Στις κινηματογραφικές πρεμιέρες της εβδομάδας η νέα ταινία του Μπεν Άφλεκ μάς επιστρέφει πίσω στα θρυλικά '80s, όταν πρωτοκυκλοφόρησαν τα Air Jordan.
Ο αιρετικός» του ρώσικου σινεμά Κιρίλ Σερεμπρένικοφ με αφορμή την ιστορία του Τσαϊκόφσκι και της γυναίκας του βάζει στο στόχαστρο την πατριαρχία και ο Μάκης Παπαδημητρίου πρωταγωνιστεί στη νέα ταινία του Πίτερ Στρίκλαντ.
Air: Κυνηγώντας έναν θρύλο (Air)
Σκηνοθεσία: Μπεν Άφλεκ
Παίζουν: Ματ Ντέιμον, Τζέισον Μπέιτμαν, Βαϊόλα Ντέιβις, Μπεν Άφλεκ, Κρις Μεσίνα, Ντέιμαν Ντιλέινο Γιανγκ
Περίληψη: Στις κινηματογραφικές πρεμιέρες η ιστορία του Σόνι Βακάρο, ενός υπαλλήλου στο τμήμα πωλήσεων της Nike, που είχε μια χρυσή ιδέα η εταιρεία να συνεργαστεί με τον θρύλο του μπάσκετ, Μάικλ Τζόρνταν, για τα αθλητικά «Air Jordan», ίσως το πιο κερδοφόρο προϊόν στην ιστορία της αμερικανικής αγοράς, μετά την Coca-Cola.
Ο Μπεν Άφλεκ σκηνοθετεί άλλη μία ιστορία αμερικανικού ονείρου, αντλώντας έμπνευση από το πώς τη δεκαετία του '80 η Nike κατάφερε να κλείσει εμπορική συμφωνία με τον ανερχόμενο τότε Μάικλ Τζόρνταν.
Το 1984 ήταν μια δύσκολη χρονιά για τη γνωστή εταιρεία, που λόγω των οικονομικών δυσχερειών είδε τις μετοχές της να καταρρέουν και αναγκάστηκε να προβεί σε απολύσεις προσωπικού. Τότε, ένα από τα στελέχη της, ο Σόνι Βακάρο, ακολουθώντας το παράδειγμα των Converse και Adidas, που υποστήριζαν διάσημους αθλητές, αποφασίζει να προσεγγίσει τον ανερχόμενο τότε Μάικλ Τζόρνταν. Έμπειρός στο μπάσκετ, ο Βακάρο είχε διακρίνει ότι αυτό το νεαρό παιδί δεν είναι απλώς ένα ταλέντο, αλλά γεννημένος να γίνει θρύλος. Έτσι, αρχικά προσεγγίζοντας τους γονείς τους, κυρίως τη μητέρα του Ντελόρις, και στη συνέχεια τον ίδιο, πετυχαίνει μια χρυσή συμφωνία που οδήγησε στην κατασκευή των περιβόητων παπουτσιών Αir Jοrdan, που έμελλε να γράψουν Ιστορία.
Το γιατί ο Μπεν Άφλεκ αποφασίζει να ασχοληθεί με ένα brand name που μέχρι σήμερα έχει αποδειχτεί χρυσωρυχείο παραμένει γρίφος. Ας υποθέσουμε ότι οι προθέσεις του είναι αμιγώς καλλιτεχνικές, αν και πραγματικά δεν υπάρχει κανένας απολύτως λόγος για να ασχοληθεί κανείς με ένα ζευγάρι παπούτσια, ακόμα κι αν τα φοράει ο Τζόρνταν.
Το βασικό πρόβλημα είναι ότι τα επιμέρους θέματα που προσπαθεί ο Άφλεκ να προσεγγίσει, ζητήματα δηλαδή ταξικά και ρατσιστικά, εδώ υπαναχωρούν μπροστά σε ένα τυπικό success story, το οποίο μη τι άλλο διατηρεί καλούς ρυθμούς, σπινθηροβόλες ατάκες και καλογραμμένους χαρακτήρες, που ρίχνονται όλοι μετά μανίας στο κυνήγι του καπιταλισμού. Παρά τις φιλότιμες προσπάθειές του, όμως, το «Air» δεν μπορεί να ξεφύγει από τα καλόγουστα όρια μιας έμμεσης διαφήμισης, που κανείς πότε δεν κατάλαβε γιατί πρέπει να έχει και τη σφραγίδα μιας κινηματογραφικής παραγωγής.
Flux Gourmet
Σκηνοθεσία: Πίτερ Στρίκλαντ
Παίζουν: Έιζα Μπάτερφιλντ, Γκουέντολιν Κρίστι, Αριάν Λαμπέντ, Μάκης Παπαδημητρίου, Φάτμα Μοχάμεντ
Περίληψη: Στις κινηματογραφικές πρεμιέρες ένα παραισθησιογόνο μείγμα γαστρονομικής περφόρμανς, ομαδικού σεξ και kinky μαγειρικής.
To νέο παραισθησιογόνο φιλμ του Πίτερ Στρίκλαντ, με τη συμμετοχή στο καστ του Μάκη Παπαδημητρίου και της Αριάν Λαμπέντ.
Μια ηχητική κολεκτίβα που δεν μπορεί να διαλέξει όνομα, στεγάζεται σε ένα ινστιτούτο αφιερωμένο στις μαγειρικές και διατροφικές επιδόσεις. Τα μέλη της παγιδεύονται στις εσωτερικές τους μάχες εξουσίας και σε καλλιτεχνικές βεντέτες, μόνο που η δυσλειτουργική δυναμική τους επιδεινώνεται ακόμα περισσότερο, όταν πρέπει να συναναστραφούν με την επικεφαλής του ινστιτούτου. Ενώ διάφοροι ανταγωνισμοί ξεδιπλώνονται, ένας δημοσιογράφος, που καλύπτει αυτό το ασυνήθιστο residency, αντιμετωπίζει γαστρεντερικές διαταραχές, ενώ σε μια προσπάθεια να δώσει αυθεντικότητα στην τέχνη της, η αρχηγός της κολεκτίβας τού ζητά να χρησιμοποιήσει την κατάστασή του ως μέρος της παράστασης.
Ο Πίτερ Στρίκλαντ, με σουρεαλιστικό χιούμορ αλά Γκρίναγουεϊ και λανθιμικούς weird wave τόνους, καυτηριάζει το καλλιτεχνικό σύστημα και τους μηχανισμούς που το κινούν, σατιρίζει τη σύγχρονη performance, αγγίζοντας κατά καιρούς τα όρια της παρωδίας, και αποκαλύπτει την υστερία της κοινωνίας μας να αποθεώνει το ασήμαντο. Με ανελέητο χιούμορ και βλάσφημη διάθεση αποδομεί καθετί εστέτ, ανοίγοντας έναν διάλογο πάνω στο τι θεωρείται σήμερα avant garde και ποια είναι η διανόηση της εποχής μας. Κλείνοντας δε το μάτι στην ελληνική καταγωγή της μητέρας του, ο Βρετανός σκηνοθέτης δίνει στον εξαιρετικό Μάκη Παπαδημητρίου τον ρόλο ενός εκκεντρικού hack writer, που στις voice over αφηγήσεις του μιλάει ελληνικά.
Η Γυναίκα του Τσαϊκόφσκι (Zhena Chaikovskogo)
Σκηνοθεσία: Κιρίλ Σερεμπρένικοφ
Παίζουν: Αλιόνα Μιχαϊλόβα, Οντίν Λουντ Μπιρόν
Περίληψη: Στις κινηματογραφικές πρεμιέρες μια παθιασμένη και τολμηρή ιστορία ενός ανεκπλήρωτου έρωτα, που οδήγησε τη γυναίκα του Τσαϊκόφσκι στα άκρα.
Αντισυμβατική βιογραφία του σπουδαίου κλασικού συνθέτη και της γυναίκας του.
Η Αντονίνα Μιλιούκοβα ήταν μια όμορφη και δροσερή κοπέλα, μέλος της ρωσικής αριστοκρατίας του 19ου αιώνα. Θα μπορούσε να έχει όποιον θέλει, όμως εκείνη αναπτύσσει μια εμμονή με τον ήδη περιζήτητο συνθέτη Πιοτρ Τσαϊκόφσκι, τον οποίο ερωτεύεται τρελά με το που ακούει τη μουσική του. Ο μοναδικός της σκοπός είναι να τον παντρευτεί και να τον στηρίζει δια βίο με όλες της τις δυνάμεις στο θεάρεστο, όπως το αντιλαμβάνεται εκείνη, έργο του. Ο συνθέτης ενδίδει για να δώσει ένα τέλος στις φήμες περί ομοφυλοφιλίας γύρω από το πρόσωπό του, προειδοποιώντας με κομψό τρόπο για τις σεξουαλικές του προτιμήσεις. Η Αντονίνα, πιστεύοντας ότι μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα με την αγάπη της, προχωράει σε έναν γάμο, που την οδηγεί σταδιακά στην παράνοια. Τελικά, πέθανε στο φρενοκομείο του Πέτρογκραντ στις 18 Φεβρουαρίου του 1917.
Αυτή την τραγική αληθινή ιστορία επιλέγει να αφηγηθεί ο «αιρετικός» του ρωσικού σινεμά Κίριλ Σερεμπρενίκοφ («Ο Πιστός»), ο οποίος τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό από το καθεστώς του Πούτιν, με βασικό του άξονα το πατριαρχικό σύστημα, που διαλύει αφενός την Αντονίνα και αφετέρου καταπιέζει τον ίδιο τον Τσαϊκόφσκι. Τα θύματα λοιπόν εδώ είναι δυο, άσχετα αν ο Ρώσος δημιουργός επιλέγει να ακολουθήσει την οπτική της συζύγου. Με αργούς ρυθμούς και μια συγκλονιστική διεύθυνση φωτογραφίας ,που στηρίζεται μόνο σε φυσικές πηγές, σταδιακά βυθίζεται στον ζοφερό κόσμο των ανεκπλήρωτων επιθυμιών, παραλληλίζοντας τους ήρωές του με την ίδια του τη χώρα, μια χώρα όπου η ομοφυλοφιλία ακόμα θεωρείται ταμπού έως και έγκλημα και το ρομαντικό της παρελθόν έχει ξεθωριάσει.
Αν και για πολλούς η Μιλίκιουβα ήταν ένα πρόσωπο αμφιλεγόμενο, ο Σερεπρενίκοφ είδε σ’ αυτή μια γυναίκα με αγνά αισθήματα και καταπιεσμένη λίμπιντο, γι' αυτό και κινηματογραφεί τις φαντασιώσεις της εν είδει χορογραφίας, όπου εκείνη περιφέρεται έκπληκτη ανάμεσα σε γυμνούς άνδρες. Η αλήθεια είναι πως οι συγκεκριμένες σκηνές, ειδικά αυτή του φινάλε, χαρακτηρίζονται από μια στυλιζαρισμένη υπερβολή, που μάλλον λειτουργεί αρνητικά , όχι τόσο για την ηρωίδα, αλλά βασικά για την πρόθεση του Σερεμπρενικόφ. Κατά τα άλλα με αργούς ρυθμούς, χωρίς να αποφεύγει τις λούπες, καταγράφει την εικόνα της Ρωσίας του 19ου αιώνα παραλληλίζοντας την με αυτή του 21ου αιώνα, και αποτυπώνει τον εφιάλτη δυο ανθρώπων που μην μπορώντας να αρθρώσουν αυτό που θέλουν, βυθίζονται στην εμμονή και στην τρέλα.
Ο Άντρας στο Υπόγειο (L'homme de la cave)
Σκηνοθεσία: Φιλίπ Λε Γκε
Παίζουν: Φρανσουά Κλιζέ, Ζερεμί Ρενιέ, Μπερενίς Μπεζό
Περίληψη: Ο Σιμόν και η Ελέν αποφασίζουν να πουλήσουν ένα υπόγειο στο κτίριο που μένουν. Ένας άντρας -με ταραγμένο παρελθόν- το αγοράζει και εγκαθίσταται, χωρίς να ενημερώσει. Σταδιακά, η παρουσία του θα αναστατώσει τη ζωή τους.
Κοινωνικο-πολιτικό θρίλερ με τους Φρανσουά Κλιζέ και Μπερενίς Μπεζό.
Ο Σιμόν, ένας άνδρας με ευγενή συναισθήματα και ενσυναίσθηση, εβραϊκής καταγωγής και η σύζυγός του Ελέν, αποφασίζουν να πουλήσουν ένα υπόγειο στο κτίριο όπου μένουν. Ένας άντρας το αγοράζει βιαστικά και εγκαθίσταται, προτού το ζευγάρι συνειδητοποιήσει πως πρόκειται για ρατσιστή συνωμοσιολόγο και αρνητή της ιστορίας του Ολοκαυτώματος. Ο Σιμόν κι η Ελέν θέλουν να τον διώξουν, αλλά εκείνος είναι αποφασισμένος να μείνει.
Ο Φιλίπ Λε Γκε δομεί ένα καλοφτιαγμένο θρίλερ, που διατηρεί το σασπένς του, ακόμα κι όταν όλα πια έχουν αποκαλυφθεί, θίγοντας ένα φλέγον ζήτημα: την άνοδο ακροδεξιών και ναζιστικών ιδεολογιών στην Ευρώπη σήμερα. Έχοντας στα χέρια του μία καυτή πατάτα, ο Γκε δύσκολα θα μπορούσε να κρατήσει τις ισορροπίες, οπότε εκ των πραγμάτων τάσσεται με την υγιή πλευρά, χωρίς να γίνεται ωστόσο καταγγελτικός. Ταυτόχρονα, φέρνει στο επίκεντρο το πρόβλημα των θεσμών και των νόμων, αλλά και της πλειοψηφίας, που δεν αντιδράει και επιλέγει να ξεχνάει, χωρίς όμως να αποφεύγει τα εύκολα διδακτικά μηνύματα.
Η Εθελόντρια (La Voluntaria)
Σκηνοθεσία: Νέλι Ρεγκουέρα
Παίζουν: Κάρμεν Μάτσι, Ιτσάσο Αράνα, Ντέλια Μπρουφάου
Περίληψη: Σε μια απόπειρα να φανεί χρήσιμη στην κοινωνία, μια 65χρονη συνταξιούχος γιατρός αποφασίζει να αφήσει τα πάντα και να μετακομίσει στην Ελλάδα, όπου πιάνει δουλειά σε μια δομή για πρόσφυγες.
Η σημαντική Ισπανίδα ηθοποιός Κάρμεν Μάτσι («Μίλα της») πρωταγωνιστεί ως γιατρός, που δουλεύει σε μια ελληνική προσφυγική δομή.
Η Μαρίσα Σόλα (που σημαίνει «μόνη» στα ισπανικά) είναι μια 65χρονη γιατρός, που μόλις συνταξιοδοτήθηκε. Επιθυμεί όσο τίποτα ν’ αποκτήσει εγγόνια, όμως για κάποιον ανεξήγητο λόγο, κανένα από τα παιδιά της δεν προτίθεται να της δώσει αυτή τη χαρά. Μετά από μια έντονη συζήτηση σ’ ένα οικογενειακό τραπέζι, η Μαρίσα αποφασίζει να αφήσει τα πάντα πίσω της και να ταξιδέψει στην Ελλάδα, σε μια προσφυγική δομή, πιστεύοντας πως θα συναντήσει παιδιά, που χρειάζονται ανθρώπους σαν εκείνη. Ωστόσο, με την άφιξή της αντικρίζει μια πραγματικότητα που δεν φανταζόταν.
Η Νέλι Ρεγκουέρα με ελληνική συμπαραγωγή και γυρίσματα στη χώρα μας , φτιάχνει μια τρυφερή πολιτική ταινία, όπου από τη μία αναρωτιέται γύρω από την αναλγησία των νόμων και από την άλλη προτάσσει την επιλογή του να μην μένει κανείς αμέτοχος, όταν δίπλα του εκτυλίσσεται μια παγκόσμια ανθρωπιστική κρίση. Η Μαρίσα, κινούμενη από μια δική της ανάγκη, αποφασίζει να αναλάβει δράση, εγκαταλείποντας την άνετη ζωή της. Στη διαδρομή της, θα βρεθεί αντιμέτωπη με τους καλοπροαίρετους εργαζόμενους της ΜΚΟ, που όμως ακολουθούν κατά γράμμα τους κανονισμούς, την ώρα που ανθρώπινες ζωές βρίσκονται σε κίνδυνο, και θα επιλέξει να δράσει, κόντρα σε όλους με βασικό γνώμονα την ανθρωπιά.
Αν και η Ρεγκουέρα δεν αποδεικνύεται αρκετά τολμηρή στο να καταγράψει τις τραγικές συνθήκες, που στους προσφυγικούς καταυλισμούς ούτε το παρασκήνιο, επικεντρώνεται περισσότερο στην κεντρική της ηρωίδα, μια γυναίκα που μπορεί να κάνει τη διαφορά, στέλνοντας ένα μήνυμα ουμανιστικής αισιοδοξίας.
Ο Εξορκιστής του Βατικανού (The Pope's Exorcist)
Σκηνοθεσία: Τζούλιους Έιβερι
Παίζουν: Ράσελ Κρόου, Ντάνιελ Ζοβάτο, Άλεξ Εσόε, Φράνκο Νέρο
Περίληψη: ο Αρχιεξορκιστής του Βατικανού ερευνά τον τρομακτικό δαιμονισμό ενός αγοριού.
Ο Ράσελ Κρόου τα βάζει με θεούς, δαίμονες, αλλά και την υπομονή μας.
Βασισμένη στα αρχεία του Πατρός Γκαμπριέλε Αμόρθ, («An Exorcist Tells His Story και An Exorcist: More Stories»), αρχιεξορκιστή του Βατικανού, η ταινία ακολουθεί τον πατέρα Αμόρθ στην έρευνά του για τον τρομακτικό δαιμονισμό ενός αγοριού, η οποία καταλήγει στην αποκάλυψη μιας συνωμοσίας, που το Βατικανό για αιώνες προσπαθούσε απεγνωσμένα να αποκρύψει.
Ο Αμόρθ, που πέθανε σε ηλικία 91 ετών το 2016, είχε περιγράψει τρομακτικές ιστορίες, που μάλλον αυτές έπεισαν τον Κρόου να τον υποδυθεί, καθώς όπως ο ίδιος έχει δηλώσει τον συγκίνησε αυτή η μάχη αυτού του ανθρώπου με το κακό. Δυστυχώς όμως, ο Τζούλιους Έιβερι, που έχει αναλάβει τη σκηνοθεσία, κινείται στα όρια ενός b-movie, που φλερτάρει με την παρωδία γνωστών ταινιών τρόμου: κακόγουστα εφέ, παιδαριώδη jumpscares και απόλυτη απουσία οποιασδήποτε κριτικής θέσης σχετικά με τι σημαίνει «εξορκισμός» ή «δαίμονας», καταλήγουν σ’ έναν αχταρμά, που τελικά δεν δικαιώνει τον «Μονομάχο».
Super Mario Bros: Η Ταινία (The Super Mario Bros. Movie)
Σκηνοθεσία: Άρον Χόρβαθ, Μάικλ Τζέλενικ
Με τις φωνές (στα ελληνικά): Κωνσταντίνου Λάγκου, Βασίλη Παπαστάθη, Στεφανίας Φιλιάδη
Περίληψη: Ο πιο δημοφιλής υδραυλικός της ποπ κουλτούρας εδώ και τέσσερις δεκαετίες, έρχεται στη μεγάλη οθόνη,
Μεταγλωττισμένο καρτούν με τον διάσημο ήρωα της Nintendo.
Ενώ επιδιορθώνουν έναν αγωγό ύδρευσης, δύο υδραυλικοί από το Μπρούκλιν, ο Μάριο και ο αδελφός του Λουίτζι, μεταφέρονται μέσα από έναν μυστηριώδη σωλήνα σε έναν μαγικό νέο κόσμο. Όταν τα δύο αδέλφια χωριστούν, ο Μάριο ξεκινάει μια επική περιπέτεια αναζήτησης του Λουίτζι. Με τη βοήθεια του μανιταριού Τοντ και μετά την εντατική εκπαίδευση στη μάχη με την αρχηγό του Μανιταροβασιλείου Πριγκίπισσα Πιτς, ο Μάριο επιστρατεύει τις δικές του δυνάμεις και αναλαμβάνει δράση.
Γλυκιά Καταστροφή (Beautiful Disaster)
Σκηνοθεσία: Ρότζερ Κάμπλ
Παίζουν: Βιρτζίνια Γκάρντνερ, Ντίλαν Σπράουζ, Λίμπε Μπάρερ
Περίληψη: Η Άμπι είναι μια συντηρητική κοπέλα, που προσπαθεί να ξεχάσει το σκοτεινό παρελθόν της. Όταν όμως πάει στο κολέγιο και γνωρίσει το γοητευτικό και επικίνδυνο Τράβις, όλα στη ζωή της θα ανατραπούν.
Νεανικό ρομαντικό δράμα από τους παραγωγούς του «After».
Η Άμπι δεν πίνει, δεν βρίζει και ντύνεται πολύ συντηρητικά. Προσπαθεί να ξεχάσει το σκοτεινό παρελθόν της αλλά όταν πάει στο κολέγιο τα πράγματα ανατρέπονται, αφότου γνωρίσει τον Τράβις, ένα γοητευτικό αλλά επικίνδυνο αγόρι. O Τράβις την παγιδεύει μ' ένα στοίχημα: αν χάσει τότε ο ίδιος θα απέχει από το σεξ για έναν μήνα, ενώ αν χάσει η Άμπι, θα πρέπει αυτή να μείνει στο διαμέρισμά του για έναν μήνα. Αυτό που δεν υποψιάζεται ο Τράβις είναι ότι έχει βρει τον δάσκαλό του.
Το Φωτογραφείο του Μπαμπά μου
Σκηνοθεσία: Καλλιόπη Λεγάκη
Περίληψη: Μια βόλτα στα άδυτα ενός αρχείου, που χαρτογραφεί τη Θεσσαλία του προηγούμενου αιώνα.
Ντοκιμαντέρ της Καλλιόπης Λεγάκη για τον εξαιρετικά σημαντικό Έλληνα φωτογράφο Τάκη Τλούπα.
Το σπάνιο κινηματογραφικό υλικό που ανακάλυψε η σκηνοθέτης στο υπόγειο του Τλούπα στη Λάρισα, ήταν ένας θησαυρός. Αυτό την παρακίνησε να αναζητήσει τον άνθρωπο, που τράβηξε περίπου 100.000 περίπου φωτογραφίες, από τη δεκαετία του ’50 έως και εκείνη έως το ’80, καταγράφοντας μια ολόκληρη εποχή.
Με οδηγό λοιπόν την κόρη του, τη Βάνια σε ρόλο αφηγήτριας, και ανέκδοτο υλικό, το συνεργείο καταγράφει την καλλιτεχνική πορεία του Τούλπα, συγκροτώντας ταυτόχρονα μια ανθρωπογεωγραφία της Θεσσαλίας του περασμένου αιώνα.