Οπτικά, το φρέσκο ντοκιμαντέρ για τη μόδα στη δεκαετία του ’90 μέσα από τη ματιά και υπό την επιρροή της Vοgue είναι άψογο, αυτό ακριβώς που περιμένεις από τον τίτλο.
Ως προς το περιεχόμενο όμως, το χαρακτηριστικό του «ντοκιμαντέρ» θολώνει, αφού τουλάχιστον στα τρία πρώτα επεισόδια όλα όσα ακούγονται είναι γνωστά. Ακόμα και η εμμονή στη δοξολογία για τον ρόλο της Γουίντουρ.
Στα πρώτα λεπτά, του πρώτου επεισοδίου, έπιασα τον εαυτό μου να χασκογελά. Βλέπω την είσοδο της Άννα Γουίντουρ στα γραφεία της Vogue, στο Οne World Trade Center του Μανχάταν. Παρατηρώ τις αντιδράσεις των συνεργατών της και φυσικά θυμάμαι την αντίστοιχη σκηνή στην ταινία «The devil wears Prada».
Εκεί όπου η Μιράντα Πρίστλι δεν είναι άλλη από την πανίσχυρη και αβύθιστη διευθύντρια της αμερικανικής Vogue. Τότε βλέπαμε ότι η έλευσή της ήταν σαν ένα κύμα ηλεκτρικού ρεύματος που χτυπούσε τους εργαζόμενους που έσπευδαν να εξαφανιστούν ή να φορέσουν τις ψηλοτάκουνες γόβες τους ή να ισιώσουν τα περιοδικά στο τραπέζι της.
Η Άννα Γουίντουρ στο ντοκιμαντέρ -κατά τη διάρκεια του οποίου αρνείται να βγάλει τα μαύρα γυαλιά της- είναι αυτό που θα λέγαμε νορμάλ. Δεν της ανοίγουν τις πόρτες ακριβώς, μιλάει και αστειεύεται με τους συνεργάτες της, βρίσκεται περισσότερο στο ατελιέ παρά στο εκπληκτικό γραφείο της. Γιατί έπρεπε να ανοίξει με αυτή τη σκηνή το ντοκιμαντέρ; Θα δούμε μια αγιογραφία; Θα είναι μια προσπάθεια αλλαγής του προφίλ της Γουίντουρ που έχει χρεωθεί πολλά ως προς την συμπεριφορά της και την απομάκρυνση ικανών αντιπάλων της (Ρόιτφλεντ, Ενινφουλ κ.ο.κ.); Το μόνο που δεν μπαίνει υπό αμφισβήτηση είναι η διαίσθηση, το ταλέντο της και ο τρόπος που έχει να επιβάλλει πρόσωπα, καταστάσεις και τάσεις -και μετά να τα γκρεμίζει για την επόμενη φρουρά των εκλεκτών.
Κορυφαίοι σχεδιαστές, μοντέλα, ηθοποιοί, δημοσιογράφοι και στυλίστες -και μέσα σε όλους αυτούς και η Κιμ Καρντάσιαν- μιλάνε. Ολοι τους τόσο σικ, τόσο κομψοί, τόσο ανέγγιχτοι από ίχνη πιτυρίδας στα μαύρα κασμίρια τους, με τέλειους, αόρατους πόρους, καθισμένοι σε έπιπλα μοναδικής αισθητικής. Εμβόλιμα βλέπουμε σκηνές από παλιά ντοκιμαντέρ, επιδείξεις και συνεντεύξεις πρωταγωνιστών της πολύκροτης δεκαετίας.
Ολες οι αφηγήσεις καταλήγουν στο ίδιο συμπέρασμα: Η Vogue είναι η Γουίντορ. «Όταν με έβαλε στο εξώφυλλο η Άννα» είναι η διαρκής επωδός. Είχε πάντα δίκιο; Όχι και η αλήθεια είναι ότι ελάχιστοι συνεργάτες της κατόρθωναν να της αλλάξουν γνώμη. Για την ακρίβεια, η εξής μία, η ανυπέρβλητη στιλίστρια της Vogue Γκρέις Κόντινγτον, η πρώτη πρόσληψη που έκανε η Γουίντουρ όταν ανέλαβε την αμερικανική Vogue ακριβώς 30 χρόνια. Αν και οι δυο τους δεν είχαν την καλύτερη συνεργασία στο παρελθόν και ήταν αντίθετες στα πάντα.
Μόνο η Κόντινγκτον μπορούσε να βρει τρόπους να την πείσει. Χαρακτηριστική η περίπτωση του αφιερώματος στο grunge που δαιμόνιζε την Γουίντουρ και δεν ήθελε να παρουσιάσει σε εντιτόριαλ μόδας. Και όμως η πυρόξανθη ιέρεια της μόδας την έπεισε, τρέμοντας για το πώς αντιδράσει ο Ralph Lauren όταν θα έβλεπε ότι έβαλε ένα κλασικό καρό πουκάμισο πάνω από φόρεμά του. Και η αλήθεια είναι ότι δεν ήταν μόνο η διευθύντρια, αλλά και ο στενός συνεργάτης εμβληματικός του στυλ και της ευζωίας Χάμις Μπόουλς αυτός που αντιδρούσε, όπως και η εκκεντρική και «εκκωφαντική» Carlyne Cerf de Dudzeele που ήταν η πρώτη υπεύθυνη μόδας που έφτιαξε το πρώτο αμερικανικό εξώφυλλο της Γουίντουρ και που φωνάζει πως ως τότε τα εξώφυλλα του περιοδικού ήταν απολύτως βαρετά (boooooring).
Το Τομ Φορντ και ο Τζον Γκαλιάνο -δικαίως- είναι οι σχεδιαστές που μιλάνε περισσότερο στα τρία πρώτα επεισόδια. Ήταν αυτοί που έδρασαν ως ισχυροί σεισμοί στο σύστημα. Ο πρώτος όταν ανέλαβε τον οίκο Gucci και κυρίως από το σόου τον Μάρτιο του 1996 και μετά, όταν τα πάντα φώναζαν «σεξ» πάνω στην πασαρέλα. Ο δεύτερος όταν παρουσίασε τις πρώτες του συλλογές, χωρίς να έχει πόρους και υλικά μέχρι να βρεθεί στο τιμόνι του οίκου Fendi και στη συνέχεια του Dior.
Tόσο αποφασισμένη και ισχυρή ήταν η Γουίντουρ που έβαλε ένα αφιέρωμα 12 σελίδων της προηγούμενης κολεξιόν του στο περιοδικό, παρά το γεγονός ότι δεν ήταν διαθέσιμα προς πώληση τα ρούχα. Η κυκλοφορία του περιοδικού ήρθε περίπου τρεις εβδομάδες πριν την σημαντικότερη επίδειξη που έκανε με την δική του ετικέτα και με αποκλειστικά μαύρες δημιουργίες -όχι από άποψη, αλλά επειδή δεν είχε άλλα υλικά, ούτε χρήματα για αγορές.
Είναι τέτοιες σκηνές τα διαμάντια στο στέμμα της Αγγλίδας δημοσιογράφου που καθόρισε την Vogue τα τελευταία 30 χρόνια. Η φράση που ακούμε πιο συχνά είναι το «goose bumps», η ανατριχίλα που ένιωσαν οι συνεντευξιαζόμενοι απέναντι σε μια δημιουργία μόδας, σε ένα εξώφυλλο, σε μια φωτογραφία.
Ο πλέον παθιασμένος βέβαια, «περπατημένος», εργατικός είναι ο πρώην διευθυντής της βρετανικής Vogue Εντουάρντ Ένινφουλ, ο άνθρωπος που πραγματικά ανανέωσε και έκανε την βρετανική βίβλο της μόδας (μερικά κλισέ είναι αναπόφευκτα) να ξεπεράσει σε επιρροή και διάδοση ακόμα και την αμερικανική. Μέχρι να βρεθεί εκτός.
Η Μαντόνα επανέρχεται συχνά στην αφήγηση του ντοκιμαντέρ με εκπληκτικές εικόνες της, αλλά δεν μιλάει στο ντοκιμαντέρ. Η Γκουίνεθ Πάλτροου στέκεται αγέρωχη με μια κομψή στωικότητα, εκπρόσωπος της φράσης «η στολή των cool κοριτσιών στη δεκαετία του ’90 ήταν Prada».
Το μάτι χορταίνει, αλλά η διάθεση όσο κυλούν τα επεισόδια είναι «boooring» για να μιμηθώ την Carlyne Cerf de Dudzeele. Τουλάχιστον στα τρία πρώτα επεισόδια που είναι διαθέσιμα στην Disney+. To μοναδικό σκίρτημα έρχεται κάθε φορά που στην οθόνη βλέπουμε τον Lee McQueen – γνωστός ως Alexander McQueen. Πώς αυτός ο επαναστάτης, ο εικονοκλάστης δημιουργός, με το ταλέντο που πραγματικά προκαλούσε goose bumps, μεγαλούργησε βγάζοντας ταυτόχρονα την γλώσσα στο κυρίαρχο σύστημα και στους τόσο επιθετικούς απέναντί του δημοσιογράφους στην αρχή της καριέρας του.
Εν αναμονή των υπόλοιπων τριών επεισοδίων, αναρωτιέμαι αν χάθηκε εντελώς από τον χώρο της μόδας αυτό το κύτταρο που ήταν ο ΜcQueen. Yπάρχει ο ουσιαστικός διάδοχός του και που; Ας περιμένουμε όμως το επόμενο επεισόδιο με τον τίτλο The rise of the Met Gala. Άλλος ένας θρίαμβος της Άννα Γουίντορ, αυτού του γουρχολικού αινίγματος, όπως την χαρακτηρίζει ήδη από το πρώτο επεισόδιο ο αρθρογράφος του περιοδικού Jonathan Van Meter.