Στις κινηματογραφικές πρεμιέρες της εβδομάδας ο Φιλίπ Μπαραντίνι του «Boiling Point» αναζητάει τον «Ύποπτο».
Ενα γιαπωνέζικο δραματικό sci-fi μας μεταφέρει σε ένα δυστοπικό μέλλον, ο βιτριολικός Ράντου Ζούντε υπογράφει μια αιχμηρή σάτιρα, το καινούργιο αυτοβιογραφικό animation του Χαγιάο Μιγιαζάκι βάζει πλώρη για τα Όσκαρ, ενώ ο Χένρι Κάβιλ και η Ντούα Λίπα συναντιούνται σε μια διασκεδαστική κατασκοπική περιπέτεια.
Οι κινηματογραφικές πρεμιέρες της 1ης Φεβρουαρίου
Ύποπτος (Accused)
Σκηνοθεσία: Φιλίπ Μπαραντίνι
Παίζουν: Σανέιλ Κουλάρ, Λόριν Αζούφο, Νίτιν Γκανάτρα
Περίληψη: Όταν μια οργάνωση επιλέγει λανθασμένα τον επόμενο στόχο της, ένας νεαρός άνδρας πρέπει να επιβιώσει, καθώς το διαδικτυακό κυνήγι μαγισσών φτάνει στην εξώπορτά του.
Περιπέτεια ηλεκτρονικής καταδίωξης από τον Φιλίπ Μπαραντίνι.
Στις κινηματογραφικές πρεμιέρες ο Χάρι, ένας νεαρός άντρας πακιστανικής καταγωγής, μετά από ένα ποστ στο facebook, που εντοπίζει την ομοιότητά του με έναν ύποπτο βομβιστή, βρίσκεται εγκλωβισμένος σε μια τρομακτική παρεξήγηση. Μια κοινωνία με εμμονή για εκδίκηση ξεκινάει εναντίον του ένα διαδικτυακό κυνήγι μαγισσών και ένας οργισμένος όχλος φτάνει στην εξώπορτά του. Εκείνος, κλεισμένος στο πατρικό του, προσπαθεί να τα βγάλει πέρα με αυτή την ανεξέλεγκτη οργή.
Μετά από το εξαιρετικό «Boiling point», όπου ο Μπαραντίνι αξιοποιεί την ένταση μιας κουζίνας εστιατορίου, μεταφέρεται και πάλι σε έναν εσωτερικό κλειστοφοβικό χώρο, ένα σπίτι αυτή τη φορά, που περικυκλώνεται από έναν εξαγριωμένο όχλο. Σε αυτό το ψυχολογικό θρίλερ αποτυπώνει την παράνοια των social media, αλλά και τον συγκεκαλυμμένο ρατσισμό μιας κοινωνίας, η οποία αναζητά συνεχώς εξιλαστήρια θύματα και αποδιοπομπαίους τράγους, χωρίς να αποφεύγει όμως την εύκολη καταγγελία.
Ξεκινώντας από ένα τυχαίο συμβάν, στήνει ένα παιχνίδι γάτας- ποντικιού, όπου μια υποβόσκουσα απειλή γίνεται πραγματικότητα, για να καταλήξει τελικά σε μία μακράς διαρκείας σεκάνς , όπου ο Χάρι βρίσκεται αντιμέτωπος με τους κατήγορούς του. Σε αυτό το σημείο, αν και ο Μπαραντίνι με επιδεξιότητα χειρίζεται την κάμερα του, ανεβάζοντας στροφές, συχνά θυσιάζει την αληθοφάνεια και τη δραματουργική εξέλιξη της ιστορίας του, στερώντας τελικά από τον θεατή την αγωνία για την τύχη του κεντρικού του ήρωα.
Πλάνο 75 (Plan 75)
Σκηνοθεσία: Τσι Χαγιακάουα
Παίζουν: Τσιέκο Μπάισο, Χαγιάτο Ισομούρα, Στεφανί Αριάν, Γιουούμι Καγουάι, Τάκα Τακάο
Περίληψη: Σε ένα δυστοπικό μέλλον, οι ηλικιωμένοι άνω των 75 ενθαρρύνονται να υποβληθούν σε ευθανασία, ώστε η κοινωνία να πάψει να γερνά.
Η ταινία, που αποτέλεσε την επίσημη πρόταση της Ιαπωνίας για τα Όσκαρ και απέσπασε Ειδική μνεία της επιτροπής του Φεστιβάλ Καννών για τη Χρυσή Κάμερα (καλύτερο ντεμπούτο).
Σε μια μελλοντική Ιαπωνία, το κυβερνητικό πρόγραμμα «Πλάνο 75» παροτρύνει τους ηλικιωμένους πολίτες άνω των 75, να επιλέξουν οικειοθελώς την ευθανασία, ως λύση στο πρόβλημα μιας ολοένα και πιο γερασμένης κοινωνίας, στην οποία συνεχώς αυξάνονται τα εγκλήματα μίσους με θύματα γέρους. Μια ηλικιωμένη γυναίκα με περιορισμένα μέσα επιβίωσης, ένας πραγματιστής «πωλητής» του Πλάνου 75 και μια νεαρή εργαζόμενη μητέρα από τις Φιλιππίνες αντιμετωπίζουν διλήμματα ζωής και θανάτου.
Με σπάνια διορατικότητα και ευαισθησία, η Χαγιακάουα βασισμένη σε μια μικρού της μήκους ταινία, κάνει ένα από τα πιο εντυπωσιακά σκηνοθετικά ντεμπούτο, σχολιάζοντας τις σύγχρονες κοινωνίες, που σκοτώνουν τα άλογα όταν γεράσουν, αλλά και τις ψευδαισθήσεις που δημιουργεί καπιταλισμός σε σχέση με το δικαίωμα των επιλογών μας. Γι’ αυτό άλλωστε, οι ήρωες της δεν μπορούν ουσιαστικά να επιλέξουν τη ζωή , ή τον θάνατό τους, αλλά αναγκάζονται να αποδεχτούν μία ειλημμένη απόφαση.
Μέσα σε αυτή τη δυστοπία, που δεν είναι καθόλου απίθανη, η τρίτη ηλικία αντιμετωπίζεται με τιμωρητική διάθεση και η ανθρώπινη ζωή δεν εκτιμάται, αν πλέον δεν προσφέρει στην παραγωγική μηχανή. Η εμπειρία, η σοφία, οι αναμνήσεις και η αγάπη μοιάζουν έννοιες άχρηστες σε έναν κόσμο, όπου κυριαρχεί μόνο το κέρδος.
Παρόλο που η νεαρή δημιουργός στηρίζεται στην ιδιοσυγκρασία του γιαπωνέζικου λαού, που αποδέχεται την ιδέα της αυτοθυσίας στο όνομα του κοινού καλού, τελικά η ταινία της με τη λυρική μελαγχολία που τη διακατέχει γίνεται ένα χαμηλό τον οικουμενικό σχόλιο για το σήμερα και το αύριο, που φωνάζει δυνατά μέσα από τις υπόκωφες σιωπές της.
Μην Περιμένετε και Πολλά από το Τέλος του Κόσμου (Nu aștepta prea mult de la sfârșitul lumii/Do Not Expect Too Much from the End of the World/)
Σκηνοθεσία: Ράντου Ζούντε
Παίζουν: Ιλίνκα Μανολάτσε, Νίνα Χος, Ούβε Μπολ
Περίληψη: Μια βοηθός παραγωγής πρέπει να σώσει την εταιρεία για λογαριασμό της οποίας ετοιμάζει ένα βίντεο, όταν όλα πηγαίνουν λάθος σε ένα κάστινγκ.
Ο βιτριολικός Ράντου Ζούντε («Ατυχές Πήδημα ή Παλαβό Πορνό») επιστρέφει με μια καυστική σάτιρα για την εποχή του gig economy και των social media.
Μια καταπονημένη και κακοπληρωμένη βοηθός παραγωγής διασχίζει όλο το Βουκουρέστι για να κάνει το κάστινγκ για ένα εταιρικό βίντεο με θέμα «την ασφάλεια στον χώρο εργασίας», που της ανατέθηκε από μια πολυεθνική εταιρεία. Όταν όμως ένας από τους συνεντευξιαζόμενους αποκαλύπτει την ευθύνη της εταιρείας για το ατύχημά του, ξεσπάει ένα σκάνδαλο άνευ πορηγουμένου, μπροστά σε μια ακίνητη, ασυγκίνητη κάμερα.
Άλλοτε ως κωμωδία, άλλοτε με τη λογική ενός road-movie, και συχνά με την τεχνική μιας ταινίας-κολάζ, ο ανατρεπτικός Ρουμάνος δημιουργός φτιάχνει ένα δηκτικό σχόλιο για τη Βαλκάνια και την Ευρώπη του σήμερα, που συνομιλεί με το παρελθόν – γι’ αυτό και χρησιμοποιεί την ταινία του Λουσιάν Μπράτου «Angela Moves on» (1981), βάζοντας στο στόχαστρο τις εργασιακές συνθήκες και την κουλτούρα των ψηφιακών μέσων, αποκαλύπτοντας τελικά τον έντεχνα κρυμμένο απολυταρχισμό-της εποχής μας, που καθιστά τον πολίτη υπεύθυνο για τα πάντα.
Ο Ζούντε όμως δεν αντιμετωπίζει τα social media συλλήβδην ως το «απόλυτο κακό», αντίθετα φαίνεται να εκτιμάει αυτή τη νέα μορφή έκφρασης, που θα μπορούσε να γίνει ακόμη και καλλιτεχνικό έργο. Τουλάχιστον αυτό υποστηρίζει μέσα από τη φόρμα που δοκιμάζει, δημιουργώντας τη δική του κινηματογραφική γλώσσα. Το ενδιαφέρον στο εγχείρημά του είναι πως οι πειραματισμοί του δεν γίνονται ελιτίστικοι, αντίθετα είναι διασκεδαστικοί και προσβάσιμοι σε ένα ευρύ κοινό, χωρίς ο ίδιος να χάνει τον στόχο του, που δεν είναι άλλος από το να πυροδοτήσει τη σκέψη μας σχετικά με το τι σημαίνει ατομική ευθύνη και πώς τη χρησιμοποιεί το σύστημα για να αποφεύγει τις δικές του.
Παρά τη μακρά της διάρκεια, η ταινία, που σε ένα μεγάλο μέρος καταγράφει το οδοιπορικό της Άντζελα στο σύγχρονο Βουκουρέστι, διατηρεί τη ζωντάνια της, χωρίς να χάνει το μαύρο χιούμορ της, δημιουργώντας ταυτόχρονα αμήχανες στιγμές στον θεατή, που καλείται μέσα σε αυτό το ξέφρενο πανηγύρι εικόνων να έρθει αντιμέτωπος με τη δική πραγματικότητα.
Το Αγόρι και ο Ερωδιός (Kimitachi wa Dô Ikiru ka/ The Boy and the Heron)
Σκηνοθεσία: Χαγιάο Μιγιαζάκι
Περίληψη: Ένα νεαρό αγόρι, που του λείπει η νεκρή μητέρα του, επιχειρεί να διεισδύσει σε έναν κόσμο, όπου ζωντανοί και νεκροί μπορούν να συνυπάρχουν.
Animation του σπουδαίου Ιάπωνα σκηνοθέτη Χαγιάο Μιγιαζάκι, βραβευμένο με Χρυσή Σφαίρα και υποψήφιο για Όσκαρ καλύτερης ταινίας κινουμένων σχεδίων.
Στο Τόκιο, κοντά στο τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο εντεκάχρονος Μαχίτο χάνει τη μητέρα του και βρίσκει καταφύγιο από τους βομβαρδισμούς με τον πατέρα του σε μία παλιά έπαυλη στην εξοχή, όπου στέκει ένας ερειπωμένος πύργος ,που φιλοξενεί έναν γκρι ερωδιό. Ο μικρός παλεύει με τα αντικρουόμενα συναισθήματα, που νιώθει για τον πατέρα του και την έγκυο μητριά του, η οποία τυχαίνει να είναι η μικρότερη αδελφή της μητέρας του. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, στο σχολείο νιώθει αποξενωμένος. O Μαχίτο όμως έχει ακούσει ότι ο πύργος χτίστηκε από τον αδελφό του παππού του, που τελικά χάθηκε μέσα του για πάντα. Όταν μια μέρα η μητριά του εξαφανίζεται, εκείνος αρχίζει να την αναζητάει στον πύργο. Ακολουθώντας τον γκρι ερωδιό, ο οποίος του αποκαλύπτει ότι είναι η ιπτάμενη εκδοχή ενός άντρα που αλλάζει μορφές, θα βρεθεί σε μία αλλόκοτη διάσταση, όπου ζωντανοί και πεθαμένοι συμβιώνουν. Μέσα από τις συναντήσεις με τους εκπληκτικούς κατοίκους αυτού του άλλου κόσμου, θα μάθει μυστικά που αγνοούσε.
Η καινούρια δημιουργία του Χαγιάο Μιγιαζάκι («Ταξίδι στη Χώρα των Θαυμάτων», «Το Κινούμενο Κάστρο») είναι εμπνευσμένη από την προσωπική του ζωή του και την παιδική του ηλικία. Ο ιαπωνικός τίτλος- «How do you live?»- προέρχεται από το διάσημο μυθιστόρημα του, Γκενζαμπούρο Γιοσίνο, το οποίο του είχε χαρίσει η μητέρα του, όταν ήταν μικρός. Με αυτή λοιπόν τη λυρική περιπέτεια ενηλικίωσης, ο μεγάλος δάσκαλος του κινούμενου σχεδίου επιστρέφει στα 82 του χρόνια μετά από ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας από την συνταξιοδότηση, που ο ίδιος είχε ανακοινώσει, και κάνει ρεκόρ πράξεων στη χώρα του και στις ΗΠΑ, διεκδικώντας δυναμικά το Όσκαρ στην κατηγορία του με μοναδικό ισχυρό αντίπαλο το «Spider-Man: Across the Spider-Verse».
Ακολουθώντας, κόντρα στην ευκολία του ψηφιακού, τη χειροποίητη τεχνική, που τον καθιέρωσε, καταγράφει τα στάδια πένθους του Μαχίτο, αλλά και τη διαδρομή της ίδιας της Ιαπωνίας από το τραύμα του πολέμου ως την ειρήνη. Ο πύργος στην ιστορία του, που η αλήθεια είναι πως κάποια κενά, λειτουργεί ως μία αλληγορία από τη μία του εσωτερικού κόσμου του μικρού αγοριού, από την άλλη της πατρίδας του, αφού εκεί κατοικούν ζωντανά πλάσματα και νεκροί, όπως ακριβώς στην Ιαπωνία συναντιέται το παρελθόν της παράδοσης με τον δυτικό σύγχρονο τρόπο ζωής.
Έτσι, ο Μιγιαζάκι, παρά τις οποίες σεναριακές αστοχίες, θυμίζει στους παλαιότερους στην ομορφιά του εικαστικά άρτιου animation που γίνεται στο χέρι, ενώ χαρίζει στους μικρότερους μία πρωτόγνωρη εμπειρία, απ’ όπου δεν λείπουν οι συγκινήσεις , το στοιχείο του παραμυθιού και η υψηλή αισθητική.
Αργκάιλ (Argylle)
Σκηνοθεσία: Μάθιου Βον
Παίζουν: Μπράις Ντάλας Χάουαρντ, Σαμ Ρόκγουελ, Χένρι Καβίλ, Τζον Σίνα, Αριάνα ΝτεΜπόουζ, Ντούα Λίπα, Μπράιαν Κράνστον
Περίληψη: Οι ιστορίες μιας συγγραφέα γίνονται πραγματικότητα και ανατρέπουν την ήρεμη καθημερινότητά της.
Διασκεδαστική κατασκοπική περιπέτεια με τους Σοφία Μπουτέλα, Χένρι Κάβιλ και Ντούα Λίπα.
Η ταινία έχει ελληνικό άρωμα και πλάνα από την Ελλάδα, όπως η ταβέρνα του Ηλία, σε κάποιο νησί, με την Dua Lipa και τους συνεργάτες της να καταστρώνουν πλάνα για την αποστολή τους.
Για την Έλι Κόνγουεϊ, τη μοναχική συγγραφέα μιας επιτυχημένης σειράς κατασκοπικών , μια ιδανική βραδιά περιλαμβάνει το σπίτι της, τον υπολογιστή της, και τον γάτο της, τον Άλφι (στον ρόλο η γάτα της Κλόντια Βον Σίφερ).
Στα βιβλία της Έλι πάντα πρωταγωνιστεί ο μυστικός πράκτορας Αργκάιλ, που αποστολή του είναι να αποκαλύψει ένα παγκόσμιο δίκτυο κατασκόπων. Όμως οι ιστορίες που γράφει αρχίζουν να συμβαίνουν στην πραγματική ζωή, καθώς μια αληθινή μυστική οργάνωση δρα με τον τρόπο που η ίδια φαντάστηκε. Έτσι, με συνοδοιπόρο τον Έιντεν, έναν αλλεργικό στις γάτες κατάσκοπο, η Έλι (πάντα με τον γάτο της στο σακίδιο πλάτης) τρέχει σε όλη την υφήλιο, πριν την προλάβουν οι δολοφόνοι, καθώς η γραμμή ανάμεσα στον μυθοπλαστικό και τον πραγματικό της κόσμο αρχίζει να θολώνει.
Ο Μάθιου Βον («Kick-Ass», «X-Men: Η Πρώτη Γενιά», «Kingsman: Η Μυστική Υπηρεσία»), επιστρέφει με ένα εύστροφο κατασκοπικό θρίλερ, που αψηφά την πραγματικότητα και μας ταξιδεύει σε όλο τον πλανήτη.