική τραγουδίστρια των πανηγυριών, την Κική Μαργαρώνη. Έτσι δημιούργησαν ως βάση αυτής της έρευνας το Μargaroni Project. «Από το έργο αυτό προέκυψαν πολλά αποτελέσματα, ένα από τα οποία είναι το Ξηρόμερο/Dryland» εξηγεί ο Γιάννης Κωνσταντίνου.
Ακουστική παράδοση και ηλεκτρονικό μπιτ
«Η εγκατάσταση τονίζει την συναισθηματική αμεσότητα της επαφής με αντικείμενα, ήχους, εικόνες. Το άνυδρο και το πλεόνασμα, η ένδεια και η υπερβολή, η ακουστική παράδοση και το ηλεκτρονικό μπιτ, η λαγνεία και η αποστροφή, ό,τι μετέχει και ό,τι αποσύρεται, οι έμφυλες επιτελέσεις« εξηγεί ο Πάνος Γιαννικόπουλος. «Το Ξηρόμερο ανάμεσα στα υδάτινα κανάλια της Βενετίας είναι ένα σχήμα οξύμωρο» συνεχίζει.
«Το έργο λόγω της φύσης του αποτελεί μεγάλη πρόκληση», εξηγεί ο Θανάσης Δεληγιάννης ο οποίος προέρχεται από μεγάλη οικογένεια μουσικών παραδοσιακών οργάνων. «Ξεκινάει από τις παραστατικές τέχνες και κάνει ένα βήμα στα εικαστικά». Κεντρικό στοιχείο λοιπόν το νερό, στη Βενετία, σε μία πόλη που βυθίζεται και ταυτόχρονα «πνίγεται» από τα πλήθη των τουριστών.
Η προσωπική εμπειρία που δεν έγινε τουριστικό προϊόν
Στην περίπτωση της ελληνικής συμμετοχής, το νερό αποτελεί ένα πρίσμα. Ένα μέσο να βλέπουμε και να σκεφτόμαστε - εστιάζοντας στην έλλειψή ή το πλεόνασμα, την ανάγκη ή τη σπατάλη του, καθώς και τις κοινωνικές συνδηλώσεις του. Η εξάντληση των πόρων συνδέεται με τη φυσική και οικονομική εξάντληση. Το έργο διερευνά τις πολιτικές δυνατότητες του ήχου και της μουσικής, την επίδραση της τεχνολογίας στα αγροτικά τοπία και την πολιτιστική ποικιλομορφία.
Η εντοπιότητα, κάτι τόσο βαθιά ελληνικό, συνυφασμένο με τα καλοκαίρια μας που όμως δεν αποτελεί τουριστικό προϊόν, άλλα κοινό τόπο εμπειριών και φαντασιώσεων, η υπόμνηση των φυσικών πόρων που χάνονται, γίνονται η πλατφόρμα, η ιδέα για την ελληνική συμμετοχή στην Μπιενάλε. Όπως τόνισε η Κατερίνα Γρέγου, όσο και αν θεωρείται από κάποιος απαρχαιωμένος θεσμός η Μπιενάλε, όσο και αν η Ντοκουμέντα βρίσκεται στη δίνη των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η Γερμανία, η ευκαιρία που έχει η ελληνική τέχνη να βγει στη διεθνή σκηνή ισότιμα είναι σπάνια.
O προϋπολογισμός της ελληνικής συμμετοχής είναι υψηλότερος από ποτέ, αγγίζει τα 508.000 ευρώ. Καλύπτεται κατά 75% από το Υπουργείο Πολιτισμού, κατά 17% από το Ίδρυμα Ωνάση και το υπόλοιπο ποσό καλύπτεται από το Artworks του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, τον οργανισμό ΝΕΟΝ και την Outset, το Διεθνές Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου. Η Αegean είναι επίσημος χορηγός αερομεταφορών. Το έργο φέρει την αιγίδα του Δήμου Ξηρόμερου