Οι φλόγες του, οι χαραγματιές φωτός, τα εθνικά σύμβολα, η απόκοσμη λάμψη που τρεμοπαίζει: η μυσταγωγία των έργων του ζωγράφου Χρήστου Μποκόρου εγκαθιδρύεται σε ένα νησί που αγαπά πολύ, την Πάτμο με την έκθεση «Ασκητικά»
Καθώς συμπληρώνονται είκοσι χρόνια από την εγγραφή της Πάτμου στον κατάλογο των Μνημείων της Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO (1999-2019), ο Χρήστος Μποκόρος φέρνει στο εμβληματικό μνημειακό συγκρότημα του Ιερού Σπηλάιου της Αποκάλυψης Πάτμου την έκθεσή του «Ασκητικά» έως τις 30 Σεπτεμβρίου. Στο Ιερό Σπήλαιο της Αποκάλυψης Πάτμου ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, εξόριστος εκεί το έτος 95 μ.Χ., συνέγραψε το ιερό αποκαλυπτικό κείμενο, αποτελεί αντιπροσωπευτικό παράδειγμα προσθετικής αρχιτεκτονικής και αναπτύσσεται σε πέντε στάθμες, με αλλεπάλληλες οικοδομικές φάσεις, από τον 12ο έως και τον 20ο αιώνα. Η αποκατάσταση, συντήρηση και ανάδειξη του μνημείου υλοποιήθηκε από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Δωδεκανήσου στο πλαίσιο του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Κρήτης και Νήσων Αιγαίου, 2007-2014).
Τα έργα του Χρήστου Μποκόρου φιλοξενούνται σε πέντε αίθουσες στην τρίτη στάθμη του συμπλέγματος. Η πρόσβαση στους εκθεσιακούς χώρους θα γίνεται από την παλαιά είσοδο της Αποκάλυψης. Η έκθεση διοργανώνεται από το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού – Εφορεία Αρχαιοτήτων Δωδεκανήσου και την Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννου Θεολόγου Πάτμου. Ο ίδιος ο δημιουργός, σε ένα κείμενο με τον τίτλο «Πονήματα ασκητικά και άνθη ανέσπερα », γράφει αναφορικά με την έκθεση:
«Αλλοπρόσαλλοι καιροί. Όλα γρήγορα γίνονται, γρήγορα αλλάζουνε, γρήγορα τελειώνουν κι ακόμα πιο γρήγορα χάνονται· κι άλλον τρόπο δεν έχω, με τη ζωγραφική ακόμη παιδεύομαι. Εκεί μαθαίνω, εκεί στοχάζομαι τη ζωή και τα πάθη της, εκεί σώζομαι. Αντιστέκεται η εικόνα, θέλει κόπο και χρόνο να γίνει κι όταν φανεί δεν προσδοκά βέβαια απόρριψη, ν’ αντικατασταθεί από άλλη νεότερη. Πότε παλιώνει άραγε το παλιό; Στην αιωνιότητα προσβλέπει η τέχνη και στην αλήθεια. Εκεί πέρα μας σώζει.
Μάθημα είναι και η ζωή και η τέχνη, μια άσκηση. Άσκηση αυτογνωσίας. Ασκητικά και τα έργα της. Τα εργόχειρα της ζωής μας. Χειροτεχνήματα που πασχίζουν να αποδώσουν αχειροποίητο νόημα. Να αποτρέψουν τη λήθη και τον χαμό. Να ξεκλέψουν απ' τον χρόνο μια μορφή, μιαν εικόνα και να τη σώσουν απ' τη λήθη στο αντίθετό της, που 'ν' η α-λήθεια. Να αναθέσουν στη μνήμη μνημείο αντί μνήμα. Το σκοτάδι απεργάζονται για ν' αναστήσουνε φως, να φωτίσουνε άνθη ανέσπερα.
Ένα πάθημα η προσπάθεια να αποδοθεί απ' την ύλη το πνεύμα, που όλο αντιστέκεται, το απρόσιτο, και μας διαφεύγει. Αναιρεί τα θέλω μας, ανατρέπει τις δεξιότητες σαν χαλίκια στο κύμα, τσακίζει τις βεβαιότητες σαν κλαριά στον αέρα. Χάρισμα η ζωή μας και τη χρωστάμε. Να την αποδώσουμε πολύτιμη, όσο νογάμε ότι αξίζει. Πάσχοντες· προσφορά και θυσία στο τίποτε που μόνο έτσι όμως γίνεται κάτι. Τεκμήριο, πειστήριο και κριτήριο μοναχό της ζωής μας, τα έργα μας. Αίτημα αθανασίας οι τέχνες που μηχανευόμαστε κι εξασκούμε. Μια ταυτότητα να βρούμε. Μια κοινότητα. Στο κοινό να σωθούμε. Κανένας δεν σώζεται μόνος. Αλλά σε τι ομονοούμε ως κοινότητα; Πως κοινωνούμε το ύψος στην Τέχνη; Πως μετέχουμε; Δική μας ευθύνη κι απόφαση.
Κι ας μην γελιόμαστε. Δεν είναι τα έργα που εκτίθενται ενώπιόν μας. Εμείς εκτιθέμεθα απέναντί τους αναζητώντας αμήχανα νόημα, οι πολυμήχανοι. Μια ανάσα να πάμε πιο πέρα. Ένα νεύμα να σηκωθούμε ψηλότερα».