Στις κινηματογραφικές πρεμιέρες μια από τις πιο συγκινητικές ταινίες της χρονιάς, το Άγνωστοι Μεταξύ Μας (All of us Strangers).
Η βιογραφία του Μπομπ Μάρλεϊ και το βραβευμένο δράμα στη Βενετία του Χαμαγκούτσι έρχονται από σήμερα στις σκοτεινές αίθουσες.
Άγνωστοι Μεταξύ Μας (All of us Strangers)
Σκηνοθεσία: Άντριου Χέιγκ
Παίζουν: Άντριου Σκοτ, Πολ Μέσκαλ, Τζέιμι Μπελ, Κλερ Φόι
Περίληψη: Ένας σεναριογράφος ανακαλύπτει πως οι νεκροί γονείς του τελικά ζουν, την ώρα που εκείνος ζει μια θυελλώδη σχέση με τον γείτονά του.
Ο Άντριου Χέιγκ («45 Χρόνια», Weekend») ενώνει τον Πολ Μεσκάλ και τον Άντριου Σκοτ σε μια παράδοξη ιστορία αγάπης.
Μια νύχτα σε ένα σχεδόν άδειο ουρανοξύστη στο σύγχρονο Λονδίνο, ο Άνταμ, ένας μοναχικός συγγραφέας που δεν μπορεί να βρει την έμπνευση για να ολοκληρώσει το σενάριό του, συναντά τυχαία έναν μυστηριώδη γείτονα, τον Χάρι, και η καθημερινότητά του αλλάζει. Καθώς η σχέση μεταξύ τους εξελίσσεται, ο Άνταμ κατακλύζεται από μνήμες του παρελθόντος. Έτσι, επιστρέφει στην επαρχιακή πόλη όπου μεγάλωσε και στο σπίτι της παιδικής του ηλικίας. Εκεί όμως ζουν ακόμα οι γονείς του, όπως ακριβώς τη μέρα που σκοτώθηκαν, πριν από τριάντα χρόνια.
Ο Χέιγκ διασκευάζει το μυθιστόρημα του Ταίτσι Γιαμάντα «Οι ξένοι», συνδυάζοντας ένα coming out love story με το θέμα της μνήμης και του τραύματος. H ζωή του Άνταμ, που παλεύει με τα φαντάσματα του παρελθόντος και τη μοναξιά, ανατρέπεται, όταν ερωτεύεται τον Χάρι και αυτό το αναζωογονητικό συναίσθημα στην ουσία είναι που ανασταίνει τους νεκρούς γονείς του και του δίνει την ώθηση να γράψει, για να ξαναζήσει τελικά μέσα από τις σελίδες του σεναρίου του μια παιδική ηλικία που δεν έζησε και να συστήσει σε αυτούς τους ανθρώπους τον άντρα που έγινε και εκείνοι δεν πρόλαβαν να γνωρίσουν.
Γυρίζοντας τις οικογενειακές σκηνές στο πραγματικό του πατρικό στο Κρόιντον, ο Χέιγκ παντρεύει τη φαντασία με την πραγματικότητα, αποθεώνοντας τη δύναμη της αγάπης, που τελικά μπορεί να όχι μόνο να επουλώσει τις πληγές, αλλά να γίνει ακόμα και έργο τέχνης. Ο ρεαλισμός μιας μελαγχολικής καθημερινότητας συναντά την ονειρική διάσταση μιας βαθιάς κρυμμένης επιθυμίας σε μια ταινία, που δεξιοτεχνικά παίζει με τον χρόνο και με ευαισθησία διεισδύει στην ψυχοσύνθεση του ανθρώπου, που βιώνει μια απώλεια.
Ο Χέιγκ, διατηρώντας μια μία εκπληκτική ισορροπία, τροφοδοτείται πλάνα του με γνήσια συγκίνηση και παράλληλα δοκιμάζεται σε μία ιδιότυπη και δύσκολη φόρμα, δίνοντας στους πρωταγωνιστές του την ευκαιρία για δύο σημαντικές ερμηνείες, υπογράφοντας έτσι μία από τις πιο μεστές και ολοκληρωμένες δημιουργίες της χρονιάς, που παραγνωρίστηκε παραδόξως από τα Όσκαρ.
Bob Marley: One Love
Σκηνοθεσία: Ρεϊνάλντο Μάρκους Γκριν
Παίζουν: Κίνγκσλεϊ Μπεν-Αντίρ, Λασάνα Λιντς, Τζέιμς Νόρτον
Περίληψη: Η ιστορία του θρύλου της reggae μουσικής Μπομπ Μάρλεϊ.
Η επίσημη βιογραφία του Μπομπ Μάρλεϊ μεταφέρεται για πρώτη φορά στη μεγάλη οθόνη με την έγκριση της οικογένειάς του.
Ο Mάρλεϊ, γιος ενός λευκού αξιωματικού και μιας μαύρης υπηρέτριας γεννήθηκε στη Τζαμάικα το 1945, έμελλε να γίνει ο βασιλιάς της reggae, την οποία γνώρισε σε όλο τον πλανήτη, και πέθανε από καρκίνο το 1981, σε ηλικία 36 ετών.
Η εναρκτήρια σκηνή της ταινίας τοποθετείται στο Κίνγκστον, πρωτεύουσα της Τζαμάικα, το 1976, με τον Μαρλεϊ να σχεδιάζει μια συναυλία ειρήνης ως απάντηση στις βαθιές πολιτικές ρήξεις που ταλάνιζαν τη χώρα του. Στη συνέχεια, μετακομίζει στο Λονδίνο, αφού τόσο αυτός όσο και η σύντροφός του Ρίτα επιβίωσαν από απόπειρα δολοφονίας σε βάρος τους. Εκεί, ηχογράφησε με την μπάντα του, τους Wailers, το επιτυχημένο άλμπουμ «Exodus».
Ο Ρεϊνάλντο Μάρκους Γκριν («Η Μέθοδος των Γουίλιαμς») που έχει τη βοήθεια τόσο της Ρίτας Μάρλεϊ όσο και δυο παιδιών τους, που βρίσκονται πίσω από την παραγωγή, μέσω μιας παρατακτικής αφήγησης περιγράφει συνοπτικά και εντελώς αναπαραστατικά σημαντικές στιγμές του βίου ενός θρύλου, επικεντρώνοντας κυρίως το ενδιαφέρον του στην πίστη του Μάρλεϊ στον ραφασταριονισμό- θα ακούσετε άπειρες φορές τη λέξη «ραφαστάρι», αλλά ελάχιστα θα καταλάβατε για την ουσία του- και στο πώς χρησιμοποίησε τη μουσική του για να μεταφέρει το «μήνυμα» για την παγκόσμια ειρήνη και ισότητα.
Κι όπως συχνά συμβαίνει με τις βιογραφίες που έχουν την αποδοχή και την επίβλεψη των συγγενών του κεντρικού ήρωα, έτσι κι εδώ δεν αποφεύγεται η παγίδα της αγιογραφίας, που εμπλουτίζεται με μια δυο σκηνές δραματικής έντασης, όπως αυτή του καβγά με τη σύζυγό του, απλώς για να τηρούνται τα προσχήματα.
Όσο για την ιδέα που κινούσε το έργο του Μάρλεϊ, αν και παντού ακούγεται, μοιάζει να μην έχει και τόσο μεγάλη σημασία στην ταινία όσο είχε για τον ίδιο – οι δε σκηνές που αφορούν στις τελετές του ραφασταριονισμού μοιάζουν με εθνογραφικό ντοκιμαντέρ. Ευτυχώς όμως υπάρχουν πάντα οι μελωδίες του ΜάρλεΊ και η εύθραυστη ερμηνεία του Κίνγκσλεϊ Μπεν-Αντίρ, που τιμούν τη μνήμη ενός καλλιτέχνη, που έθεσε εαυτόν στην υπηρεσία ενός ανώτερου σκοπού.
Madame Web
Σκηνοθεσία: Σ.Τζ. Κλάρκσον
Παίζουν: Ντακότα Τζόνσον, Σίντνεϊ Σουίνι, Σελέστ Ο' Κόνορ, Ταχάρ Ραχίμ
Περίληψη: H ιστορία της γέννησης μιας από τις πλέον αινιγματικές ηρωίδες των εκδόσεων Marvel.
Η Ντακότα Τζόνσον πρωταγωνιστεί στη νέα περιπέτεια της Marvel , όπου υποδύεται την Κασάντρα Γουέμπ.
Μια διασώστρια με ικανότητες μέντιουμ, όταν έρχεται αντιμέτωπη με αποκαλύψεις για το παρελθόν της, δημιουργεί μια ιδιαίτερη σχέση με τρεις νεαρές κοπέλες, τις οποίες απειλεί ένας μυστηριώδης άντρας. Τα τέσσερα κορίτσια προορίζονται για ένα δυναμικό μέλλον, αν καταφέρουν να επιβιώσουν το θανατηφόρο παρόν, ακούγοντας φανατικά Μπρίτνεϊ Σπίαρς.
Η Marvel, προσπαθώντας να ξεφύγει από την καθοδική πορεία των τελευταίων χρόνων, ξεθάβει μία εν πολλοίς άγνωστη και αινιγματική της ηρωίδα, η οποία πέρα από το γεγονός ότι είναι γυναίκα, άρα ανταποκρίνεται στο αίτημα του Girl’s power, ταυτόχρονα γίνεται υπερηρωίδα όχι λόγω των σωματικών της προσόντων, αλλά των ψυχολογικών της ικανοτήτων.
Αναθέτει δε τη σκηνοθεσία σε μια ακόμα γυναίκα, την τηλεοπτική Σ.Τζ. Κλάρκσον («The Defenders), που όχι μόνο αποτυγχάνει να προσδώσει στις σκηνές δράσεις αυτό κάτι διαφορετικό που περιμένουν οι φανς των κόμικς, αλλά δεν καταφέρνει να διασώσει ένα ρηχό σενάριο, το οποίο αν και φλερτάρει με το ψυχολογικό θρίλερ, δεν μπορεί να δημιουργήσει ούτε μια στιγμή σασπένς. Η δε Ντακότα Τζόνσον με το νωχελικό της ερωτισμό της κάθε άλλο παρά ιδανική είναι για μία ταινία χειραφέτησης, αφού η ίδια μοιάζει να αναμασά με τον υποκριτικό κώδικα που έχει υιοθετήσει στερεότυπα, τα οποία η σύγχρονη εποχή προσπαθεί να ανατρέψει.
Γαμήλια Καταστροφή
Σκηνοθεσία: Ρότζερ Κάμπλ
Παίζουν: Ντίλαν Σπράουζ, Βιρτζίνια Γκάρντνερ
Περίληψη: Η Άμπι και οΤράβις ξυπνούν στο Λας Βέγκας με γερό χανγκόβερ, έπειτα από μια άγρια κραιπάλη, για να ανακαλύψουν πως κατά τη διάρκεια της νύχτας… παντρεύτηκαν.
Άνοστο σίκουελ της « Γλυκιάς Καταστροφής».
Η Άμπι και ο Τράβις ξυπνούν μετά από μια τρελή νύχτα στο Βέγκας ως νεόνυμφοι. Με τους καλύτερους φίλους τους και τα εξαψήφια κέρδη της Άμπι στο πόκερ, ταξιδεύουν στο Μεξικό, όπου μπορούν να απολαύσουν έναν άγριο, πλούσιο μήνα του μέλιτος. Αλλά καθώς το χάος ακολουθεί τον «Τράμπι» σε κάθε βήμα, πρέπει να αποφασίσουν αν είναι γραφτό να είναι μαζί, ή αν αυτός ο γάμος είναι μια άλλη καταστροφή.
Η αμερικανίδα Τζέιμι ΜακΓκουάιρ αποτελεί εκδοτικό φαινόμενο. Συγγραφέας μιας δημοφιλούς τριλογίας, εξέδωσε μόνη της το μυθιστόρημα «Γλυκιά καταστροφή» σε μορφή e-book τον Μάιο του 2011 και στη συνέχεια σε έντυπη μορφή, πάλι μόνη της, τον Οκτώβριο του 2011. Το βιβλίο διέγραψε σταθερά ανοδική πορεία και η φήμη του από στόμα σε στόμα το εκτόξευσε στην κορυφή των ευπώλητων του Amazon, των New York Times και της εφημερίδας USA Today. Αυτή η επιτυχία οδήγησε και στην κινηματογραφική του μεταφορά, η οποία όμως δεν είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Παρά τις μέτριες επιδόσεις της πρώτης ταινίας, οι παραγωγοί αποφάσισαν να προχωρήσουν σε αυτό το εξωφρενικά κακόγουστο και εντελώς αχρείαστο σίκουελ, που φλερτάρει με τη χοντροκομμένη σεξοκωμωδία, αναμασώντας ξεπερασμένα αστεία, βγαλμένα από τα 90s κι ένα γλυκερό φινάλε, προκειμένου να επαληθευτεί ο όρος της ρομαντικής κομεντί.
Νέα Ήπειρος
Σκηνοθεσία: Παντελής Παγουλάτος
Παίζουν: Χάρης Φραγκούλης, Μαρία Αρζόγλου, Θεοδώρα Τζήμου, Όθωνας Μεταξάς
Περίληψη: Ένα ζευγάρι, που βιώνει τη σχέση του στα άκρα, προσπαθεί να επιζήσει σε μια αφιλόξενη Αθήνα, κάνοντας ό,τι μπορεί για να βγάλει χρήματα.
Ένα αδιέξοδο love story, που εκτυλίσσεται στην πιο «βρώμικη» πλευρά της Αθήνας.
Ο Φάνης και η Μαρία μένουν κάπου κοντά στην Ομόνοια. Εκείνος διακινεί κλοπιμαία, εκείνη κάνει περιστασιακές δουλειές -κυρίως κομπαρσιλίκια, οπότε θεωρεί «καλή ευκαιρία» τη δουλειά που βρίσκει σε ένα escape room, μέσω της Μίνας -ιδιοκτήτριας κομπαρσάδικου και μάνατζερ εκδιδόμενων κοριτσιών. Εκεί, την πολιορκεί ο ιδιοκτήτης του escape, ο Άρης. Η Μίνα, έχοντας ψύχωση με τον Φάνη, του προτείνει συνεργασία για να σώσει το γραφείο της από τη χρεοκοπία. Εκείνος ανταποκρίνεται. Σκαρφίζεται μάλιστα την ιδέα παραγωγής πορνοταινιών, στις οποίες θα πρωταγωνιστεί ο ίδιος, με κορίτσια που ψαρεύει από το ιnstagram. Με συνεργό έναν πιτσιρικά κολλητό του, τον Λουκά, βάζει μπρος το σχέδιο. Τα δίνει όλα, όμως τα πράγματα δεν πηγαίνουν ακριβώς όπως τα υπολογίζει.
Ο Παντελής Παγουλάτος («Ιωάννα σ’ αγαπώ», «Όνειρα γλυκά») στη δεύτερη μεγάλου μήκους καταπιάνεται με μια ερωτική ιστορία δύο νέων που ζουν στο περιθώριο .Πλάσματα μεγαλωμένα χωρίς αγάπη σε έναν κόσμο σκληρό και άδικο, προσπαθούν επιβιώσουν, χωρίς ηθικές αρχές και εφόδια, ανακυκλώνοντας έναν φαύλο κύκλο βίας και τοξικότητας.
Τα αθηναϊκά «Παράσιτα» του Παγουλάτου, αν και ζουν στα όρια της ανομίας δεν είναι εγκληματίες , ούτε όμως κερδίζουν τη συμπάθεια και τη συμπόνια μας, αντίθετα πελαγοδρομούν εγκαταλελειμμένα στα υψηλά ντεσιπέλ, που επιλέγει ο σκηνοθέτης για να επαληθεύσει μία κοινωνική πραγματικότητα. Ο Χάρης Φραγκούλης και η Μαρία Αρζόγλου, που με τόλμη φέρνουν εις πέρας δύσκολες σκηνές, στηρίζουν με τη δυναμική τους ένα ενδιαφέρον εγχείρημα , που αν κρατούσε περισσότερο τις ισορροπίες και έδινε μεγαλύτερη προσοχή στις λεπτομέρειες, θα μπορούσε να μας ξαφνιάσει με τον απροσδόκητο ρομαντισμό, που κρύβει σε κάποιες του σιωπές.
Ο Διάβολος δεν Υπάρχει (Aku Wa Sonzai Shinai /Evil Does Not Exist)
Σκηνοθεσία: Ριγιουσούκε Χαμαγκούτσι
Παίζουν: Χιτόσι Ομίκα, Ρίο Νισικάουα, Ριγιούζι Κοσάκα, Αγιάκα Σιμπουτάνι
Περίληψη: Η ζωή των κατοίκων ενός ειδυλλιακού χωριού διαταράσσεται από μια μεγάλη εταιρεία.
Ο Ιάπωνας Ριουσούκε Χαμαγκούτσι («Drive my Car») επιστρέφει με ένα δράμα, που απέσπασε πέντε βραβεία στο φεστιβάλ Βενετίας, μεταξύ των οποίων το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής και τον Αργυρό Λέοντα.
Βαθιά στο δάσος του μικρού αγροτικού χωριού Χαρασάουα, ο Τακούμι ζει με τη μικρή του κόρη, Χάνα, και φροντίζει τις δύσκολες δουλειές για τους ντόπιους, κόβοντας ξύλα και μεταφέροντας νερό από τα χιόνια που λιώνουν. Η ηρεμία αυτής της ανέγγιχτης γης των βουνών, όπου τα ελάφια περιφέρονται ειρηνικά ελεύθερα, πρόκειται να διαταραχθούν από την επικείμενη άφιξη της εταιρείας του Τόκιο Ρlaymode, η οποία είναι έτοιμη να ξεκινήσει την κατασκευή ενός χώρου γοητείας, ενός «glamorous camping». για τους τουρίστες της πόλης - ένα σχέδιο που ο Τακούμι και οι γείτονές του ανακαλύπτουν ότι θα έχει τρομερές συνέπειες για το οικολογικό σύστημα και την καθαριότητα του χωριού τους.
Με μια μινιμαλιστική οικολογική παραβολή που ξεκίνησε ως ένα τριαντάλεπτο project για τη μουσική της Έικο Ισιμπάσι, ο Χαμαγκούτσι στηλιτεύει την αρπακτική διάθεση του καπιταλισμού, αλλά και την παραδοξολογική αντίφαση του σύγχρονου ανθρώπου, που αναζητάει τη σύνδεσή του με τη φύση και το περιβάλλον μέσα από εντελώς καταναλωτικές φόρμουλες.