Στις κινηματογραφικές πρεμιέρες έρχονται οι «Eternals» της Marvel δια χειρός της οσκαρικής Κλόε Ζάο.
Στους κινηματογράφους η πιο ακριβή παράγωγη του Netflix με τίτλο «Red Notice» και πρωταγωνιστές τους Ντουέιν Τζόνσον, Ράιαν Ρέινολντς και Γκαλ Γκαντότ, ένα ψυχολογικό θρίλερ του Έντγκαρ Ράιτ με την Άνια- Τέιλορ Τζόι, αλλά και η ιδιαίτερη βιογραφία ενός Τσέχου αμφιλεγόμενου βοτανολόγου από την Ανιέσκα Χόλαντ.
Eternals
Σκηνοθεσία: Κλόε Ζάο
Παίζουν: Σάλμα Χάγιεκ, Αντζελίνα Τζολί, Κιτ Χάρινγκτον, Μπάρι Κίγκαν, Ρίτσαρντ Μάντεν, Τζέμα Τσαν, Κουμάιλ Ναντζιάνι, Λόρεν Ρίντλοφ
Περίληψη: Οι περιπέτειες των παντοδύναμων και σχεδόν αθάνατων όντων, γνωστών ως Eternals, και των αιώνιων αντιπάλων τους (Τhe Deviants,) οι οποίοι δημιουργήθηκαν από κοσμικές οντότητες με το όνομα Celestials.
Η Κλόε Ζάο, μετά από τη σαρωτική της νίκη στα Όσκαρ, ανέλαβε να μεγαλώσει το σύμπαν της Marvel με μια ταινία που μετράει πολλές πρωτιές, αλλά δεν απογειώνεται.
Το 1975 ο Τζακ Κέρμπι δημιούργησε τους Eternals, μια ομάδα εξωγήινων υπεραιωνώβιων, αλλά όχι αθάνατων όντων, με υπερφυσικές δυνάμεις, που ταξιδεύουν στον χωροχρόνο, μέχρι που εγκαθίστανται στη γη. Γνωρίζοντας από κοντά αυτό τον παράξενο πλανήτη και τους ανθρώπους, αποφασίζουν να τους προστατεύσουν, όταν για μια ακόμα φορά κάνουν την εμφάνισή τους οι ορκισμένοι τους αντίπαλοι, οι Deviants. Δέκα διαφορετικοί υπερήρωες, που πλέον σήμερα εργάζονται σε μουσεία, είναι σταρ στο Μπόλιγουντ, ή διατηρούν ταβέρνες σε απομακρυσμένα σημεία, επανενώνονται κάτω από την κοινή απειλή, ενώ ταυτόχρονα ένα μεγάλο μυστικό για την ίδια τους τη φύση, που ο δημιουργός τους, ο Άρισεμ, κρατούσε επτασφράγιστο, έρχεται στην επιφάνεια, προκαλώντας κραδασμούς.
Είναι περίεργο πως μια σκηνοθέτης που υπηρετεί πιστά τον κοινωνικό ρεαλισμό, όπως η Κλόε Ζάο, αποφάσισε να αναλάβει, ή επιλέχτηκε για μια ανάλογη ταινία. Η Κινέζα δημιουργός με τις ευλογίες της Μarvel λοιπόν επιλέγει πραγματικές τοποθεσίες, που τις συνδυάζει με την ψηφιακή τεχνολογία φυσικά, επενδύει στις σχέσεις και στην ανθρώπινη διάσταση των χαρακτήρων, εισάγει τον πρώτο υπερήρωα από τη Νότιο Ασία, την πρώτη κωφή υπερηρωίδα, κινηματογραφεί την πρώτη σκηνή σεξ- σε συμβατικά πλαίσια -και καταγράφει το πρώτο γκέι φιλί της Μarvel,που ακολουθώντας την τάση της εποχής, προτάσσει τη διαφορετικότητα, προκαλώντας ήδη τις πρώτες αντιδράσεις ( η ταινία απαγορεύτηκε στη Ρωσία).
Eδώ οι ιστορίες και τα υπαρξιακά διλλήματα των κεντρικών χαρακτήρων καταλαμβάνουν περισσότερο χρόνο - όσο επιτρέπει ένα blockbuster δηλαδή- από ό,τι οι μάχες και οι σκηνές δράσης, που ενδιαφέρουν ως επί το πλείστον το κοινό αυτών των ταινιών. Σε αυτό το σημείο, πράγματι η Ζάο διαφοροποιείται από τους προκατόχους της, αλλά δεν καταφέρνει να αποφύγει τη γνωστή και δοκιμασμένη «συνταγή», οπότε αυτό το περίεργο κράμα ρεαλισμού και φαντασίας μοιάζει περισσότερο με ένα patchwork, που δύσκολα θα βρει το κοινό του, αφού ούτε τους φαν των κόμικς μπορεί να συναρπάσει, ούτε προσφέρει τη συναισθηματική ένταση των οπαδών μιας ανθρωποκεντρικής ιστορίας.
Χαμένη στα πολλά νοήματα, η Ζάο ανακατεύει οικολογία, θέματα εξουσίας, ζητήματα σεξουαλικότητας, ψυχικής ασθένειας, και ό,τι άλλο τρεντάρει στο διαδίκτυο αυτή τη στιγμή, αναλώνεται συνεχώς σε πολλές μετακινήσεις, και τελικά αδυνατεί να αφηγηθεί στρωτά μια απλή κατά βάση ιστορία. Η δε μεγάλη διάρκεια, που σίγουρα θα μπορούσε να είχε μειωθεί με μια καλύτερη οικονομία, εμποδίζει την ταινία να αποκτήσει μια δική της ταυτότητα, οπότε οι Εternals παραπαίουν ανάμεσα στην υπερηρωική και τη νομαδική τους φύση, χωρίς η Ζάο να μπορεί να κάνει την έκπληξη.
Red Notice
Σκηνοθεσία: Ρόσον Μάρσαλ Θέρμπερ
Παίζουν: Γκαλ Γκαντότ, Ντουέιν Τζόνσον, Ράιαν Ρέινολντς, Ντάνι Γκαρσία
Περίληψη: Ο Τζον Χάρτλι αναλαμβάνει για λογαριασμό της Ιντερπόλ να συλλάβει τους πιο περιζήτητους κλέφτες έργων τέχνης. Η καταδίωξη τον βρίσκει στη μέση μιας επικίνδυνης ληστείας, όπου αναγκάζεται να συνεργαστεί με έναν επίδοξο απατεώνα, τον Νόλαν Μπουθ, με στόχο να πιάσουν τη διαβόητη απατεώνα, με το όνομα «The Bishop».
Ο Ρόσον Μάρσαλ Θέρμπερ ενώνει τους τρεις κυρίαρχους των χολιγουντιανών blockbusters (Γκαλ Γκαντότ, Ντουέιν Τζόνσον, Ράιαν Ρέινολντς) σε μια κωμική περιπέτεια, που έχει όλα τα φόντα να γίνει ένα δυναμικό franchise.
νας πράκτορας του FBI, o Τζον Χάρτλι, πρέπει να συλλάβει ένα δίκτυο ληστών τέχνης, όταν ο ίδιος βρίσκεται κατηγορούμενος και καταλήγει στη φυλακή. Εκεί θα γνωρίσει τον Νόλαν Μπουθ, άσο στις ληστείες και στις αστείες ατάκες, και θα αναγκαστεί να συνεργαστεί μαζί του για να πιάσουν μια διαβόητη κακοποιό με το ψευδώνυμο «The Bishop». Αναζητώντας τον πολύτιμο θησαυρό που θα εξασφαλίσει στον ένα χρήματα και στον άλλον το «καλό του όνομα», θα φτάσουν ως άλλοι Ιντιάνα Τζόουνς στα βάθη της ζούγκλας, κυνηγώντας αρχαίους θρύλους, θα αναμετρηθούν με σατανικούς απατεώνες, θα περάσουν από κοκτέιλ πάρτι και ταυρομαχίες, για να ανακαλύψουν τελικά ότι το « πεπρωμένο φυγείν αδύνατο».
Ως απάντηση στη «Συμμορία των 11», μια δυναμική τριπλέτα αγαπημένων σταρ που συνδυάζουν τη δράση, την ομορφιά και το χιούμορ, ενώνουν τις δυνάμεις τους σε μια περιπέτεια που τα έχει όλα: έξυπνους διαλόγους, συνεχείς ανατροπές, ταξίδια ανά την υφήλιο, άψογες χορογραφίες, στυλ και γκλάμουρ. Ο Θέρμπερ («Οικογένεια Μίλερ», «Ουρανοξύστης») με σπιντάτο ρυθμό αξιοποιεί τα twists του σεναρίου και τα προσόντα των πρωταγωνιστών του, υπογράφοντας την πιο ακριβή παραγωγή του Netflix, και προσφέρει απενοχοποιημένα διασκέδαση σε μια feelgood περιπέτεια, που σίγουρα θα έχει συνέχεια, κι αυτή τη φορά επί ευρωπαϊκού εδάφους…
Συνέβη στο Σόχο (Last night in soho)
Σκηνοθεσία: Έντγκαρ Ράιτ
Παίζουν: Άνια Τέιλορ-Τζόι,Τομασίν ΜακΚένζι, Ματ Σμιθ, Νταϊάνα Ριγκ, Τέρενς Σταμπ ΡίταΤούσινγκαμ
Περίληψη: Μια νεαρή κοπέλα, που έχει πάθος με το σχέδιο μόδας, αποκτά μυστηριωδώς την ικανότητα να ταξιδέψει στο χρόνο και βρίσκεται στην καρδιά της δεκαετίας του 1960 στο Λονδίνο. Εκεί, συναντά μια εκθαμβωτικά γοητευτική και φιλόδοξη pop τραγουδίστρια, που κάνει τα πρώτα της βήματα στα καταγώγια του περιβόητου «swinging London». Όμως, το υποσχόμενο Λονδίνο της δεκαετίας του ‘60 θα αποδειχθεί ότι δεν είναι ο παράδεισος που φαίνεται με την πρώτη ματιά.
Ο Έντγκαρ Ράιτ στέλνει τη δική του «επιστολή αγάπης» στο Λονδίνο του ’60 μέσα από ένα ψυχολογικό θρίλερ, που ακολουθεί τα χνάρια του Ντέιβιντ Λιντς.
Μια νεαρή κοπέλα από την επαρχία της Αγγλίας, που θέλει να σπουδάσει σχέδιο μόδας, καταφτάνει στο Λονδίνο με τη βοήθεια της γιαγιά της. Φτάνοντας στη βρετανική πρωτεύουσα, θα συνειδητοποιήσει πως ο κόσμος δεν είναι αυτός που είχε φανταστεί. Όταν τελικά βρίσκει ένα δωμάτιο προς ενοικίαση σε ένα παλιό σπίτι, που ανήκει σε μια ηλικιωμένη ιδιοκτήτρια, άθελά της θα μπει σε ένα εφιαλτικό ταξίδι στον χρόνο. Έτσι θα βρεθεί στην δεκαετία του ‘60 και θα μετατραπεί σε ένα σκοτεινό είδωλο μιας φιλόδοξης τραγουδίστριας, χορεύτριας και ηθοποιού, της Σάντι, η οποία εμφανίζεται στο Café De Paris. Τα δύο κορίτσια θα συνδεθούν με έναν μεταφυσικό δεσμό, παρασύροντάς μας σε μια δαιδαλώδη αφήγηση μέχρι την αποκάλυψη ενός τρομακτικού μυστικού, καλά κρυμμένου στη σκοτεινή πλευρά του swinging London.
Η σκληρή αλήθεια πίσω από τα λαμπερά φώτα, ο ρόλος της γυναίκας μέσα σε ένα πατριαρχικό σύστημα που μπορεί να αλλάζει μορφή όχι όμως και θέση, και τα όνειρα που γίνονται εφιάλτες κατέχουν πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτό το παραληρηματικό ταξίδι του Έντγκαρ Ράιτ («Ο Σκοτ Πίλγκριμ Εναντίον των 7 Πρώην», «Baby Drive»). Με εξαιρετικό soundtrack, όπως πάντα, υποδειγματικό μοντάζ και το προσωπικό του σκηνοθετικό στυλ, ο Βρετανός δημιουργός θολώνει τις διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στο αληθινό και το φανταστικό και στη λογική του Λιντς φτιάχνει ένα παραισθησιογόνο φιλμ, που διαθέτει γοητεία και δύο μοναδικές πρωταγωνίστριες, την εκθαμβωτική Άνια Τέιλορ-Τζόι και την ταλαντούχα Τομασίν ΜακΚένζι.
Σε αντίθεση όμως με τον Λιντς, ο Ράιτ συχνά πέφτει στην παγίδα να εξηγεί ορθολογικά τα παιχνίδια του υποσυνείδητου, στερώντας τελικά από τους θεατές του τηνυπερδιέγερση των αισθήσεων που πετυχαίνει ο Αμερικανός auteur. Παρ’ όλα το «Συνέβη στο Σόχο» παραμένει μυστηριώδες και γοητευτικό μέχρι τέλους, σχολιάζοντας τόσο τη σύγχρονη εποχή, όσο και την εμμονική προσκόλληση σε ένα παρελθόν, που έχει περάσει ανεπιστρεπτί και ίσως τελικά δεν είναι και τόσο ιδανικό όσο θα θέλαμε να πιστεύουμε.
Τσαρλατάνος (Charlatan)
Σκηνοθεσία: Ανιέσκα Χόλαντ
Παίζουν: Ίβαν Τρόγιαν, Γιόσεφ Τρόγιαν, Γιουράζ Λοζ
Περίληψη: Η ζωή του Τσέχου Γιαν Μικόλασεκ, ενός θεραπευτή που αφιέρωσε τη ζωή του στη φροντίδα των ασθενών κι έχτισε μια τεράστια περιουσία και φήμη μέσα από τις ανορθόδοξες μεθόδους του.
Η καινούργια ταινία της Ανιέσκα Χόλαντ, που έφτασε μέχρι τη λίστα με τις ταινίες από τις οποίες επιλέχθηκε η τελική πεντάδα των υποψηφιοτήτων για το Όσκαρ Καλύτερης Διεθνούς Ταινίας.
Ο Γιαν Μικολάσεκ ήταν ένας Τσέχος βοτανολόγος θεραπευτής, που ειδικευόταν στη μελέτη των ούρων και εφάρμοζε ανορθόδοξες μεθόδους. Διάσημος ήδη πριν από τον B' Παγκόσμιο Πόλεμο, χρησιμοποίησε τη φήμη του και τις ικανότητές του για να κερδίσει την προστασία τόσο των Ναζί όσο και του κομμουνιστικού καθεστώτος. Την περίοδο όμως του Κομμουνισμού θα βρεθεί εκτεθειμένος σ’ ένα σκάνδαλο κι ένα καλά κρυμμένο μυστικό του κινδυνεύει να διαρρεύσει.
Προσηλωμένος στον στόχο του, στη θεραπεία δηλαδή των ανθρώπων και την ανακούφιση του πόνου από τη μία, αλλά άτεγκτος και σκληρός από την άλλη, ο Μικολάσεκ αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση, όπου το κακό και το καλό συνυπάρχουν και αλληλοσυγκρούονται. Την αντίφαση αυτή εκμεταλλεύεται η εξπέρ στις βιογραφίες Χόλαντ, που εστιάζοντας κυρίως στην περίοδο του Κομμουνισμού, βρίσκει πρόσφορο έδαφος να ασκήσει κριτική στο καθεστώς, όπως συνηθίζει, ενώ μέσα από φλας μπακς μας μεταφέρει στο παρελθόν του ήρωά της. Τα πρώτα του βήματα στη βοτανολογία, η σχέση του με την οικογένειά του, η γνωριμία με τον έμπιστο βοηθό του, η δράση του κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμό, όπου προσφέροντας τις υπηρεσίες του στους Ναζί απέκτησε το δικαίωμα να συνεχίσει τις θεραπείες του, αλλά και η αμαύρωση του ονόματός του, όταν ο πρόεδρος της Τσεχοσλοβακίας Αντονίν Ζαποτότσκι που κούραρε πεθαίνει, αποτελούν μια αφορμή για την Πολωνή δημιουργό να αφηγηθεί μια ιστορία, όπου κάθε νόμισμα έχει δύο πλευρές και τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται με την πρώτη ματιά.
Η αμφιλεγόμενη προσωπικότητα του Μικολάσεκ καθορίζει και τη σκηνοθεσία της Χόλαντ, η οποία αν και δεν αποφεύγει τις γραφικότητες περί των «κακών κομμουνιστών», συνεχώς δημιουργεί ερωτηματικά σχετικά με το ποιόν του κεντρικού χαρακτήρα, θεωρώντας ως αναπόφευκτη πραγματικότητα ότι το καλό και το κακό ενυπάρχουν σε κάθε ανθρώπινη οντότητα. Μέσα από αυτό τον άξονα, αποφεύγει τους σκοπέλους μια συμβατικής βιογραφίας και υπογράφει μια κινηματογραφική πραγματεία φιλοσοφικών διαστάσεων, όπου ο Ίβαν Τρόγια αλλά και ο πραγματικός του γιος, Γιόζεφ Τρόγια που υποδύεται τον Μικολάσεκ σε νεαρή ηλικία, παραδίδουν τελικά στην κρίση μας τον ήρωά τους.
Το βιβλίο της εικόνας
(Le Livre d'image/ Τhe Image Book)
Σκηνοθεσία: Ζαν-Λικ Γκοντάρ:
Με τους: Ζαν-Λικ Γκοντάρ (φωνή), Ντιμιτρί Μπαζίλ, Ζαν-Πιερ Γκος
Περίληψη: O χαμένος παράδεισος της Μέσης Ανατολής και του σινεμά σε ένα ακόμη κινηματογραφικό δοκίμιο από τον Ζαν-Λικ Γκοντάρ, ίσως το πιο εύληπτο της φιλμογραφίας του, αλλά ταυτόχρονα και το πιο στρατευμένο απ' όλα.
Ο Πάπας της Νουβέλ Βαγκ υπογράφει ένα φιλοσοφικό και πολιτικό μανιφέστο, που τιμήθηκε με τον Ειδικό Χρυσό Φοίνικα (τον πρώτο στην Ιστορία του θεσμού) στο 71ο Φεστιβάλ των Καννών.
Με αγωνία για το μέλλον της ανθρωπότητας, ο Γκοντάρ στα 88 του ως καλλιτέχνης, αλλά και πνευματικός άνθρωπος, είχε ανάγκη να πάρει θέση σε όσα συμβαίνουν. Θα μπορούσε να είχε γράψει ένα άρθρο, ή ένα δοκίμιο, όμως ο Γκοντάρ μιλάει με εικόνες. Έτσι μέσα από πέντε πράξεις συνθέτει το δικό του «επαναστατικό τραγούδι», συνδυάζοντας αποσπάσματα από ταινίες – ανάμεσά τους και το «Τοπίο στην ομίχλη» του Αγγελόπουλου- παραθέτει κείμενα, φωτογραφίες, έργα τέχνης, δελτία ειδήσεων, «πειραγμένες» εικόνες, ήχους που διακόπτονται απότομα, «παίζοντας» μοναδικά με τα εργαλεία της μονταζιέρας. Η δική του off αφήγηση στιβαρή και ψύχραιμη με μια φωνή βαθιά και στοχαστική συνοδεύει αυτό το άναρχο πλην όμως γοητευτικό υλικό, που δύσκολα μπορεί να ενταχθεί σε ένα είδος.
Αν η τέχνη μιλάει για τη ζωή, ο Γκοντάρ την επιστρατεύει προκειμένου να κρίνει τη σύγχρονη πραγματικότητα. Στο στόχαστρό του, η Δύση, ο ιμπεριαλισμός, η βαρβαρότητα του πολέμου και η καταδυνάστευση του Αραβικού Κόσμου. Αδιαφορώντας πλήρως για την όποια πολιτική ορθότητα, υπερασπίζεται ρητά ότι έχουμε ανάγκη από μια επανάσταση και προβοκατόρικα υποστηρίζει τη βία ως μόνη λύση στην παρακμή. Η ακραία και αναμφίβολα στρατευμένη θέση του χωράει πολλή συζήτηση, όμως ασχέτως από τις όποιες διαφωνίες σε ιδεολογικό επίπεδο, μιλάμε για ένα τολμηρό έργο ενός ανατρεπτικού auteur, ο οποίος σε μια εποχή που ο κόσμος της διανόησης σιωπά, εκείνος επιλέγει να μιλήσει. Κι αν δεν συμφωνεί κανείς μαζί του, το σημαντικό είναι ότι εκείνος έρχεται να μας θυμίσει πως το σινεμά και η τέχνη γενικότερα είναι καταρχάς και καταρχήν ένας ανοιχτός διάλογος.
200 Μέτρα (200 Meters)
Σκηνοθεσία: Αμίν Ναϊφέ
Παίζουν: Αλί Σουλιμάν, Ανα Ουντερμπέργκ, Μοτάζ Μαλές
Περίληψη: Ο Μουσταφά και η γυναίκα του, Σαλγουά, ζουν 200 μέτρα μακριά σε χωριά, που τα χωρίζει το τείχος στη Λωρίδα της Γάζας. Μία μέρα ο Μουσταφά δέχεται το τηλεφώνημα που τρέμει κάθε γονιός: ο γιος του έχει πάθει ένα ατύχημα. Τρέχει να περάσει από το Ισραηλινό checkpoint, αλλά δεν του επιτρέπεται η είσοδος λόγω μιας ασήμαντης λεπτομέρειας. Η αγάπη του πατέρα όμως δεν το βάζει κάτω και ο Μουσταφά θα κάνει τα πάντα για να φτάσει στο παιδί του.
Το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Παλαιστίνιου Αμίν Ναϊφέ, που τιμήθηκε με το Βραβείο «BNL People's Choice» στο Φεστιβάλ Βενετίας και τον Χρυσό Αλέξανδρο στο 61ο Διεθνές Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.
Στη Λωρίδα της Γάζας, ένα τείχος χωρίζει δύο λαούς και μια οικογένεια. Ο Μουσταφά ζει στην παλαιστινιακή πλευρά και αρνείται πεισματικά να πάρει την ισραηλινή ταυτότητα, ενώ η γυναίκα του με τα τρία τους παιδιά έχουν μετακομίσει ακριβώς απέναντι. Εκείνη δουλεύει σε δύο δουλειές για να τα βγάλουν πέρα κι εκείνος καθημερινά περνάει τη διαχωριστική γραμμή για να αγκαλιάσει τους δικούς του. Τα βράδια μιλούν στο τηλέφωνο και αναβοσβήνουν τα φώτα από τα δωμάτια τους ως «καληνύχτα». Όταν μια μέρα ο Μουσταφά μαθαίνει πως ο γιος του νοσηλεύεται, μετά από ένα ατύχημα, στο νοσοκομείο, προσπαθεί να περάσει τον έλεγχο, αλλά λόγω μιας ασήμαντης λεπτομέρειας δεν του επιτρέπεται. Αποφασίζει λοιπόν να παρακάμψει τη γραφειοκρατία και να απευθυνθεί στους παράνομους μετακινητές, που θησαυρίζουν στη Δυτική Όχθη. Η διαδρομή του όμως αποδεικνύεται ένα επικίνδυνο εγχείρημα, που μπορεί να του κοστίσει τη ζωή.
Ο Ναϊφέ, έμπειρος στο σινεμά τεκμηρίωσης, κάνει τα πρώτα του βήματα στη μυθοπλασία και καταπιάνεται, όπως σχεδόν όλοι οι συμπατριώτες του, με τη σκληρή πραγματικότητα της ζωής στη Δυτική Όχθη. Μέσα στο πρώτο μισάωρο κινηματογραφεί με ρεαλισμό τις συνθήκες διαβίωσης των ανθρώπων στη Λωρίδα της Γάζας, μεταφέροντας μια εικόνα με την οποία δεν είμαστε εξοικειωμένοι. Γιατί ο Ναϊφέ δεν κινηματογραφεί πολεμικές συγκρούσεις, αλλά μια καθημερινότητα, όπου ακόμα και το πιο απλό πράγμα, όπως το να διασχίσεις 200 μέτρα, ή να ζεις με την οικογένειά σου στο ίδιο σπίτι, είναι ακατόρθωτο. Στη συνέχεια όμως μπαίνοντας στο βαν που θα μεταφέρει τον ήρωά του στον γιο του, επιχειρεί να καταγράψει την οδύσσεια του Παλαιστινιακού λαού. Σε αυτό όμως το σημείο τον εγκαταλείπουν οι καλές ιδέες, οπότε το road trip του Μουσταφά, αν και σκηνοθετικά διαθέτει μερικές δυνατές στιγμές, δεν αντέχει όση ώρα διαρκεί.
Τελικά, ο Ναϊφέ ξαναβρίσκει τα πατήματά του, πλησιάζοντας στο φινάλε, όπου συνδυάζοντας το πολιτικό σχόλιο με μια οικογενειακή ιστορία, καταφέρνει να πει τη δική του αλήθεια, και μαζί την αλήθεια όλων των κατοίκων που ζουν στη Γάζα, και να στείλει ένα μήνυμα ειρήνης μέσα από τα φώτα που ανάβουν στο μπαλκόνι του Μουσταφά.
Το Ταξίδι (Charter)
Σκηνοθεσία: Αμάντα Κέρνελ
Παίζουν: Άνε Νταλ Τορπ, Σβέριρ Γκούντνασον, Τρόι Λούντκβιστ, Τιντίν Πόγκατς Σάρι
Περίληψη: Μια διαζευγμένη μητέρα, που δεν έχει δικαίωμα να βλέπει τα παιδιά της μέχρι να ληφθεί δικαστική απόφαση σχετικά με την κηδεμονία τους, αποφασίζει να πάρει την κόρη και το γιο της και να απομονωθούν στις Κανάριες Νήσους, αδιαφορώντας για τις νομικές συνέπειες.
Η Αμάντα Κέρνελ, μετά από το εξαιρετικό «Η Καταγωγή των Σάμι», εξερευνά τη μητρότητα μέσα από ένα οικογενειακό δράμα, που αποτελούσε την επίσημη πρόταση της Σουηδίας για τα Όσκαρ.
Η Άλις,μετά από το πρόσφατο διαζύγιό της, δεν έχει κοντά της τα δύο της παιδιά εδώ και μήνες. Ο πρώην σύζυγός της τα κρατάει μακριά της, στoν Βορρά της Σουηδίας, όσο αναμένεται η τελική δικαστική απόφαση για την κηδεμονία τους. Ο οχτάχρονος γιος της την έχει ανάγκη, ενώ η έφηβη κόρη της κρατάει τις αποστάσεις της. Όταν όμως ο μικρός της τηλεφωνεί μέσα στη νύχτα κλαίγοντας γοερά, η Άλις αποφασίζει να αναλάβει δράση. Μετά από μια απέλπιδα και ανεπιτυχή προσπάθεια να επανασυνδεθεί με τον άνδρα της, παρόλο που νομικά δεν το δικαιούται, και χωρίς να σκεφτεί τις συνέπειες των πράξεών της, παίρνει τα παιδιά και βρίσκει καταφύγιο σε ένα θέρετρο στις Κανάριες Νήσους. Κάνοντας τα πάντα για να επικοινωνήσει μαζί τους και να αναθερμάνει τη σχέση τους, αναλαμβάνει ένα επικίνδυνο ρίσκο.
Η Αμάντα Κέρνελ από τη μία σκιαγραφεί το πορτρέτο μιας σύγχρονης γυναίκας, που προσπαθεί να ισορροπήσει τη μητρότητα με τις προσωπικές της επιθυμίες, και από την άλλη καταγράφει τις οδυνηρές συνέπειες ενός διαζυγίου στον ψυχικό κόσμο των παιδιών. Εμφανώς επηρεασμένη από τα προσωπικά της βιώματα, δομεί ένα χαμηλότονο δράμα, χωρίς ιδιαίτερες συναισθηματικές εξάρσεις, ούτε όμως και την πυκνότητα στην οποία μας έχει συνηθίσει το σκανδιναβικό σινεμά, και παραδίδει ένα σαφώς κατώτερο φιλμ από την προηγούμενή της ταινία, που αν και θέτει ένα κεφαλαιώδες ζήτημα για τις γυναίκες σήμερα, δεν τολμάει να μπει στα βαθιά.
Eρμιτάζ- Η δύναμη της τέχνης (Hermitage – The Power Of Art)
Σκηνοθεσία: Μικέλε Μάλι, Με τον Τόνι Σερβίλο
Περίληψη: Ένα απαράμιλλο κινηματογραφικό ταξίδι στην τέχνη, τη λογοτεχνία, τη μουσική και την ποίηση, με ξεναγό τον Τόνι Σερβίλο («Il Divo», «Η Τέλεια Ομορφιά»).
Μια ιδιαίτερη ξενάγηση στο σπουδαίο Μουσείο Ερμιτάζ της Αγίας Πετρούπολης, το υπέροχο συγκρότημα κτιρίων, που περιέχει τη μεγαλύτερη συλλογή πινάκων και έργων τέχνης στον κόσμο.
Το ντοκιμαντέρ του Μικέλε Μάλι προσφέρει μια κοντινή ματιά στην ιστορία δυόμιση αιώνων τέχνης μέσα από τα χέρια και τη φαντασία των Nτα Βίντσι, Ροντέν, Γκογκόλ, Πικάσο, Προκόφιεφ, Ματίς, Σεζάν, Μονέ, Τσαϊκόφσκι, Ρέμπραντ, Ναμπόκοφ, Σοστακόβιτς και πολλών, πολλών άλλων. Εκτός όμως από τα πολύτιμα αυτά έργα τέχνης, που με τον δικό τους τρόπο μαρτυρούν την πορεία της παγκόσμιας ιστορίας, οι αίθουσες αυτές φιλοξένησαν στο πέρασμα των αιώνων διάσημους ντόπιους και ξένους καλλιτέχνες, αρχιτέκτονες και κάθε λογής διανοούμενους, οι οποίοι συνδέθηκαν μέσω της τέχνης και του πολιτισμού με φόντο τα εκθαμβωτικά δωμάτια γύρω τους. Ένα τέτοιο μουσείο, φυσικά, δεν θα μπορούσε παρά να βρίσκεται σε μια εξίσου μεγαλοπρεπή, συναρπαστική πόλη- και η Αγία Πετρούπολη στέκεται αντάξια του κοσμήματός της, όπως διαπιστώνουμε χάρη στην ξενάγησή μας στην προκυμαία, στα κανάλια και στις γέφυρές της.
Ξεναγός σε αυτή τη συναρπαστική περιπλάνηση ο Τόνι Σερβίλο, ο οποίος απαγγέλει ποιήματα, διαβάζει αποσπάσματα από βιβλία και ακούει μουσική, αφηγούμενος τις ιστορίες του Μουσείου -από την ίδρυσή του από τον Πέτρο τον Α’ ως τα μεγαλεία του επί εποχής της Μεγάλης Αικατερίνης, και από τη νίκη του Αλεξάνδρου του Α’ ενάντια στον Ναπολέοντα ως την Οκτωβριανή Επανάσταση και το σήμερα- αποτίωντας έναν φόρο τιμής σε ένα ίδρυμα-γέφυρα ανάμεσα σε πολιτισμούς και λαούς.
Πίτερ Ράμπιτ: Ο λαγός το 'σκασε (Peter Rabbit 2:The Runaway)
Σκηνοθεσία: Γουίλ Γκλακ
Με τις φωνές των (στα ελληνικά): Φάνη Μουρατίδη, Tζίνης Παπαδοπούλου, Δημήτρη Σάρλου, Χρήστου Θάνου, Μελίνας Κατσακούλη κ.α
Περίληψη: Ο Πίτερ Ράμπιτ αποκτά φήμη, παθαίνει κρίση ταυτότητας και το σκάει από την οικογένειά του, για να βρει τον εαυτό του.
Ο πιο παιχνιδιάρης λαγός της λογοτεχνίας επιστρέφει δριμύτερος με νέες περιπέτειες, αυτή τη φορά στη μεγάλη πόλη.
Ο Τόμας και η Μπι έχουν πια παντρευτεί, όμως η ζωή στη φάρμα γίνεται ανιαρή κι έτσι ο Πίτερ αναζητά νέες συγκινήσεις στην πολύβουη πόλη. Μακριά από τον κήπο του, παρασύρεται σε έναν κόσμο που οι σκανταλιές χαίρουν εκτίμησης, αλλά όταν η οικογένειά του ρισκάρει τα πάντα για να τον βρει, πρέπει να επιλέξει τι είδους λαγός θέλει να είναι.
Στην πρώτη ταινία, ο Τόμας ΜακΓκρέγκορ και ο Πίτερ Ράμπιτ πολεμούν για έναν κήπο, πριν η Μπι τούς αλλάξει τα μυαλά. Η καινούρια ταινία ξεκινά από το σημείο, που η Μπι έχει εκδώσει ένα βιβλίο με τις ζωγραφιές της και ο ΜακΓκρέγκορ έχει συνάψει μία εύθραυστη ανακωχή με τον Πίτερ. Το βιβλίο και η επιτυχία του θα οδηγήσουν λαγούς και ανθρώπους στη μεγάλη πόλη του Γκλόσεστερ, στον εκδοτικό οίκο του Νάιτζελ Μπέιζιλ-Τζόουνς. Ο Νάιτζελ όμως παρεξηγεί την ιδιοσυγκρασία του Πίτερ, προκαλώντας του κρίση ταυτότητας. Τότε, ο Βαρνάβας τον πλησιάζει και τον ξεναγεί στον γοητευτικό κόσμο έξω από τον κήπο. Ο Πίτερ πιστεύει ότι βρήκε τον εαυτό του, σύντομα όμως θα καταλάβει ότι δεν είναι αυτός που του λένε ότι είναι. Είναι αυτός που είναι.