Για το 2020, τη χρονιά «που μετέτρεψε εν μια νυκτί ένα ολόκληρο είδος σε ημιπρόσωπους που κυκλοφορούν αθώα στους δρόμους. Μισά πρόσωπα, παντού» γράφει στο iefimerida.gr Μιχαήλ Μαρμαρινός, o διεθνής σκηνοθέτης, ηθοποιός, καλλιτεχνικός διευθυντής του «Ελευσίνα – Πολιτιστική Πρωτεύουσα». Aλλά και για όσα ελπίζει το 2021.
Λίγες ώρες μετά την είσοδο στο 2021 -καμία άλλη χρονιά δεν ήταν ποτέ φορτισμένη με τόσες προσδοκίες, ελπίδες, όνειρα από τους ανθρώπους, ανά τη γη- ο Μιχαήλ Μαρμαρινός, γράφει για όσα του έμαθε το 2020. Γράφει με έναν τρόπο μεστό, εσωτερικό, που μοιάζει προσωπικός μα στην πραγματικότητα είναι σαν έχει υπαγορευθεί μέσα σε κάθε έναν από εμάς, ίσως με άλλες λέξεις ή σημεία στίξης, τους τελευταίους δέκα μήνες.
Ο διεθνούς φήμης σκηνοθέτης και ηθοποιός, ο βιολόγος, ο άνθρωπος που ανέλαβε να δώσει σχήμα και όραμα στην πρόκληση που ονομάζεται «Ελευσίνα- Πολιτιστική Πρωτεύουσα» ως γενικός καλλιτεχνικός διευθυντής γράφει στο iefimerida.gr για όσα του έμαθε η ζωή τον τελευταίο χρόνο, «πόνος και δώρα λοιπόν από το 2020. Κάθε γνώση, κάθε βαθιά επίγνωση έχει το κόστος κάποιου πόνου αντί για νόμισμα. Είναι το φλουρί της». Γράφει για όσα ελπίζει για το 2021 «είθε η Τέχνη να αποδειχθεί στα θολά μάτια της Πολιτικής και αυτή αναγκαία, όπως αποδείχτηκε η Επιστήμη με επώδυνο τρόπο». Οσο για τους φόβους του, μια μόνο φράση.
Όσα μου έμαθε το 2020
«Ενα μάθημα που πάντοτε αρέσκεται να υπενθυμίζει η Τέχνη, είναι ότι τίποτα στη ζωή δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως αυτονόητο. Ίσα - ίσα, σε αυτή την συθέμελη έκρηξη του αυτονόητου «εις ‘ά εξ ων συνετέθη» εδράζεται η μεγάλη εσωτερική Έκπληξη που προκαλεί επάνω μας ως ευγενική βία η Τέχνη: επαναφωτίζει, επαναπροσδιορίζει, μας επιστρέφει με πλήρες νόημα κάτι με το οποίο είχαμε φαινομενικά τελειώσει, το Αυτονόητο.
Ε, λοιπόν όχι, δεν είναι αυτονόητη κατάκτηση το φιλί, η εγγύτητα, η προσέγγιση, η επαφή μεταξύ των ανθρώπων! Ακόμη περισσότερο, δεν είναι αυτονόητο πια το Ποιος βαδίζει δίπλα σου. Αυτό που αναγνωρίζαμε ως αυτονόητα όμοιο, ίσως - ερήμην του - να είναι εκπρόσωπος του σκοτεινού - ένας Άγγελος κάποιου κακού, ό,τι και αν φέρει, ό,τι και αν φορεί - ένας Άγγελος της Πιθανότητας! Αλλά μιας πιθανότητας αποφευκτέας και τελείας -ενός τέλους. Ενας Άγγελος πόνου ή ακόμα ακόμα, του ίδιου του θανάτου.
Είναι τρομαχτική αυτή η μετατόπιση μας από το γνωστό, από το μέχρι πέρυσι οικείο -μια ΣΟΚΑΡΙΣΤΙΚΗ μετατόπιση . Και όμως, την επιφύλασσε ένα ανύποπτο χρονάκι, το 2020. Αυτό, που μετέτρεψε εν μια νυκτί ένα ολόκληρο είδος σε ημιπρόσωπους που κυκλοφορούν αθώα στους δρόμους. Μισά πρόσωπα, παντού.
Όχι ο σύγχρονος άνθρωπος δεν κατανίκησε τον φόβο, κατάλαβε μάλλον - ίσως επώδυνα - ότι ο φόβος δεν κατανικήθηκε από τον ορθολογισμό ή την επιστήμη, παραμένει ένα από τα συστατικά του γονιδιώματος της τραγικότητας της ύπαρξης του.
Ίσως αυτό να συνιστά κάποιο κέρδος! Μια και η κομπορημονούσα αγνόηση του φόβου, ισοδυναμεί με ύβρη απέναντι στην ταπεινότητα, που οφείλει να συνεχίσει ως αρετή -ακόμα και σπάνια, άπιαστη- της ανθρωπότητας. Η ταπεινότητα δεν είναι ηθικολογική πράξη, είναι βαθιά συμφεροντολογική επί της ουσίας: Συν-χωρεί. Δημιουργεί περισσότερο χώρο για να αντιληφθούμε την πραγματικότητα, να βιώσουμε την αλήθεια της. Έτσι πολλαπλασιάζεται η αντίληψη, η συγκίνηση, διευρύνεται η συνείδηση - πεδίο εφαρμογής του ουμανισμού.
Και κάτι ακόμη: ο πόνος, ο φόβος, ο κίνδυνος - έννοιες κατά κανόνα αρνητικές και όμως έσπρωξαν την Πολιτική σε μια εξ ανάγκης απότομη -όσο και σπανιότατη- αυτογνωσία: Περιχάραξαν με σαφήνεια τα όρια της δύναμης της ή, πιο σωστά ίσως, κατέστησαν διαφανή την αδυναμία της. Όσες πολιτικές δε, σήκωσαν το γάντι αυτής της πρόκλησης, έπραξαν μπροστά στον Κίνδυνο/(χαστούκι στην αλαζονεία της εξουσίας τους), το αναγκαίο: παρέδωσαν στην Γνώση - στην Επιστήμη εν προκειμένω - την εξουσία της κρίσιμης απόφασης . [«Άρχισαν να νομοθετούν οι μοναχικοί κι οι μελαγχολικοί» (Δ. Δημητριαδης Πεθαίνω σαν χώρα)]. Η απόλυτη παραδοχή αυτού που είναι αναπόφευκτα αναγκαίο για τη ζωή και την κοινωνία. Κάτι που, φαίνεται, μόνο ο Κίνδυνος και ο Φόβος επιτάσσει.
Όσα ελπίζω για το 2021
Ελπίζω την ελπίδα! Μόνο που αυτή έχει πια πιο συγκεκριμένο πρόσωπο: Ελπίζω τους φίλους μου, ελπίζω την επιστροφή της υψηλής λαχτάρας στην επικοινωνία των αληθινών σωμάτων, της επιστροφής στη μυστική συνύπαρξη - στο θέατρο, στον κινηματογράφο, στη συγκίνηση που μοιράζεται και έτσι γίνεται συλλογική. Που έτσι συγκροτεί την κοινή συγκίνηση του τόπου, της γλώσσας, των ανθρώπων.
Και ίσως ελπίζω και σε κάτι πιο κρυφό, σχεδόν ανομολόγητο (αυτό, να προφερθεί παρακαλώ χαμηλά, ψιθυριστά -ίσως σαν ήσυχη προσευχή, σε όσους ακόμα υπάρχει χώρος να προσεύχονται): Είθε η Τέχνη να αποδειχθεί στα θολά μάτια της Πολιτικής και αυτή αναγκαία, όπως αποδείχτηκε η Επιστήμη με επώδυνο τρόπο. Γιατί η Τέχνη δεν είναι απλώς διασκέδαση, είναι η βαθιά παρηγορία του άυλου σώματος, ή αλλιώς η Ευψυχία.
Όσα φοβάμαι για το 2021
Επιτρέψτε μου να κρατήσω κρυφούς τους φόβους μου...»