Καθώς επιστρέφουμε στην αστική, συμμετοχική τελετουργία της Τέχνης, με τα μουσεία ανοιχτά, ακολουθούμε μια διαδρομή μέσα στην πόλη ανακαλύπτοντας αριστουργηματικά έργα από την αρχαιότητα ως και τη διακεκαυμένη ζώνη της πανδημίας του 2021, με θέμα τα ερωτικά φιλιά.
«Φίλησέ με και θα δεις πόσο σημαντική είμαι. Αυτό που θέλω πίσω, είναι αυτό που ήμουν». Αν μέσα στο ηχητικό τοπίο της πόλης που επανέρχεται σταδιακά στους παλιούς γνώριμους ρυθμούς μπορείς κάτι να πιστέψεις ότι σου ψιθυρίζει η Αθήνα καθώς στέκεσαι στην πλατεία Αυδή, κάτω από τον εκτυφλωτικό κίτρινο τοίχο με την τοιχογραφία του Ηλία Παπαηλιάκη, τότε ο ψίθυρος της Αθήνας θα είναι σίγουρα αυτή η φράση της Σίλβια Πλαθ. Μέσα στις αλλόκοτες, απαγορευτικές συνθήκες του lockdown, αυτή τη τοιχογραφία του Ηλία Παπαηλιάκη έγινε σύμβολο της πόλης. Ενα αδρό ερωτικό φιλί που δεν χρειάζεται να προσπαθήσει για να γίνει δραματικό πέρα από τις σαφείς γραμμές, τα περιγράμματα των προσώπων, των χειλιών που σμίγουν.
Στην οδό Γιατράκου, δηλαδή στην πλατεία Αυδή στο Μεταξουργείο, ο γνωστός εικαστικός δημιουργός σχεδίασε αυτό το φιλί σε ένα τοίχο ύψους 22 μέτρων, προαναγγέλοντας την επιστροφή στην οικειότητα, την απαγορευμένη, περιχαρακωμένη σήμερα οικειότητα. Tο έργο, είναι το πρώτο μιας σειράς τοιχογραφιών που θα δημιουργηθούν με πρωτοβουλία και οργάνωση του Ιδρύματος Ωνάση, σε συνεργασία με τον ΟΠΑΝΔΑ. Μια τοιχογραφία στην πόλη, που παραπέμπει αισθητικά στο αστικό σύμβολο της σύνθεσης του Γιάννη Μόραλη στην πρόσοψη του ξενοδοχείου Ηilton.
Το φιλή της Χλόης
Ο Παπαηλιάκης δεν σκέφτηκε ούτε στιγμή να παρέμβει στο κυρίαρχo χρώμα της πολυκατοικίας. Να ωραιοποιήσει, να τακτοποιήσει τον αστικό χώρο για να εντάξει το έργο του. «Δεν σκέφτηκα ούτε στιγμή να αλλάξω το χρώμα του τοίχου. Από το μεσημέρι και μετά είναι εκπληκτικό, είναι υπέροχο ο τρόπος που γράφει το αττικό φως σε αυτό τον τοίχο. Ο πήχης ως προς την επαφή της επιφάνειας με το φως είναι πολύ ψηλά», λέει στο iefimerida.gr. Από την εμβληματική τοιχογραφία, περπατάμε μερικές δεκάδες βήματα και εισερχόμαστε στην Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων. Εκεί, ακολουθώντας αυτή τη μυστική διαδρομή των ερωτικών φιλιών της πόλης, θα βρεθούμε μπροστά σε ένα άλλο έργο του Παπαηλιάκη, αυτό που αποτέλεσε την μήτρα για την τοιχογραφία. Είναι το τρυφερό «Φιλί της Χλόης» που παρουσιάζεται στην έκθεση «Τα θεωρητικά αντικείμενα. Έργα 2017-2020», που συνεχίζεται ως τις 23 Μάη.
Το φίλημα του Νικηφόρου Λύτρα
Αναφερθήκαμε πριν στην σύνθεση του Γιάννη Μόραλη για την πρόσοψη του Hilton: 626 τ.μ. καλύπτει η μεγάλη γλυπτή εγχάρακτη όψη που σχεδίασε ο Μόραλης μεταξύ του 1959 και του 1962. Από εκεί περπατάμε λίγα βήματα και μπαίνουμε στην Εθνική Πινακοθήκη που επιτέλους άνοιξε για το κοινό για να συναντήσουμε ένα από τα πιο καθηλωτικά φιλιά του ελληνικού χρωστήρα. Περπατάμε κάτω από το γλυπτό του Ροντέν, τον «άνθρωπο που περπατάει πάνω σε κολώνα», διασχίζουμε το φουαγιέ με την «Λαϊκή Αγορά» του Παναγιώτη Τέτση, περνάμε το γυάλινο γεφυράκι που είναι σαν εικόνισμα για την μνήμη του ποταμού Ιλισού που κυλούσε στο σημείο αυτό από την αρχαιότητα, στρίβουμε δεξιά στην αίθουσα Κουτλίδη και φτάνουμε στο «Φίλημα» του Νικηφόρου Λύτρα. Ένα έργο που από μόνο του είναι αφορμή ικανή για μια επίσκεψη στην Πινακοθήκη, για να περάσεις χρόνο μπροστά του, σαν να βλέπεις έναν άνθρωπο που είχε καιρό να συναντήσεις.
Eργο που δημιούργησε πριν το 1878 ο Νικηφόρος Λύτρας, λάδι σε μουσαμά διαστάσεων 79 επί 69 εκατοστά. Ένα ερωτικό φιλί, βιαστικό, εν κρυπτώ, σαγηνευτικό. Η απόλυτη αποπλάνηση, με το σώμα του κοριτσιού, την αναστάτωση της αυλής, τον τρόπο που ο ανθός, ο παρθενικός κρίνος υψώνεται σας σε έκσταση, να μεταφέρουν όλη την ένταση ενός φιλιού. Η περιγραφή του έργου από τους επιμελητές της Εθνικής Πινακοθήκης είναι χαρακτηριστική: «Στο "Φίλημα" η σκηνή ξετυλίγεται σε μια εσωτερική αυλή, όπου βλέπουμε ένα λυγερόκορμο κορίτσι να τεντώνεται για να φτάσει να φιλήσει το αγαπημένο της αγόρι, που προβάλλει το κεφάλι του από το ψηλό παράθυρο. Η γλάστρα με τον κρίνο συμβολίζει την αγνότητα, ενώ ο ψηλόκορμος μίσχος του επαναλαμβάνει την κίνηση του λυγερόκορμου κοριτσιού. Επικρατούν οι ώχρες, τα λευκά και το λίγο κόκκινο στο φέσι του κοριτσιού. Αυτό το λίγο κόκκινο το αγαπούσε πολύ ο Νικηφόρος Λύτρας. Η παρατημένη παντούφλα υποδηλώνει τη βιασύνη της κόρης να συναντήσει τον καλό της, σημαδεύει όμως και το χώρο, μας κάνει, δηλαδή, να μπαίνουμε μέσα στο χώρο».
Χρόνια μετά ο Λύτρας δημιούργησε ένα έργο που μοιάζει δίδυμο με το Φίλημα, αλλά έχει τίτλο «Αναμονή». Το κορίτσι, περιμένει στο παράθυρο το αγόρι για ένα ακόμα φιλί, ίσως...
Λίγα δευτερόλεπτα πριν: Μουσείο του Κεραμεικού
Μεταφερόμαστε, στην περιοχή της Αθήνας, στη μικρή κοιλάδα του Ηριδανού, που ο Θουκυδίδης αποκαλούσε «κάλλιστον προάστειον»: στον Κεραμεικό. Στην τεράστια νεκρόπολη και το συγκλονιστικό της μουσείο, που απλώνεται σε μια έκταση 38,5 στρεμμάτων και ακουμπά πάνω στην πολύβουη, βιομηχανική οδό Πειραιώς. Εκεί που από τα προϊστορικά χρόνια ως την ύστερη αρχαιότητα ήταν η τελευταία κατοικία των επιφανών της πόλης, των ηρώων και τον ένδοξων αθλητών. Στους αρχαϊκούς τάφους, ο πλούτος των κτερισμάτων είναι μοναδικός, η τέχνη τους κυριολεκτικά καθηλώνει.
Μέσα σε αυτή την επικράτεια του θανάτου, συναντάμε όμως και στοιχεία εκρηκτικά του έρωτα -άλλωστε για τους ποιητές, προαιώνια η ταύτιση θανάτου και έρωτα ήταν αυτονόητη. Ο λόγος, για ένα ερυθρόμορφο αλάβαστρο που φέρει στις δυο όψεις του σκηνές δυο ερωτευμένων ζευγαριών. Στην μία το έντονο φλερτ: «Ένας έφηβος πλησιάζει καθισμένη νεαρή γυναίκα που κλώθει προσφέροντάς της ερωτικό δώρο, έναν λαγό (δείγμα της κυνηγετικής του ικανότητας), ενώ στην άλλη πλευρά ένας λίγο μεγαλύτερος νέος αγκαλιάζει τρυφερά μια κοπέλα», σύμφωνα με την ακριβή περιγραφή που συναντάμε στην συλλεκτική έκδοση «Κεραμεικός» του Ιδρύματος Ιωάννη Σ. Λάτση. Είναι η στιγμή λίγο πριν σμίξουν τα χείλη, με τα χέρια να τραβούν ελαφρά το κεφάλι μέχρι να συντελεστεί το φιλί.
Βέβαια δεν μπορούμε να προσπεράσουμε ένα ακόμα εύρημα, όπου η αθωότητα του φλερτ και ο αισθησιασμός του φιλιού, δίνουν τη θέση τους σε αποκαλυπτικές ερωτικές σκηνές. Πρόκειται για ερυθρόμορφο ασκό που εικονίζει νέο και νεαρή όμορφη (στην επιγραφή χαρακτηρίζεται «ΚΑΛΗ») δούλη σε ερωτικές περιπτύξεις. Το εύρημα είναι από το τελευταίο τέταρτο του 5ου αι π.Χ. Η τόλμη, και οι λεπτομέρειες ξαφνιάζουν σήμερα τον θεατή και δημιουργούν ερωτήματα για το πρόσωπο στο οποίο ανήκε ο τάφος όπου βρέθηκε ο ασκός αυτός.
Θραύσματα και κύλικες στο Αρχαιολογικό Μουσείο
Ο έρωτας κυριαρχεί σε πλήθος εκθεμάτων του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, όπου και πάλι συναντάμε μια πλήρη ένωση, αλλά και το αισθησιακό στιγμιότυπο του «λίγο πριν» που ήταν φαίνεται αγαπημένο θέμα των αρχαίων τεχνιτών. Σε μια μελανόμορφη κύλικα από το 490 με 480 π.Χ, βλέπουμε όρθιους, έναν άνδρα και μια γυναίκα. Τα σώματά τους είναι σφικτά αγκαλιασμένα και τυλιγμένα στα ίδιο ιμάτιο, με μια ζεστή αίσθηση τρυφερότητας και οικειότητας. Λίγο πριν το φιλί. Το αγγείο, έργο του Ζωγράφου του Αίμονα «πρόσφερε κάποτε κρασί, ευφροσύνη και, ίσως, ερωτική μέθη σε κάποιο συμπόσιο» σύμφωνα με την περιγραφή του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου.
Eκπληκτικό όμως, αν και μικροσκοπικό, αφού είναι μόνο ένα θραύσμα ερυθρόμορφης κύλικας, είναι το ερωτικό φιλί ενός νέου και μιας νέας από τα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ. Βρέθηκε στις ανασκαφές της Ακρόπολης και δυστυχώς απουσιάζει το τμήμα με τα σώματα. Κυριαρχεί το πρόσωπο του άνδρα, η γυναίκα έχει υποχωρήσει καθώς το υπόλοιπο κομμάτι βρίσκεται ακόμα κάπου στο αρχαίο χώμα. Το χέρι της όμως οδηγεί το κεφάλι του άνδρα, χαϊδεύει με πάθος τα μαλλιά του. Εχει την τεχνοτροπία του Ζωγράφου του Ξυλουργού και απηχεί την περιγραφή του Ομήρου «έτσι κι εκείνη χαίρονταν τον άντρα της να βλέπη κι ούτ’ έβγαζε τ’ αφράτα της τα χέρια απ’ το λαιμό του» (Οδύσσεια, ψ 239-240), όπως θυμίζει η έκδοση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου για την έκθεση «Οδύσσειες».
Τα φιλιά του Γουναρόπουλου στην κάμαρα των Κατακουζηνών
Αυτά τα καθοριστικά δευτερόλεπτα λίγο πριν το φιλί -που μπορούν να το καταστρέψουν ή να το κάνουν μυθικό- που είδαμε στις αρχαιότητες πριν, το συναντάμε και στα τέσσερα έργα με ερωτικά φιλιά του Γιώργου Γουναρόπουλου που μπορεί να δει ο επισκέπτης στην οικία Κατακουζηνού, δηλαδή στο Ιδρυμα Αγγελου και Λητώς Κατακουζηνού στην Βας. Αμαλίας 4 στο Σύνταγμα. Στο βιβλίο «Αγγελος Κατακουζηνός, ο Βαλής μου» της Λητώς Κατακουζηνού που μόλις κυκλοφόρησε σε έκτη έκδοση συμπληρωμένη από την Μικρή Αρκτο, διαβάζουμε: «Ο Βαλής στο γραφείο του στην άλλη άκρη του σπιτιού εξέταζε αρρώστους κι εγώ είχα μείνει ξαπλωμένη να διαβάζω στο κρεβάτι μας. Από δω κάθε πρωί θωρούμε τον Άι-Γιώργη ψηλά στον Λυκαβηττό και στον τοίχο αντίκρυ τα φιλιά του Γουναρόπουλου. Πριν κάμποσα χρόνια, ο Βαλής κι εγώ μαζί με τον Tériade είχαμε πάει στο ατελιέ του. Εκεί είδαμε τα τέσσερα μεγάλα χρωματιστά σχέδια και ξετρελάθηκα. “Εχεις δίκο” μου είπε ο Βαλής, “κι εμένα μου αρέσουν πάρα πολύ”. “Είναι από τα καλύτερά του σχέδια” συμφώνησε κι ο Tériade».
Και συνεχίζει η Λητώ Κατακουζηνού «ύστερα από λίγες μέρες ήρθε απρόσμενα στο σπίτι μας φορτωμένος με τα τέσσερα κάδρα. “Για σας, προσφορά δική μου, συμβολική στην αγάπη σας. Σας ταιριάζουν πάρα πολύ” είπε. Πόσο μας συγκίνησε. Θεέ μου, τούτη η ευγενική χειρονομία του, τι χαρά να ‘χομε διά μας τούτα τα έξοχα σχέδια. Δίχως δεύτερη σκέψη αποφασίσαμε να τα βάλουμε στην κάμαρή μας. Τα δυο πάνω από το κεφάλι μας». Στο Μουσείο Γουναρόπουλου (Γουναροπούλου 6, Ανω Ιλίσια) συναντάμε τη σειρά σχεδίων με τίτλο Ειδύλλια.
Το ρωμαλέο ερωτικό φιλί του Ροντέν
Ένα από τα πλέον αναγνωρίσιμα έργα του Ωγκίστ Ροντέν, το περίφημο «Φιλί» ήρθε στην Ελλάδα το 2007, όταν το αγόρασε το Ιδρυμα Ωνάση, με προσωπική εμπλοκή του τότε προέδρου Στέλιου Παπαδημητρίου. Στόχος ήταν εξαρχής να τοποθετηθεί στην υπό κατασκευή τότε Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση όταν αυτή θα παραδίδονταν στο κοινό, αλλά μέχρι τότε οι πολίτες είχαν την ευκαιρία να το δουν προσωρινά στην Εθνική Πινακοθήκη.
Σήμερα το έργο υπάρχει στην είσοδο της Στέγης, καθώς στρίβει κανείς δεξιά για να ανέβει με τις σκάλες ή το ασανσέρ στους ορόφους. Και αποτελεί ίσως το πλέον φωτογραφημένο σημείο της Στέγης αυτά τα τελευταία 11 χρόνια λειτουργίας της. Το Φιλί, σύμπλεγμα από ορείχαλκο στο τελικό μνημειακό μέγεθος, είναι το τρίτο από τα οκτώ νόμιμα αντίγραφα με λατινικούς αριθμούς που είχε δικαίωμα να χυτεύσει το Μουσείο Ροντέν στο Παρίσι από το πρωτότυπο εκμαγείο. To αρχικό γλυπτό σμιλεύτηκε το 1882 πάνω σε ένα ενιαίο κομμάτι πεντελικού μαρμάρου βάρους 4 τόνων.
Περιγράφει η Μαρίνα Λαμπράκη Πλάκα: «Ενας νέος άνδρας και μια νεαρή γυναίκα στο άνθος της ηλικίας τους, γυμνοί, καθισμένοι πάνω σε έναν βράχο, αγκαλιάζονται, ενώνουν τα σώματά τους και ανταλλάσσουν έναν τρυφερό ασπασμό που μοιάζει να τους συντήκει σε μιαν αδιαίρετη ενότητα. Καθώς διασταυρώνονται χιαστί τα κορμιά των εραστών μοιάζουν να στροβιλίζονται γύρω από έναν νοητό άξονα, χαρίζοντας στη σύνθεση συναρπαστικές γωνίες θέασης από κάθε σημείο. Οι αρμονικοί, όλο καμπύλες άξονες, οι δυναμικές κατατομές που χαρακτηρίζουν το ύφος του Ροντέν, η πλούσια και ριγηλή πλαστικότητα των σωμάτων με τον τονισμό της εσωτερικής δομής της ανατομίας, καλούν τον θεατή να περιτρέξει το σύμπλεγμα και να το απολαύσει περίοπτα. Το φως ντύνει τα σώματα με σκοτεινούς ίσκιους, ημίφωτα και σπινθηρίσματα που ακροκαθίζουν πάνω στις ακμές της φόρμας, αναδεικνύοντας όλο τον πλούτο και τη ζωτικότητα της οργανικής μορφής. Το μοντελάρισμα, το πλάσιμο σε βάθος, ένα από τα κλειδιά του ροντενικού ύφους, βρίσκει την ιδανική του έκφραση στα σώματα των δύο νέων.