Kριτική από τη Ματίνα Καλτάκη: «Η αγαπημένη του κυρίου Λιν» με τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη σε σκηνοθεσία Γκι Κασίερς - iefimerida.gr

Kριτική από τη Ματίνα Καλτάκη: «Η αγαπημένη του κυρίου Λιν» με τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη σε σκηνοθεσία Γκι Κασίερς

Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης
Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης
ΜΑΤΙΝΑ ΚΑΛΤΑΚΗ

Ένας μονόλογος είναι η πιο απλή μορφή θεατρικής πράξης, η πιο «προσωπική» μορφή σκηνικής αφήγησης.

Συχνά έχει την μορφή της εξομολόγησης μίας προσωπικής ιστορίας και η άμεση ή έμμεση απεύθυνση προς το κοινό αξιώνει την προσοχή καθενός θεατή ξεχωριστά. Αν ο λόγος, ως μορφή και περιεχόμενο, έχει ενδιαφέρον και ο ηθοποιός μπορεί να ανταποκριθεί στην συνθήκη (μόνος πάνω στην σκηνή, χωρίς ένα σύνολο ηθοποιών να τον πλαισιώνουν/«προστατεύουν» και με τα αδηφάγα μάτια του κοινού συγκεντρωμένα πάνω του), η επιτυχία της παράστασης είναι σίγουρη.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Τα καλύτερα δείγματα μονολόγων αποτελούν συμπύκνωση πολλών ιστοριών, μια Περιπέτεια ενός συνόλου ανθρώπων που αφορά πολλούς περισσότερους.

Η «Αγαπημένη του κυρίου Λιν», για παράδειγμα, αγγίζει με λεπτότητα, χωρίς κραυγές και εύκολες διαμαρτυρίες, ένα δύσκολο πρόβλημα της εποχής μας: την μετακίνηση πολλών χιλιάδων ανθρώπων από την Ασία και την Αφρική στην Ευρώπη προκειμένου να σωθούν από πολέμους ή συνθήκες ακραίας φτώχειας.

Βέβαια, η νουβέλα του Φιλίπ Κλωντέλ «La petite fille de monsieur Linh» (2005) που μετέφερε στην σκηνή ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, δεν στέκεται στα πραγματολογικά στοιχεία της βίας της μετακίνησης, και στα δίκτυα που εμπλέκονται στην κερδοφόρα μεταφορά προσφύγων και μεταναστών στην Ευρώπη. Ο συγγραφέας μετακινεί την προσοχή μας στην επόμενη φάση, όταν ο Ξένος πατάει στη «Γη της Επαγγελίας» στην οποία κατ’ ανάγκην βρέθηκε.

Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης
ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ο κύριος Λιν ήταν αγρότης σε μια μακρινή χώρα, ζούσε στον ορυζώνα του απομονωμένος από την πολυκοσμία και τον θόρυβο των πόλεων. Το πρώτο πράγμα που προσέχει φτάνοντας στην μεγάλη δυτική πόλη είναι η μυρωδιά της, για την ακρίβεια η απουσία μυρωδιάς (προφανώς εννοεί την απουσία της μυρωδιάς της γης και των πλασμάτων της στην πρωτογενή συνθήκη της ζωής στην ύπαιθρο). Το δεύτερο ότι οι άνθρωποι εδώ δεν έχουν ονόματα που να σημαίνουν κάτι όπως, λ.χ., το όνομα της εγγονής του, Σανγκ Ντιού (που σημαίνει «γλυκό πρωινό»).

Ο ηλικιωμένος άνδρας δεν καταλαβαίνει ούτε λέξη απ' αυτές που ακούει γύρω του. Οι άλλοι πρόσφυγες τον αγνοούν, παρότι φροντίζουν να υπάρχει και για αυτόν ένα πιάτο φαΐ στον καταυλισμό που προσωρινά διαμένουν. Η μοναξιά του, και η απελπισία του, θα ήταν απόλυτη αν δεν είχε συνέχεια μαζί του, υπό την φροντίδα του, το μωρό του νεκρού γιου του. Και αν δεν αποκτούσε έναν φίλο, τον κύριο Μπαρκ, στο παγκάκι έξω από τον καταυλισμό όπου πήγαινε και καθόταν, παρατηρώντας μακρόθεν ανθρώπους και αυτοκίνητα να τρέχουν προς την μία ή την άλλη κατεύθυνση.

Οι δύο ηλικιωμένοι άνδρες δεν μιλούν την γλώσσα ο ένας του άλλου αλλά η ανάγκη τους για ανιδιοτελή επαφή, τους φέρνει κοντά. Κι οι δύο είναι μόνοι, χωρίς οικογένεια, χαμένοι στην άξενη πόλη, χωρίς προοπτικής μιας αλλαγής, μίας ακόμη ευκαιρίας να ζήσουν ευτυχισμένοι. Ο κύριος Μπαρκ μιλάει, ο κύριος Λιν ακούει. Μικρές κινήσεις οικειότητας αναπληρώνουν την έλλειψη γλωσσικής επικοινωνίας.

Η ιστορία του Μικρού Πρίγκηπα (του Αντουάν Ντε σαν Εξιπερί, 1943) και της Αλεπούς επαναλαμβάνεται: «Για μένα ακόμα δεν είσαι παρά ένα αγοράκι εντελώς όμοιο με άλλα εκατό χιλιάδες αγοράκια. Και δεν σ' έχω ανάγκη. Μήτε κι εσύ μ' έχεις ανάγκη. Για σένα, δεν είμαι παρά μια αλεπού όμοια μ' εκατό χιλιάδες αλεπούδες. Αν όμως με ημερώσεις, για μένα εσύ θα είσαι μοναδικός στον κόσμο. Για σένα εγώ θα είμαι μοναδική στον κόσμο…» λέει η Αλεπού στον Μικρό Πρίγκηπα.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Και συνεχίζει: «Αν με εξημερώσεις, η ζωή μου θα είναι ηλιόλουστη. Θα γνωρίσω έναν ήχο από πατήματα που θα είναι διαφορετικός απ' όλους τους άλλους. Τ' άλλα πατήματα με κάνουν να χώνομαι κάτω απ' τη γη. Το δικό σου θα με κάνει να βγαίνω έξω απ' τη φωλιά μου, σαν μια μουσική. Κι ύστερα κοίτα! Βλέπεις εκεί κάτω τα χωράφια με το στάρι; Εγώ δεν τρώω ψωμί, το στάρι εμένα μου είναι άχρηστο. Τα χωράφια με το στάρι δε μου θυμίζουν τίποτα. Εσύ όμως έχεις μαλλιά χρυσαφένια. Θα είναι λοιπόν θαυμάσια, όταν θα μ' έχεις εξημερώσει! Το στάρι, που είναι χρυσαφένιο, θα με κάνει να σε θυμάμαι. Και θα μ' αρέσει ν' ακούω τον άνεμο μέσα στα στάχια…]. Αν ο κύριος Λιν είναι ο Μικρός Πρίγκηπας ή η Αλεπού δεν έχει σημασία.

«Η Αγαπημένη του κυρίου Λιν» σε σκηνοθεσία Γκι Κασίερς

Ελάχιστα αντικείμενα υπάρχουν στην σκηνή της Πειραιώς 260: δύο καρέκλες, δύο ρομποτικές κάμερες κι ένα μικρό σύνολο μηχανημάτων για παραγωγή και μιξάζ ήχων. Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης αναλαμβάνει τρεις ρόλους: του αφηγητή, του κυρίου Λιν και του κυρίου Μπαρκ. Η δυσκολία της συνάντησης των δύο ανδρών επί σκηνής ήταν εύκολο πρόβλημα για τον σημαντικό Βέλγο σκηνοθέτη Γκι Κασίερς, πρώην διευθυντή ενός από τα καλύτερα θέατρα της χώρας του, του Toneelhuis της Αμβέρσας, δημιουργού με μεγάλη εμπειρία στην χρήση των νέων μέσων και στην αξιοποίηση των βιντεοπροβολών και μίας «γραφιστικής» αισθητικής. Εδώ ενοποιεί δύο βίντεο, ένα live κι ένα ήδη έτοιμο, ώστε να δίνεται η εντύπωση ότι ο Λιν κι ο Μπαρκ συνομιλούν καθισμένοι ο ένας δίπλα στον άλλο.

Οι υποκριτικές ικανότητες του Κων. Μαρκουλάκη είναι μεγάλες και δεν δυσκολεύτηκε να διαφοροποιήσει ερμηνευτικά τον Λιν, που δεν καταλαβαίνει λέξη αλλά είναι απολύτως αφοσιωμένος στην ηχητική ακρόαση της αφήγησης του φίλου του. Ο κ. Μπαρκ, αντιθέτως, μιλάει πολύ, έχοντας βρει τον ιδανικό, άλαλο, ακροατή. Δεν είναι όμως εγωιστική η σχέση που τους συνδέει. Πολύ έξυπνα ο ηθοποιός περνάει αυτήν την θαυμαστή ικανότητα των ανθρώπων να επικοινωνούν με μη-λεκτικό τρόπο, με τον ήχο και την θερμοκρασία της φωνής, με την σωματική διάθεση και έκφραση. Με δύο λέξεις, ένα άγγιγμα στον ώμο και δύο πακέτα τσιγάρα οι δύο μοναχικοί άνδρες, ξένοι στην ίδια πόλη, που πενθούν για την απώλεια των πιο αγαπημένων τους προσώπων, γίνονται φίλοι.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Μια καλή ιδέα του σκηνοθέτη ήταν ο τρόπος που αντιμετώπισε τον «διάλογο» του κ. Λιν με την νοσοκόμα του καταυλισμού και τον/την διερμηνέα: κρατώντας ένα ραδιόφωνο, εδώ ως «αναμεταδότη» ήχων, ο ηλικιωμένος ακούει τους ακατάληπτη γλώσσα της νοσοκόμας και οι θεατές βλέπουν στην οθόνη γράμματα που δεν συνθέτουν λέξεις, δεν βγάζουν νόημα. Από κάτω, όμως, προβάλλονται οι λέξεις του/της διερμηνέως σε «λογικές» προτάσεις και η συνεννόηση γίνεται εφικτή. Έτσι η σκηνοθεσία επιτυγχάνει τον οπτικό εμπλουτισμό της σκηνικής δράσης αλλά κυρίως την απεξάρτηση της ερμηνείας του ηθοποιού από την τριτοπρόσωπη αφήγηση.

Εντυπωσιακή η παραγωγή ήχων από τον ηθοποιό αλλά δεν είμαι σίγουρη για την δραματουργική αναγκαιότητά της. Κατά τ’ άλλα, ο «πολυφωνικός» μονόλογος του Κλωντέλ βρίσκει στην ερμηνεία του Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη έναν ιδανικό ερμηνευτή, απόλυτα κύριο των μέσων του, ικανό να δείξει με ανεπαίσθητες κινήσεις και εκφράσεις τις ψυχολογικές διακυμάνσεις του κεντρικού προσώπου.

Αυτό που δεν καταφέρνει η σκηνική αφήγηση, ή τουλάχιστον δεν έγινε σε μένα σαφές, είναι ότι η Σανγκ Ντιού δεν είναι η πολυαγαπημένη εγγονή του, το πλάσμα που δίνει νόημα στην τσακισμένη ζωή του, αλλά η κούκλα της. Δεν είναι ασήμαντο στοιχείο ως προς το δραματικό εκτόπισμά της γιατί ένα ζωντανό πλάσμα, η προστασία του, μπορεί να αποτελέσει λόγο ύπαρξης για κάποιον. Το να αντιμετωπίζει, όμως, ένα άψυχο παιχνίδι ως «αίμα από το αίμα του» μεταβάλλει καίρια την ψυχολογική/συναισθηματική υπόσταση τόσο του ηλικιωμένου όσο και των άλλων γύρω του (οι οποίοι ευλόγως θα πιστεύουν ότι είναι διαταραγμένος).

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Τέλος, επειδή η αφήγηση εξελίσσεται σε απροσδιόριστη χρονική διάρκεια, το φινάλε νομίζω χρειαζόταν διαφορετική διαχείριση. Στην νουβέλα το ανοιχτό τέλος λειτουργεί αλλιώς, στην σκηνική αφήγηση η τελεία και η παύλα μπήκε απότομα, η σκηνή σκοτείνιασε χωρίς να προλάβουμε να απομακρυνθούμε απ’ αυτόν τον άνθρωπο, απ’ αυτούς τους δύο ανθρώπους, που τους χωρίζουν και τους ενώνουν τόσα πολλά, το δράμα των οποίων με τον έναν ή τον άλλο τρόπο οι ευαίσθητοι θεατές αναγνωρίζουν και βιώνουν μέσα τους.

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ

Φεστιβάλ Αθηνών/Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος

«Η αγαπημένη του κυρίου Λιν» του Philippe Claudel

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Σκηνοθεσία: Guy Cassiers

Μετάφραση: Ασπασία Σιγάλα

Απόδοση: Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης

Ηχητικός σχεδιασμός: Diederik De Cock – Ηλίας Φλάμμος

Σχεδιασμός βίντεο: Bram Delafonteyne – Sibylle Meder

Επιμέλεια φωτισμών: Δημήτρης Κούτας

Ερμηνεύει ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης

Χώρος: Πειραιώς 260 (Η)

24/06/2024 στις 20:00

25/06 και 26/06/2024 στις 21:00

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο 
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ
Tο iefimerida.gr δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ