Η 19η Έκθεση Αρχιτεκτονικής της Μπιενάλε στη Βενετία, διαμορφώνει ένα τοπίο αρχιτεκτονικής νοημοσύνης, με την Ελλάδα να προτείνει έναν στοχασμό πάνω στη διαχρονική ανθεκτικότητα της μνήμης μέσα από τα νεώρια Ηρακλείου και Χανίων, δύο μνημεία της βενετσιάνικης παρουσίας.
Υπάρχει πάντα μια απροσδιόριστη τρυφερότητα στο να φτάνεις στη Βενετία λίγο πριν από μια Μπιενάλε. Η πόλη επιπλέει, αλλά και αποδομείται. Τα παλάτσι γέρνουν σαν κουρασμένοι ώμοι. Κι όμως, καθώς πλησιάζει ο Μάιος και τα Giardini αρχίζουν να ξυπνούν, ο ρυθμός αλλάζει. Όταν είναι η σειρά της αρχιτεκτονικής, η μετατόπιση είναι αδιόρατη — αλλά απόλυτα αισθητή.
Η 19η Διεθνής Έκθεση Αρχιτεκτονικής της Biennale της Βενετίας εγκαινιάζεται φέτος στις 24 Μαΐου υπό την επιμέλεια του Carlo Ratti, αρχιτέκτονα, στοχαστή και διευθυντή του εργαστηρίου Senseable City Lab του MIT. Ο τίτλος της: «Intelligens. Natural. Artificial. Collective. Νοημοσύνη». Δηλαδή: Το Φυσικό, το Τεχνητό και το Συλλογικό» Ένα λεκτικό πείραμα που μοιάζει περισσότερο με ερώτηση παρά με δήλωση. «Δεν είναι ουσιαστικό», λέει ο Ratti. «Είναι ρήμα». Κάτι που βρίσκεται σε εξέλιξη. Που σκέφτεται, που αλλάζει, που δεν ολοκληρώνεται.
Η επιλογή της λατινικής λέξης δεν είναι τυχαία. «Intelligens» σημαίνει αυτός που κατανοεί, αλλά ετυμολογικά εμπεριέχει τη ρίζα του legere — δηλαδή του «διαβάζω», του «συλλέγω», του «διαλέγω». Για τον Ratti, η νοημοσύνη δεν είναι πλέον αποκλειστικό προνόμιο του ανθρώπινου μυαλού. Είναι μια συλλογική, ολιστική διεργασία, που εκδηλώνεται στις πόλεις, στα φυτά, στα συστήματα τεχνητής μάθησης, στα κοινωνικά δίκτυα, ακόμα και στα υλικά. Ένας βιολογικός αλγόριθμος που δρα μέσα από σχέσεις, αντί για αποφάσεις. Η αρχιτεκτονική, μέσα σε αυτό το πλαίσιο, δεν καλείται να χτίσει μορφές, αλλά να διευκολύνει διασυνδέσεις και να αναγνωρίσει δίκτυα.
Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτή η έκθεση δεν προσπαθεί να προβλέψει το μέλλον της αρχιτεκτονικής, αλλά να αναστοχαστεί το πώς σκεφτόμαστε τον χώρο στο παρόν. Σε αντίθεση με προηγούμενες Μπιενάλε που επικεντρώνονταν στη φόρμα, την ουτοπία ή την τεχνολογική φαντασία, η φετινή διοργάνωση στρέφεται στη νοημοσύνη της διαδικασίας: στη συνεργασία, στη μεταβατικότητα, στη δυναμική οικολογικών και κοινωνικών συστημάτων.
Ο Ratti το αποτυπώνει και επιμελητικά: η κεντρική έκθεση στο Arsenale αποτελεί μια σειρά από «δοκιμαστικά σενάρια», όπου η τεχνολογία δεν παρουσιάζεται ως τελικό προϊόν, αλλά ως μέσο διαλόγου — ένα ρομποτικό χέρι που χτίζει και μετά αποδομεί την κατασκευή του, ένα αγρόκτημα που λειτουργεί με αλγόριθμο, μια σκίαση που ενεργοποιείται με βάση την ανθρώπινη θερμική άνεση. Οι εγκαταστάσεις δεν επιδεικνύουν δύναμη, αλλά θέτουν ερωτήματα. Δεν προσφέρουν έτοιμες λύσεις, αλλά προκαλούν διαισθητικές αναγνώσεις. Ακολουθούν μερικές χαρακτηριστικές από τις συνολικά 66 εθνικές συμμετοχές.

STRESSTEST: Το γερμανικό περίπτερο στη Βενετία
Η συμμετοχή της Γερμανίας στην 19η Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής της Βενετίας δεν φιλοδοξεί να προτείνει ένα όραμα για το μέλλον. Το μέλλον έχει ήδη έρθει και είναι αποπνικτικό. Υπό τον τίτλο STRESSTEST, οι επιμελητές Nicola Borgmann, Elisabeth Endres, Gabriele G. Kiefer και Daniele Santucci μεταμορφώνουν το νεοκλασικό κτίριο του γερμανικού περιπτέρου σε έναν θάλαμο πίεσης. Η θερμότητα είναι απτή. Η κούραση διαχέεται στο σώμα. Η κλιματική κρίση δεν είναι πια θεωρία — είναι η ατμόσφαιρα που αναπνέεις.
Με θερμικές εικόνες από το Μόναχο του 2024, το περίπτερο αποκαλύπτει τη σιωπηλή αλλά επιθετική εξάπλωση των λεγόμενων «αστικών νησίδων θερμότητας.» Η εικόνα είναι τρομακτικά οικεία: ασφαλτοστρωμένοι δρόμοι που συσσωρεύουν θερμότητα, ανοιχτοί χώροι χωρίς σκίαση, ανεπαρκής πράσινο και κοινωνικές δομές που δεν μπορούν να ανταποκριθούν. Το STRESSTEST δεν είναι μία ακόμη έκθεση, αλλά μια προειδοποίηση: οι πόλεις της Ευρώπης ίσως καταστούν ακατοίκητες μέσα σε λίγες δεκαετίες, εάν δεν υπάρξει ριζική στροφή στην αρχιτεκτονική και τον αστικό σχεδιασμό.
Η γερμανική συμμετοχή φέρει μια επιτακτική ερώτηση: πώς θα αντέξουν οι άνθρωποι, τα ζώα, τα φυτά και οι υποδομές αυτή τη νέα κανονικότητα; Και γιατί, παρά την ένταση της κρίσης, οι περισσότερες πόλεις συνεχίζουν να σχεδιάζονται σαν να ζούμε στον 20ό αιώνα;
Η απάντηση που δίνεται δεν είναι καθησυχαστική, αλλά είναι ξεκάθαρη: η αρχιτεκτονική και η τοπιογραφία δεν είναι ουδέτερα εργαλεία. Είναι τα μέσα με τα οποία θα επιβιώσουμε — ή θα αποτύχουμε. Το STRESSTEST λειτουργεί όχι μόνο ως εικαστική εγκατάσταση, αλλά ως επιτελεστική πράξη αντίστασης: μια θερμή, ασφυκτική υπενθύμιση πως η ώρα για αλλαγή δεν είναι το αύριο. Είναι τώρα.
Ιαπωνία: Νοημοσύνη στον ενικό και στον πληθυντικό

Υπό την επιμέλεια του Jun Aoki, το Περίπτερο της Ιαπωνίας καλεί τους επισκέπτες σε έναν στοχασμό για τον εξελισσόμενο ρόλο της τεχνητής νοημοσύνης (AI) στην αρχιτεκτονική. Δεν αντιμετωπίζει την AI ως εργαλείο αλλά ως αυτόνομο συνομιλητή — ένα υποκείμενο που πλέον συνδιαμορφώνει τον χώρο, από τη σύλληψη της ιδέας μέχρι τον βέλτιστο χωρικό σχεδιασμό.
Η συμμετοχή εναρμονίζεται με το κεντρικό θέμα της Μπιενάλε, όπως το έχει διαμορφώσει ο επιμελητής Carlo Ratti, και επικεντρώνεται στο «μεταξύ» — στη ζώνη όπου συναντιούνται το ανθρώπινο και το μη ανθρώπινο, το φυσικό και το τεχνητό. Από το ιαπωνικό φιλοσοφικό υπόβαθρο, αντλεί την έννοια του ma, δηλαδή του κενού, του διαστήματος που δεν είναι κενό αλλά δυναμικό, γεμάτο ένταση και προοπτική. Εκεί όπου η νοημοσύνη δεν κατοικεί σε ένα ον, αλλά αναδύεται από τη σχέση, από τη ροή, από τον διάλογο.

Η αρχιτεκτονική της έκθεσης είναι μια ανοιχτή δοκιμή. Τα επιμέρους στοιχεία της —η Τρύπα, οι Κολώνες, οι Εξωτερικοί Τοίχοι, η Βεράντα με Τούβλα, η Πέργκολα, η Κεκλιμένη Διαδρομή, το Δέντρο Ίταμος— δεν είναι στατικά, αλλά λειτουργούν ως διαλογικά σώματα. Δύο ζεύγη αρχιτεκτόνων-καλλιτεχνών συνεργάζονται με την επιμελητική ομάδα, δημιουργώντας ένα πεδίο συνεχούς αλληλεπίδρασης μεταξύ ύλης, νοημοσύνης και χώρου.
Η ιαπωνική προσέγγιση δεν οραματίζεται έναν κόσμο όπου η AI αντικαθιστά τον άνθρωπο, αλλά έναν κόσμο όπου η νοημοσύνη —η φυσική, η τεχνητή, η συλλογική— εκδηλώνεται στη σχέση. Το «μεταξύ» γίνεται όχι μόνο ο χώρος αλλά και ο τρόπος της σκέψης. Μια σιωπηλή πρόκληση: Μπορούμε να σχεδιάσουμε τον κόσμο χωρίς να τον ελέγξουμε απόλυτα;
Στο βρετανικό περίπτερο, η αρχιτεκτονική κοιτάει το χώμα

To βρετανικό περίπτερο δεν οικοδομεί τόσο όσο αποκαλύπτει. Με τίτλο «GBR - Geology of Britannic Repair», στρέφει το βλέμμα προς τα κάτω — στα γεωλογικά στρώματα της αποικιακής κληρονομιάς — και προς τα έξω, στα τραυματισμένα τοπία της Μεγάλης Ρηγματώδους Κοιλάδας.
Με επικεφαλής τους Ναϊρομπινούς αρχιτέκτονες Kabage Karanja και Stella Mutegi από το Cave_bureau, σε συνεργασία με τον Βρετανό επιμελητή και συγγραφέα Owen Hopkins και την καθηγήτρια γεωγραφίας Kathryn Yusoff, το πρότζεκτ προτείνει μια ριζική επανεφεύρεση της αρχιτεκτονικής: όχι ως θρίαμβο της φόρμας, αλλά ως πράξη ίασης. Δεν πρόκειται για μνημεία ή μεγαλεπήβολα σχέδια, αλλά για μια ακρόαση της γης — και για επιδιόρθωση όσων έχουν ραγίσει, γεωλογικά, κοινωνικά, ιστορικά.
Η Μεγάλη Ρηγματώδης Κοιλάδα, μια τεκτονική ρωγμή που εκτείνεται από τη νότια Τουρκία μέχρι τη Μοζαμβίκη, λειτουργεί ταυτόχρονα ως φυσικός τόπος και ως μεταφορά για τις πληγές της εξόρυξης. Από τους βράχους της Κένυας μέχρι τα λατομεία της Βρετανίας, η έκθεση συνδέει τις αποικιακές πρακτικές γεωλογικής εκμετάλλευσης με τις ανισότητες που παραμένουν. Ως απάντηση, η επιμελητική ομάδα συγκεντρώνει σημαντικούς συντελεστές: Cave_bureau, Mae-ling Lokko και Gustavo Crembil, Thandi Loewenson, και την ομάδα Palestine Regeneration Team (Yara Sharif, Nasser Golzari και Murray Fraser), των οποίων οι εγκαταστάσεις βασίζονται σε τοπικές γνώσεις, περιβαλλοντική δικαιοσύνη και χωρική ανυπακοή.
Μέσα στο νεοκλασικό περίπτερο, η γη προηγείται του χάλυβα ή του εντυπωσιασμού. Πήλινοι τοίχοι, ηχητικά τοπία και τεκμήρια σε φιλμ δημιουργούν μια ατμόσφαιρα περισσότερο αρχαιολογική παρά αρχιτεκτονική — ένα φάντασμα εργοταξίου όπου τα φαντάσματα της αυτοκρατορίας παίρνουν μορφή μέσα από το χώμα. Η αισθητική δεν είναι φανταχτερή, αλλά πορώδης· προσκαλεί τη σκέψη, όχι την επιβολή.
Από το 1937, το Βρετανικό Περίπτερο αποτελεί σκηνή για αρχιτεκτονικές αντιπαραθέσεις. Από τη Zaha Hadid μέχρι τον Norman Foster, έχει αντανακλάσει τις μεταμορφώσεις της βρετανικής ταυτότητας. Όμως το Geology of Britannic Repair είναι κάτι διαφορετικό: μια ρωγμή, ή ίσως μια συνειδητοποίηση. Σε μια εποχή οικολογικής κρίσης και απο-αποικιακής ενδοσκόπησης, θέτει το ερώτημα: τι ρόλο μπορεί να παίξει η αρχιτεκτονική στην επιδιόρθωση; Όχι επιδιόρθωση ως νοσταλγία, αλλά ως μεταμόρφωση..
Γαλλία: Ένα Ελαφρύ Εργαστήριο Συμβίωσης

Με τίτλο Vivre avec / Living with, το γαλλικό περίπτερο προτείνει μια αρχιτεκτονική της συμβίωσης — με τη φύση, την ευαλωτότητα, την κρίση, αλλά και με τον Άλλο. Το έργο σχεδιάστηκε από το γραφείο Jakob+Macfarlane σε συνεργασία με τους Martin Duplantier Architects και τον Eric Daniel Lacombe (EDL), και παρουσιάζεται ως μια προσωρινή, πορώδης κατασκευή από ανακυκλωμένα υλικά, εγκατεστημένη στο περίβολο του υπό ανακαίνιση γαλλικού περιπτέρου.

Ο χώρος λειτουργεί ταυτόχρονα ως έκθεση, σημείο συνάντησης και ανοιχτό φόρουμ, καλώντας σχολές αρχιτεκτονικής από τη Γαλλία και το εξωτερικό να συμμετάσχουν σ’ ένα κοινό «εργαστήριο ιδεών». Η επιμελητική πρόταση αρθρώνεται σε έξι ενότητες: συμβίωση με το υπάρχον, το άμεσο, το κατεστραμμένο, τις ευαλωτότητες, τη φύση και τις συνδυασμένες νοημοσύνες — σε ευθεία συνομιλία με το φετινό κεντρικό θέμα της Μπιενάλε.

Η πολυφωνία των συντελεστών — από την έμφαση των Jakob+Macfarlane στην επανάχρηση, την εμπειρία του Lacombe σε ευάλωτες γεωγραφίες, έως την ολιστική προσέγγιση του Duplantier στην αστική και τοπιακή αρχιτεκτονική — δίνει στο περίπτερο ένα πολυδιάστατο αποτύπωμα. Δεν προτείνεται μια αρχιτεκτονική της λύσης, αλλά μια αρχιτεκτονική της σχέσης: όχι του χτίζειν πάνω, αλλά του συνυπάρχειν.
ΗΠΑ: Μια αρχιτεκτονική της γενναιοδωρίας

Ενώ πολλές εθνικές συμμετοχές στη φετινή Μπιενάλε στρέφονται προς την τεχνητή νοημοσύνη, τις υποδομές και την επιβίωση υπό πίεση, οι Ηνωμένες Πολιτείες προτείνουν κάτι λιγότερο εντυπωσιακό — αλλά ίσως πιο ριζοσπαστικό. Μια βεράντα. Μια porch. Ένα όριο, ένα κατώφλι, ένας κοινόχρηστος χώρος ανάμεσα στον ιδιωτικό και τον δημόσιο βίο.
Με τίτλο «PORCH: An Architecture of Generosity», το αμερικανικό περίπτερο, σχεδιασμένο από τη Fay Jones School of Architecture and Design του University of Arkansas σε συνεργασία με το DesignConnects και το Crystal Bridges Museum of American Art, μετατρέπει την αρχιτεκτονική πράξη σε χειρονομία φιλοξενίας. Η βεράντα δεν παρουσιάζεται εδώ ως τυπολογικό υπόλειμμα της αμερικανικής κατοικίας, αλλά ως εν δυνάμει πολιτική αρχιτεκτονική: ένας ημι-δημόσιος χώρος που προωθεί τη συνύπαρξη, τη διαφάνεια, τον διάλογο.
Η έκθεση, υπό την επιμέλεια των Peter MacKeith, Susan Chin και Rod Bigelow, εξετάζει πώς η porch λειτουργεί ως ανακουφιστικός και δημοκρατικός χώρος σε εποχές κοινωνικής και περιβαλλοντικής έντασης. Στο κέντρο του περιπτέρου θα δεσπόζει μια νέα αρχιτεκτονική βεράντα — ένα καινούριο είδος κατασκευής, σχεδιασμένο από εξέχοντες δημιουργούς όπως οι Marlon Blackwell, Stephen Burks, Julie Bargmann και Maura Rockcastle. Παράλληλα, στο εσωτερικό, παρουσιάζονται περίπου 50 επιλεγμένα έργα από όλη την Αμερική, αποτέλεσμα ανοιχτού καλέσματος προς την εγχώρια δημιουργική κοινότητα.
Αντί να προτείνει ουτοπίες ή τεχνολογικές υπερβάσεις, το «PORCH» υπενθυμίζει ότι η αρχιτεκτονική μπορεί να παραμείνει ταπεινή, , ενσώματη. Ότι οι μικροί χώροι καθημερινής φιλοξενίας είναι ίσως το πιο ριζικό μέσο αντίστασης στη διαίρεση, την απομόνωση και την υπερπληροφόρηση. Η porch ως μηχανισμός επιβράδυνσης· ως διάλογος· ως πράξη φροντίδας.
Η νοημοσύνη της Ιστορίας από την Ελλάδα

Η επίσημη ελληνική συμμετοχή επιλέγει να κοιτάξει πίσω για να κινηθεί μπροστά. Η πρόταση που θα εκπροσωπήσει την Ελλάδα συνδυάζει ερευνητική πληρότητα, θεωρητική ευαισθησία και κοινωνική πρόταση. Κεντρικό της θέμα: η αποκατάσταση και επανάχρηση των εμβληματικών βενετσιάνικων Νεωρίων του 16ου αιώνα στο Ηράκλειο και τα Χανιά — δύο αρχιτεκτονικά σώματα που κουβαλούν στη μνήμη τους τα ίχνη της Μεσογείου, της Αυτοκρατορίας και της ναυτικής τεχνογνωσίας, σήμερα όμως επανασυστήνονται ως χώροι πολιτισμού, δημόσιου βίου και αστικής συλλογικότητας.
Το έργο φέρει την υπογραφή της ομάδας του καθηγητή Νικόλαου Σκουτέλη (Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Πολυτεχνείο Κρήτης) σε συνεργασία με τους Κλήμη Ασλανίδη, Elisabetta Molteni, Αντώνη Καραμήτρο, Άννα Τσιτωνάκη και Χριστίνα Αραπάκη. Πρόκειται για μια διεπιστημονική προσπάθεια, αποτέλεσμα πολυετούς έρευνας στο πλαίσιο προγράμματος που συνδύασε αρχιτέκτονες, ιστορικούς, γεωλόγους-γεωφυσικούς, δομοστατικούς, χημικούς μηχανικούς, ειδικούς στην ακουστική και μελετητές ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων και φωτισμού. Η πρόταση, που επελέγη ανάμεσα σε δεκατρείς υποψηφιότητες από την αρμόδια κριτική επιτροπή, συγκροτεί ένα πρότυπο μοντέλο αρχιτεκτονικής μνήμης, τεχνικής τεκμηρίωσης και πολιτιστικής επανένταξης.

Μέσα από ξύλινα προπλάσματα σε κλίμακα 1/15, ψηφιακές αναπαραστάσεις και θεωρητικό υπόβαθρο, τα Νεώρια των δύο πόλεων ενοποιούνται σε μια ενιαία χωρική αφήγηση στο ελληνικό περίπτερο, λειτουργώντας ως αρχιτεκτονική αλληγορία του συλλογικού — του τρόπου δηλαδή με τον οποίο τα μνημεία αποκτούν νέο νόημα μέσα από τη συμβίωση με το παρόν. Επαναχρησιμοποιούνται όχι ως φετίχ του παρελθόντος, αλλά ως ενεργοί οργανισμοί, φιλοξενώντας μόνιμες και περιοδικές εκθέσεις, εκδηλώσεις, πειραματικά σκηνικά δρώμενα, σημεία συνάντησης και καθημερινής συμβίωσης — από πωλητήρια μέχρι κοινόχρηστους χώρους καφέ.
Σε μια εποχή όπου η «εξυπνάδα» των κτιρίων ταυτίζεται με την τεχνολογική υπερσύνδεση και την ενεργειακή αυτονομία, η ελληνική συμμετοχή υπενθυμίζει ότι η βαθύτερη μορφή αρχιτεκτονικής νοημοσύνης ίσως βρίσκεται αλλού: στην ευαισθησία προς το παρελθόν, στην οικολογική οικονομία της επανάχρησης, στη ριζική πίστη πως η ιστορία δεν είναι στατικό υπόλειμμα, αλλά δυναμικό πεδίο επινόησης.
Ιnfo
Η 19η Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής της Βενετίας εγκαινιάζεται στις 24 Μαΐου και θα διαρκέσει έως τις 23 Νοεμβρίου 2025. Περισσότερες πληροφορίες: labiennale.org