Μπορεί ο Κώστας Πανιάρας να έλεγε πως «το έργο τέχνης είναι ψεύτικο», όμως τα έργα του με φύλλα βινυλίου που παρουσιάζονται στην The Breeder δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία: εδώ κάτι ζει, κάτι πάλλεται, κάτι μας θυμίζει ότι η τέχνη δεν χρειάζεται χρονολογία για να είναι σύγχρονη.
Κάθε φορά που αντικρίζω το έργο του Κώστα Πανιάρα, ξεχνώ πως δεν είναι πια εδώ. Όχι από νοσταλγία, αλλά εξαιτίας μιας ζωτικότητας σε ενεστώτα χρόνο – μιας αμετάθετης έντασης στις πτυχώσεις, τις επιφάνειες, τον στοιχειακό τρόπο με τον οποίο χειριζόταν το χρώμα. Στην έκθεση "Day and Night, Then Day Again" στη γκαλερί Breeder στην Αθήνα, ο Πανιάρας δεν επιστρέφει ως ανάμνηση, αλλά ως δύναμη.

Σέρνω την τεράστια μεταλλική πόρτα της γκαλερί The Breeder στον πεζόδρομο της Ιάσονος, λίγα μέτρα από την Λεωφόρο Καβάλας, ανάμεσα σε οίκους ανοχής, εγκαταλελειμμένα κτίρια που υποψιάζεσαι ότι υπήρξαν ένδοξα, άναρχα γκράφιτι. Πατώ το κλασικό μωσαϊκό των ’50s και περιβάλλομαι από τα έργα με φύλλα βινυλίου και ακατάτακτες πτυχώσεις που είχε δημιουργήσει ο Κώστας Πανιάρας στις αρχές της δεκαετίας του ’80, με διαπερνούν σαν δέσμες ενός απτού φωτός.
Μεταλλικές αντανακλάσεις απλώνονται στον κατάλευκο χώρο της γκαλερί, μέσα από τα ζαρωμένα βινύλια. Τα «ντραπέ» έργα του Πανιάρα μοιάζουν με στιγμιότυπα μιας χορογραφημένης μάχης: το σώμα του καλλιτέχνη διαπραγματεύεται το υλικό, με ένταση, με ηδονή, με σιωπηλή επιμονή. «Χρησιμοποιούσε το βινύλιο αντί για μπογιά. Ναι, δεν λέρωνε τα χέρια του, αλλά τα τέντωνε, τα δίπλωνε, τα κάρφωνε με ένα ειδικό εργαλείο. Ήταν μια διαδικασία σωματική, σχεδόν ερωτική», μου λέει η σύζυγός του, Μέτα Πανιάρα.

Παρατηρώ μια σειρά αυτών των έργων που εκτίθενται στην The Βreeder έως τις 12 Απριλίου, υπό τον τίτλο «Day and Night, Then Day Again» και βρίσκω πέρα από τα χαρακτηριστικά κόκκινα, μπλε, πράσινα, κίτρινα χρώματα που αγάπησε ο Πανιάρας και κάποια που μοιάζουν ανοίκεια του δημιουργικού του λεξιλογίου. Μοβ, ανοιχτό πετρόλ… Μία ντίσκο αισθητική.
«Θυμάσαι τις αμερικάνικες καραμέλες Life Savers;», με ρωτάει η Ευγενία Χριστοδουλάκου – Πανιάρα, συντονίστρια του Αρχείου Πανιάρα, «ένα σωληνάριο με χρώματα σαν του ουράνιου τόξου. Αυτή είναι η αναφορά», μου εξηγεί. Φυσικά, ο δαιμονικά ιδιοφυής Κώστας Πανιάρας, μπορούσε να βρει έμπνευση από τις πιο απίθανες πηγές και στιγμές όχι μόνο της Ιστορίας της Τέχνης, της δύναμης της φύσης, αλλά και της ποπ κουλτούρας.

Είχαμε συνηθίσει να βλέπουμε τις εκθέσεις του Πανιάρα σε μουσεία -θρυλική είναι αυτή στο Μουσείο Μπενάκη. Πώς θα ένιωθε βλέποντας την έκθεση σε αυτή την μεριά της Αθήνας, εδώ όπου; «Ω, θα του άρεσε τρελά. Θα ήταν ευτυχής. Λάτρευε αυτή την περιοχή, άλλωστε ο τυπογράφος του, ο Κατούφας ήταν λίγο παρακάτω. Είναι μια τελείως άλλη συνθήκη, αλλά και ιδανική» μου λέει η κυρία Πανιάρα.
Μπορώ να το φανταστώ. Γιατί πάντα αναζητούσε την ρίζα του αυθεντικού, του αληθινού. Τόσο ώστε δεν μπερδευόταν από την ματαιόδοξη αξία του είδους που υπηρετούσε. «Το κάθε έργο τέχνης εφόσον είναι φτιαγμένο από τον άνθρωπο είναι ψεύτικο. Το αληθινό πρέπει να αναπνέει, να το κόβεις και να ματώνει. Το έργο τέχνης αν το σκίσεις, αν καεί, δεν έχασε και η Βενετιά βελόνι» έλεγε στην Ελένη Κυπραίου, σε μια συνέντευξη για το λεύκωμα που συνόδευσε την αναδρομική του έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη το 1994.

Kostas Paniaras, The Morning, 1983, vinyl sheets, 60 x 60 cm
Μέσα στην αίθουσα, βλέπω έργα που αν τα «έκοβες», όπως έλεγε ο δημιουργός τους, θα αναπηδούσαν ιστορίες ευτυχίας. Μπροστά μου, στον τοίχο απέναντι από την είσοδο, δεσπόζει το Retour d’Égypte. Ένα έργο τεράστιο σε διαστάσεις, εκθαμβωτικό σε παρουσία. Χρυσό, πράσινο, κίτρινο – μια παλίρροια χρωμάτων που θυμίζει τα τοπία και τους ήλιους της Βόρειας Αφρικής, σαν να κρύβει μέσα της θερμότητα, άμμο και φως.
«Το έφτιαξε για τα 37α γενέθλιά μου, μετά από ένα ταξίδι στην Αίγυπτο», μου λέει η Μέτα Πανιάρα. «Ήταν το δώρο του, επηρεασμένος από όσα είδαμε. Το είχαμε κρεμασμένο στην κρεβατοκάμαρά μας για χρόνια». Το ακούω και καταλαβαίνω ότι αυτό το έργο δεν είναι απλώς ένα αφηρημένο σύνολο υλικών. Είναι ένα επεισόδιο ζωής, μια ιδιωτική ευτυχία που τώρα εκτίθεται δημόσια — και όμως, κρατάει ακόμη κάτι από την οικειότητα της αγάπης που το γέννησε.

Έναν όροφο κάτω η ορμή των έργων γίνεται καταλυτική. Χάνεται πια κάθε αίσθηση χρονικότητας. Τα έργα εδώ μοιάζουν να ανήκουν στο τώρα - ή και στο μετά. Είναι σωματικά, είναι ερωτικά, είναι τραχιά και φωτεινά. Τα πτυχώματα γίνονται αιχμές, οι γραμμές αγγίζουν την ανατομία, η ύλη παίρνει μια παράξενη ανάσα. Με τον ερωτισμό βαθιά χαραγμένο σε κάποια αυτά, κάθετες αιχμηρές γραμμές που παραπέμπουν σε αιδοίο. Εισάγει τον τίτλο «Hμέρα και Νύχτα» σε αυτή του την σειρά. Μέσα στον χώρο της Breeder, μεταφέρεσαι κάλλιστα στο Τσέλσι της Νέας Υόρκης, σε μια μεγάλη αίθουσα που παρουσιάζει σύγχρονους δημιουργούς, στα όρια που η ζωγραφική και η γλυπτική συνυπάρχουν, θολώνουν τις διαχωριστικές γραμμές.
Έργα σαν από χρυσή πορφύρα, κυανό ασήμι, με αλλεπάλληλες πτυχώσεις, από τεράστια έως μικροσκοπικά. Μια χειρονομία ριζοσπαστική, όχι μόνο για τις αρχές της δεκαετίας του ’80. Τα βλέπει ο Αλέξανδρος Ξύδης και του λέει «α ρε Πανιάρα, έχεις έναν θησαυρό στα χέρια σου». Για να καταλάβετε πόσο αντισυμβατικός, ανυπόταχτος στις αρχές του mainstream ήταν ο Πανιάρας, πήρε αυτή τη φράση του Ξύδη ως την τελεία αυτής της δημιουργικής φάσης με τα φύλλα βινυλίου. «Δεν είχε μανιέρα ο Πανιάρας. Δούλευε σκληρά πάνω σε κάθε έργο δεν είναι τόσο πληθωρικό το έργο του» παρατηρεί η Ευγενία Χριστοδουλάκου Πανιάρα.
«Αλίμονο αν το υλικό αντί να εξυπηρετεί την ιδέα καταντάει στόχος» έλεγε. Αυτός ο πληθωρικός άνθρωπος, δημιουργούσε μέσα στην απομόνωση. «Ο Κώστας δεν μιλούσε ποτέ. Τα έκανε κλεισμένα στο ατελιέ του. Δεν εξηγούσε ποτέ τι σημαίνουν τα έργα που κάνει. Έλεγε ότι δεν ζωγραφίζει για τους άλλους», μου εξηγεί η Μέτα Πανιάρα. Παρατηρώ την απόλυτη εναρμόνιση των έργων αυτών με την μοναδική αρχιτεκτονική του χώρου η συνάντηση των γραμμών με τα πτυχώσεις σε ένα γεωμετρικό υπαινικτικό παιχνίδι.

Αναρωτιέμαι τι ηλέκτρισε την γκαλερί για να προχωρήσει σε αυτή την έκθεση. «Θεωρώ ότι αυτή η σειρά έργων είναι άκρως σύγχρονη και διαχρονική, αλλά και ότι ασκεί μια γοητεία σε όλες τις αισθήσεις» μου λέει ο συνιδρυτής της The Breeder Γιώργος Βαμβακίδης. «Στην εποχή του το υλικό αυτό δεν ήταν διαδεδομένο όπως σήμερα. Όμως ο τρόπος που το χειρίστηκε ο Πανιάρας είναι μοναδικός, σήμερα κανένας καλλιτέχνης δεν θα το έκανε έτσι», εξηγεί. «Είναι μια δουλειά που την χαρακτηρίζει η γενναιότητα και το όραμα».
Στέκομαι κάτω από το ολόλευκο με υποψίες χρυσού έργο του «Ιn perpetuum». Το αιώνιο, το διαρκές της τέχνης που παραμένει γενναία και οραματική ακριβώς τέσσερις δεκαετίες μετά τη δημιουργία του. Ανάμεσα στα έργα του, ανάμεσα στο μεσημέρι, το πρωινό, στα όρια του ξημερώματος -όπως είναι χαρακτηριστικοί τίτλοι των έργων όταν δεν ακολουθούν το μοτίβο «Μέρα και Νύχτα».
«Την ροή των έργων ορίστηκε από τα ίδια. Σαν να βρήκαν τον χώρο τους», μου εξηγεί ο επιμελητής της έκθεσης Νίκος Βαμβουκλής. «Δημιουργήσαμε μια ισορροπία, μια διαδρομή ακολουθήσαμε την διαδρομή που τα ίδια μας έδωσαν, χωρίς χρονολογική αναφορά για παράδειγμα, αν και καλύπτουν το διάστημα από το 1982 ως το 1986, οπότε και σταμάτησε να δημιουργεί αυτά τα έργα».

Άλλα έργα οριζόντια, άλλα κάθετα, άλλα διαγώνια, τοποθετημένα στον χώρο αρθρώνουν ολόκληρες φράσεις . «Μεθυστικές είναι οι ακολουθίες των χρωμάτων, από τα ψυχρά στα θερμά, ακολουθώντας την πορεία της ημέρας», παρατηρεί ο Νίκος Βαμβουκλής. Όταν δημιούργησε αυτά τα έργα ο Πανιάρας, ο ίδιος δεν είχε καν γεννηθεί ακόμα. Αναρωτιέμαι τι θα τον ρωτούσε αν είχε αυτή τη δυνατότητα. «Γιατί σταμάτησε. Θα ήθελα πολύ να δω την δυναμική της εξέλιξής τους» λέει, με την Μέτα Πανιάρα να παρατηρεί χαμογελώντας «τα σταμάτησε γιατί είχαν μεγάλη επιτυχία. Ήταν αντιδραστικός». «Ήταν μη εμπορικός, δεν το επιζητούσε» προσθέτει η Ευγενία Χριστοδουλάκου Πανιάρα.
Βγαίνοντας από την αίθουσα, μετά από ώρα, διότι τα έργα αυτά σε καλούν να κάνεις μια κυκλική διαδρομή που σε ωθεί να επιστρέψεις μπροστά σε κάθε ένα από αυτά, στον πεζόδρομο της Ιάσονος σημειώνω να ψάξω να βρω αυτή τη δράση που είχε πει ο Άγγελος Δεληβορριάς για τον Πανιάρα, τότε που έγινε η μεγάλη έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη.
«Στην γοητεία της απεραντοσύνης που μας προσκαλεί η δουλειά του αιωρείται ως ευλαβή υπόμνηση η ανάμνηση του υπαρκτού, η οποία δεν μπορεί και δεν πρέπει να σβήσει. Είναι συγκινητική αλλά και παρήγορη η διαπίστωση ότι ακόμα κι όταν αλλάζε κανείς την πίστη του. Κρατάει πάντοτε κάποιες από τις ορμές που φτέρωναν τα πρώτα του πετάγματα».

Φεύγοντας από τη Breeder, δεν παίρνεις μαζί σου μια απλή ανάμνηση ενός σπουδαίου καλλιτέχνη. Παίρνεις κάτι πιο ανήσυχο. Μια αίσθηση πως τα έργα αυτά δεν έχουν τελειώσει μαζί σου. Όπως ο τίτλος της έκθεσης -«Μέρα και Νύχτα, και Ξανά Μέρα» - έτσι και τα ίδια τα έργα λειτουργούν κυκλικά. Επανέρχονται στη μνήμη με διαύγεια, επιμένουν να σε κοιτούν πίσω. Ο Πανιάρας δεν ήθελε να εξηγεί τα έργα του. Ήθελε να τα ζήσεις. Να τα νιώσεις. Και τώρα, δεκαετίες μετά, εκείνα συνεχίζουν να ζουν.
Ιnfo
ΚΩΣΤΑΣ ΠΑΝΙΑΡΑΣDay and Night, Then Day Again
Τhe Breeder Έως 12 Απριλίου 2025
Mπείτε στον κόσμο του Κώστα Πανιάρα στο www.paniaras.com