Την Τρίτη, το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων αθώωσε ομόφωνα τον Γιώργο Λούκο, αναμορφωτή του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, από τις κατηγορίες που του απαγγέλθηκαν επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και υπουργίας Μπαλτά και ξεκίνησαν από δημοσιεύματα της «Εφημερίδας των Συντακτών».
Διασύρθηκε, χτυπήθηκε με πρωτοφανή τρόπο και ταυτόχρονα το Φεστιβάλ μπήκε σε δίνη. Αρκεί η δικαστική απόφαση;
Ήταν η μοναδική, η σπάνια, η χωρίς προηγούμενο και συνέχεια στιγμή που όλοι οι καλλιτέχνες -αλλά όλοι- συσπειρώθηκαν. Έγιναν μια φωνή - ΟΚ, ίσως όχι οι επίδοξοι διάδοχοι. Μαζί τους το φιλότεχνο κοινό που είχε δει τα τελευταία χρόνια μικρά πολιτιστικά θαύματα να συμβαίνουν μπροστά στα μάτια του σε Πειραιώς 260, Ηρώδειο, Επίδαυρο. Θαύμασαν καλλιτέχνες που πρώτη φορά πάτησαν το πόδι τους στην Αθήνα, μυήθηκαν στη σαρωτική γοητεία της διεθνούς Τέχνης. Και μαζί, οι Έλληνες καλλιτέχνες μπολιάστηκαν με νέα υλικά, άνοιξαν φτερά, οπτικό πεδίο. Ήταν η περίοδος που το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου βρέθηκε υπό την προεδρία του Γιώργου Λούκου.
Η επιβολή του Φαμπρ στη θέση Λούκου
Κι όμως, προτεραιότητα της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στον τομέα του Πολιτισμού τότε φαίνεται ότι ήταν να σιγήσει αυτή η φωνή. Με αποτέλεσμα να αλλάξει η ορμή. Να γίνει το Φεστιβάλ ένας χώρος περίκλειστος, σκοτεινός. Ένας χώρος μικρός. Συνυπολογίστε ότι βρισκόμασταν και σε χρόνια μεγάλης οικονομικής κρίσης.
Ήταν το 2016 όταν η «Εφημερίδα των Συντακτών» άνοιξε αυτόν τον κύκλο με ένα δημοσίευμα που κατηγορούσε τον Γιώργο Λούκο ότι, σύμφωνα με το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, είχε χρεώσει το Ελληνικό Δημόσιο με 2.700.000 ευρώ λόγω κακοδιαχείρισης στις πληρωμές προμηθευτών. Η εφημερίδα σήκωσε ψηλά το θέμα, το έκανε σημαία. Και ο πέμπτος όροφος της Μπουμπουλίνας, το υπουργικό γραφείο του Αριστείδη Μπαλτά, έσπευσε να κάνει το ίδιο.
Ο υπουργός δήλωσε ότι μέχρι να διερευνηθεί η υπόθεση, ο Γιώργος Λούκος δεν μπορεί να παραμείνει στην ηγεσία του Φεστιβάλ, όσο και αν τον εκτιμά καλλιτεχνικά. Έσπευσε μάλιστα να τον αντικαταστήσει με τον Γιαν Φαμπρ, προκαλώντας μια από τις πλέον ταραχώδεις περιόδους του ελληνικού πολιτισμού.
Σε μια αλήστου μνήμης συνέντευξη Τύπου, παρουσία του κυρίου Μπαλτά, παρουσιάστηκε ένα πρόγραμμα με ελάχιστους Έλληνες καλλιτέχνες να συμμετέχουν και με την εργογραφία του κυρίου Φαμπρ να καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος του Φεστιβάλ. Τότε λέγαμε ότι για Ελληνικό Φεστιβάλ θα έχουμε πλέον Βέλγικο Φεστιβάλ.
Καθώς καλλιτέχνες και κοινό προσπαθούσαν να διαχειριστούν ένα μεγάλο σοκ -πώς να αποχωριστούν τον Γιώργο Λούκο, δηλαδή το έργο και την προσφορά του;-, έπρεπε να βλέπουν ταυτόχρονα την ελληνική καλλιτεχνική κοινότητα να απαξιώνεται. Το κοινό να σπρώχνεται να γίνει μέρος της ελεγείας του Φαμπρ. Αδιανόητες στιγμές.
Ο Γιώργος Λούκος, άνθρωπος των Τεχνών που με ένα τηλεφώνημα ξεσήκωνε από την Πίνα Μπάους ως την Φιόνα Σο, τον Κέβιν Σπέισι, τον Μπαρίσνικοφ, την Ιπέρ για να έρθουν και να εμφανιστούν σε Αθήνα και Επίδαυρο, έβγαλε τότε μια μακροσκελή επιστολή, που αποτελεί σήμερα ντοκουμέντο για το αρχείο της εξέλιξης του ελληνικού πολιτισμού τις τελευταίες δεκαετίες.
Η κίτρινη δικάσιμος φιλοκυβερνητικoύ φύλλου
O Γιώργος Λούκος έμαθε ότι απομακρύνεται από το Φεστιβάλ που αναγέννησε, μέσω δημοσιευμάτων.
Γράφει ο Γιώργος Λούκος: «Αν και σύμφωνα με το Σύνταγμα μόνο τα αρμόδια δικαστήρια έχουν την εξουσία να απονέμουν δικαιοσύνη, εσείς αποδεχτήκατε να μετέχετε στην "κίτρινη δικάσιμο" που όρισε φιλοκυβερνητικό φύλλο, με καταφανή στόχο τη σπίλωσή μου. Παρακάμπτοντας το τεκμήριο της αθωότητας, κάνετε λόγο στο δελτίο τύπου που εκδώσατε για "ποινική δίωξη που ασκήθηκε εις βάρος μου σε βαθμό κακουργήματος", ενώ μέχρι στιγμής δεν έχω λάβει καμία κλήση προς απολογία για κάποιο κακούργημα».
Είχε συμπληρώσει δέκα χρόνια στο τιμόνι του Φεστιβάλ, το είχε προικίσει με το κτιριακό συγκρότημα της Πειραιώς 260, είχε ανοίξει τα μάτια και τις καρδιές κοινού και καλλιτεχνών.
Όπως επισημαίνει στην επιστολή αυτή, είχε διαπιστώσει το 2008 το πρόβλημα των υπερχρεώσεων που κληρονόμησε από την προηγούμενη διοίκηση και έπραξε τα δέοντα:
«Κύριε υπουργέ, όταν το 2008, προς μεγάλη μου απογοήτευση, ενημερώθηκα εκ των υστέρων από τους υπευθύνους των αρμόδιων τμημάτων του Ελληνικού Φεστιβάλ για τον επιζήμιο χειρισμό των εκχωρήσεων τιμολογίων προμηθευτών προς τις τράπεζες, που είχε αρχίσει το 2004, έδωσα αμέσως εντολή στους νομικούς συμβούλους του Φεστιβάλ να πράξουν τα δέοντα ώστε να επιστραφούν τα ποσά που εισέπραξαν οι εταιρείες. Δεν θα επιτρέψω, συνεπώς, σε κανέναν να εκμεταλλεύεται σκοπίμως αυτή την υπόθεση, κηλιδώνοντας το πρόσωπό μου και ολόκληρο το έργο μου ώστε να μηδενίσει την επίπονη και πολυετή προσπάθειά μου για την οικονομική εξυγίανση του θεσμού, παράλληλα με την καλλιτεχνική αναβάθμισή του».
Ομόφωνη απόφαση από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων
Έκτοτε πέρασαν οκτώ χρόνια για να φτάσουμε στην πανηγυρική αθώωσή του χθες, ομόφωνα, στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων. Είχε προηγηθεί η εισαγγελική εισήγηση υπέρ της αθώωσής του. Οκτώ χρόνια που δεν λησμονήσαμε τον Γιώργο Λούκο και κυρίως όσα ζήσαμε δέκα χρόνια στο Φεστιβάλ. Τον τρόπο με τον οποίο μετακινήθηκε το γούστο μας, η αισθητική, ο τρόπος να βλέπουμε και να απαιτούμε από μια παράσταση.
Και, ευτυχώς, δεν τον ξέχασε και η ηγεσία της χώρας, στο πρόσωπο της Προέδρου της Δημοκρατίας Κατερίνας Σακελλαροπούλου. Ναι, αυτή η ανώτατη δικαστική λειτουργός και κορυφή του πολιτεύματος δεν δίστασε να τον καλέσει στη δεξίωση για την Αποκατάσταση της Δημοκρατίας το 2020. Και ήταν αυτή της η χειρονομία μια πρώτη αποστομωτική δικαίωση για τον Λούκο. Για να ακολουθήσει η χθεσινή.
Έγραψε σε δήλωσή του που διακινήθηκε από τον συνήγορό του, κύριο Ηλία Αναγνωστόπουλο, ο Γιώργος Λούκος:
«Η Δικαιοσύνη αποφάνθηκε σήμερα ομόφωνα για την αθωότητά μου. Στα τέλη του 2015 πληροφορήθηκα από την "Εφημερίδα των Συντακτών" ότι ο τότε υπουργός Πολιτισμού με έπαυσε από τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή και προέδρου του Ελληνικού Φεστιβάλ, με αφορμή ενορχηστρωμένα δημοσιεύματα για εμπλοκή μου σε υπόθεση απιστίας. Είχα τότε αποστείλει επιστολή στον κ. υπουργό, στην οποία τόνιζα ότι είμαι περήφανος γιατί στα δέκα χρόνια της θητείας μου δημιουργήσαμε έναν κόσμο ομορφιάς και αξίας εφάμιλλο του ευρωπαϊκού πολιτισμού, που κανένας λίβελος δεν μπορεί να σβήσει. Σήμερα νιώθω δικαιωμένος και είμαι ευγνώμων στην ελληνική Δικαιοσύνη και στoυς αμέτρητους καλλιτέχνες, συνεργάτες και φίλους που με αταλάντευτη πίστη και αμέριστη αγάπη στάθηκαν δίπλα μου αυτά τα οκτώ χρόνια της οδυνηρής περιπέτειάς μου».
Πώς θα κερδηθούν πίσω όσα χάσαμε;
Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πανηγυρίζουν από χθες με μια ανυπόκριτη, διψασμένη χαρά. Δικαιώθηκε όχι μόνον ο Λούκος, αλλά όλοι μας.
Αρκεί όμως αυτό; Αρκεί να κοπάσει η οργή, το αίσθημα του αδίκου; Οσα έχασε αλλά και όσα χάσαμε ως κοινό, ως πόλη, ως αποτύπωμα καλλιτεχνικό διεθνώς. Πιστεύω ότι όχι.
Ένας άνθρωπος με διεθνή καριέρα και μια ατζέντα γνωριμιών που μπορεί να προκαλέσει ντελίριο σπιλώθηκε, διασύρθηκε, έγινε τυράκι για τα μέσα ενημέρωσης. Μια χώρα έχασε μια τεράστια πόρτα στο φως των τεχνών. Η δικαστική απόφαση κλείνει στόματα και ξεγυμνώνει όσους βρέθηκαν πίσω από αυτή την επιχείρηση διασυρμού. Ποιος θα μας αποδώσει όμως όσα χάσαμε καλλιτεχνικά;
Πού θα βρισκόταν σήμερα το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου αν είχε συνεχίσει το έργο του απρόσκοπτα ο Γιώργος Λούκος; Πόσο θα είχε προχωρήσει ακόμα πιο βαθιά, πιο ψηλά, πιο αποκαλυπτικά; Οι πολίτες έχασαν μια περιουσία μέσω της αποπομπής του. Αυτό σκέφτομαι από χθες: δεν αρκεί η δικαστική απόφαση για να δικαιώσει τον Λούκο για όσα έζησε. Αλλά ούτε εμάς, τους πολίτες και θεατές.
O Λούκος, επίσης, εκδημοκράτισε το Φεστιβάλ. Φοιτητές, άνεργοι, ανερχόμενοι καλλιτέχνες, νοικοκυραίοι, επιχειρηματίες, υπουργοί κάθονταν δίπλα δίπλα και απολάμβαναν παραστάσεις και δράσεις. Ίδια πρόσβαση, ίδια ευκαιρία. Ανατρέχω σε δημοσιεύματα της εποχής. Τι ταραχή σήκωσαν: να σπιλωθεί όχι μόνον ο Λούκος αλλά και όσοι τον υποστήριζαν. Να βγουν φήμες ότι στη θέση του πάνε στενοί συνεργάτες ή φίλοι του σε μια προσπάθεια να τον αποδυναμώσουν.
«Στην κρίσιμη αυτή ιστορική συγκυρία ενώνουμε τις φωνές μας για να αποφευχθούν κινήσεις που θα συνέβαλλαν ώστε να καταστεί και πάλι η χώρα μας ο μικρός, φτωχός και απομονωμένος συγγενής του παγκόσμιου σύγχρονου πολιτισμού», έγραψαν 120 καλλιτέχνες.
Μαρμαρινός, Παπαϊωάννου, Λυμπεροπούλου, Λαζόπουλος έσπευσαν να συναντήσουν τον Μπαλτά για να τον μεταπείσουν, να βρεθεί μια μέση λύση. Ματαίως. Η Ελλάδα έπρεπε να γίνει ο φτωχός απομονωμένος συγγενής του ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Η δικαστική απόφαση της 20ής Ιουνίου 2023 φέρνει ικανοποίηση. Δεν αρκεί όμως για να σβήσει όσα ζήσαμε, όσα χάσαμε, κοινό και καλλιτέχνες. Και δεν θα ξεχάσουμε ποτέ.