Ξεφυλλίζω και νιώθω ότι τον ακούω με το ψεύδισμά του να μου μιλά και όλα να βρίσκουν εξήγηση, να ξεγυμνώνονται, να ανυψώνονται ή να βουτάνε στη λάσπη κατά πώς τους ταιριάζει. Η ένατη έκδοση του «Ο καθρέπτης και το μαχαίρι» είναι στα χέρια μας από τον Ίκαρο
Ήμουν έφηβη, μαθήτρια, όταν μου χάρισε ο νονός μου το βιβλίο του Μάνου Χατζιδάκι «Ο καθρέφτης και το μαχαίρι» που μόλις είχε κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Ίκαρος. Προηγουμένως με είχε συνηθίσει σε βιβλία του Ντοστογιέφσκι, οπότε αυτή η νέα μορφή γραφής και απεύθυνσης, όχι η μυθιστορηματική, αλλά η γραφή της εκμυστήρευσης, η ημερολογιακή σχεδόν, ενός σοφού της τέχνης και της πολιτικής συνείδησης, έγινε σύντομα κάτι σαν Ευαγγέλιο.
Σήμερα, 25 χρόνια μετά, οι εκδόσεις Ίκαρος παραδίδουν ξανά στο κοινό το βιβλίο, στην ένατη έκδοσή του, με νέο εξώφυλλο και σελιδοποίηση.
Γυρίζοντας κάθε σελίδα όμως της νέας έκδοσης, η συγκίνηση, η έκπληξη και αυτός ο ψίθυρος στο κεφάλι ότι θαυμάζεις και ζηλεύεις τις στροφές του μυαλού και μαζί τη διαύγεια του Χατζιδάκι, παραμένουν εκεί. Φρέσκιες, σαν να μην έχει στεγνώσει το μελάνι του.
Σκέφτομαι αυτά τα ξενοδοχεία στο εξωτερικό, που στο συρτάρι του κομοδίνου, πλάι στο μαξιλάρι, έχουν μέσα μια Βίβλο. Το έχετε προσέξει, υποθέτω. Το «Ο καθρέφτης και το μαχαίρι» θα μπορούσε να έχει μια τέτοια θέση για τον σύγχρονο Έλληνα. Όχι μόνο παρηγορητικά και με μια πίστη για το μετά, αλλά και ως χαστούκι και ως χοή στα επίγεια. Κοιτάζω μια φωτογραφία του στο βιβλίο, από το 1986, που χειροκροτεί. Φοράει κοστούμι, γραβάτα, τα μαλλιά του φυσικά έχουν το ατίθασο ενός έφηβου, σαν να μην είχε χτένα στο σπίτι. Γράφει ο ίδιος ως λεζάντα. «Χειροκροτάω κάποιον. Ποιον;». Αυτή η απλή ερώτηση όταν έρχεται από τον Χατζιδάκι μπορεί να εξελιχθεί από αστείο ως μια γιγαντιαία υπαρξιακή αναζήτηση.
«Σαράντα χρόνια ήθελα να μιλήσω στον Γιάννη Τσαρούχη μα δεν μ’ άφηνε να πω λέξη. Μιλούσε μόνο αυτός». Μα πόσο αριστουργηματική απεύθυνση του πληθωρικού Χατζιδάκι στον ζωγράφο που τον έκανε να σκέφτεται και να συγκινείται.
Το βιβλίο διαρθρώνεται σε θεματικά κεφάλαια, ενισχυμένα με φωτογραφίες που μοιάζουν σαν το φακό στο κείμενο. Οι λεζάντες είναι δικές του -άραγε όντως προσπάθησε ως παιδί τρεις φορές να δολοφονήσει την αδελφή του πριν την λατρέψει; Είναι 36 κείμενα που έγραψε ή εκφώνησε στο ραδιόφωνο. Επιτρέψτε μου να σταθώ σε ένα από αυτά. Ο εξουσιαστής, είναι ο τίτλος του. Τι είναι εξουσία και ποιος αλλά και πώς την ασκεί είναι το ερώτημα των παραζαλισμένων πολιτών το τελευταίο διάστημα. Ο Χατζιδάκις επικοινωνεί ακόμα μαζί μας. Και περιγράφει την εξέλιξη του εξουσιαστή «μία εθνική ιστορία ελληνικής καταγωγής που επαναλαμβάνεται με μαθηματική ακρίβεια όλα τα τελευταία χρόνια».
Κατά τον Χατζιδάκι, όλοι κρύβουμε μέσα μας έναν μικρό εξουσιαστή «αποτυχημένο, καταπιεσμένο, ανεκπλήρωτο, δεχόμαστε τον επιτυχόντα σαν μια προέκταση φανταστική του εαυτού μας. Όπως δεχόμαστε τον φθόνο των φθονερών, τη λάσπη των λασπολόγων, την ηθικολογία των ανήθικων, τις καταγγελίες των βρωμερών καταδοτών. Διότι εμπεριέχουμε φθόνον, λασπολογική διάθεση, ανηθικότητα, καταδοτικά συμπλέγματα και χοιροστατική αναπνοή».
Και η Τέχνη; Ο ρόλος της σε σχέση με την πολιτική; «Ή είσαι γεννημένος να την αισθανθείς, ή παραμένει για πάντα κλεισμένη, αρνητική για εσένα». Χαρακτηρίζει τον εαυτό του άνθρωπο πολυτελούς ασκητισμού, ένιωθε πέρα για πέρα νέος, πρότεινε για σύνθημα στους καλλιτέχνες «μέσα στην Τέχνη έξω από το κόμμα».
Ο Σεφέρης, ο Ελύτης, ο Χατζηκυριάκος Γκίκας. Ο «πολύ αυστηρός φίλος» Νίκος Γκάτσος ο Μπεζάρ, το ρεμπέτικο, οι εθνικές εορτές «τελετουργίες χωρίς αντίκρυσμα», ο Φελίνι. Ο Λεωνίδας Κύρκος, ο Γιάννης Μόραλης «τελευταίος ευπατρίδης της πραγματικής ζωής», ο Γιάννης Τσαρούχης «αντιστασιακός στη φθορά και στο ψέμα, όχι των γηπέδων και των συνθημάτων, ο «φανατικός Έλλην» Ζιλ Ντασέν. Ποιο είναι το νόημα του εμβατηρίου «Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει;». Αυτά είναι μερικά από τα πρόσωπα και τα ερωτήματα που διατρέχουν τις σκέψεις του Χατζιδάκι και τις σελίδες του βιβλίου που θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελέσει μια υβριδική αυτοβιογραφία και αστυγραφία.
«Θέλω να φλυαρίσω αλλά οικοδομημένα, σε μιάν αυθαίρετη αν -θέλετε- διαδρομή συλλογισμών και συμπερασμάτων, όπου οι λέξεις που θα μεταχειριστώ θα μιλάν για τις λέξεις που δεν τολμώ να μεταχειριστώ και που τέλος δεν πρόκειται να ολοκληρώσουν ένα θέμα, ένα κείμενο που θα φωτίσει εσάς που με διαβάζετε περισσότερο από όσους δεν θα με διαβάσουν». Βρίσκομαι στο κεφάλαιο «Η λιποθυμία των λέξεων πάνω σε πέντε γραμμές». Η μουσική, το πεντάγραμμο με τις λιπόθυμες λέξεις. Λέξεις που ξαπλώνουν με ηδυπάθεια για να παντρευτούν τους ήχους.