Γεννήθηκε στη Νάξο, έζησε την κόλαση του Ναζισμού, ανανέωσε τη θεατρική γραφή στην Ελλάδα. Πώς ο Καμπανέλλης μετέτρεψε τη θηριωδία που βίωσε σε ελπίδα για έναν καλύτερο κόσμο.
«Εσείς που μπαίνετε, αφήστε έξω κάθε ελπίδα». Τη φράση αυτή αντίκρυσε ο 20χρονος Ιάκωβος Καμπανέλλης κατά την είσοδό του στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Μαουτχάουζεν το φθινόπωρο του 1942. Δεν ήταν ούτε Εβραίος, ούτε αντιστασιακός, ούτε κομμουνιστής. Ηταν απλώς ένας νεαρός λάτρης της περιπέτειας. Στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής έφυγε από την Ελλάδα παρέα μ΄έναν φίλο του και με προορισμό την Ελβετία. Στη Βιέννη προμηθεύτηκαν πλαστά διαβατήρια, όμως συνελήφθησαν στο Ινσμπρουκ κι ο Καμπανέλλης κατέληξε στο Μαουτχάουζεν όπου έζησε για δυόμιση χρόνια τη φρίκη, την παράνοια και τη θηριωδία.
Τη συνθήκη θυμίζει η κόρη του, Κατερίνα Καμπανέλλη, δημιουργός και διαχειρίστρια του αρχείου του πατέρα της, στο μήνυμά της που θα συμπεριληφθεί στις εφετινές εκδηλώσεις μνήμης, ανήμερα της απελευθέρωσης του Μαουτχάουζεν από τις συμμαχικές δυνάμεις στις 15 Μαϊου.
Η προθήκη η οποία είναι αφιερωμένη στο ναζιστικό κολαστήριο, είναι η πρώτη στην οποία ξεναγεί το iefimerida η ίδια καθώς περιδιαβαίνουμε την έκθεση «Στη χώρα Καμπανέλλη-Νάξος, Μαουτχάουζεν-Αθήνα» η οποία εγκαινιάστηκε πριν από λίγες ημέρες από την Υπουργό Πολιτισμού κυρία Λίνα Μενδώνη στο Μουσείο Μπενάκη/Πινακοθήκη Γκίκα (Κριεζώτου 3) και θα παραμείνει ανοικτή ως τις 30 Ιουλίου 2022. Η έκθεση, την επιμέλεια της οποίας έκαναν η Κατερίνα Καμπανέλλη και η Σίσσυ Παπαθανασίου ενώ τον σχεδιασμό υπογράφει ο Παύλος Θανόπουλος, διοργανώνεται από το ΥΠΠΟΑ κι εντάσσεται στο πλαίσιο του λογοτεχνικού έτους «Ιάκωβος Καμπανέλλης 2022» στη διάρκεια του οποίου έχει σχεδιαστεί ένα ευρύ πρόγραμμα εκδηλώσεων, εκδόσεων και μεταφράσεων του έργου του Καμπανέλλη τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.
«Πνευματική μου καταγωγή το στρατόπεδο συγκέντρωσης»
Η Κατερίνα Καμπανέλλη στέκεται με μεγάλη συγκίνηση στη μοναδική φωτογραφία του πατέρα της από το Μαουτχάουζεν. «Είναι μαζί με τον συγκρατούμενό του Θανάση Παπανικολάου και μια ακόμη συγκρατούμενη της οποίας τα στοιχεία δεν γνωρίζουμε. Καλοκαίρι του 1945, τρεις μήνες μετά την απελευθέρωση του στρατοπέδου. Φαίνεται, άλλωστε, καθώς ο πατέρας μου είχε αρχίσει να παίρνει λίγο βάρος...». Ο Καμπανέλλης γύρισε στην Ελλάδα λίγο αργότερα, τον Αύγουστο του ‘45 αφού πρώτα, ως επικεφαλής της Ελληνικής Επιτροπής πρώην κρατουμένων, φρόντισε για την ασφαλή επιστροφή των Ελλήνων και των Ελλήνων Εβραίων.
Οι επιστολές αποχαιρετισμού που αντάλλαξαν μεταξύ τους οι εθνικές επιτροπές κρατουμένων που δημιουργήθηκαν αμέσως μετά την απελευθέρωση είναι ένα ακόμη τεκμήριο που επιλέγει η Κατερίνα Καμπανέλλη από την έκθεση. «Οταν βρήκα τις επιστολές αυτές στα πράγματα του πατέρα μου πραγματικά συγκλονίστηκα. Αποκαλούνται αδέλφια, αφού όλοι μαζί έχουν ζήσει τη φρίκη της ναζιστικής θηριωδίας. Το ίδιο ένιωσα και με την επιστολή του Αμερικανού διοικητή ο οποίος, μετά την απελευθέρωση, πρόσφερε ένα κύπελλο με χώμα από το Μαουτχάουζεν σε κάθε μια από τις επιτροπές αυτές. Για να μην ξεχάσουν...»
Της μιλούσε, άραγε, ο πατέρας της για όλ΄αυτά; «Οχι» απαντά η Κατερίνα Καμπανέλλη. «Κάθε φορά που τον ρωτούσα πώς κατέληξε στο Μαουτχάουζεν μου απαντούσε απλώς “νεανικές τρέλλες”. Μετά τον θάνατό του έμαθα τις συνθήκες, από μια αυτοβιογραφική του συνέντευξη όπου αναφερόταν στο θέμα. Σ΄εμένα δε μιλούσε ποτέ γι΄αυτά. Προφανώς δεν ήθελε να με ταράξει...»
Μετά τον θάνατο του Καμπανέλλη (2/12/1921-29/3/2011), η ίδια ήρθε σ΄επαφή με το Mauthausen Memorial- τον οργανισμό που φτιάχτηκε για να διατηρήσει ζωντανή τη Μνήμη- ζητώντας αποδεικτικά για τον εγκλεισμό του πατέρα της στο κολαστήριο. Της έστειλαν την κάρτα του, όπου πέρα από το στοιχεία του, φαίνεται ξεκάθαρα και το νούμερο της φρίκης: 37734. «Μου έστειλαν επίσης κι ένα σχεδιάγραμμα του στρατοπέδου όπου μεταξύ άλλων φαίνεται το κρεματόριο αλλά και το ιατρείο όπου γίνονταν τα διαβόητα ναζιστικά πειράματα στους κρατουμένους»λέει η ίδια.
«Πνευματική μου καταγωγή είναι το Μαουτχάουζεν» διαβάζουμε στον τοίχο δίπλα από την προθήκη που είναι αφιερωμένη στο στρατόπεδο. Μια φράση που είχε πει ο ίδιος ο πολύπλευρος δημιουργός ο οποίος σφράγισε ανεξίτηλα την πνευματική και καλλιτεχνική ζωή της χώρας κατά το δεύτερο ήμισυ του 20ου αιώνα. «Οταν μπήκα στο στρατόπεδο ήμουνα σε ηλικία που ανακάλυπτα τον κόσμο. Υπήρξε μεγάλο θεατρικό ερέθισμα για μένα αυτή η κοινή μοίρα των 35.000 ανθρώπων που ήμασταν στο κεντρικό στρατόπεδο Μαουτχάουζεν. Που με ένα χτύπημα καμπάνας πηγαίναμε να κοιμηθούμε όλοι μαζί, με ένα χτύπημα καμπάνας έπρεπε να ξυπνήσουμε, με ένα χτύπημα καμπάνας έπρεπε να παραταχθούμε, με ένα χτύπημα καμπάνας να πάμε για φαϊ, με ένα χτύπημα καμπάνας να πάμε για δουλειά και με ένα χτύπημα καμπάνας να ξαναγυρίσουμε μέσα. Μια ομαδική δηλαδή συμπεριφορά, μια κοινή μοίρα διασπασμένη σε τόσο ανθρώπινα πάθη όσοι ήταν και οι άνθρωποι που ζούσαν αυτή τη ζωή. Υστερα ήταν και κάτι άλλο: η αντίφαση των ανθρώπων. Οι αντιφάσεις και η πολυφωνία που έβλεπες να υπάρχουν μέσα στον ίδιο χαρακτήρα. Ενας Ες Ες, ωραιότατος νέος, ωραίος σαν άνθρωπος, ωραίος σαν άντρας, ωραίος σαν μορφή, ήταν παράλληλα και ένα φοβερό τέρας» είχε πει ο ίδιος.
Παρόλες αυτές τις εμπειρίες του, ο Ιάκωβος Καμπανέλλης ήταν ένας άνθρωπος αισιόδοξος κι αυτό το μετέφερε και στη μοναχοκόρη του στην οποία είχε ιδιαίτερη αδυναμία όπως άλλωστε και σ΄ολόκληρη την οικογένειά του. «Δεν τον πτοούσε τίποτε, δεν απογοητευόταν. Λάμβανε απορριπτικές επιστολές για τα έργα του αλλά δεν το έβαζε κάτω. Γύριζε στο σπίτι και τα ξαναδούλευε» λέει η Κατερίνα Καμπανέλλη.
Ο Καμπανέλλης καθιερώθηκε ως θεατρικός συγγραφέας, δοκιμιογράφος, στιχουργός και σεναριογράφος. Καταξιώθηκε επίσης και ως πεζογράφος παρόλο που έγραψε ένα και μοναδικό βιβλίο, ένα χρονικό όπως προτιμούσε να το ονομάζει. Πρόκειται, ασφαλώς, για το «Μαουτχάουζεν» που γράφτηκε σχεδόν 20 χρόνια μετά το τέλος του πολέμου. Μαζί με το χρονικό έγραψε και τέσσερα τραγούδια τα οποία μελοποίησε μέσα σ΄ένα βράδυ ο Μίκης Θεοδωράκης και τα ερμήνευσε η Μαρία Φαραντούρη. Το πρώτο και γνωστότερο τραγούδι, το «Ασμα Ασμάτων» ξεκινά με τη φράση «Τί ωραία που είναι η αγάπη μου». Η Κατερίνα Καμπανέλλη επισημαίνει τη συμβολική διάσταση της αγάπης στη συγκεκριμένη περίπτωση: είναι η χαμένη ελευθερία. «Είναι πραγματικά εντυπωσιακό πώς ένας επιζήσας ενός στρατοπέδου συγκεντρώσεως και εξοντώσεως μετέτρεψε μέσα από τα γραπτά του τη θηριωδία που βίωσε σε ελπίδα για έναν κόσμο φωτεινό...».
Αναγνωστάκης, Θεοδωράκης, Κουν
Αφίσες έργων, προγράμματα, χειρόγραφα, φωτογραφίες και προσωπικά αντικείμενα είναι μερικά μόνο απ΄όσα περιλαμβάνει η έκθεση «Στη χώρα Καμπανέλλη: Νάξος, Μαουτχάουζεν, Αθήνα». Με αφετηρία της γενέτειρά του, τη Νάξο και «σταθμούς» τους τόπους που τον καθόρισαν η διοργάνωση φιλοδοξεί ν΄ αναδείξει το έργο και την προσωπικότητα του δημιουργού τον οποίον πολλοί θεωρούν τον ανανεωτή της θεατρικής γραφής στην Ελλάδα. Η έκθεση δεν περιορίζεται μόνον στον εκθεσιακό χώρο του ισογείου της Πινακοθήκης Γκίκα αλλά επεκτείνεται και στους υπόλοιπους χώρους της. Εκεί, αναπτύσσεται ένας «διάλογος» του Καμπανέλλη με αγαπημένους συνεργάτες, το έργο των οποίων παρουσιάζεται στη μόνιμη συλλογή. Σε αρκετές περιπτώσεις, οι προθήκες σχεδιάστηκαν εκ νέου ώστε να συμπεριλάβουν εκθέματα που αναδεικνύουν τις σχέσεις και τις συνεργασίες. Ο Μανόλης Αναγνωστάκης, ο Σπύρος Βασιλείου, ο Κάρολος Κουν, ο Μίκης Θεοδωράκης και ο Μάνος Χατζιδάκις είναι μερικοί μόνο απ΄όσους περιλαμβάνονται στο τμήμα αυτό της έκθεσης δίνοντας την ευκαιρία στον επισκέπτη ν΄αντιληφθεί τις σχέσεις όχι μόνο μεταξύ ανθρώπων αλλά και μεταξύ τεχνών...