Σπουδαίο, πολιτικό θέατρο που κινητοποιεί τη σκέψη και προκαλεί έντονες συζητήσεις, το έργο «Τhe Doctor», του Ρόμπερτ Άικ, που παρουσιάζει η Κατερίνα Ευαγγελάτου στο Αμφι-Θέατρο, αντιμετωπίζει με τόλμη τα αδιέξοδα της πολιτικής ταυτοτήτων και τις, δυνάμει τραγικές, συνέπειες της κουλτούρας της ακύρωσης.
Τον Οκτώβριο του 1912 ο λογοκριτής της Βιέννης απαγόρευσε να ανεβεί στο θέατρο το έργο του Άρτουρ Σνίτσλερ «Ο καθηγητής Μπερνάρντι» -κατάφερε να κάνει πρεμιέρα τελικά έναν μήνα αργότερα στο Βερολίνο.
Ο πατέρας και ο παππούς του Σνίτσλερ ήταν εξέχοντες εβραίοι γιατροί, ο ίδιος σπούδασε Ιατρική στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης και εργάστηκε στο Γενικό Νοσοκομείο της αυστριακής πρωτεύουσας προτού αποφασίσει να ασχοληθεί αποκλειστικά και μόνο με την λογοτεχνία και το θέατρο. Στον «Καθηγητή Μπερνάρντι» θέλησε να σχολιάσει τον αντισημιτισμό που ήταν ιδιαιτέρως έντονος στην εποχή του (και λίγα χρόνια αργότερα θα οδηγήσει στην κτηνωδία του Ολοκαυτώματος), θύμα του οποίου πέφτει ο ήρωας του, όταν απαγόρευσε σ’ έναν καθολικό ιερέα να δώσει την τελευταία μετάληψη σε μια νεαρή γυναίκα που έχασε τελικά τη ζωή της.
O «Γιατρός» (2019) του Ρόμπερτ Άικ είναι μία μεταφορά στην εποχή μας του «Καθηγητή Μπερνάρντι» του Σνίτσλερ. Δυστυχώς το έργο του Σνίτσλερ δεν κυκλοφορεί στα ελληνικά για να μπορέσουμε να συγκρίνουμε το πρωτότυπο με το καινούργιο έργο του Άικ αλλά η βασική ιστορία είναι ίδια: η εβραϊκής καταγωγής γιατρός Ρουθ Γουλφ, διευθύντρια νοσηλευτικού ιδρύματος, απαγορεύει στον καθολικό ιερέα που στέλνουν οι γονείς μίας έφηβης που νοσηλεύεται σε κρίσιμη κατάσταση (μετά από αυτοσχέδια άμβλωση) να την μεταλάβει και να της δώσει άφεση αμαρτιών. Το κορίτσι πεθαίνει, ο ιερέας και οι γονείς του καταγγέλλουν την γιατρό και μία απίστευτων διαστάσεων εκστρατεία ακύρωσης εις βάρος της ξεκινά μέσω κοινωνικών δικτύων και αυτόκλητων τηλεοπτικών δικαστηρίων, που οδηγεί τελικά στην διαγραφή της από τον Ιατρικό Σύλλογο.
Ρόμπερτ Άικ, το καινούργιο μεγάλο όνομα του βρετανικού θεάτρου
Ο σκηνοθέτης και συγγραφέας Ρόμπερτ Άικ (γεν. 1986) ξεχώρισε από τα πρώτα του βήματα στο θέατρο. Με την καθοδήγηση αρχικά του Μάικλ Γκράντατζ, σκηνοθέτη και πρώην διευθυντή του Donmar Warehouse, έμαθε την τέχνη της σκηνής δίπλα στους καλύτερους, τον Τρέβορ Ναν (διευθυντή στην μακρά καριέρα του, του Royal Shakespeare Company, του Royal National Theatre και του Royal Haymarket Τheatre) και τον Μάικλ Ατένμπορο (διευθυντή του θεάτρου Αlmeida από το 2002 έως το 2013).
Ο Άικ ξεχώρισε με τις διασκευές κλασικών έργων και τις σκηνοθεσίες του στο Almeida από το 2014. Καταρχάς με μια ελεύθερη διασκευή της αισχυλικής «Ορέστειας» που παρουσίασε το 2015 – οι κριτικές ήταν διθυραμβικές και η παράσταση μεταφέρθηκε στο West End. Τα χρόνια που ακολούθησαν παρουσίασε δικές του διασκευές του «Θείου Βάνια» του Τσέχωφ, της «Μαρίας Στιούαρτ» του Σίλλερ και μία scandi-noir εκδοχή του «Άμλετ».
Το «The Doctor» έκανε πρεμιέρα στο θέατρο Almeida τον Αύγουστο του 2019, είχε μεγάλη επιτυχία και κέρδισε κορυφαία βραβεία. Toν περασμένο Ιούνιο ο/η «Γιατρός» μεταφέρθηκε στο Park Avenue Armory με την ίδια πρωταγωνίστρια, την σπουδαία Τζούλιετ Στίβενσον.
Δικαιωματισμός, cancel culture και άλλα δεινά
Το «Τhe doctor» δικαιώνει την ανάγκη των διασκευών καθώς ο Άικ δεν μεταφέρει απλώς στην εποχή μας ένα σημαντικό έργο των αρχών του 20ού αι. αλλά ανοίγει την προβληματική του πρωτοτύπου σε ζητήματα που βρίσκονται σήμερα στην αιχμή του ενδιαφέροντος κάθε σκεπτόμενου πολίτη.
Η γνώση της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας αναγνωρίζεται στον πυρήνα του έργου. Παρακολουθώντας την παράσταση της Κατερίνας Ευαγγελάτου (η ίδια μετέφρασε το έργο) συχνά έρχονταν στο μυαλό μου οι αγώνες λόγου στις αρχαίες τραγωδίες και ειδικά στην «Αντιγόνη» του Σοφοκλή. Αν και εντελώς διαφορετικής οπτικής και θέσης, τα επιχειρήματα τόσο της Αντιγόνης όσο και του Κρέοντα είναι σωστά.
Το ίδιο συμβαίνει και με το σύνολο των ομάδων διαφορετικών «συμφερόντων» που παίρνουν θέση στην υπόθεση της Ρουθ Γουλφ – όλοι έχουν από την πλευρά τους δίκιο. Η γιατρός έχει τυπικά δίκιο όταν αρνείται στον ιερέα να μεταλάβει την έφηβη - δεν θέλει το κορίτσι να καταλάβει πόσο κοντά στον θάνατο είναι και να πεθάνει μέσα στην αγωνία και το φόβο. Η αυστηρή της στάση προφανώς συνδέεται με την αντίδρασή της στην αναχρονιστική στάση των καθολικών (κι άλλων χριστιανικών Εκκλησιών) για τις αμβλώσεις – αν το κορίτσι πήγαινε σε κλινική, δεν θα πέθαινε από σηψαιμία.
Η ηρωίδα αυτοπροσδιορίζεται από την επιστημονική της ιδιότητα και το λειτούργημα που είναι η δουλειά του γιατρού, στην οποία έχει αφιερώσει την ζωή της. Η σκέψη και η ηθική της δεν μπορεί να διαχωριστεί από το επάγγελμά της. Αυτό πληρώνει. Γιατί όταν αποπέμπει τον ιερέα, αρνείται να παραδεχθεί ότι οι άνθρωποι έχουν μεταφυσικές αγωνίες και ανάγκες που κανένας γιατρός, όσο καλός κι αν είναι, δεν μπορεί να ανακουφίσει. Αυστηρή έως και δυσάρεστη προς τους συναδέλφους της, αδιάφορη για τις εξαρτήσεις και τα συμφέροντα που εμπλέκονται στην λειτουργία του ιδιωτικού νοσηλευτικού ιδρύματος που διευθύνει, παρουσιάζεται τυφλή μέσα στο δίκιο της, απολύτως βέβαιη ότι η επιλογή της είναι η μόνη σωστή, κουφή στις συμβουλές των άλλων, χωρίς ευελιξία και προσαρμοστικότητα στις αντιφάσεις που χαρακτηρίζουν την ανθρώπινη συνθήκη. Το είχε πει αιώνες πριν ο σοφός Λάο Τσε: Ό,τι είναι ευέλικτο ανήκει στο βασίλειο της Ζωής, ό,τι είναι σκληρό και δυνατό ανήκει στο βασίλειο του Θανάτου.
Η κόλαση των Άλλων την εποχή της cancel culture
Το δεύτερο μέρος του έργου είναι πραγματικά συναρπαστικό. Η γιατρός δέχεται να συμμετάσχει σ’ ένα τηλεοπτικό debate, μόνη της, με μόνο όπλο την πίστη της στην επιστημονική ορθότητα της απόφασής της. Πόσο ανεπαρκής αποδεικνύεται! Ένας ιερέας/ακτιβιστής μίας χριστιανικής ένωσης, ένας δικηγόρος (ειδικός σε θέματα ιατρικής ηθικής και εναντίον των αμβλώσεων), ένας καθηγητής Εβραϊκής Ιστορίας, και ένα «ερευνητό», πρόεδρο(ς) μίας κίνησης για τις ασυνείδητες προκαταλήψεις, στήνουν στον τοίχο την γιατρό.
Πολύ έξυπνα ο Ρόμπερτ Άικ δείχνει ότι την εποχή των κοινωνικών δικτύων και του τηλεοπτικού λαϊκισμού, η κατάτμηση των ανθρώπων σε υποσύνολα ειδικών χαρακτηριστικών (καθένα εκ των οποίων έχει δίκαιες απόψεις και αιτήματα) μπορεί να προκαλέσει «πόλεμο» με θύμα τον Άνθρωπο, το Δίκαιο, την Επιστήμη.
Εννοείται πως περιμένουμε την έκδοση του «Τhe Doctor» καθώς ανήκει στα έργα που διατηρούν την αξία τους και εκτός σκηνής, ως αναγνώσματα.
Τhe Doctor: η παράσταση
Η Κατερίνα Ευαγγελάτου ακολούθησε τις οδηγίες του συγγραφέα και σκηνοθέτη να είναι ασύμφωνη και εν τίνι μέτρω ασαφής η ταυτότητα κάθε ηθοποιού (πλην της Γιατρού) ως προς την ταυτότητα του ρόλου του. Για να φανεί -υποθέτω- ότι οι διακρίσεις φυλής, φύλου, θρησκείας, κουλτούρας δεν πρέπει να είναι υπεράνω της ιδιότητας του Ανθρώπου.
Ως προς το στήσιμο η σκηνοθεσία ακολούθησε την γραμμή της βρετανικής παράστασης –ακόμα και η περούκα που φοράει η Στεφανία Γουλιώτη θυμίζει τα μαλλιά της Τζούλιετ Στίβενσον. Το ίδιο και η σκηνογραφία της Εύας Μανιδάκη. Ωστόσο με δεδομένη την ιδιαιτερότητα του σκηνικού χώρου του Αμφιθεάτρου, που εκτείνεται εις πλάτος, νομίζω ότι χρειάζονταν μία, έστω λιτή και αφαιρετική, σκηνογραφική προσθήκη για τις σκηνές που εξελίσσονται στο σπίτι της Γιατρού. Η σκηνή του τηλεοπτικού δικαστηρίου έχει στηθεί ακριβώς με τον ίδιο τρόπο, με το βίντεο να προβάλλει το πρόσωπο της γιατρού (που έχει γυρίσει την πλάτη στο κοινό). Εξαιρετικό το ηχητικό σάουντ-τρακ του Αλέξανδρου-Δράκου Κτιστάκη και οι φωτισμοί του Νίκου Βλασόπουλου.
Ένας προσεκτικά επιλεγμένος θίασος ερμηνεύει τον σύνολο των ανθρώπων που «παίζουν» την ιστορία Άικ (Νίκος Χατζόπουλος, Αμαλία Νίνου, Κίττυ Παϊταζόγλου, Μαριάννα Δημητρίου, Ζωή Ρηγοπούλου, Aurora Marion, Λευτέρης Πολυχρόνης, Νίκη Σερέτη, Σταύρος Καλλιγάς, Αλίκη Ανδρειωμένου). Δεν είναι όλοι εξίσου καλοί αλλά το κοινό αποζημιώνει η έξοχη ερμηνεία της Στεφανίας Γουλιώτη!