Aποκαλυπτική η Λίνα Μενδώνη άνοιξε τα χαρτιά της για την υπόθεση του σταθμού Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη, μίλησε για εργαλειοποίηση των αρχαιοτήτων και περιέγραψε τα επόμενα βήματα.
Ψηλά στην ατζέντα παραμένει το ζήτημα του σταθμού Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη, των χρονοδιαγραμμάτων και κυρίως του χειρισμού των αρχαιοτήτων. Μιλώντας στον Ρ/Σ Παραπολιτικά η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη είπε χαρακτηριστικά: «Αυτό το οποίο είναι δεδομένο, είναι ότι η συζήτηση για το Μετρό της Θεσσαλονίκης και δη από τη στιγμή που αποκαλύφθηκαν συγκεκριμένες αρχαιότητες στον σταθμό Βενιζέλου απασχολεί και την πόλη, και το υπουργείο Πολιτισμού, και το υπουργείο Υποδομών και την «Αττικό Μετρό» εδώ και πολλά χρόνια. Η συζήτηση δεν είναι τωρινή, η συζήτηση ξεκίνησε από το 2013, όταν τα ευρήματα στον σταθμό Βενιζέλου έγιναν αντικείμενο πολιτικής αντιπαράθεσης και σε τοπικό και σε κεντρικό επίπεδο».
Η Λίνα Μενδώνη πρόσθεσε ότι «η κυβέρνηση δια στόματος του Πρωθυπουργού ανήγγειλε αυτό το οποίο επιθυμεί να συμβεί στον σταθμό Βενιζέλου, διότι σύμφωνα με τα δεδομένα τα οποία προφανώς είχε στη διάθεση του και ο Πρωθυπουργός, θεωρήθηκε ότι είναι η καλύτερη λύση για να κατασκευαστεί Μετρό. Εδώ δεν αναφερόμαστε καθόλου στα θέματα των αρχαιοτήτων, για να κατασκευαστεί Μετρό συζητάμε. Το κομμάτι των αρχαιοτήτων δεν μπορεί να βγει εκτός, γιατί είναι μέρος αυτής όλης της συζήτησης και οι αρχαιότητες είναι αυτές οι οποίες χρησιμοποιούνται, τουλάχιστον από κάποιους φορείς, κι αυτές γίνονται μοχλός πίεσης για τη μια ή για την άλλη λύση. Αυτό το οποίο ενδιαφέρει την κυβέρνηση, και προφανώς αυτό εννοούσε και ο Πρωθυπουργός, είναι ότι η Θεσσαλονίκη πρέπει επιτέλους να αποκτήσει Μετρό και να σταματήσει να υπάρχει αυτό το «γεφύρι της Άρτας». Νομίζω ότι αυτό είναι το δεδομένο και σε αυτό πρέπει να μείνουμε. Την περίοδο 2013-2014 το υπουργείο Πολιτισμού είχε πάρει συγκεκριμένες αποφάσεις για τη διαχείριση των ευρημάτων στον σταθμό Βενιζέλου».
Η συνέχεια της τοποθέτησης της υπουργού ήταν αποκαλυπτική ως προς το γεγονός ότι οι σχετικοί φάκελοι δεν έχουν φτάσει στο υπουργείο. «Αποφάσεις οι οποίες, ειδικά η μια, η κρίσιμη απόφαση, εκρίθη απολύτως σύννομη από το ΣτΕ το 2016, από εκεί και πέρα με την αλλαγή της κυβέρνησης, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ αποφάσισε να διαχειριστεί με έναν διαφορετικό τρόπο τις αρχαιότητες, χωρίς να περιμένει την απόφαση του ΣτΕ, όπως συνήθως γίνεται, έκανε μια συγκεκριμένη επιλογή. Σήμερα, επισήμως φάκελος από την Αττικό Μετρό, με τα πλήρη δεδομένα και τα πλήρη στοιχεία του έργου, δεν έχει έρθει στο υπουργείο Πολιτισμού. Γι’ αυτό και το υπουργείο Πολιτισμού δεν είναι ακόμη σε θέση να αξιολογήσει τα δεδομένα σήμερα. Θα πάρουμε σαφή θέση τη στιγμή που θα έχουμε όλα τα δεδομένα. Θα εκτιμηθούν τα πάντα. Ούτως ή άλλως, υπάρχει πλέον και νομολογία σε σχέση με τις αρχαιότητες, ότι από τη στιγμή που υπάρχουν ευρήματα, αυτά αξιολογούνται. Προφανώς το υπουργείο Πολιτισμού θα εφαρμόσει απολύτως τις διατάξεις του νόμου 3028 του 2002, δηλαδή του λεγόμενου Αρχαιολογικού Νόμου, όμως νομολογιακά οφείλει να συναξιολογήσει τις οικονομικές και αναπτυξιακές παραμέτρους».
Πρόσθεσε ότι κανένας Έλληνας, είτε είναι απλός πολίτης είτε κατέχει κάποια αξιώματα, δεν διανοείται να κάνει σκόντο στην προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς. Τόνισε ότι ο Αρχαιολογικός Νόμος είναι από τους πλέον στιβαρούς νόμους. «Το ίδιο το Σύνταγμα δίνει την αρμοδιότητα στην έκδοση του Αρχαιολογικού Νόμου. Αυτή ακριβώς η διαδικασία έγινε μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος το 2001, το 2002. Δεν είναι καθόλου αγκύλωση. Ένας από τους βασικούς στόχους και των αναπτυξιακών πολιτικών, είναι η απόλυτη προστασία του πολιτιστικού αποθέματος, της πολιτιστικής κληρονομίας και η ανάδειξη τους, άρα δεν τίθεται θέμα αγκυλώσεων. Αυτό το οποίο θέλει ιδιαίτερη προσοχή, και το λέω από την πρώτη στιγμή που ανέλαβα τα καθήκοντα μου στο υπουργείο Πολιτισμού, είναι ότι δεν νοείται εργαλειοποίηση των αρχαιοτήτων. Δε νοείται εργαλειοποίηση κατά βούληση και κατά περίπτωση από διάφορες ομάδες των ευρημάτων σε ανασκαφές!»