O μοναδικός κινηματογράφος στο Κολωνάκι από το 1962, σημείο της αστικής μνήμης συνδεδεμένο και με μικρές κοινωνικές εκρήξεις, το «Εmbassy», που σίγησε οριστικά μέσα στον κορωνοϊό, εδώ και περίπου 20 μέρες λειτουργεί ως θέατρο με ισχυρές αναφορές στην αρ ντεκό.
Το παχύ κόκκινο χαλί, που παραπέμπει στις μεγάλες κινηματογραφικές πρεμιέρες και στις βραβεύσεις που βλέπουμε διαρκώς αυτές τις μέρες στις παρυφές του Hollywood, στρώθηκε από τις 22 Δεκεμβρίου στη σκάλα και το υπόγειο του αριθμού 5 στην Πατριάρχου Ιωακείμ, στο Κολωνάκι.
Το όνομα Embassy με μεγαλύτερα και φωτεινά γράμματα άναψε σαν σηματοδότης στον κεντρικό δρόμο, ο χώρος κατοικήθηκε ξανά μετά το κλείσιμο του κινηματογράφου Embassy.
Ευτυχώς, κατοικήθηκε και πάλι υπό την ομπρέλα του πολιτισμού, αφού στη θέση του σινεμά λειτουργεί πλέον ένας πολυχώρος Πολιτισμού, με σημαία το θέατρο, αλλά και με δράσεις που σχετίζονται με τις συναυλίες, τον κινηματογράφο και τις αφηγήσεις να έρχονται από τη χειμερινή σεζόν του 2024, οπότε θα αναπτυχθεί πλήρως η ταυτότητα του νέου χώρου.
Με διακοσμητικές αναφορές απολύτως συνεπείς με τους κανόνες της αρ ντεκό -μάρμαρο, μπρούντζος, μεγάλες επιφάνειες γυαλιού, κυριαρχία του γεωμετρικού άσπρου και μαύρου ως καμβά, ο χώρος βρίσκεται υπό τη διαχείριση της «Embassy Παραγωγές Πολιτισμού», του Γιάννη Τσακουμάκου.
Ο κινηματογράφος δεν κατόρθωσε να επανέλθει στη λειτουργία μετά την πανδημία, καθώς ήταν ήδη βαριά λαβωμένος από την οικονομική κρίση που ξεδόντιασε τον χάρτη των κινηματογραφικών αιθουσών στην Αθήνα.
Διαδηλώνοντας για τον «Τελευταίο Πειρασμό»
Ο κινηματογράφος Embassy θα μείνει για πάντα στην αστική μνήμη ως χώρος προβολής αριστουργημάτων και πρεμιερών από τις 29 Δεκεμβρίου του 1962, που άνοιξε πρώτη φορά τα φώτα. Ταυτίστηκε όμως και με στιγμές της σύγχρονης αστικής ιστορίας.
Θυμάμαι, παιδί, άφωνη να βλέπω στην τηλεόραση τη συγκέντρωση πολιτών και μελών εκκλησιαστικών οργανώσεων, την ένταση έξω από το Embassy με αφορμή την προβολή της ταινίας «Ο Τελευταίος Πειρασμός», του Μάρτιν Σκορσέζε... Και τον πατέρα μου να μου διηγείται ότι χρόνια πριν είχε τοποθετηθεί βόμβα στον κινηματογράφο (εξουδετερώθηκε εγκαίρως) με αφορμή την προβολή ταινίας που σχετιζόταν με δράση ισραηλινών κομάντο.
Αυτό συμβαίνει με τους χώρους που γίνονται κύτταρα του αστικού βιώματος. Στη νέα του εποχή, προφανώς οι αρμόδιοι προσδοκούν μια ειρηνική πορεία και μια νέα εμπειρία θέασης.
Όπως μου εξηγεί ο υπεύθυνος του θεάτρου, Νίκος Παπαμανώλης, το θέατρο έχει δύο μεγάλες led οθόνες στο βάθος, ενώ και οι έξι κουίντες είναι led οθόνες. Επίσης, είναι το πρώτο θέατρο στην Ελλάδα που έχει περιστρεφόμενη τούρτα, δηλαδή η περιστρεφόμενη σκηνή υψώνεται σε τρία διαφορετικά επίπεδα.
Είναι προφανές ότι το θέατρο είναι το ιδανικό για θεάματα τεχνικών απαιτήσεων, όπως το μιούζικαλ. Δεν είναι τυχαίο ότι το εναρκτήριο έργο της νέας του εποχής είναι το μιούζικαλ «Ο Τσάρλι και το εργοστάσιο σοκολάτας», σε σκηνοθεσία Γιώργου Βάλαρη, με πρωταγωνιστή τον Αλέξανδρο Μπουρδούμη.
Η επιλογή του έργου έγινε σε μια περίπτωση που το έργο είναι ξανά στην επικαιρότητα χάρη και στην ταινία «Γουόνκα» με τον Τιμοτέ Σαλαμέ, που προβάλλεται παγκοσμίως. Με διαβεβαιώνουν, μάλιστα, ότι μεταξύ των θεατών -υπάρχουν 500 θέσεις- υπάρχουν και αρκετοί τουρίστες που έλκονται από το έργο και την εικόνα του θεάτρου.
Στην επικράτεια του αρ ντεκό
Η εικόνα είναι ταυτοτικό σημείο της νέας εποχής του χώρου. Πατώντας το κόκκινο χαλί, κατεβαίνοντας τα σκαλιά, βλέπω μπροστά μου αμέσως τις γεωμετρικές αναφορές της αρ ντεκό, τις υαλογραφίες, τις μεγάλες επιφάνειες μαρμάρου, αλλά και δύο τεράστιες ανθοσυνθέσεις στο φουαγιέ, στον χώρο υποδοχής των θεατών. Μαύρες χαρακτηριστικές απλίκες, επιφάνειες λευκού γυαλιού με μαύρα περιγράμματα παντού, βαθυκόκκινες κουρτίνες, ένα βεστιάριο που μοιάζει με μπουντουάρ κυρίας στις αρχές του αιώνα στο Παρίσι.
Όλος ο χώρος όπως σχεδιάστηκε από τον Σάκη Κυριακίδη, χωρίς παραφωνίες, δημιουργεί αυτή τη μοναδική αισθητική. Τηρουμένων των αναλογιών φυσικά, μου θυμίζει το ιστορικό θέατρο Al Hirschfeld στο Μπρόντγουεϊ, που μάλιστα φέτος κλείνει 100 χρόνια ζωής και αποτελεί έναν ναό του μιούζικαλ.
Εν τω μεταξύ, καθώς κάθομαι σε μία από τις κατακόκκινες βελούδινες πολυθρόνες του Embassy, διαπιστώνω με χαρά ότι μπορώ να τεντώσω τα πόδια μου, ότι δεν ασφυκτιώ, και ότι δεν έχω δυσκολία να δω τη σκηνή, ακόμα και αν ο μπροστινός είναι ψηλός. Περιμετρικά, σαν σύννεφα, μικρά μπαλκόνια χρησιμοποιούνται για τεχνικούς σκοπούς, αλλά αποτελούν για τον χώρο κάτι σαν τις περισπωμένες στα κείμενα.
Η σκηνή κατάμαυρη -για να λειτουργούν ιδανικά τα φώτα, ενώ στο πλάι της αίθουσας μια μεγάλη κατασκευή λευκού γυαλιού θα κάνει ακόμα και τον πιο κλειστοφοβικό να ανασάνει κάπως καλύτερα.
Δεν ξέρω ποιο θα είναι το μέλλον του θεάτρου, ή, ορθότερα, του πολυχώρου Πολιτισμού Embassy. Εύχομαι να βρει το στίγμα του και κυρίως να προσδώσει στην Αθήνα χαρακτηριστικά, ποιότητες, τάσεις των Τεχνών που μας λείπουν. Να γίνει χώρος-μαγνήτης για τους θεατές-πολίτες, να δώσει δυνατότητες σε καλλιτέχνες να δοκιμάσουν, να τολμήσουν.
ΙNFO: EMBASSY Theater
Πατριάρχου Ιωακείμ 5, Αθήνα, τηλ: 21 0346 9154