Καθώς τελευταία πληθαίνουν οι ψηφίδες της συνολικής εικόνας για τη νέα εποχή του κτήματος Τατοΐου, ο πρόεδρος του Συλλόγου Φίλων, Βασίλης Κουτσαβλής, μας ξεναγεί στο κτήμα Chatsworth του Ηνωμένου Βασιλείου, που αποτελεί τον οδηγό για την αναβίωση και λειτουργία του κτήματος στο Τατόι.
Έχοντας επισκεφθεί το κτήμα Chatsworth και έχοντας μελετήσει εις βάθος τόσο την ιστορία του όσο και τον τρόπο διοίκησής του, ο Βασίλης Κουτσαβλής γράφει στο iefimerida για το πώς το παράδειγμα του Chatsworth μπορεί να αποτελέσει οδηγό για τη σοβαρή διαχείριση και λειτουργία του π. Βασιλικού Κτήματος Τατοΐου. Πολυταξιδεμένος, έχει μελετήσει εις βάθος τη λειτουργία πολλών κτημάτων, κάστρων, παλατιών στην Ευρώπη, συλλέγοντας από το 2008 πλούσιο υλικό, γνώσεις και εμπειρίες, που αποτελούν ταυτόχρονα πολύτιμο υλικό για τη λειτουργία του κτήματος Τατοΐου. Ακολουθεί το κείμενό του...
Το case study του Chatsworth -Πώς «κουμπώνει» στο Τατόι
Το κτήμα Chatsworth του Ηνωμένου Βασιλείου αποτελεί ίσως το πιο ιδανικό παράδειγμα για μια μελλοντική αξιοποίηση του π. Βασιλικού Κτήματος Τατοΐου. Τόσο το μέγεθός του, αλλά κυρίως ο τρόπος λειτουργίας του προσομοιάζει κατά πολύ στο όραμά μας για το Τατόι. Για τον λόγο αυτό ξεκίνησα να μελετώ το κτήμα αυτό από το 2008. Κατά τις επισκέψεις μου στο Chatsworth ήρθα σε επαφή με ένα μοναδικό σύστημα διοίκησης και λειτουργίας του κτήματος και αυτός ήταν και ο λόγος που στις προτάσεις του Συλλόγου Φίλων Κτήματος Τατοΐου για την αξιοποίηση του Τατοΐου χρησιμοποιήσαμε το κτήμα Chatsworth ως οδηγό. Το 2012 παρουσιάσαμε αυτό το σχέδιο αξιοποίησης στον Φιλολογικό Σύλλογο Παρνασσό. Το σχέδιο έτυχε ένθερμης υποδοχής. Ήταν ευχάριστη έκπληξη όταν στις 19 Ιανουαρίου 2021, στην τηλεδιάσκεψη υπό τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, μας παρουσιάστηκε η μελέτη βιωσιμότητας του Τατοΐου και είδαμε ότι το Chatsworth ήταν το κτήμα πάνω στο οποίο στηρίχθηκε και η μελέτη βιωσιμότητας. Μια ακόμα νίκη της κοινωνίας των πολιτών που δείχνει τον δρόμο για την αξιοποίηση και την ορθή διαχείριση του κτήματος Τατοΐου.
Πάμε λοιπόν να δούμε στις επόμενες γραμμές το case study του Chatsworth και την απόλυτη συνομιλία του με το Τατόι. Η εφαρμογή του μοντέλου διαχείρισης του Chatsworth στο Τατόι μπορεί να εγγυηθεί το μέλλον του κτήματος Τατοΐου, τη βιωσιμότητά του, τη διασφάλιση της αειφορίας του και να το μετατρέψει σε πόλο έλξης παγκοσμίως, αρκεί να ληφθούν υπόψιν κάποιοι σοβαροί παράμετροι.
Η διοίκηση του Chatsworth
To Chatsworth είναι η ιδιωτική εξοχική κατοικία των Δουκών του Devonshire (Οικογένεια Cavendish) από το 1589 και λειτουργεί ως αγρόκτημα στην περιοχή του Chesterfield του Ηνωμένου Βασιλείου. Θεωρείται ως ένα από τα πλέον αγαπημένα και χαρακτηριστικά εξοχικά παλάτσα του Ηνωμένου Βασιλείου. Η έκταση του περιλαμβάνει λιβάδια, δάση, ποτάμια και λίμνες και το αγρόκτημα έχει μια μακρά παράδοση στην παραγωγή εξαιρετικών κρεάτων και αγροτοκτηνοτροφικών προϊόντων. Στο κεντρικό κτίριο μπορεί κανείς να θαυμάσει μια εξαιρετική συλλογή έργων τέχνης και αντικειμένων που ανήκει στην Οικογένεια Cavendish.
Στις αρχές του 20ού αιώνα η φορολογία, το κληρονομικό δίκαιο και οι κοινωνικές συνθήκες άλλαξαν ραγδαία. Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος επέφερε ένα δραματικό πλήγμα σε όλα τα μεγάλα εξοχικά σπίτια της αριστοκρατικής τάξης με δραματικές συνέπειες στη συντήρησή τους και τη λειτουργία τους. Πολλά μέλη της αριστοκρατικής τάξης έχασαν την ζωή τους στον πόλεμο με αποτέλεσμα κάποιες οικογένειες να ξεκληριστούν ολοκληρωτικά. Όσοι εργάζονταν μέχρι τον πόλεμο ως υπηρετικό προσωπικό και κρατούσαν ζωντανά αυτά τα μεγάλα σπίτια αναζήτησαν αλλού την τύχη τους. Πολλές γυναίκες πια αποφάσισαν να εργαστούν σε εργοστάσια και γραφεία και όχι ως υπηρέτριες. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να χαθεί ένας ολόκληρος μικρόκοσμος και μια ολόκληρη εποχή μέσα σε πολύ λίγα χρόνια.
Μετά τον πόλεμο το Ηνωμένο Βασίλειο βίωσε μια πραγματικά βάρβαρη καταστροφή της αρχιτεκτονικής του κληρονομιάς κάτι που συνέβη και στην Ελλάδα αλλά για άλλους λόγους. Πολλά από αυτά τα μεγάλα σπίτια του Ηνωμένου Βασιλείου μαράζωσαν, βανδαλίστηκαν, καταστράφηκαν και πολλά κατεδαφίστηκαν. Τα λίγα που επιβίωσαν, επιβίωσαν γιατί οι ιδιοκτήτες τους τα παραχώρησαν στο National Trust, αυτόν τον εκπληκτικό μη κερδοσκοπικό οργανισμό που διέσωσε και διασώζει έναν τεράστιο πλούτο του Ηνωμένου Βασιλείου αρχιτεκτονικό και φυσικό. Η περίπτωση του Chatsworth με απόφαση της Οικογένειας Cavendish δεν ακολούθησε αυτό τον δρόμο. Μέχρι το 1946 η Οικογένεια αναγκάστηκε να πουλήσει μεγάλα τμήματα του κτήματος και άλλα ακίνητα, έργα τέχνης, βιβλία κτλ για να καλύψει έξοδα μεταβίβασης κληρονομιάς και την φορολογία γενικότερα μέσα σε ένα εξαιρετικά δύσκολο περιβάλλον όπου τα έσοδα της αγροτικής παραγωγής μειωνόταν και οι δύο πόλεμοι ανέτρεψαν το status quo αιώνων.
Το 1946 ιδρύθηκε από την οικογένεια ένα trust (ίδρυμα) θα λέγαμε για να αναλάβει την διαχείριση του κτήματος. Η οικογένεια αποφασίζει να περιοριστεί σε ένα μικρό τμήμα του κεντρικού κτιρίου και να ανοίξει το υπόλοιπο κτίριο και το κτήμα με τους στάβλους και τα λοιπά βοηθητικά κτίρια στο κοινό. Μια κίνηση ανάλογη με το διαχειριστικό σύστημα του National Trust. To 1981 η νομική οντότητα του Chatsworth Trust λαμβάνει την μορφή που έχει σήμερα. Διοικείται από 8μελές διοικητικό συμβούλιο στο οποίο συμμετέχουν μόνο δύο μέλη της οικογένειας και τα υπόλοιπα 6 μέλη είναι διακεκριμένες προσωπικότητες που γνωρίζουν πολύ καλά το κτήμα και την ιστορία του και έχουν μεγάλη τεχνογνωσία στην διαχείριση αντίστοιχων χώρων. Τα ετήσια έξοδα του κτήματος ανέρχονται σε περίπου 4 εκατομμύρια στερλίνες. Το Trust έχει αναλάβει από την οικογένεια Cavendish την διαχείριση του κτήματος για 99 έτη. Η Οικογένεια μένει στο κεντρικό κτίριο και πληρώνει στο trust ενοίκιο στα επίπεδα ενοικίων της αγοράς. Τα ίδια μέλη της οικογένειας έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στον σχεδιασμό της νέας εποχής του κτήματος και συνεχίζουν μέχρι σήμερα να αποτελούν τους καλύτερους πρεσβευτές του κτήματος που με τις ενέργειές τους και την εργασία τους συμμετέχουν ενεργά στην προσπάθεια αύξησης της ετήσιας επισκεψιμότητας του κτήματος.
9,7 εκατομμύρια στερλίνες τον χρόνο μόνο από τα εισιτήρια
Το διοικητικό συμβούλιο ασκεί μια πρωτοποριακή και υποδειγματική διοίκηση του κτήματος. Το μεγαλύτερο μέρος των ετήσιων εσόδων προέρχεται από τα εισιτήρια του κεντρικού σπιτιού και των κήπων. Το 2019 από την ενημέρωση που είχα από την γενική διεύθυνση του κτήματος τα έσοδα αυτά υπολογίζονταν στα 9,7 εκατομμύρια στερλίνες. Το κτήμα είναι ανοιχτό για το κοινό από τα μέσα Μαρτίου μέχρι τις αρχές του Ιανουαρίου. Στην περίπτωση του Τατοΐου μιλάμε για λειτουργία καθ’ όλη την διάρκεια του έτους πλυν ίσως κάποιας περιόδου όπου θα πρέπει να παραμένει κλειστό για λόγους συντήρησης.
Βλέπουμε λοιπόν πόσο σημαντικό είναι το Κτήμα Τατοΐου να μπορεί να διαχειρίζεται το σύνολο των εισιτηρίων του. Με τα μέχρι τώρα δεδομένα τα εισιτήρια των μουσείων στην Ελλάδα δεν τα διαχειρίζονται τα ίδια τα μουσεία, αλλά πηγαίνουν στο πρώην ΤΑΠ, νυν ΟΔΑΠ. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα το κτήμα Τατοΐου να μαραζώνει οικονομικά, να μην μπορεί να αυτοσυντηρηθεί και να μην μπορεί να διαχειρίζεται το εισόδημα που παράγει. Στο Chatsworth αυτά τα χρήματα αποτελούν τον κορμό του αδιάλειπτου προγράμματος συντήρησης τόσο των κτιρίων όσων και των κήπων και του δάσους, αγοράς έργων τέχνης και αντικειμένων του σπιτιού που είχαν χαθεί και είχαν πουληθεί στο παρελθόν.
Κηπουροί από όλο τον κόσμο εκπαιδεύονται στους κήπους του
Είναι πολύ σημαντικό να κατανοήσουμε ότι χώροι σύνθετοι όπως το Τατόι δεν μπορεί να διαχειρίζονται ως ένα απλό μουσείο. Η συντήρηση των κήπων, του δάσους και ενός δημοσίου κτήματος 42.000 στρεμμάτων οφείλει να γίνεται με απρόσκοπτη ροή χρηματοδότησης που θα προέρχεται από τα παραγόμενα έσοδα του κτήματος. Κάθε άλλη σκέψη θα οδηγήσει το όλο εγχείρημα στην απαξίωση και στην μη βιώσιμη λειτουργία του. Στα έτη που η επισκεψιμότητα του Chatsworth είναι αυξημένη και τα έξοδα συντήρησης βαίνουν μειούμενα ο οργανισμός του κτήματος οδηγεί τα επιπλέον κεφάλαια στο αποθεματικό του κτήματος με τα οποία αντιμετωπίζονται έκτακτα έξοδα σε δύσκολες περιόδους χωρίς έσοδα εισιτηρίων όπως αυτή που διανύουμε τώρα λόγω Covid.
Στα έσοδα των εισιτηρίων το κτήμα προσθέτει το σύνολο των εσόδων από τα ενοίκια των πωλητηρίων, των καφέ και των εστιατορίων και τις γενικότερες εμπορικές δραστηριότητες αναψυχής, εκθέσεων κτλ. Το 2019 αυτό το ποσό υπολογίστηκε στα 3.8 εκατομμύρια στερλίνες. Εαν προσθέσουμε και τις επενδύσεις χαρτοφυλακίου, δωρεές, συνδρομές κτλ τα συνολικά έσοδα του κτήματος το 2019 ήταν 14,8 εκατομμύρια στερλίνες. Τα έξοδα για το 2019 υπολογίστηκαν στα 13,6 εκατομμύρια στερλίνες. Το κτήμα απασχολεί 120 μόνιμους υπαλλήλους και 240 part-time προσωπικό, 173 εθελοντές και 30 άτομα που κάνουν την πρακτική τους και εργάζονται σε τομείς λειτουργίας του κτήματος. 24 άτομα το μόνιμου προσωπικού είναι κηπουροί για τους κήπους και τις εκτάσεις του κτήματος με κύριο στόχο να διατηρούν το κτήμα σε μια άψογη κατάσταση. Ένα πολύ ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι κηπουροί από μεγάλους οργανισμούς του Ηνωμένου Βασιλείου θέλουν να μετεκπαιδευτούν στο Chatsworth και εργάζονται στο κτήμα για να ενισχύσουν τις γνώσεις τους και την επαγγελματική τους εμπειρία.
Οι εμπορικές δραστηριότητες του κτήματος Chatsworth
Είχα μείνει πραγματικά εντυπωσιασμένος από τους χιλιάδες κωδικούς στα πωλητήρια του κτήματος. Κωδικοί που δεν αφορούν μόνο την ιστορία του κτήματος αυτή καθαυτή. Είναι πραγματικά εντυπωσιακή η ποικιλία των εμπορευμάτων. Εξαιρετικά ποιοτικά προϊόντα που αποπνέουν ρομαντισμό και αφορoύν την διακόσμηση του σπιτιού, το μπάνιο, την κουζίνα, τον κήπο. Καλλυντικά, πορσελάνες, προϊόντα γραφείου, ρούχα, αξεσουάρ, κοσμήματα, κτλ αποτελούν τον κύριο κορμό αυτών των εμπορευμάτων.
Το Farm-Shop ήταν μια πρωτοποριακή για την εποχή της ιδέα της Δούκισσας του Devonshire Deborah μιας εκ των 6 αδερφών Mitford. Οραματίστρια και πολύ δημιουργική και εργατική ήταν αυτή που άλλαξε το Chatsworth και έβαλε τα θεμέλια για αυτό που είναι σήμερα. Γεννήθηκε το 1920 και πέθανε το 2014. Έζησε τις πιο δραματικές περιόδους του κτήματος και βίωσε τις συγκλονιστικές αλλαγές που επιτελέστηκαν στην βρετανική κοινωνία. Σε αυτή οφείλει το Chatsworth τη νέα του εποχή. Η Δούκισσα ήταν το κύριο δημόσιο πρόσωπο του Chatsworth για πολλές δεκαετίες. Έγραψε αρκετά βιβλία για το Chatsworth και έπαιξε βασικό ρόλο στην αποκατάσταση του σπιτιού, στην αποκατάσταση του κήπου και στην ανάπτυξη εμπορικών δραστηριοτήτων όπως το Chatsworth Farm Shop (το οποίο βρίσκεται σε πολύ διαφορετική κλίμακα από τα περισσότερα καταστήματα αγροκτημάτων, καθώς απασχολεί σήμερα περίπου εκατό άτομα).
Η εξαιρετική περίπτωση του Farm Shop
Είναι ένα φανταστικό κατάστημα που πουλά όλα τα γεωργικά και κτηνοτροφικά βιολογικά προϊόντα του κτήματος. Αυτό δημιουργεί έμμεσα δεκάδες θέσεις στον αγροτοδιατροφικό τομέα, ενισχύοντας την τοπική κοινωνία και χτίζει θέσεις για τους νέους να μείνουν στον τόπο τους. Αν προσθέσουμε και τις υπηρεσίες τροφοδοσίας και catering του Chatsworth καi ένα εξαιρετικό brand το Chatsworth Food, το οποίο πουλά μια πολυτελή γκάμα τροφίμων που φέρουν την υπογραφή της και έχουν γίνει ανάρπαστα μιλούμε για ένα εξαιρετικό πλαίσιο λειτουργίας εξαιρετικά κερδοφόρο. Η ίδια η Δούκισσα ως πολύ δημιουργικός άνθρωπος και με υψηλή αισθητική και άποψη στην διακόσμηση δημιούργησε το Chatsworth Design, το οποίο πουλά δικαιώματα εικόνας σε αντικείμενα και σχέδια από τις συλλογές Chatsworth. Πολύ συχνά η ίδια στελέχωνε το γραφείο εισιτηρίων, έκανε ξεναγήσεις και βρισκόταν στα πωλητήρια του κτήματος βάζοντας την προσωπική της πινελιά και το ταμπεραμέντο της εκπαιδεύοντας το προσωπικό της πρώτης γραμμής. Η ίδια δημιούργησε τα Cavendish Hotel στο Baslow, κοντά στο Chatsworth, και το Devonshire Arms Hotel στο Abbton Abbey εντάσσοντας τον τομέα της φιλοξενίας στις υπηρεσίες του Chatasworth. Με μια εξαιρετική αναπαλαίωση των σπιτιών της φάρμας και άλλων κτιρίων του κτήματος κατάφερε να δημιουργήσει υπηρεσίες φιλοξενίας υψηλού επιπέδου και εξαιρετικά κερδοφόρες σήμερα για τα οικονομικά του κτήματος. Είναι όλα αυτά που βλέπουμε και στο κτήμα Τατοΐου, μιας και το κτήμα διαθέτει όλες αυτές τις προοπτικές.
Το μέλλον του κτήματος Τατοΐου
Με βάση λοιπόν τον οδικό χάρτη των καλών παραδειγμάτων του εξωτερικού θα πρέπει να κινηθεί και η αξιοποίηση του π. βασιλικού κτήματος Τατοΐου. Η βαρύτητα θα πρέπει να δοθεί όχι στην διεκπεραίωση απλά χρόνιων προβλημάτων του κτήματος, αλλά σε μια ποιοτική αποκατάσταση του συνόλου του κτήματος με απόλυτη προσήλωση σε έναν διεθνή κώδικα αισθητικής. Το Τατόι δεν είναι ένα μουσείο όπως όλα τα άλλα. Τα μουσεία στην Ελλάδα είναι κατά κύριο λόγο κτίρια που χτίστηκαν ή χτίζονται για να είναι Μουσεία. Η βαρύτητα δίνεται κατά κύριο λόγο στον κινητό πλούτο τους, στις προθήκες και στους τρόπους έκθεσης.
Το Ανάκτορο του Τατοΐου είναι μια ξεχωριστή περίπτωση. Το ίδιο το κτίριο είναι Μουσείο ανεξαρτήτως του κινητών εκθεμάτων που θα το γεμίσουν. Οπότε η βαρύτητα πρέπει να δοθεί στην ενιαία αισθητική αποκατάσταση του κτιρίου. Σαφώς και δεν θα λειτουργεί πλέον ως Ανάκτορο αλλά θα πρέπει να θυμίζει αυτή την χρήση για να γίνει ελκυστικό σε ένα κατά ομολογία εξαιρετικά εκπαιδευμένο παγκόσμιο τουριστικό κοινό. Το ίδιο το κτίριο οφείλει και πρέπει να ταξιδεύει τον επισκέπτη στην αρχική του μορφή. Σαν ένα λειτουργικό μεγάλο εξοχικό όπου έζησαν και φιλοξενήθηκαν σε αυτο ιστορικά πρόσωπα που συνδέθηκαν με πάνω από έναν αιώνα σύγχρονης ελληνικής και ευρωπαϊκης ιστορίας.
Επαναπατρισμός των χαμένων αντικειμένων
Η μάχη που πρέπει να δοθεί είναι το κτίριο να αποκατασταθεί με τα υψηλότερα standards και με μια κορυφαία αισθητική. Δεν είναι απλά 4 ντουβάρια που μέσα θα ρίξουμε τα χιλιάδες κινητά αντικείμενα. Το κτίριο θα πρέπει να εκφράζει τους αισθητικούς κώδικες του τέλους του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ου. Από την στιγμή που σοφά ελήφθη η απόφαση να επανέλθει στο χρόνια του Γεωργίου Α’ θα πρέπει με συνέπεια να επανέλθει σε αυτή την εποχή. Τα προβλήματα σε αυτό είναι αρκετά μιας και απουσιάζει ή δεν έχει ταξινομηθεί εξαιρετικά πολύτιμο αρχειακό υλικό που θα μπορούσε να αποτελέσει οδηγό για την μελλοντική αποκατάσταση. Ο κινητός εξοπλισμός του Ανακτόρου στα χρόνια του Γεωργίου Α έχει διαμελιστεί και σκορπιστεί στα μήκη και πλάτη της γής. Οφείλουμε να ετοιμάσουμε ένα φιλόδοξο σχέδιο επαναπατρισμού αντικειμένων και ενίσχυσης της μουσειακής συλλογής με αυτά τα αντικείμενα. Στην περίπτωση του Τατοΐου ελοχεύει ο κίνδυνος να κατασκευάσουμε ένα Μουσείο που κτιριολογικά θα ανήκει στο τέλος του 19ου αιώνα και τα εκθέματά του να μην ανταποκρίνονται σε αυτή την εποχή.
Η μουσειολογική μελέτη θα είναι ίσως το πιο σύνθετο, δύσκολο και χρονοβόρο επόμενο βήμα. Έχουμε προτείνει στο Υπουργείο Πολιτισμού την σύσταση μιας ειδικής επιτροπής που θα παρακολουθεί στενά το θέμα αυτό. Η επιτροπή αυτή θα πρέπει να έχει και επιστήμονες από το εξωτερικό, εκτιμητές έργων τέχνης της συγκεκριμένης περιόδου ιδανικά από μεγάλο Οίκο δημοπρασιών, ιστορικούς τέχνης, μουσειολόγους κτλ. Απαραίτητη κρίνουμε την εμπλοκή καταξιωμένου σκηνογράφου και διακοσμητή που να έχει εμπειρία στην περίοδο αυτή. Στο Ανάκτορο θα πρέπει να φτιαχτεί ένα σκηνικό.
Από το οπτικό υλικό που έχουμε στην διάθεσή μας οφείλουμε να επαναφέρουμε το εσωτερικό του κτιρίου στην αρχική του κατάσταση. Έπιπλα που λείπουν και μέχρι να εντοπιστούν οφείλουν να αντιγραφούν και να παραχθούν ξανά, κουρτίνες, χαλιά και ταπετσαρίες το ίδιο. Οι αίθουσες υποδοχής του ισογείου θα πρέπει να αποκτήσουν και πάλι τον γύψινο και ζωγραφικό τους διάκοσμο ο οποίος ξεκάθαρα αποτυπώνεται στο φωτογραφικό υλικό που βρίσκεται στο Μουσείο Μπενάκη και σε όσες φωτογραφίες έχουν δημοσιευθεί ή βρίσκονται σε ιδιωτικά αρχεία, περιοδικά κτλ. Η αίσθηση και η εμπειρία που θα αποκτά ο επισκέπτης δεν μπορεί να συγκριθεί με κανένα άλλο μουσείο στη χώρα μας.
Αναμμένοι φούρνοι, ξύλινα πατώματα που τρίζουν
Για τον λόγο αυτό το project είναι ξεχωριστό και δεν μπορεί να ακολουθήσει την «περπατημένη» που έχει ακολουθηθεί σε άλλα μουσεία στον ελλαδικό χώρο. Η διεθνής εμπειρία είναι πολύτιμη και θα πρέπει να κάνουμε ότι περνά από το χέρι μας για να την εξασφαλίσουμε. Το αυτό ισχύει και για το Μουσείο Βασιλικών Αμαξών και Αυτοκινήτων. Τα καλά παραδείγματα παγκοσμίως είναι πολλά. Το Chatsworth είναι ένα από αυτά. Ο τρόπος που έχει στηθεί η μουσειολογική μελέτη του σπιτιού αυτού μαγεύει τον επισκέπτη. Όταν περνάς την πόρτα του κτιρίου τίποτα δεν θυμίζει ότι βρίσκεσαι στον 21ο αιώνα. Μεταφέρεσαι σε ένα νοητό ταξίδι στον χρόνο.
Ο φωτισμός, η μυρωδιά των ξύλων στα πατώματα, και η μυρωδιά του κτιρίου γενικότερα, το τρίξιμο στα πατώματα καθώς περπατάς, τα αντικείμενα που σε προσκαλούν να καθίσεις και να συμμετέχεις σε μια γιορτή, τα μπάνια και οι κρεβατοκάμαρες όλα μοιάζουν να είναι έτοιμα να λειτουργήσουν. Η αποκάλυψη σε αυτούς τους χώρους και ένα δικό μου προσωπικό ενδιαφέρον είναι πάντα οι κουζίνες.
Σε πολλά αντίστοιχα μουσεία έχουν στηθεί ολόκληρα σκηνικά με φούρνους που μοιάζουν αναμμένοι, με κατσαρόλες που βράζουν, με φρούτα και λαχανικά και κρεατικά έτοιμα να μαγειρευτούν. Η σύγχρονη τεχνολογία χρησιμοποιείται για να ζωντανέψει αυτούς τους χώρους, να μυήσει του επισκέπτες σε μια άλλη εποχή και έναν άλλο τρόπο ζωής. Και αυτό ακριβώς είναι που ενθουσιάζει τους επισκέπτες, που τους κάνει τους καλύτερους πρεσβευτές για την διαφήμιση του Μουσείου, που αυξάνει την επισκεψιμότητα, τα έσοδα και την βιωσιμότητα αυτών των χώρων.
Εκεί πρέπει λοιπόν να στρέψουμε το βλέμμα μας. Στους απαιτητικούς πελάτες μας. Που θα μας επισκεφθούν και θα πρέπει να μην τους απογοητεύσουμε. Να τους χαρίσουμε ένα βίωμα και μια εμπειρία που θα τους ακολουθεί στις αναμνήσεις τους από την Ελλάδα. Το βίωμα που στη συνέχεια θα μεταφραστεί σε αγορά προϊόντων από τα πωλητήρια, που θα μεταφραστεί στην επένδυση χρόνου και χρήματος στο μνημείο. Είναι πραγματικά η μεγαλύτερη ανησυχία μου σε αυτήν τη φάση που έχει εισέλθει το πολύπαθο Τατόι. Θα πρέπει να μην χαθεί η μάχη της αυθεντικότητας και της αισθητικής. Και οφείλουμε να δουλέψουμε όλοι για αυτό. Και ειδικά εκείνοι που αγαπούν, γνωρίζουν και μπορούν να αποτελέσουν προστιθέμενη αξία σε όλο αυτό το σύνθετο και φιλόδοξο σχέδιο.