Στο εργαστήριο του γλύπτη Κώστα Καμπερίδη στην Κατερίνη Πιερίας, ανάμεσα σε σιδερένιες φιγούρες και κάθε είδους μεταλλικό αντικείμενο, από γρανάζια μέχρι φτυάρια, «ξύπνησε» εδώ και χρόνια μέσα στο σίδερο και ένας «μετανάστης» από την καστιλιάνικη Λα Μάντσα. O Δον Κιχώτης.
Κοιτάζοντας τριγύρω στο εργαστήριο, η ασκητική μορφή και αύρα του ήρωα του Θερβάντες είναι παρούσα σε αρκετά από τα γλυπτά από σίδερο, ακόμα και όταν δεν το αντιλαμβάνεσαι με την πρώτη ματιά: αυτός ο ονειροπόλος τρελός, που θέλει να κάνει τον κόσμο καλύτερο και δεν αφήνει τον τρόμο να νικήσει, ενέπνευσε τον Καμπερίδη ως σύμβολο αισιοδοξίας, ανθρώπινης επιμονής και αντίστασης στον φόβο μέσα στις κρίσεις.
Μάλιστα, η ιδιαίτερη αυτή ματιά του Έλληνα γλύπτη στάθηκε πρόσφατα η αφορμή για μια συνέντευξή του στη δεύτερη σε κυκλοφορία καθημερινή εφημερίδα της Ισπανίας, την «Εl Pais».
Ο παλιός τεχνίτης και ο ομοϊδεάτης στην τρέλα
Για τον γεννηθέντα το 1970 Κώστα Καμπερίδη, η σχέση με τον Δον Κιχώτη είναι σχεδόν τόσο παλιά, όσο και η γνωριμία του με την παραδοσιακή επεξεργασία του σιδήρου, την οποία διδάχτηκε από τον σιδερά πατέρα του, έναν από τους παλιούς μάστορες, που δούλευαν το μέταλλο με τη φωτιά, το σφυρί και το χέρι· χωρίς μηχανήματα.
Ο Κώστας «γνώρισε» τον Δον Κιχώτη ως μαθητής δημοτικού στη Γερμανία, σε μια θεατρική παράσταση για τον «κυνηγό των ανεμόμυλων». «Αυτός ο άνθρωπος, που πήγαινε κόντρα στο ρεύμα, σφηνώθηκε στο μυαλό μου. Δεδομένου ότι ήμουν ανήσυχος, δεν τα κατάφερνα στα μαθήματα και δυσκολευόμουν να διαβάσω, καθώς είχα μια μορφή δυσλεξίας, ο Δον Κιχώτης, που πάλευε συνέχεια μόνος του, που δεν βολευόταν, που ανησυχούσε για το πώς μπορεί να κάνει τον κόσμο καλύτερο, μπήκε στο υποσυνείδητό μου, σαν ένας ομοϊδεάτης μου στην αντίδραση και την τρέλα» λέει.
Πάντως, ο Δον Κιχώτης, που μετέπειτα βγήκε από το υποσυνείδητο και «μπήκε» στα γλυπτά του, αποτελεί μία μόνο από τις εμπνεύσεις του: δημιουργοί όπως ο Ισπανός δεξιοτέχνης σιδηρουργός Χούλιο Γκονζάλες, στενός συνεργάτης του Πικάσο κι ο Eλβετός γλύπτης και ζωγράφος Αλμπέρτο Τζιακομέτι, έριξαν κι αυτοί νερό στον μύλο της έμπνευσης, όταν ο Καμπερίδης είδε το σίδερο σαν κάτι πολύ περισσότερο από ένα υλικό για να φτιάχνεις κάγκελα.
Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ από το εργαστήριό του, κοντά στον χιονοσκεπή Όλυμπο κι ανάμεσα σε περισσότερα από 50 γλυπτά, καθένα με τη δική του ιστορία, εξηγεί πως στα 25 του χρόνια άρχισε να δουλεύει συστηματικά στο σιδηρουργείο του πατέρα του. «Το γεγονός ότι όλα γίνονταν με τα χέρια, μου έδωσε μια "αυστηρή" εμπειρία στην επεξεργασία του σίδερου, ήταν μεγάλο σχολείο», λέει και εξηγεί ότι στα 34 του αποφάσισε να σπουδάσει σχέδιο και ήρθε η ενασχόληση με την τέχνη.
«Όταν τελείωσα το πρώτο μου γλυπτό», θυμάται, «ένιωσα μεγάλη χαρά, η οποία όμως κράτησε μισή-μία ώρα. Συνειδητοποίησα πως ήθελα αυτή τη χαρά να την ξαναζώ συνέχεια. Αυτή με κρατάει μέχρι σήμερα και δεν μπορώ να σταματήσω», λέει.
Όταν είναι το σίδερο και όχι το μολύβι, που φτιάχνει τις ιστορίες
Για τον Κώστα Καμπερίδη, έργα του οποίου υπάρχουν σε ιδιωτικές συλλογές στην Αθήνα, τις Βρυξέλλες, το Παρίσι και γερμανικές πόλεις, «το σίδερο δεν είναι απλά κάτι που μας προφυλάσσει να μην πέσουμε από το μπαλκόνι. Το σίδερο έχει πλοκή κι αν είσαι ανήσυχος θα δημιουργήσεις με το υλικό αυτό καινούργια πράγματα. Κάποτε μίλησα σε μια τάξη με παιδιά δημοτικού, τους έδωσα ένα κομμάτι σύρμα και τους ζήτησα να το χρησιμοποιήσουν όπως θα χρησιμοποιούσαν ένα μολύβι στο χαρτί, για να δημιουργήσουν μια ιστορία. Τα πιτσιρίκια ενθουσιάστηκαν φτιάχνοντας απλά σχέδια, όπως δελφίνια ή πεταλούδες. Μπορεί το να γράφεις μια ιστορία με σίδερο να είναι πιο δύσκολος τρόπος, αλλά στο τέλος της ημέρας ίσως το χαίρεσαι περισσότερο, επειδή ίδρωσες περισσότερο» σημειώνει και προσθέτει πως δεν είναι τυχαίο ότι στα έργα του χρησιμοποιεί και καθημερινά αντικείμενα, τα οποία φέρουν τους δικούς τους συμβολισμούς και ιστορίες.
Διαλύοντας το παλιό, φτιάχνοντας το καινούργιο
Σε διάφορα σημεία του εργαστηρίου του, ο επισκέπτης βλέπει διάσπαρτα αποκομμένα αντικείμενα. Τι είναι όλα αυτά; «Αν κάτι δεν μου αρέσει, θα το διαλύσω. Θα αφήσω στο πλάι το χέρι, το πόδι, το ξίφος, θα τ' αφήσω να ξεκουραστούν, για να φτιάξω αργότερα μια άλλη, καινούργια ιστορία, όταν έχω κάτι να πω», λέει και προσθέτει ότι σε έναν κόσμο που αλλάζει γρήγορα και σημαντικά, χρειάζεται να μάθουμε να συνδυάζουμε δημιουργικά το παλιό με το νέο. «Δυστυχώς, το δογματικό της θρησκείας και της πολιτικής δεν το βλέπω να αλλάζει, για να προσαρμοστεί δημιουργικά στις νέες συνθήκες», τονίζει.
Προσθέτει πως ως Έλληνες οφείλουμε στους προγόνους μας να είμαστε ανήσυχοι: «ο σκοπός μου στη ζωή δεν είναι απλά να περνάω καλά. Θέλω να υπάρχει αυτή η μόνιμη ανησυχία και να βρίσκει ανταπόκριση στο έργο μου. Και μετά να καθόμαστε με φίλους, να πίνουμε ωραία κόκκινα κρασιά, μερικές φορές φθηνά κρασιά, να μοιραζόμαστε προβληματισμούς, να αναγνωρίζουμε λάθη και να συζητάμε γι' αυτόν τον κόσμο».
Ο φόβος δεν πρέπει να νικήσει
Ο Δον Κιχώτης πολεμούσε με γίγαντες αόρατους εχθρούς, όπως σήμερα η ανθρωπότητα πολεμάει με έναν ιό τόσο μικροσκοπικό, που είναι αόρατος. Πώς αντιλαμβάνεται ο Κώστας Καμπερίδης αυτό που ζούμε; «Στη δεύτερη καραντίνα, η κατάσταση ψυχολογικά με έχει επηρεάσει, με ενοχλεί πάρα πολύ. Μόνο τα τα μάτια των ανθρώπων να δεις πάνω από τη μάσκα, επηρεάζεσαι. Τι βλέπεις στα μάτια των ανθρώπων; Από τον φόβο μην αρρωστήσουν μέχρι τον φόβο για το άγνωστο. Κι αυτό είναι το άσχημο. Δεν πρέπει να κερδίσει ο φόβος, σε καμία περίπτωση. Σε έναν ασθενή δεν το λες εύκολα αυτό, αλλά το πιστεύω. Να μη νικήσει ο φόβος».