Στη Βενετία, το ύφασμα που σχεδίασε ο Τσαρούχης ντύνει παπούτσια που έρχονται από τον 14ο αιώνα. Το βερμούτ επιστρέφει διεθνώς -δοκιμάζουμε τη συνταγή του1875 από την Καλαμάτα. Η Μαρία Κουτσομάλλη μάς οδηγεί στο χρώμα και τις χρυσές λάμψεις της Nouveau Réalisme. Ο Γιάννης Βογδάνης ενώνει την κεραμική με το μέλλον. Οι επιλογές.
Η Μαρία Κουτσομάλλη, από τη μελαγχολία του Μουνκ στην έκρηξη χρώματος της Nouveau Réalisme
Φύλλα χρυσού και μπροστά ένα ακρωτηριασμένο ανδρικό σώμα βαμμένο στο χαρακτηριστικό μπλε χρώμα του Υβ Κλάιν. Είναι το ανάγλυφο πορτρέτο του Αrman, παιδικού φίλου και συνοδοιπόρου του Κλάιν στην τέχνη και το βραχύβιο κίνημα των νέων ρεαλιστών. Το γλυπτό υποδέχεται το ελληνικό και διεθνές κοινό στην έκθεση Nouveau Réalisme του Μουσείου Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή. Είναι το έργο που με κάποιον τρόπο «ξεχωρίζει» ανάμεσα στα 50 αριστουργηματικά που συγκροτούν την έκθεση, μας εκμυστηρεύεται η Μαρία Κουτσομάλλη-Moreau, υπεύθυνη της συλλογής του Ιδρύματος Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή, που συνυπογράφει την επιμέλεια της έκθεσης μαζί με τη Marion Meyer, πρόεδρο της Διεθνούς Ένωσης Man Ray.
«Ένα έργο που λάμπει κυριολεκτικά μέσα στην έκθεση, χάρη στα φύλλα του χρυσού που υπάρχουν πίσω από την πλάτη του», μας εξηγεί η κυρία Κουτσομάλλη. «Ο Κλάιν έχει βάλει τον Arman να ποζάρει με τα χέρια σφιχτά σαν γροθιές. Θυμίζει την ελληνική γλυπτική, έχει ταυτόχρονα κάτι το εμβληματικό και πολύ τρυφερό. Χάνεσαι όταν βρίσκεσαι μπροστά του, μπορείς να σταθείς να το κοιτάζεις για ώρες».
Η έκθεση αυτή προετοιμαζόταν για χρόνια, όμως μεσολάβησε ο κορωνοϊός και ανέτρεψε σχέδια και συζητήσεις.
Είναι η πρώτη διεθνής έκθεση που διοργανώνει το Μουσείο και στόχος ήταν να αναδείξει πτυχές από τα έργα της Συλλογής, από την ιδιοσυγκρασία και την ταυτότητα των συλλεκτών, την ιδιαίτερη οπτική τους. Επτά από τα πενήντα έργα που εκτίθενται προέρχονται από τη συλλογή του Ιδρύματος. Για τα υπόλοιπα έγινε ένας μεγάλος, επίμονος αγώνας, προκειμένου να εξασφαλισθούν συγκεκριμένα έργα, τα πιο εμβληματικά των 13 Νέων Ρεαλιστών καλλιτεχνών που παρουσιάζονται στην έκθεση, μας περιγράφει η κυρία Κουτσομάλλη. «Θέλαμε πολύ τα έργα του Υβ Κλάιν που τελικά κατορθώσουμε να έχουμε, το χαρακτηριστικό μονόχρωμο και το έργο φωτιάς, αλλά και αυτά που έχουν σχέση με την Αρχαία Ελλάδα, την Αφροδίτη της Μήλου και τη Νίκη της Σαμοθράκης».
Όμως δεν είναι αυτά τα μόνα που κρατούν το ενδιαφέρον, σε μια περιήγηση που μπορεί να διαρκέσει και περισσότερο από μία ώρα καθώς ο θεατής εισπράττει εικόνες, πληροφορίες, βλέπει συνεντεύξεις που παρεμβάλλονται. «Στην έκθεση υπάρχουν διάφορα επίπεδα ανάγνωσης: να χαρείς τα έργα ή να εμβαθύνει τις γνώσεις που έχεις σε σχέση με το κίνημα του Νέου Ρεαλισμού. Για εμάς είναι θέμα σεβασμού προς τον καλλιτέχνη να τους βάλεις στο σωστό ιστορικό πλαίσιο, αλλά και να είναι οι πρωταγωνιστές της σκηνογραφίας».
Τη σκηνογραφία υπογράφει ο Ανδρέας Γεωργιάδης.
Δεν είναι μόνο τα έργα του Υβ Κλάιν, ή του Christo αυτά που κεντρίζουν ακαριαία το ενδιαφέρον. «Με ευχαριστεί πολύ ο τρόπος που βλέπω ότι προσελκύει τους επισκέπτες το χρώμα και τα φώτα του Raysse, αλλά και οι αφίσες των Mimmo Rotella, Jacques Villeglé, Raymond Hains κ.ο.κ..» Μια έκθεση που σε κάνει να αισθάνεσαι χαρά, αισιοδοξία, με δυναμική ενέργεια. Και ήταν και αυτό ένα από τα κεντρικά ζητούμενα.
Την ημέρα που μιλάμε η Μαρία Κουτσομάλλη βρίσκεται στο Παρίσι. Εχει μόλις δει την έκθεση του Μουνκ στο Musée d'Orsay. «Υπέροχη έκθεση. Χωρίς αμφιβολία ο Μουνκ ήταν μια ιδιοφυία. Ομολογώ όμως ότι βγήκα από το μουσείο ιδιαιτέρως φορτισμένη ψυχολογικά. Με μια μελαγχολία. Όταν φτιάχναμε την έκθεσηNouveau Réalisme ήθελα το ακριβώς αντίθετο. Είχα στο μυαλό μου να εκπέμπει μια αισιοδοξία, μια χαρά. Χρώμα».
Οι Βενετσιάνες που φτιάχνουν slippers με ύφασμα ζωγραφισμένο από τον Γιάννη Τσαρούχη
Στην Ιταλία και δη στη Βενετία αποκαλούν αυτά τα παπούτσια forlane: είναι κάτι σαν τις ιταλικές εσπραντρίγιες, φτιαγμένες με πολύτιμα υφάσματα, ειδική σόλα που δεν γλιστρά -φανταστείτε πώς είναι να περπατάς στην υγρή, γεμάτη στενά δρομάκια Βενετία. Αρχισαν να τα φτιάχνουν οι γυναίκες τον 14ο αιώνα, με υφάσματα που περίσσευαν από τα φορέματα και με λάστιχα ποδηλάτων. Οι γονδολιέρηδες τα λάτρεψαν αμέσως.
Αυτή την παράδοση ανέσυραν δύο αδελφές, οι Viola και Vera Arrivabene Valenti Gonzaga και δημιούργησαν την ViBi Venezia, το 2015, επιστρατεύοντας ντόπιους τεχνίτες για την δημιουργία τους. Τα υλικά, από βαρύτιμο βελούδο και μετάξι μέχρι vintage υφάσματα, δημιουργούν μοναδικά slippers.
Ένα από αυτά τα υφάσματα, σχεδιασμένο από τον Γιάννη Τσαρούχη για την ιστορική εταιρεία Αιγαίον, έφτασε στα χέρια τους από το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης και συγκεκριμένα την Τίνα Δασκαλαντωνάκη, που εντόπισε το τόπι με το ύφασμα σε μια από τις αναζητήσεις της για τις οποίες φημίζεται. Το αποτέλεσμα ήταν να δημιουργήσουν οι Βενετσιάνες δημιουργοί μια μοναδική, σπάνια σειρά slippers με το vintage ύφασμα που φέρει τα λευκά σε γαλάζιο φόντο λουλούδια του Γιάννη Τσαρούχη.
Όταν έμαθαν οι ιδρύτριες της εταιρείας για την ιστορία και το έργο του Τσαρούχη ενθουσιάστηκαν.
Τα slippers αυτά διατίθεται αποκλειστικά στο πωλητήριο του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης. Μια συνεργασία που αναμένεται να συνεχιστεί με περιορισμένης έκδοσης, ελληνοκεντρικά κομμάτια, όπως μας λέει η Τίνα Δασκαλαντωνάκη.
Μένοντας στο σύμπαν που δημιούργησε με κάθε τρόπο ο Τσαρούχης, έχουν ενδιαφέρον οι βεντάλιες με τα σχέδιά του, που διατίθενται στο πωλητήριο του Μουσείου Γιάννη Τσαρούχη στο Μαρούσι. Αλλά και στην Εθνική Πινακοθήκη μπορεί κάποιος να θαυμάσει την αυθεντική βεντάλια που σχεδίασε το 1943: τέμπερα σε ξύλο, διαστάσεων 16 επί 32 εκατοστών, δωρεά από τον Κάρολο και τη Λίλη Αρλιώτη. Διαβάζουμε στην περιγραφή της Εθνικής Πινακοθήκης:
«Στη βεντάλια αυτή συγκεντρώνει ο Τσαρούχης τις μεγάλες του αγάπες, που χαρακτηρίζουν το σύνολο του έργου του. Ο ναύτης, σύμβολο αντρικού κάλλους και ρώμης, αλλά και συμπύκνωση του ελληνικού αντρικού προτύπου, αναπαύεται σε ένα ήπιο τοπίο, ενώ τον παραστέκουν ερωτιδείς. Πρόκειται για μία από τις εικόνες που επανέρχονται σε όλη την πορεία του έργου του. Οι ερωτιδείς, αναφορά στην ελληνική αρχαιότητα, αλλά και την ευρωπαϊκή ζωγραφική παράδοση, γίνονται για την προσωπική μυθολογία του Τσαρούχη νεαροί, εύρωστοι άνδρες που πετούν, συλλογίζονται, παραστέκουν μελαγχολικούς ναύτες».
Η διεθνής αναγέννηση του βερμούτ και η ιστορική συνταγή του 1875 που έρχεται από την Καλαμάτα
Tι ακριβώς φταίει και ξαφνικά το βερμούτ άρχισε να χάνει την αίγλη του στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ; Μήπως έφταιγε η φράση του Τσόρτσιλ «προτιμώ να παρατηρώ το βερμούτ στην άλλη άκρη του δωματίου όσο εγώ κάθομαι εδώ και πίνω το μαρτίνι μου»; Μήπως ο τρόπος που συνδέθηκε με τους παππούδες μας, το πόσο πιο ξέφρενοι και σέξι έδειχναν αυτοί που κατανάλωναν ουίσκι και τζιν στις αμερικανικές διαφημίσεις;
Οποιος και αν φταίει, η αλήθεια είναι ότι το βερμούτ για χρόνια πέρασε στην αφάνεια, στο περιθώριο των οινοπνευματούχων, κάτι σαν το γαρύφαλλο ανάμεσα στα λουλούδια. Ώσπου τα τελευταία περίπου πέντε χρόνια άρχισε να επιστρέφει, να σκαρφαλώνει, να κερδίζει όλο και μεγαλύτερο μερίδιο ενδιαφέροντος και αγοράς, με πρωταγωνίστριες στην κατανάλωση την Ισπανία, τη Γαλλία και την Ιταλία. Και, φυσικά, η Ελλάδα παραδίδεται και πάλι στην αρωματική φρουτένια γεύση του. Είτε μόνο με πάγο ή σόδα, είτε σε κοκτέιλ -η επίμονη βασιλεία των νεγκρόνι βοηθά.
Και ενώ δεν είναι λίγες οι ετικέτες του εξωτερικού, στην Ελλάδα υπάρχει μια διαρκής παρουσία που φέρει όλο το βάρος του χρόνου. Είναι το βερμούτ Πικρόν της «Καλλικούνη», της παλαιότερης ποτοποιίας της χώρας, που ιδρύθηκε στην Καλαμάτα το 1850 από τον Γιώργο Καλλικούνη. Επιστρέφοντας από την Τεργέστη όπου σπούδασε χημεία, με γνώσεις σημαντικές στα βότανα, τα φρούτα και τις ρίζες της Πελοποννήσου, εγκατέστησε το πρώτο ατμοκίνητο «Πνευματοποιείο» εξοπλισμένο με άμβυκες απόσταξης από τη Γαλλία και άρχισε να φτιάχνει λικέρ. Είκοσι πέντε χρόνια μετά, το 1875, έφτιαξε τη συνταγή του «Βερμούτ Πικρόν».
Το βερμούτ με την αυθεντική συνταγή κυκλοφόρησε ξανά το 2018 από την Καλλικούνης που διοικείται από την πέμπτη γενιά της οικογένειας. Φέρει επάνω του μια προσωπογραφία του ιδρυτή. Εχει νότες παλαιωμένης μαυροδάφνης με εκχυλίσματα από 14 βότανα με τελείωμα σε βελούδινη και απαλή υφή. Μην ξεχνάτε ότι στην ουσία το βερμούτ είναι κρασί ενισχυμένο με βότανα και αρώματα, θέλει ιδιαίτερη προσοχή στη φύλαξη μετά το άνοιγμα και καλό είναι καταναλωθεί σε σύντομο διάστημα.
Το μέλλον είναι τώρα: Kεραμικά με σχέδια που γράφονται σε κώδικες και τυπώνονται με 3D printers
Ξάφνιασμα, αυτή ήταν η πρώτη μου αντίδραση. Να συνδυάσω σε έναν λογικό ειρμό πώς η παραδοσιακή τέχνη της κεραμικής που έχει τόσο δυναμικά επιστρέψει και περάσει στα χέρια νέων δημιουργών, μπορεί να συναντηθεί με την τρισδιάστατη εκτύπωση, τον προγραμματισμό, την τεχνολογία. Και μαζί βέβαια με το ξάφνιασμα ήρθε και η αισθητική απόλαυση καθώς κοιτούσα τις δημιουργίες του Γιάννη Βογδάνη για την binaryceramics: όμορφα, μαγνητικά σχεδόν βάζα, σκεύη, κύπελλα, που ενσωματώνουν τυφώνες, μοιάζουν με φόρμες που συγγενεύουν με τα χταπόδια και τις βεντούζες τους, κυματισμοί και χαοτικές διαδρομές που παραπέμπουν σε όσα ζήσαμε στα χρόνια της πανδημίας.
Ηταν το 2019 όταν εγκαταστάθηκε ξανά στην Ελλάδα ο Γιάννης Βογδάνης μετά από ένα γοητευτικό ταξίδι μάθησης και εμπειριών. Αμέσως πριν ζούσε και εργαζόταν στην Βαρκελώνη, πιο πριν στο Σαν Φρανσίσκο όπου έκανε μεταπτυχιακά και εργαζόταν σε start up εταιρείες και ακόμα πιο πριν στην Ρώμη όπου σπούδασε στην Accademia de Belle Arti di Roma. Αλλωστε στη Ρώμη γεννήθηκε το 1991. Η τεχνολογία συναντά την παράδοση του χειροποίητου με έναν παράδοξο, γοητευτικό τρόπο στη δουλειά του. Με τον τρόπο ενός τριαντάρη που έζησε πολλά χρόνια σε Ευρώπη και ΗΠΑ.
Γράφει με κώδικες στον υπολογιστή τα σχέδια που θέλει να φέρουν τα κεραμικά του. Επιλέγει τις αποχρώσεις πάλι στον υπολογιστή. Στη συνέχεια αυτά τυπώνονται πάνω σε πηλό με τους 3D εκτυπωτές που έχει ο ίδιος κατασκευάσει. Και μετά έρχεται η ώρα του αγγίγματος: κάθε δημιουργία στιλβώνεται στο χέρι. Και καταλήγεις να κρατάς ένα αντικείμενο όπου η παράδοση, η αξία του χειροποίητου, η τέχνη και οι επιστήμες συνυπάρχουν.