Eίναι 17 Μαΐου του 1976 και εφημερίδες, περιοδικά και φυσικά η δημόσια τηλεόραση έχουν στραμμένο το ενδιαφέρον στην Βασιλέως Κωνσταντίνου και Μιχαλακοπούλου, στο κτίριο της Εθνικής Πινακοθήκης που εγκαινιαζόταν με τιμές και πλήθος επισήμων.
Απόψε, 45 χρόνια μετά, η ιστορία θα επαναληφθεί.
H φωνή του εκφωνητή στα Επίκαιρα -χαρακτηριστική και γνώριμη και σε εμάς, μέσα από ταινίες και αρχειακό υλικό- διατρέχει την ασπρόμαυρη εικόνα. «Με την παρουσία πολλών επισήμων, μεταξύ των οποίων ο Πρωθυπουργός κύριος Καραμανλής και ανθρώπων των Γραμμάτων και των Τεχνών, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας εγκαινίασε την Εθνική μας Πινακοθήκη.
Αυτά τα εγκαίνια όμως καθυστέρησαν 76 χρόνια». Στις εικόνες κυριαρχούν οι Καραμανλής και Τσάτσος, αλλά και η σύζυγος του Προέδρου της Δημοκρατίας, Ιωάννα Τσάτσου -το γένος Σεφεριάδη, αφού ήταν αδελφή του νομπελίστα ποιητή μας Γιώργου Σεφέρη.
Καθώς εδώ και μέρες τα βλέμματα μας είναι στραμμένα στην νέα Εθνική Πινακοθήκη, που θα ανοίξει τον πρώτο της όροφο για χάρη των υψηλών προσκεκλημένων, απόψε το βράδυ, με αφορμή τον εορτασμό 200 ετών από την Επανάσταση του 1821, επιστρέφουμε στις μοναδικές εικόνες και περιγραφές αρχείου από τα πρώτα εγκαίνια. Και παραδόξως εξακολουθεί να κυριαρχεί η γκρίνια μαζί με την ανακούφιση, αφού και τότε όλοι μιλούσαν για την καθυστέρηση στην υλοποίηση ενός μεγάλου έργου. Οπως συμβαίνει και τώρα και με την Πινακοθήκη που έμεινε κλειστή για 8 χρόνια, όπως συνέβη και με την Οδύσσεια του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης.
Η Πινακοθήκη άργησε 76 χρόνια
Μόνο που στην περίπτωση των πρώτων επίσημων εγκαινίων, η καθυστέρηση είχε διαρκέσει 76 ολόκληρα χρόνια, όπως έκπληκτος λέει και ο εκφωνητής στα επίκαιρα της 17ης Μαΐου 1976. Βλέπετε, η Εθνική Πινακοθήκη ιδρύθηκε στις 15 Απριλίου του 1900, όπως φαίνεται στο σχετικό φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, με την υπογραφή του Βασιλέα Γεωργίου Α'. Ορίστηκε έφορος -δηλαδή διευθυντής- ο κορυφαίος ζωγράφος Γιώργος Ιακωβίδης, ενώ λίγους μήνες αργότερα, στις 28 Ιουνίου 1900, θεσμοθετήθηκε και ο κανονισμός λειτουργίας, σύμφωνα με τον οποίο τα έργα της συλλογής της κατανέμονταν σε έξι τμήματα, που περιελάμβαναν «πίνακας της βυζαντινής τέχνης, […] της μεσαιωνικής, […] της νεωτέρας (ελαιογραφικούς), […] υδατογραφήματα, κρητιδογραφήματα και ιχνογραφήματα, […] αντίγραφα πινάκων, ων τα πρωτότυπα απόκεινται εν άλλαις συλλογαίς και εντύπους εικόνας (ξυλογραφήματα, χαλκογραφήματα, χαλυβογραφήματα, χαλκοτυπίας κ.τ.λ.)».
Πυρήνα των συλλογών αποτέλεσαν 258 έργα τέχνης από τις συλλογές του Πολυτεχνείου και του Πανεπιστημίου καθώς και η συλλογή έργων τέχνης του νομικού και φιλότεχνου Αλέξανδρου Σούτσου (1839-1895), ο οποίος με τη διαθήκη του είχε κληροδοτήσει την περιουσία του στο ελληνικό δημόσιο με σκοπό την ίδρυση και συντήρηση Μουσείου Ζωγραφικής.
Αυτή η σπονδυλική στήλη της Πινακοθήκης έφτασε μέσα από περιπέτειες και αλλαγή της χωροθέτησης να βρει την τελική της στέγη στις 17 Μάη του 1976. Οι τηλεοπτικές κάμερες από την πρώτη στιγμή μαγεύθηκαν ατο πρόσωπο του Ιησού μέσα σε ένα μυσταγωγικό μπλε που ζωγράφισε ο Κωνσταντίνος Παρθένης, επηρεασμένος από τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο, στο έργο του «Χριστός» που και σήμερα περιμένει τους επισκέπτες της νέας Εθνικής Πινακοθήκης. Σημειώνουμε ότι η νέα Πινακοθήκη που θα επισκεφθούν απόψε οι επίσημοι προσεκλημένοι, θα λειτουργήσει κανονικά για το κοινό όταν ανοίξουν τα μουσεία μέσα από την μερική άρση των μέτρων που αναμένουμε να ανακοινωθεί, ενώ τον Ιούνιο θα γίνουν τα «επίσημα» εγκαίνια.
Μαθαίνουμε, έκπληκτοι, ότι στην Πινακοθήκη παρουσιάζονταν το 1976 περί τα 1.000 έργα- η έκπληξη έχει σχέση με το γεγονός ότι αργότερα ο αριθμός μειώθηκε σημαντικά. Ετσι λίγο πριν κλείσει η νέα Πινακοθήκη για τις εργασίες επέκτασης, φιλοξενούνταν περί τα 380 έργα και εφεξής, σύμφωνα με την κυρία Λαμπράκη Πλάκα, θα παρουσιάζονται μόνιμα 1.000 έργα. Ενας αριθμός που έκανε τον κύκλο του από το 1976 ως σήμερα.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι πραγματικά η Πινακοθήκη πέρασε δύσκολα χρόνια μέχρι να βρει την στέγη της στην Βασιλέως Κωνσταντίνου. Και έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην εξεύρεση λύσης ο ιστορικός διευθυντής της Μαρίνος Καλλιγάς που διοίκησε τη ναυαρχίδα της Τέχνης στην Ελλάδα από το 1949 ως το 1971. Ο Μαρίνος Καλλιγάς, ιστορικός Τέχνης και βυζαντινολόγος, ανέδειξε τα έργα της Πινακοθήκης οργανώνοντας εκθέσεις στο Ζάππειο, εμπλούτισε τις συλλογές της με σημαντικές αγορές, κατάφερε να εντάξει στο Μουσείο το πλούσιο κληροδότημα του Αλέξανδρου Σούτσου και έδωσε τελικά λύση στο χρόνιο στεγαστικό του πρόβλημα με την εξεύρεση του οικοπέδου στη Βασιλέως Κωνσταντίνου και την ανέγερση του νέου κτιρίου με σχέδια των αρχιτεκτόνων Παύλου Μυλωνά και Δημήτρη Φατούρου. Στη συνέχεια υπήρξαν αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις του Νίκου Μουτσόπουλου. Αυτό το κτιριακό συγκρότημα κυρήχθηκε νεώτερο μνημείο από το ΚΣΝΜ το 1998, ως κατεξοχήν έργο του μοντερνισμού.
Η προκήρυξη αρχιτεκτονικού διαγωνισμού έγινε το 1956 και η θεμελίωση του κτιρίου πραγματοποιήθηκε το 1964 από τον τότε Πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου για να εγκαινιαστεί στις 17 Μαΐου του 1976 από τον τότε διευθυντή Δημήτρη Παπαστάμο. Ενα χρόνο μετά, η Πινακοθήκη απασχόλησε ξανά έντονα τον Τύπο και την Αθήνα, χάρη στην ένταξη των έργων της περίφημης Συλλογής Κουτλίδη και στα εγκαίνια που έκανε ο ίδιος ο Πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής. Σήμερα στη Νέα Πινακοθήκη, στον 1ο όροφο υπάρχει η σημαντική αίθουσα Κουτλίδη που τιμά την Συλλογή και την προσφορά της.