Θεοί, αρχαίοι κίονες, αντιγραφα ναών, πιστά αντίγραφα αρχαιοτήτων... Memorabilia που οι επισκέπτες της χώρας έπαιρναν μαζί τους στην επιστροφή -και η αισθητική τους- ήταν για δεκαετίες απαράλλακτα. Τώρα μια νέα γενιά δημιουργών αλλάζει την όψη τους, διαπιστώνει η εφημερίδα Le Monde.
Πώς μπορεί ένας Ελληνας δημιουργός χρηστικών και διακοσμητικών αντικειμένων να δημιουργήσει κάτι σε σχέση με τον πολιτισμό και την κυρίαρχη κουλτούρα της χώρας, ξεπερνώντας τον τεράστιο ίσκιο και μαζί το άμεσο αντανακλαστικό της πιστής αναφοράς στην αρχαιότητα και την τρέχουσα ζωή. Να ξεπεράσει τον σκόπελο του φολκλόρ και της τυπικής απεικόνισης του ένδοξου παρελθόντος; Η απάντηση δίνεται στην πράξη από τους δημιουργικούς Ελληνες designers που κατόρθωσαν να προσελκύσουν τον ενδιαφέρον της εφημερίδας Le Monde που δημοσίευσε εκτενές και με αρκετές φωτογραφίες άρθρο με τίτλο «Οι Ελληνες designers ταρακουνούν τους κίονες των ναών».
Το άρθρο σημειώνει ότι εδώ και πολύ καιρό κυριαρχημένη από μια συντριπτική πολιτιστική κληρονομιά, η ελληνική δημιουργία άρχισε να απογειώνεται καθώς τα νέα ταλέντα απαλλάσσονται από το μεγαλείο αλλά και το βάρος της ελληνικής αρχαιότητας, χωρίς όμως να την απαρνούνται, χωρίς να της γυρίζουν την πλάτη. Αντικείμενα που κυρίως βρίσκουμε σε ειδικά καταστήματα ή σε πωλητήρια μουσείων. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της μάρκας «Sophia» που περιγράφει η Le Monde. Γίνεται αναφορά σε προτομές θεών, κίονες, σε έντονα ακόμα και neon χρώματα, αντικείμενα κατασκευασμένα στο χέρι, που συναντά κανείς σήμερα στα πωλητήρια του Μουσείου του Λούβρου ή στο Βρετανικό Μουσείο...
Η δημιουργός του «Sophia», Αλεξάνδρα Αλευρά που ξεκίνησε την επιχείρησή της το 2014, μέσα στην δριμύτατη οικονομική κρίση, λέει στη Le Monde «θα έλεγα ότι η επιτυχία του εγχειρήματος συνίσταται στον συνδυασμό του μοντερνισμού με την αναφορά στο παρελθόν μας». Στο άρθρο μιλάει και η Τίνα Δασκαλαντωνάκη, επιμελήτρια του Πωλητηρίου του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης σχολιάζοντας ότι η ιστορία του ελληνικού έθνους παραμένει μια τεράστια επιρροή, όμως οι νέοι δημιουργοί είναι έτοιμοι για παράδειγμα «να επανερμηνεύσουν τα επεισόδια της ελληνικής μυθολογίας» να δημιουργήσουν νέες απεικονίσεις και αφηγήματα. Το άρθρο σημειώνει ότι στο Πωλητήριο του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης μπορεί να βρει κάποιος πιστά αντίγραφα κυκλαδικών ειδωλίων που επηρέασαν τόσο καθοριστικά την τέχνη του Πικάσο, του Μπρανκούζι και άλλων, αλλά και δημουργίων νέων Ελλήνων καλλιτεχνών με χαρακτηριστικό δημιουργικό τρόπο και υπογραφή.
«Αυτά τα δημιουργικά ταλέντα» συνεχίζει η Τίνα Δασκαλαντωνάκη, «επιδιώκουν να δημιουργήσουν μια ομορφιά με διάρκεια, ευθύνη απέναντι στο περιβάλλον και να εργαστούν όσο μπορούν με την ανακύκλωση των υλικών». Ξεχωριστή είναι και η περίπτωση του Σπύρου Κίζη που δημιούργησε το Locul Design, με το άρθρο να αναφέρεται εκτενώς στην καρέκλα που δημιούργησε υπό τον τίτλο Αrtichair, χρησιμοποιώντας ως πρώτη ύλη άγρια αγκινάρα που μετέτρεψε σε ένα είδους «οικολογικού πλαστικού».
Το άρθρο επισημαίνει ότι πολλοί από τους νέους αυτούς δημιουργούς ταξιδεύουν πολύ. Αναφέρεται στην περίπτωση της αρχιτεκτόνισσας Μυρσίνης Αλεξανδρίδη που ζει μεταξύ Στοκχόλμης και Αθήνας και στις διαρκείς αναφορές που έχει από την πατρίδα της και δη τα ελληνικά νησιά στις δημιουργίες της. Αναφορά γίνεται και στο Forget Me Not, που έχει δημιουργηθεί στη σκιά της Ακρόπολης, εκεί που ήταν το πρώτο σπίτι του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη.
O Στέργιος Φωτιάδης του στούντιο We design αναφέρεται στο μεγάλο βάρος και τη σημασία που έχει στην Ελλάδα η παράδοση της χειροτεχνίας, ανοίγοντας μια συζήτηση για τη διαφορά μεταξύ των επαγγελμάτων του τεχνίτη και του καλλιτέχνη. Στις παρυφές της Αθήνας, οι τουρίστες βρίσκουν τα ατελιέ των δημιουργών που χρησιμοποιούν κυρίως μάρμαρο, πηλό, υφαντά, σημειώνει η Le Monde και παρουσιάζει τα κρεμαστά κοσμήματα από ορείχαλκο της Ιωάννας Κουλούρη του Meet the Cat. Παντατίφ, που στην πραγματικότητα είναι μικρά κομμάτια από εργόχειρα σαν και αυτά που έφτιαχναν οι γιαγιάδες μας για τα τραπεζομάντηλα που έστρωναν στα κυριακάτικα οικογενειακά τραπέζια.
Η χειροτεχνία και το design ως τέχνες αναπτύσσονται στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια με ταχύτατους ρυθμούς αν και συχνά στην ίδια την χώρα δεν έχουν συνείδηση της ραγδαίας εξέλιξής τους - πολλοί δεν γνωρίζουν καν ονόματα και στοιχεία που αναφέρει αυτό το άρθρο της Le Monde. Για την ενδυνάμωση, την εκπαίδευση και τη δημιουργία μιας διεθνούς πλατφόρμας προβολής αυτών των δημιουργών κινείται ο Νικόλας Γιατρομανωλάκης τον τελευταίο χρόνο. Ο υφυπουργός σύγχρονου Πολιτισμού έχει εξασφαλίσει μέσα από τις συναντήσεις του κυρίως στο Παρίσι ενδιαφέρουσες συνεργασίες που μένουν να ανακοινωθούν -αυτό που ήδη γνωρίζουμε ότι έχει εξασφαλίσει να γίνουν μαθητείες Ελλήνων στο Gobelins. Επίσης, στόχος είναι μέσα από το πρόγραμμα του ταμείου Ανάκαμψης να γίνει ένας συνδυασμός παραδοσιακών τεχνικών με σύγχρονο ελληνικό design και να δωθούν μέσω προσκλήσεων ενδιαφέροντος κίνητρα και εφόδια.
Σημειώνουμε βέβαια ότι το άρθρο επικεντρώνεται σχεδόν αποκλειστικά σε έναν τομέα του ελληνικού design, σε αυτόν που παραμένει στενά συνδεδεμένος με κωδικούς της ελληνικής ταυτότητας και ιστορίας. Αντικείμενα που συναντάμε σε πωλητήρια μουσείων, αντικείμενα που αγαπούν να αγοράζουν οι τουρίστες για να φέρουν μαζί τους ως memorabilia από την Ελλάδα. Υπάρχει ένας πολύ μεγαλύτερος και ευρύτερος τομέας designers που δημιουργούν πέρα από αυτή την επικράτεια.