Μαθητικά τετράδια και εκπληκτικοί καμβάδες που ζωγράφισε σε ηλικία 9 ετών. Τηλεφωνικά καρνέ, ολόκληρο το εργαστήριο της οδού Δεινοκράτους. Ο ιδιωτικός χώρος και σχέσεις ζωής του Γιάννη Μόραλη, σε μια έκθεση τρυφερότητας και εκπλήξεων στο Μουσείο Μπενάκη.
Εχετε δει φωτογραφίες από τα στούντιο κορυφαίων ζωγράφων; Εχουν σχεδόν όλα κάτι το σπηλαιώδες, το απολύτως χαοτικό, μια αίσθηση πνιγηρού μέσα σε ένα πανηγύρι χρωμάτων και υφών καμβάδων και χαρτιών που περιμένουν να καλυφθούν ή φθίνουν στιβαγμένα καθώς έχουν απορριφθεί από τον δημιουργό. Δείτε το στούντιο του Λουσιάν Φρόιντ, του Φράνσις Μπέικον. Mε κάποιον τρόπο, μπορεί να καταλάβει κανείς γιατί προέκυψαν τα έργα τους.
Στην περίπτωση του Γιάννη Μόραλη, το εργαστήριο της Δεινοκράτους 9 όπως έχει μεταφερθεί στο Μουσείο Μπενάκη της οδού Κουμπάρη έχει την παρουσία του χάους, αλλά με το πνιγηρό να απουσιάζει. Υπάρχει μια απόλυτη γεωμετρία, μια αφήγηση, ένας ρυθμός μεταξύ καβαλέτων, δάσους πινέλων, βουνών υλικών, στην καρδιά αυτού του χάους. Υπάρχει η υπόμνηση του σώματος: μια καπαρντίνα ακουμπισμένη στην ξύλινη καρέκλα, η ποδιά ακουμπισμένη στον καμβά.
Το τηλέφωνο της Ελένης Βλάχου, το τετράδιο του Δημοτικού
Υπάρχουν όμως και οι τηλεφωνικές ατζέντες: το τηλέφωνο της Ελένης Βλάχου, το ιδιωτικό και στην «Καθημερινή», του γνωστού αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Βουρέκα, που μεταξύ άλλων συνεργάστηκε μαζί του ο Μόραλης για το Χίλτον.
Σαφώς, δεν είναι λίγες οι εκθέσεις για τον Μόραλη που έχουμε δει όσο ζούσε και κυρίως από τον θάνατό του και μετά το 2009. Μνημειώδεις -εικαστικά και κειμενικά-, κάθε φορά νομίζεις ότι ξέρεις τα πάντα για αυτόν, αλλά η έκπληξη σε περιμένει να σε συναντήσει. Αυτή τη φορά όμως, μπαίνοντας στην αίθουσα του δεύτερου ορόφου, νιώθεις ότι μπαίνεις στο δέρμα του Μόραλη, βλέπεις με τα μάτια του.
Η έκθεση «Ι. Μόραλης. Χώρος Ιδιωτικός», που διοργανώνει το Μουσείο Μπενάκη και η Εταιρεία Μελέτης, Ερευνας και Προβολής της Νεοελληνικής Τέχνης -Εργαστήριο Γιάννης Μόραλης, εκθέτει από τις πρώτες ζωγραφιές του δημιουργού, σε ηλικία 9 ετών, σε παιδικά τετράδια, ως τις απεικονίσεις των αγαπημένων του φίλων και συνοδοιπόρων και φυσικά το εργαστήριο της Δεινοκράτους.
H έκθεση, πολύ έξυπνα σε μαγνητίζει από την πρώτη στιγμή όταν βλέπεις στην προθήκη και στους τοίχους δημιουργίες του μαθητή δημοτικού Γιάννη Μόραλη, σε ηλικία μόλις 9 ετών. Σαστίζεις, όχι μόνο από την ακρίβεια, αλλά από τον τρόπο χρήσης του χρώματος, την διαύγεια, τις γραμμές.
«Τη λαδομπογιά την πρωτομύρισα σε μια θεία μου, αδελφή της μητέρας μου, που ζωγράφιζε. Τότε πρωτάρχισα να σχεδιάζω. Πήγαινα με τον πατέρα μου στο Γυμνάσιο, έπαιρνα κιμωλίες, τις βουτούσα σε μπλε μελάνι, σε κόκκινο και σχεδίαζα στον πίνακα με τρία χρώματα, μπλε, κόκκινο, άσπρο. Στις κόλλες που περίσσευαν από τους διαγωνισμούς έκανα γεωμετρικά σχέδια, ξεκινώντας από τις ρίγες», έλεγε ο Μόραλης.
Ο Μόραλης ζωγραφίζει τον Μόραλη
Εννέα χρόνων ζωγραφίζει με λάδι σε καμβά, με τέμπερα σε χάρντμπορντ, με μολύβια σε χαρτί και ακουαρέλα. Μόλις 15 ετών αρχίζει να σπουδάζει στην ΑΣΚΤ. Δεν απορείς, βλέποντας της δημιουργίες της εποχής, αλλά και τις φωτογραφίες με την οικογένειά του που φανερώνουν ότι υπήρχε ένα πλέγμα αγάπης, υποστήριξης, στοργής που έθρεψε και απελευθέρωσε τον δημιουργό Μόραλη.
Με έναν μαγικό τρόπο, περπατώντας στην αίθουσα που ξεκινά από την παιδική ηλικία, συνεχίζει με την νεανική περίοδο, την ανάπτυξη του ταλέντου του, την διδασκαλία, την καθιέρωση, το ατελιέ, τις σχέσεις με τον Παππά, τον Χατζιδάκι, τον Νικολάου, ανακαλύπτεις τον τρόπο που ο Γιάννης Μόραλης ζωγράφισε τον ίδιο του τον εαυτό στο πέρασμα των χρόνων.
Αν ο Λουσιάν Φρόιντ -γεννήθηκαν και πέθαναν με λίγα χρόνια διαφορά- αγαπούσε να φωτογραφίζεται μέσα στο ατελιέ του, ο Μόραλης επέλεγε την άσκηση και έκθεση μέσω αυτοπροσωπογραφιών κυρίως. Λίγες και με σκέψη τοποθετημένες είναι οι εικόνες του μέσα από το ατελιέ.
Η πρώτη αυτοπροσωπογραφία του, με μπουφάν και ριγέ πουκάμισο, ατίθασο σγουρό μαλλί, το 1929. Ενας γόης, μια μορφή που μοιάζει να βγαίνει από το West Side Story. Mόλις 3 χρόνια αργότερα, το 1932, λάδι σε καμβά, πρόσωπο οστεώδες και μακρύ σαν μορφή του Τζιακομέτι, έντονα φρύδια και μύτη, μπερές που κρύβει τα μαλλιά.
Σαν ένας νέος καλλιτέχνης κάπου στη Μονμάρτη. Το 1934, μια ακόμα αυτοπροσωπογραφία του, σαν άλλος ξανά: παστέλ και κάρβουνο σε χαρτί, το σχήμα του προσώπου αλλάζει, τα μαλλιά μακριά, σπαστά, σκιάζουν τα μάτια, σαν εικόνα του Τζέιμς Ντιν που αντικρύζει παπαράτσι.
Ζωγραφίζοντας τους ανθρώπους που αγάπησε
Αντιλαμβάνεστε, έχουμε μιλήσει μόλις για 10 από τα περίπου 100 έργα της έκθεσης και οι ιστορίες ξεπηδούν αβίαστα, καθώς και η σύνδεσή τους με την ψυχοσύνθεση του Μόραλη αλλά και την εποχή του.
Αν κάτι φανερώνεται από τους τοίχους και τις προθήκες της έκθεσης, δεν είναι μόνο ο ιδιωτικός χώρος ως αρχιτεκτονική και καλλιτεχνική διάσταση, αλλά και η αγάπη, ο τρόπος που σχετιζόταν ο Μόραλης. Τρόπος τρυφερός, δοτικός, εκρηκτικός, ειλικρινής. Με συγκίνηση σχεδόν βλέπω τα διαφορετικά έργα που έκανε με πρωταγωνιστές τον αδελφό του Γιώργο, την θεία Ολγα και φυσικά τον γιο του, Κωνσταντίνο. Μια φορά δεν ήταν αρκετή. Τα πρόσωπα αυτά γέμισαν τον καμβά του, έγιναν ίσως τα λόγια αγάπης και αφοσίωσης προς αυτούς.
Είναι γνωστή, επίσης, η στενότατη σχέση φιλίας, σχέση ζωής που είχε με τον Νίκο Νικολάου. Αυτός άλλωστε τον παρακίνησε να αποκτήσει δίπλα του εξοχική κατοικία στην Αίγινα.
Στην έκθεση συναντάμε, προς το τέλος της, ένα αριστουργηματικό έργο του Μόραλη που απεικόνισε στο Παρίσι, το 1938, τον Νίκο Νικολάου, καθισμένο σε μια πολυθρόνα, με ημίψηλο καπέλο. Από κάτω γράφει: enfin, je souis millionaire. Επιτέλους, είμαι εκατομμυριούχος! Αν δεν είναι αυτό το εσωτερικό αστείο που οδήγησε το χέρι του Μόραλη στο χαρτί και το μελάνι «ιδιωτικός χώρος», τότε τι είναι;
Φυσικά, στην έκθεση υπάρχουν πορτρέτα, μακέτες, για βιβλία, παραστάσεις, επιμέλειες εικαστικές αρχιτεκτονικών συνθέσεων -όπως η περίφημη όψη του Χίλτον, ή το έργο «Ανοιξη» διαστάσεων 84 επί 218 εκατοστών, που είχε τοποθετηθεί το σπίτι του φίλου του Μάνου Χατζιδάκι.
Είναι όμως τα πρωτόφαντα παιδικά έργα, οι λεπτομέρειες της καθημερινότητας -το τηλεφωνικό καρνέ Gucci- η καπαρντίνα, που δίνουν βάθος στην έκθεση. Και αυτή η λευκή μικρή κάρτα, με το ιδιόχειρο σημείωμα του Γιάννη Μόραλη «δεν φιλοτεχνώ πλέον πορτρέτα». Νομίζεις ότι θα γείρεις το κεφάλι θα τον δεις εκεί, να περιεργάζεται το μπρούτζινο δύο μέτρων άγαλμά του, που φιλοτέχνησε ο Γιάννης Παππάς.
Η έκθεση συνεχίζεται ως τις 8 Ιανουαρίου. Την επιμέλειά της υπογράφουν η Νίκη Δάφνη και ο Τάσος Κουτσουρής, τον σχεδιασμό ο Σπύρος Νάσαινας. Παράλληλα με την έκθεση κυκλοφορεί κατάλογος με κείμενα του επιστημονικού διευθυντή του Μουσείου Μπενάκη, Γιώργη Μαγγίνη, κείμενα της Νίκης Δάφνης, του Τάσου Κουτσουρή και του Κωνσταντίνου Φιολάκη.