Η Ελλάδα τιμά για πρώτη φορά την -με καταγωγή από το Καστελόριζο- Λίντα Μπένγκλις, ίσως την σημαντικότερη εν ζωή εικαστικό της σύγχρονης εποχής, με μια αναδρομική έκθεση του ΝΕΟΝ όπου το ένδοξο και η αίγλη της αρχαίας Ελλάδας, συναντά την έκρηξη του Τζάκσον Πόλοκ, του Ρόθκο, την φθαρτή υπόσταση των καρναβαλιών και υμνεί τον ουμανισμό.
Δύο ολόκληρα χρόνια ο οργανισμός Πολιτισμού και Ανάπτυξης ΝΕΟΝ του Δημήτρη Δασκαλόπουλου σχεδίαζε την έκθεση «Ιn the Realm of the Senses», τη μεγάλη ρετροσπεκτίβα ης Λίντα Μπένγκλις που ανοίγει για το διεθνές κοινό το βράδυ της 21ης Νοεμβρίου στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης. Το αποκάλυψε η διευθύντρια του ΝΕΟΝ Ελίνα Κουντούρη λέγοντας εμφατικά ότι ήταν μια απόφαση που ήδη είχε αργήσει, αφού «η Μπέγκλις έχει φέρει την Ελλάδα σε ολόκληρο τον κόσμο μέσα από το έργο της». Με ρίζες στο Καστελόριζο, η Μπένγκλις είναι μια από τις σημαντικότερες εν ζωή εικαστικούς της εποχής μας και κατορθώνει να είναι ρηξικέλευθη, εικονοκλάστης, αδέσμευτη, φέροντας κώδικες της Ελλάδας, φέροντας αυτά τα διαρκή κύματα πτυχώσεων που συναντάμε στην αρχαιότητα, ή νοήματα και σύμβολά της αέναα.
Για παράδειγμα, κοιτώ το έργο της Κνωσσός. Ολόχρυση όψη, ένα σώμα που μοιάζει να βλέπεις τις αρτηρίες του να σαλεύουν σαν να αναπνέει, καθώς σκαρφαλώνει στον τοίχο (συρματόπλεγμα, βαμβακερό ύφασμα, γύψος, γκέσο, κόλλα, φύλλο χρυσού). Λίγα βήματα πιο πέρα, πάνω στο υπέροχο ξύλινο πάτωμα του Μεγάρου Σταθάτου, ορθώνεται ένα μικρό δάσος με δέντρα φτιαγμένα από χυτή πολυουρεθάνη, μολύβι, ανοξείδωτο ατσάλι -είναι οι μυθολογικές Τρεις Χάριτες. Οι συμβολισμοί συναντούν την ίδια την μορφή στον πρώτο όροφο, εκεί που σε πολλά έργα, κυρίως στα ένδοξα προαιώνια θα έλεγε κανείς ολόχρυσα, συναντάμε τις πτυχώσεις που τόσο οικείες μας είναι από τα μαρμάρινα αγάλματα της ελληνικής αρχαιότητας.
Η υπόμνηση της Ελλάδας, η ρίζα όχι ως φολκλόρ ή καραμέλα νοσταλγίας, αλλά ως έναυσμα για κάτι νέο κυριαρχεί στη διαδρομή της Μπένγκλις, στην βαθιά ρωγμή που χάραξε στον χάρτη της σύγχρονης τέχνης από το 1969 ως και σήμερα. Αν και η ίδια επιμένει να λέει και να καμαρώνει ότι είναι ανένταχτη, δεν ανήκει σε καμία κατηγορία, δεν επιθυμεί να ανήκει κάπου αλλού εκτός από τον εαυτό της και αυτό που δημιουργικά την ορίζει και την κινεί. Ο διάλογος με την αρχαία Ελλάδα γίνεται πιο δυναμικός χάρη σε τρεις μικρές γλυπτικές παρενθέσεις στον χώρο, δηλαδή χάρη σε τρεις αρχαιότητες από τη συλλογή του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης που επέλεξε ο διευθυντής του, κορυφαίος αρχαιολόγος Νίκος Σταμπολίδης.
Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Είναι και αυτό το κλείσιμο του ματιού στον Τζάκσον Πόλοκ, κυρίως με το έργο που συναντάμε στην πρώτη αίθουσα δεξιά του ισογείου με τον πεσμένο πίνακα, έργο αρχετυπικό του 1969. Ξανασυναντάμε αυτό το νήμα του Πόλοκ στον πρώτο όροφο με το μικρό χρυσό θραύσμα στον τοίχο, σαν μια χειρονομία του Πόλοκ και της Μπένγκλις ενώ στο πάτωμα κείτεται μια άλλη δημιουργία. «Η δουλειά της Μπένγκλις έχει σχέση με την ανθρώπινη κατάσταση» εξηγεί ο επιμελητής της έκθεσης David Anfam. «Το βλέπουμε εδώ, την πτώση, την άνοδο, τον έρωτα… Είναι η εικαστικός που προκάλεσε τον ίδιο τον μινιμαλισμό που είχε εξελιχθεί σε κάτι το βιομηχανικό, στεγνό, σχεδόν πουριτανικό. Ο μινιμαλισμός της Μπένγκλις επικεντρώνεται στον άνθρωπο, είναι ουμανιστικός».
Καθόλου τυχαία επελέγη ως τίτλος της έκθεσης το «Ιn the realm of the senses», δηλαδή η Αυτοκρατορία των Αισθήσεων με σαφή αναφορά στην γνωστή ιαπωνική ταινία αναφοράς του Ναγκίζα Όσιμα. Ο αισθησιασμός είναι πυκνός και ανεπιτήδευτος στα έργα της Μπένγκλις και όχι μόνο εκεί που υπάρχουν σαφείς αναφορές, χωρίς υπαινιγμούς, όπως στο μεγάλο έργο από φυσητό γυαλί που παραπέμπει σε φαλλό – το Novy Bar. Oι υφές, τα χρώματα, τα υλικά έχουν έντονη διαφορετικότητα στα 36 γλυπτά της έκθεσης που δεν ακολουθούν χρονολογική σειρά στην παρουσίαση. Εκκινεί η έκθεση με τα γλυπτά συντριβάνια στον κήπο, μέσα στο πυκνό πράσινο του κήπου του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης και συνεχίζουν στο αίθριο, στις δύο αίθουσες του ισογείου και στους πέντε χώρους του πρώτου ορόφου.
Εκεί συναντάμε και δυο θαλαμίσκους που λειτουργούν ως ιντερμέδια, όπως σε ένα μεγάλο μουσικό έργο, περιτριγυρισμένα από τα αισθαντικά και γεμάτα στροβιλισμούς βαλς των άλλων αιθουσών (η Μπένγκλις αγαπά να χρησιμοποιεί μουσικούς όρους). Σε ένα δωμάτιο εξ αυτών είναι σαν τα πάντα, ευθυτενή, να ορθώνονται προς την κορυφή, σαν να ακολουθούν την εντολή της κεντρικής στήλης με το αιωρούμενη γυάλινη ράβδο της ελληνιστικής εποχής που χρησιμοποιούσαν για την ανάμειξη αρωμάτων να βρίσκεται στο κέντρο της αίθουσας. Ως δείκτες γύρω σκαρφαλώνουν στους τοίχους γλυπτά με τα ευτελή, πολύχρωμα, χειροποίητα υλικά ενός καρναβαλιού με εξαίρεση το Bee sting, χειροποίητο χάρτι πάνω σε συρματόπλεγμα, που θυμίζει τα ξασπρισμένα οστά στην έρημο που κυρίαρχησαν στην τέχνη της Τζόρτζια Ο’ Κιφ. Σαφής επιρροή από το γεγονός ότι η Μπένκγλις έχει ένα εργαστήριο στη Σάντα Φε και επηρεάζεται από το συγκεκριμένο τοπίο. Κάποια έργα θυμίζουν περιτύλιγμα καραμέλας, όπως πολύχρωμο τρίζει και αλλάζει σχήμα μόλις το αφαιρέσουμε.
Κλείνοντας τον κύκλο του πρώτου ορόφου όπου η αρχή θα μπορούσε να είναι και το τέλος της περιήγησης, στέκομαι ξανά μπροστά στο μεγάλο πορτρέτο της νεαρής Λίντα, το 1952 που είναι ντυμένη με στολή εύζωνα, φωτογραφημένη μέσα σε στούντιο με μια αύρα υπερηφάνειας και μαζί παιδικότητας. Αυτή τη φωτογραφία από την εφηβεία της χρησιμοποίησε ως πρόσκληση στην πρώτη σημαντική της έκθεση στη Νέα Υόρκη το 1973. Η πονηρή, ζωντανή ματιά της ελληνοαμερικανίδας που πήρε τον μπρούτζο, τον χρυσό, το λάτεξ, το χαρτί, το μάρμαρο, το αλουμίνιο, το κεραμικό, το γυαλί, ακόμα και το ίδιο το νερό και συνέθεσε το δημιουργικό της σύμπαν κρατώντας ως κυτταρικό στοιχείο της τέχνης της την ροή. Το «In the realm of the Senses» είναι μια ωδή, στην διαρκή ωδή στην Ελλάδα που κάνει η Μπένγκλις μέσα από το έργο της. Από τον ΝΕΟΝ, στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, ως τις 15 Μαρτίου.