Ο Λέων Α. Ναρ, φιλόλογος και πολυγραφότατος συγγραφέας, καταπιάνεται στο νέο του βιβλίο με τον τραγουδοποιό Θανάση Παπακωνσταντίνου και τους στίχους του.
Το νέο βιβλίο του Λέων Α. Ναρ έχει τον τίτλο «Να βρω ξανά του νήματος την άκρη…», κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη και παρουσιάζεται το Σάββατο στον ΙΑΝΟ στη Σταδίου.
Τι γράφει ο Λέων Α. Ναρ στο νέο του βιβλίο
Γράφει η ποιήτρια Ελένη Αλεξίου για το βιβλίο. «Ήταν στα τέλη της δεκαετίας του 1990, όταν λυκειόπαις είχα ήδη μυηθεί στα λόγια και τις μουσικές των τραγουδοποιών και ερμηνευτών που συνεχίζω να αγαπώ.
Ανάμεσά τους και ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου, που τότε ανακάλυπτα μέσα από το ραδιόφωνο, την μόνη πηγή ελεύθερης πρόσβασης στην μουσική που διέθετε η γενιά μου. Το μικρό του όνομα έπρεπε πάντα να διευκρινίζω στους συνομιλητές μου. Και καθώς συχνά με διόρθωναν «Βασίλης, όχι Θανάσης» είχα έντονη την πεποίθηση ότι εκτός από εμένα τον Θανάση Παπακωνσταντίνου δεν τον άκουγε κανείς!
Ας μου επιτραπεί η κατάθεση αυτής της ανάμνησης ως η μία άκρη στο νήμα της πορείας του Θανάση Παπακωνσταντίνου. Διότι στην άλλη άκρη του νήματος θα βρει κανείς το πλήθος των θαυμαστών του, αφοσιωμένους ακροατές, πολυπληθές κοινό, αυτό που χρόνια τον ακολουθεί στη μουσική του διαδρομή. Νήμα, λοιπόν, η δημιουργία, η έμπνευση, η ζωή, η εξέλιξη… Νήμα και η λέξη-κλειδί στον τίτλο του βιβλίου που σήμερα παρουσιάζουμε.
«Να βρω ξανά του νήματος την άκρη…», με τον διευκρινιστικό υπότιτλο «σχεδίασμα ποιητικής βιογραφίας του Θανάση Παπακωνσταντίνου». Συγγραφέας του ο Λέων Α. Ναρ, πολυσχιδής προσωπικότητα, άρτιος φιλόλογος και πολυγραφότατος συγγραφέας.
Γιατί όμως αξίζει κανείς να διαβάσει αυτό το βιβλίο για τον Θανάση Παπακωνσταντίνου; Γιατί χρειάζεται η μεσολάβηση του Ναρ για να ερμηνεύσει κάποιος τους στίχους του; Γιατί να μην αρκεστεί στην προσωπική του αναζήτηση κάθε ένας από εμάς που ακούμε τα τραγούδια του Θανάση; Γιατί να μην ανατρέξει έστω στις συνεντεύξεις του Παπακωνσταντίνου ή στα άρθρα και αφιερώματα- έντυπα και διαδικτυακά- που έχουν γραφτεί ήδη για εκείνον; Τι ιδιαίτερο έχει αυτό το μικρό, κόκκινο βιβλιαράκι των εκδόσεων Πατάκη με το εμβληματικό σκίτσο του τραγουδοποιού στο εξώφυλλο;
Πολλά πιστεύω ότι είναι τα προτερήματα αυτού του πονήματος που το ανέδειξαν αγαπημένο των αναγνωστών, ώστε να κρατάμε σήμερα την πέμπτη του έκδοση. Συμπυκνώνονται στα τρία βασικά στοιχεία ταυτότητας κάθε βιβλίου: τη δομή, τη γλώσσα και το περιεχόμενο.
Ενα βιβλίο σαν επιστημονική εργασία
Όσον αφορά στη δομή, ο Λέων Ναρ έγραψε ένα βιβλίο που θυμίζει στην οργάνωσή του επιστημονική εργασία χωρίς βέβαια να είναι. Ο αναγνώστης κάθε φορά γνωρίζει πού βρίσκεται και ποιος είναι ο σκοπός του κεφαλαίου που διαβάζει: Εισαγωγή, Κύριο Θέμα με δύο μέρη («Με τη δική του περπατησιά» και «Θεματική και καταβολές»), Επίλογος, Παράρτημα, Ευχαριστίες και Πηγές. Μέρη ενός συνόλου, κομμάτια ύλης που εύκολα τα διατρέχει ο αναγνώστης, γιατί είναι αλληλένδετα, γραμμένα με συνοχή και συνεκτικότητα.
Η ίδια επιμελημένη δομή παρατηρείται και όταν ο Λ. Ναρ θέλει να εκφέρει τη γνώμη του. Ως έμπειρος μελετητής κειμένων ο ίδιος και λόγω της ακαδημαϊκής του ιδιότητας ο Λ. Ναρ δεν αρκείται στο να καταθέτει απλά την άποψή του, αλλά προχωρά σε τεκμηρίωση. Συχνά δίνει και πρόσθετες πληροφορίες που αναζήτησε ο ίδιος ή τις μοιράστηκε μαζί του ο Θανάσης και κλείνει την αναφορά παραθέτοντας τους σχετικούς στίχους.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η άποψη του κ. Ναρ ότι ο Παπακωνσταντίνου είναι κοινωνικός ποιητής. Όπως ο ίδιος γράφει, «μπορεί συχνά να εμπνέεται από την καθημερινότητα και από τις ανθρώπινες σχέσεις, ωστόσο τον απασχολούν θέματα πολιτικού ή κοινωνικού χαρακτήρα». Μετά την διατύπωση της θέσης ακολουθεί παράδειγμα που την υποστηρίζει. Εδώ παράδειγμα είναι το τραγούδι «Φορτίνο Σαμάνο», που ο Παπακωνσταντίνου έγραψε ενενήντα χρόνια μετά την εκτέλεση του πρωτοπαλίκαρου της Μεξικανικής Επανάσταση του 1910. Ο Σαμάνο ζωντανεύει στους στίχους του Θανάση και μάλιστα την κορυφαία στιγμή που πριν την εκτέλεσή του, ακουμπά στον τοίχο, ζητά τσιγάρο και χαμογελά στον φακό. Η σχετική αναφορά κλείνει με την παράθεση ολόκληρου του τραγουδιού, που συγκινεί κατά τον Λ. Ναρ «στον ίδιο βαθμό τόσο τον ανυποψίαστο όσο και τον πιο υποψιασμένο στους κοινωνικούς αγώνες».
Όσον δε αφορά στη γλώσσα ο Λ Ναρ καταθέτει ένα γραπτό που δεν απαιτεί ιδιαίτερες γνώσεις ποιητικής, στιχουργικής ή μουσικής, ακόμη κι αν αυτά είναι τα κύρια θέματά του. Η ανάλυση των όποιων παραμέτρων του βιβλίου γίνεται χωρίς άσκοπες αναλύσεις. Λείπει η επιστημονική ορολογία, το ειδικό λεξιλόγιο κι αυτό προσδίδει στο λόγο ρευστότητα και αμεσότητα. Άλλωστε το διευκρινίζει και ο ίδιος ο συγγραφέας στο Αντί Εισαγωγής κεφάλαιο: «Το βιβλίο αυτό δεν έχει τη φιλοδοξία μιας φιλολογικής μονογραφίας… πρόκειται για σχεδίασμα». Εν ολίγοις το βιβλίο διαβάζεται γρήγορα κι ευχάριστα. Μένει, μπορεί να πει κανείς μεταφορικά, η επιθυμία του «κι άλλο, κι άλλο» που ζητωκραυγάζει το πλήθος στις συναυλίες.
Εκεί όμως που πρέπει να σταθούμε, γιατί είναι το ουσιαστικό κέρδος μας ως αναγνώστες, είναι το περιεχόμενο του βιβλίου. Από εκεί προκύπτει ο πλούτος του που το καθιστά ξεχωριστό, σχεδόν χρήσιμο για όποιον αγαπά τον Παπακωνσταντίνου ή όποιον θέλει τώρα να τον γνωρίσει.
Στον Πρόλογο ο Άκης Σακισλόγλου μας προετοιμάζει ότι «θα αγαπήσουμε τις ιστορίες και τις αναλύσεις των τραγουδιών του Θανάση, όπως τις καταγράφει ο Ναρ». Προσωπική άποψη; Ναι. Ορθώς προοικονομεί ο Σακισλόγλου. Πετυχημένη και η παρομοίωση του βιβλίου του Ναρ με χαρτοκόπτη που επιτέλους βοήθησε τον Σακισλόγλου να αποκολλήσει τις σελίδες όσων γνώριζε στο παρελθόν για τον Θανάση.
Ποιητή θεωρούν τον Θ.Π. και ο Σακισλόγου και ο Λ. Ναρ. «Ούτε τραγουδοποιό ούτε συνθέτη ούτε στιχουργό, αλλά ατόφιο ποιητή. […] Τον χαρακτηρίζει βαθιά ενσυναίσθηση για την ανθρώπινη κατάσταση κι αφουγκράζεται με ξεχωριστή ικανότητα τον υπαρξιακό γδούπο της ιστορίας». Την ποιητικότητα του λόγου του Θ.Π. αναδεικνύουν και τα αποσπάσματα της συζήτησης που είχαν με τον συγγραφέα του βιβλίου. Ο Θ.Π. εκφράζεται με πηγαία γλαφυρότητα, αλλού με παρομοιώσεις (π.χ. «Το υπόγειο ασυνείδητο είναι σαν τα υπόγεια νερά του πλανήτη μας»), αλλού με μεταφορές (π.χ. «[…]η δημιουργία είναι ένα χάρισμα, ένα ταλέντο να κρατάει κανείς την αναπνοή του αρκετά και να βουτάει στο συλλογικό ασυνείδητο»), αλλού με εικόνες και αλληγορίες, αλλού με αναλογίες, όπως όταν παραλληλίζει το όνειρο με τη συγγραφή, για να καταλήξει ότι και τα δύο είναι χαρμάνια.
Αξιοσημείωτη η αναφορά του Λ. Ναρ ότι μετά τα πρώτα αμήχανα τηλεφωνήματα, η «περιπέτεια» αυτού του βιβλίου ξεκίνησε διαδικτυακά σε συνθήκες απόλυτης καραντίνας. Αυτό όμως που ακολούθησε μόνο μοίρασμα ψυχής μπορώ να το χαρακτηρίσω. Ο Παπακωνσταντίνου ξεδιπλώνει πάνω στις ερωτήσεις του Λ. Ναρ τον τρόπο θέασης -θα λέγαμε κοινώς-, αλλά μάλλον θα πρέπει να μιλήσουμε για τον τρόπο περπατησιάς του. «Με τη δική του περπατησιά», όπως είναι άλλωστε και ο τίτλος της πρώτης ενότητας, ο Θ.Π. αποκαλύπτει ενδιαφέρουσες απόψεις, όπως για την έμπνευση που βρίσκει στην ύπαιθρο, που ως κάτοικο επαρχίας με ενδιαφέρει προσωπικά. Η πραγματικότητα, λέει ο Θ.Π., της υπαίθρου με τις αναπάντεχες αλλαγές τού υποδεικνύει να εκφράζεται με σαφήνεια, ενώ η πόλη με την στεγνή επανάληψη οδηγεί στην αφαίρεση.
Άξιες λόγου και οι αναφορές του Θ.Π. σε προσωπικότητες του χώρου, όπως η σύγκριση με τον Μάλαμα. Διαβάζουμε ενδιαφέρουσες σκέψεις του Θανάση, όπως ότι οι μεταξύ τους αντιθέσεις είναι που τους κάνουν να έχουν εκλεκτική συγγένεια, όπως χαρακτηρίζει την αισθητική τους. Ανορθολογικός στη ζωή-λογικότερος στα τραγούδια του ο Μάλαμας, ορθολογιστής στη ζωή- ανορθολογιστής στην τέχνη ο Θ.Π. Σημαντική και η δήλωση στον Λ. Ναρ ότι το δημιουργικό του έργο δεν προέκυψε από κάποια καθοδήγηση ούτε είχε ως βάση του συγκεκριμένες κατευθύνσεις. Ωστόσο με τρυφερότητα σχεδόν θυμάται πώς ο Λοΐζος και ο Σαββόπουλος τον βοήθησαν να περάσει από τους άγουρους πρώτους στίχους στην εσωτερικότητα και την ωρίμανση.
Είναι, βέβαια, και άλλα που εκμυστηρεύεται ο Θ.Π. και κοινωνεί μέσα από το βιβλίο. Όπως το πώς η ανεπάρκειά του στην τεχνική τον οδήγησε σε ιδιαίτερα κουρδίσματα. Με ταπεινότητα ομολογεί τις αστοχίες την ώρα που παίζει ακόμη και σε συναυλίες. «Κάνω πολλά λάθη, έχω ανεπάρκειες, ούτε σκηνική παρουσία, ούτε τίποτα, λέω όμως αυτό: όσο πιο ευάλωτοι, τόσο πιο ελεύθεροι». «Τα λάθη μας είναι ειλικρινή, τόσο ξέρουμε τόσο παίζουμε…», θυμίζει τη ρήση του Νικόλα Άσιμου.
Το βιβλίο κρύβει κι άλλες πολλές εκπλήξεις για τους αναγνώστες του, ακόμη και το τι ζήτησε από τη γυναίκα του να γραφτεί στον τάφο του! Τα σημεία στα οποία αυτοπροσδιορίζεται είναι όντως ξεχωριστά. «Ολιγομίλητος ως άνθρωπος», δεν επιλέγει τα πολλά καλολογικά στοιχεία στα τραγούδια του, γιατί είναι «έτσι φτιαγμένος». Ή τα σημεία στα οποία τονίζει τη σημασία στην επιλογή λέξεων ή τους τρεις τρόπους με τους οποίους λειτουργεί, όταν συνθέτει. Χαριτολογώντας ονομάζει τον τρίτο «σύστημα με τα τρία -ου-» κατά το σύστημα που πρότεινε στους παίχτες του ο Τότης Φυλακούρης, προπονητής του Παναθηναϊκού. Δηλαδή γράφει στα «κου-του-ρου»!
Περνώντας στο δεύτερο μέρος, «Θεματική και καταβολές» ο Λ.Ναρ πλησιάζει πιο κοντά στο περιεχόμενο του τίτλου. Μέσα από τα λόγια και τους στίχους του Θανάση προβάλλονται στοιχεία της βιογραφίας του, όπως η γενέτειρα, οι γονείς, σκηνές της υπαίθρου, παραδόσεις που βίωσε, βιβλία που διάβασε, πρόσωπα του στενού κύκλου του αλλά και της ιστορίας, εθνικής και παγκόσμιας, που τον επηρέασαν ως άνθρωπο κι ως καλλιτέχνη. Ιδιαίτερα χρήσιμη κάθε φορά είναι η άμεση παράθεση από τον Λ. Ναρ των σχετικών στίχων, ώστε να μπορεί εύκολα ο αναγνώστης να ακολουθήσει το νήμα που ενώνει τη ζωή του δημιουργού με τις δημιουργίες του.
Αρχικά ο συγγραφέας εστιάζει στην επισήμανση του Π. Λογγινίδη ότι ο Θ.Π. συγκλίνει θεματολογικά με μοτίβα της παράδοσης. Έρωτας και φύση το ισχυρό δίπολο. Κι αν ο έρωτας δεν αναλύεται τόσο εδώ, ο Λ. Ναρ επιλέγει να σχολιάσει τη διάσταση της φύσης κάπως περισσότερο. Ξεκινά από τη θέση της φύσης σε Έλληνες ποιητές, όπως στον Σολωμό, στον Ελύτη και στον Σικελιανό, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα στον αναγνώστη να αντιληφθεί μέσω της σύγκρισης την ιδιαιτερότητα της φύσης στον Θ.Π. Δεν είναι απλά ένα πλαίσιο δράσης, σκηνικό ηθογραφίας. Είναι αλλόκοτη, τόπος φυγής, αλλά και ελπίδας.
Σημαντικό ανανεωτή της λαϊκής παράδοσης τον χαρακτηρίζει ο Λ. Ναρ και επιχειρηματολογεί σχετικά. Αν και υβριδικό το ποιητικό αποτέλεσμα, απηχεί έντονα το δημοτικό τραγούδι, τα πανηγύρια, τη ντοπιολαλιά. Επιστρατεύει ακόμη και τις φωνές των γονιών του, Βάιας και Αριστοτέλη, δίνοντας στο τραγούδι χροιά λαογραφικού τεκμηρίου. Εκτός από τις επισημάνσεις του συγγραφέα διαβάζουμε και την άποψη του ίδιου του Θ.Π. που για άλλη μια φορά ξαφνιάζει με την ειλικρίνειά του. Δεν επιδίωξε να χριστεί συνεχιστής οποιασδήποτε παράδοσης. Θεωρεί ότι «μεγάλωσε με αυτά τα ακούσματα, καθώς οι γονείς του κατάγονται από χωριά, τους άκουγε να τραγουδούν στο τραπέζι, στη δουλειά…». Άλλωστε, συνεχίζει, του αρέσουν οι παραδοσιακές μουσικές όλου του κόσμου «όχι μόνο οι δικές μας».
Έμπνευση αντλεί ο Θ.Π. εκτός από την παράδοση και από άλλες τέχνες, τη ζωγραφική, τη μουσική, τον κινηματογράφο και την ποίηση. Ειδικά για την τελευταία είναι πάμπολλες οι αναφορές ποιητών που αποτέλεσαν το πρώτο υλικό των τραγουδιών του. Φερμάντο Πεσσόα, Σέσαρ Βαγιέχο, Λόρκα, Ρίλκε, Κορμπιέρ, Εμπειρίκος είναι μερικές περιπτώσεις. «Έχω την ποίηση για δεκανίκι», ομολογεί ο ίδιος και για αυτό αγοράζει βιβλία ποίησης, γιατί ξέρει ότι μπορεί να τον βοηθήσουν να γράψει στίχους. Λογοκλοπή; Σαφώς όχι. Στο θέμα της διαχείρισης του έργου άλλων δημιουργών διαβάζουμε ότι εντελώς τίμια ο Θ.Π. «παραπέμπει σε βιβλία, σε ποιήματα, αναφέρει δηλαδή τις όποιες οφειλές του». «Όπου υπάρχει αλληλεπίδραση πρέπει να λέγεται» τονίζει ο Θ.Π.
Σημείο που αξίζει να σταθούμε σε τούτη την ποιητική βιογραφία είναι τι άλλο από τη μουσική του Παπακωνσταντίνου. Δεν θα διαφωνήσει κανείς με τους όρους «κράμα», «υβριδικότητα», «πάντρεμα» που χρησιμοποιεί ο Λ. Ναρ για να αποδώσει τον ιδιαίτερο μουσικό κώδικα του Θανάση. Ροκ, παράδοση, λαϊκό, Δύση, Ανατολή συγκεράζονται αρμονικά. Αυτό που προκύπτει είναι ταυτόχρονα ολοκαίνουριο, φρέσκο και αναγνωρίσιμο. Αυτή η ιδιαιτερότητα ευνοεί, όπως εύστοχα σχολιάζει ο Λ. Ναρ την πρόσληψη των τραγουδιών του από μια ευρύτατη γκάμα ακροατών, που ίσως γι΄ αυτόν τον λόγο είναι μεταξύ τους ετερόκλητοι ηλικιακά, κοινωνικά και ως προς την πολιτική τους ταυτότητα.
Λίγο πριν κλείσω δυο σημεία ακόμη από τα πολλά που ίσως δεν γίνεται να καλύψει ένα σύντομο κείμενο. Την ποιητική θεωρία του Θ.Π. συμπληρώνουν οι θέσεις του σε καίρια ζητήματα ενίοτε βαθιά φιλοσοφικά. Πώς η επίγνωση του θανάτου ξεχωρίζει τον άνθρωπο από τα άλλα ζώα; Πώς τα όνειρα, η τρέλα, ο έρωτας, η τέχνη γίνονται τρόποι διαφυγής από την υποδούλωση και την βαρβαρότητα; Είναι η αυθεντικότητα μια μορφή πολιτικής στάσης; Και τελικά, μεταπλάθεται το βίωμα σε ποίηση; Αξίζει, φίλοι και φίλες, να διατρέξετε τις σελίδες του βιβλίου και να αναστοχαστείτε κι εσείς πάνω στις απαντήσεις του Θ.Π.
Τέλος, το μοναδικό σημείο στο οποίο διαφωνώ με τον συγγραφέα του βιβλίου! «Τον Θανάση, βέβαια, δεν θα τον χαρακτήριζε κανείς ερωτικό ποιητή- κοινωνικό όμως, ναι, οπωσδήποτε κι αβίαστα», διατρανώνει ο Λ. Ναρ και τον διαψεύδω –χαριτολογώντας πάντα. Ερωτικό, λοιπόν, τον χαρακτηρίζω εγώ και είμαι σίγουρη και οι χιλιάδες που ερωτεύτηκαν με τα τραγούδια του ή ερωτεύτηκαν τα τραγούδια του. Σύμπτωμα του έρωτα το χτυποκάρδι και ποιος δεν χτυποκάρδισε με την «Ανδρομέδα» ή με το «Κάτω απ’ το μαξιλάρι»; Ακόμη και στα τραγούδια τα εκ πρώτης κοινωνικά φωλιάζει το ερωτικό στοιχείο με την έννοια του πάθους, το αληταριό του έρωτα που δραπετεύει από φυλακές, συμβάσεις και κάθε είδους περιορισμούς.
Επιλογικά, ας μου επιτραπεί μια μικρή, καλοπροαίρετη διόρθωση, γράφει καταλήγοντας η ποιήτρια Ελένη Αλεξίου, στον τίτλο του βιβλίου. Διόλου σχεδίασμα δεν είναι αυτή η ποιητική βιογραφία του Θανάση Παπακωνσταντίνου. Πρόκειται για πόνημα ουσίας, μελέτη και εργασία αξιώσεων, για την οποία συγχαίρω τον συγγραφέα. Ο Λέων Α.Ναρ μας έδωσε ένα βιβλίο γεμάτο μουσική και ποίηση, σαν μουσική κάρτα που ανοίγοντάς την αναβλύζουν μελωδίες. Τους στίχους του Θανάση Παπακωνσταντίνου που χαράχτηκαν μέσα μου και με προσδιόρισε για μεγάλη περίοδο της ζωής μου, όταν έψαχνα κι εγώ μιαν άκρη στο νήμα, αφιερώνω στον Λέοντα Ναρ και τους αναγνώστες του βιβλίου σαν κατακλείδα:
«Άιντε ‘κει βαθιά, βαθιά στα σωθικά μου
άιντε κάτι γί, γίνεται, κυρά μου.
Άιντε χίλια άλογα τυφλά γυρίζουν,
άιντε έξοδο ζητάν και μ’ αλωνίζουν»
Παρουσίαση του βιβλίου Λέων Α. Ναρ, «Να βρω ξανά του νήματος την άκρη…». Σχεδίασμα ποιητικής βιογραφίας του Θανάση Παπακωνσταντίνου.
Θα μιλήσουν οι: Δημήτρης Αγγελής, Ποιητής, Διευθυντής του περιοδικού «Φρέαρ»,
Γιώργος Αλλαμανής, Δημοσιογράφος,
Ντόρα Ρίζου, Διευθύντρια παραγωγής στη «Λύρα»,
Θανάσης Τριαρίδης, συγγραφέας
και ο συγγραφέας
Στις 12.00 το μεσημέρι, IANOS, Σταδίου 24, Αθήνα, Τηλ. : 210.32.17.917
Λέων Α. Ναρ – «Να βρω ξανά του νήματος την άκρη…» Σχεδίασμα ποιητικής βιογραφίας του Θανάση Παπακωνσταντίνου