Πού να πηγαίνουμε άραγε με τα αλάρμ αναμμένα; -Είδαμε το «Ο χορός των εραστών» στη Στέγη - iefimerida.gr

Πού να πηγαίνουμε άραγε με τα αλάρμ αναμμένα; -Είδαμε το «Ο χορός των εραστών» στη Στέγη

χορός εραστών
«Ο χορός των Εραστών» με την Μαρίσσα Τριανταφυλλίδη και τον Νίκο Καραθάνο / Πηνελόπη Γερασίμου


Ένα από τα πιο απλά κείμενα που έχουν ανέβει στη σκηνή, που είναι μαζί ένα διαυγές ποίημα για τη ζωή και τον έρωτα, ηχεί καθώς ταυτόχρονα εκφέρεται από τα χείλη του Νίκου Καραθάνου και της Μαρίσσας Τριανταφυλλίδη, πάνω στην μεγάλη χωμάτινη επιφάνεια που ορίζει την σκηνή της Στέγης.

Ζήτησαν από τον κοσμηματοπώλη να χαράξει στο εσωτερικό των βερών τους τη φράση «έχουμε χρόνο». Λες και η άρνηση να οριοθετήσουν με ακρίβεια την στιγμή στον χρόνο που έσμιξαν, επικυρώνει την πεποίθησή τους ότι υπάρχει χρόνος για να ζήσουν όπως θέλουν, όσο θέλουν. Εκείνος και εκείνη, από το «Ο χορός των Εραστών» του Τιάγκο Ροντρίγκες που παρουσιάζεται στη Μικρή Σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Εκεί που θα παραμείνει η παράσταση για μήνες ακόμα, ως τον Ιανουάριο, καθώς αυτός ο μονόλογος για δύο, διάρκειας 50 λεπτών, με τον Νίκο Καραθάνο και την Μαρίσσα Τριανταφυλλίδη να λένε τα ίδια λόγια αλλάζοντας τις αντωνυμίες, είναι στην ουσία ένα έργο σε εξέλιξη. In progress όπως θα λέγαμε. Λόγω της ίδιας της φύσης του.

Τα λόγια είναι τα ίδια: τα ρούχα τα ίδια, το πυκνό χώμα που όταν μπαίνεις στην αίθουσα σου θυμίζει παλιό χαλί με παχύ πέλος, οι φωτισμοί. Όλα είναι ίδια, αλλά καθώς οι δύο πρωταγωνιστές ερμηνεύουν το κοινό κείμενο, σε διαφορετικό κοινό κάθε φορά, είναι σαν να ανακαλύπτουν νέες σκιερές γωνίες του, σκαλοπάτια, να οδηγούνται αλλιώς και αλλού κάθε φορά. Ναι, σαν ένα έργο σε εξέλιξη -θα ήταν ωραίο να επιστρέψουμε  στην αίθουσα τον Ιανουάριο, νομίζω.

Έχουμε ακόμη χρόνο

Είναι μια ιδιαίτερη θεατρική συνθήκη αυτή που συναντάμε στον πέμπτο όροφο της Στέγης. Το θεατρικό κείμενο, το πρώτο που έγραψε ο Ροντρίγκες και κυκλοφορεί ήδη και σε βιβλίο, είναι στην ουσία του, είναι κυριολεκτικά ένα μακρύ ποίημα. Σαν το «Μονόγραμμα» του Οδυσσέα Ελύτη, σε μορφή, αλλά και απεύθυνση. Το ζευγάρι που βλέπουμε στη σκηνή, εκκινεί από μια στιγμή δραματική που παραλίγο να κόψει βίαια τη ζωή τους με τον θάνατο της γυναίκας και φτάνει στο νομοτελειακό τέλος, όταν είναι και οι δυο νεκροί, κάτω από το χώμα, όταν είναι δάσος και η κόρη τους κάνει βόλτες εκεί. Κάνει βόλτες πάνω από τις ρίζες της, τα πόδια της κάθε τόσο ενώνονται με τις ρίζες που είναι οι γονείς της, κάτω από το χώμα.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ο Ροντρίγκες έγραψε ένα έργο απλό, θα έλεγε κανείς απλοϊκό έργο. Χωρίς βαρύγδουπες λέξεις, εκφραστικά σχήματα από αυτά που παράγουν μικρές βραδυφλεγείς εκπλήξεις, χωρίς αφηγηματικές ξαφνικές στροφές. Δυο απλοί άνθρωποι, ένα καθημερινό ζευγάρι που μιλάει για τη ζωή του λέγοντας παρηγορητικά ο ένας στον άλλο και στο κοινό διαρκώς, «έχουμε ακόμη χρόνο».

Αυτό το τόσο απλό, απλοϊκό κείμενο (ούτε καν η λέξη μινιμαλιστικό δεν ταιριάζει εδώ, ακούγεται επιτηδευμένη), είναι μια από τις πιο ισχυρές θεατρικές δίνες που μας έχουν τραβήξει μέσα τους, από τα καθίσματα, στην αίθουσα που είναι σχεδόν υποφωτισμένη, μετά από πρόταση της Μαρίσσας Τριανταφυλλίδη, προκειμένου να βλέπει τα πρόσωπα των θεατών. Πολλαπλοί καθρέπτες, αόρατοι, έχουν στηθεί: ανάμεσα στο ζευγάρι, ανάμεσα στο ζευγάρι και στο κοινό, ανάμεσα σε κάθε έναν από εμάς και στον εαυτό μας.

Το Λαχταρώ του Ροντρίγκες

Αυτή ξυπνάει και δεν μπορεί να αναπνεύσει, το σπρέι δεν κάνει τίποτα, πρέπει να την πάει αμέσως στο νοσοκομείο -ακούμε ταυτόχρονα την αφήγηση τους, με μία ανάσα οι λέξεις και τα μάτια με τα φρύδια υψωμένα στην ένταση της στιγμής αφού αυτή δεν μπορεί να αναπνεύσει. «Και τώρα να’ μαστε, που να πηγαίνουμε άραγε με τα αλάρμ αναμμένα», αυτή φτάνει σχεδόν νεκρή, αυτός στέκεται στην αίθουσα αναμονής που τίποτα δεν συμβαίνει και νομίζει ότι πίσω από τον τοίχο βρίσκεται αυτή. Αν ζωγραφίσει με έναν μαρκαδόρο μια πόρτα στον τοίχο θα μπορέσει να μπει να την δει.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Είναι το σημείο που η αγωνία του άνδρα, η ομολογία του έρωτά του για αυτήν, με έναν τρόπο πάντα απλό, χωρίς φραστικές εκρήξεις, μου θυμίζει την ροή και την ερωτική κραυγή της Σάρα Κέιν στο «Λαχταρώ». Πώς μπορεί να συμβαίνει αυτό;

Λέει αυτός καθώς οδηγώντας σαν τρελός φτάνει επιτέλους στα επείγοντα «υπάρχει ακόμη χρόνος να σωθείς, υπάρχει ακόμη χρόνος για να γίνεις καλά, υπάρχει ακόμη χρόνος για να θυμώνεις με τα ρούχα μου που μυρίζουν τσιγάρο, υπάρχει ακόμη χρόνος για να πίνουμε καφέδες και να ζητάς να μας φέρνουν τα φλιτζάνι γεμάτο, υπάρχει ακόμα χρόνος για να σκανδαλίζουμε τους πελάτες του καφέ με τα χαχανητά σου, υπάρχει ακόμη χρόνος για να παραπονιόμαστε ότι τα χρήματα δεν φτάνουν, υπάρχει ακόμη χρόνος για να αποφασίσουμε ποιος θα σηκωθεί να δώσει το γάλα στην κόρη μας».

Το διαρκές pause στον «Σημαδεμένο» του Πατσίνο

Οι απλές καθημερινές, οικείες, στιγμές είναι πιο δυνατές και από αυτές του κινηματογράφου. Γιατί στην παράσταση αυτή μπαίνεις στα παπούτσια των ηρώων, αυτό που σου λένε δεν είναι ένα παραμύθι, είναι η ζωή σου/σας. Και όσο απλά, στρωτά είναι όλα, τόσο δαιμονισμένα μεγάλα και εξωπραγματικά είναι όσα συμβαίνουν στην ταινία που προσπαθεί να δει το ζευγάρι και ποτέ δεν κατορθώνει να φτάσει στο τέλος: τον «Σημαδεμένο» με τον Πατσίνο να χώνει το κεφάλι σε ένα βουνό κόκας, να πυροβολεί αδιακρίτως, να πέφτει νεκρός στο σιντριβάνι του σπιτιού του που γράφει επάνω με ροζ neon γράμματα «ο κόσμος είναι δικός σου».

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Η επανάληψή του «έχουμε χρόνο» καθώς η αφήγηση συνεχίζεται, γίνεται σταδιακά «και τα χρόνια περνούν», η ζωή τους συνοπτική για να χωρέσει στην παράσταση, και μετά ένα «έχουμε χρόνο;». Με ερωτηματικό αυτή τη φορά. Ο ένας πεθαίνει, πρώτος, «δεν έχει σημασία ποιος από τους δυο, γιατί η απουσία είναι τόσο παρούσα που αρκεί να ζει ο ένας από τους δυο μας για να συνεχίζουμε μαζί». Γίνεται χώμα, γίνεται δάσος. Εκεί που θα συναντηθεί με τον ή την άλλη λίγο καιρό μετά.

Οι βέρες τους πάντα γράφουν μέσα «υπάρχει χρόνος», οι βέρες τους δεν θα λιώσουν μέσα στο χώμα, δεν θα γίνουν ρίζες και δέντρα, αλλά θα είναι πάντα ένα κομμάτι ατόφιου χρυσού με την διακήρυξη της άχρονης αγάπης τους.  Σε πενήντα λεπτά νομίζεις ότι έχεις δυο ζωές, νιώθεις ότι ο χρόνος ήταν συμπαγής, κιβωτός αμέτρητων ημερών, χρόνων. Ο χορός των εραστών, που έγραψε το Ροντρίγκες το 2006 και επεξεργάστηκε ξανά το 2020 στην μορφή που βλέπουμε σήμερα, έχει με το μέρος του το δώρο του διαρκούς που προσφέρει η ποίηση.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Βγαίνοντας στην Συγγρού, προσπαθώ να θυμηθώ τους στίχους του Γιάννη Ξανθούλη, στο τραγούδι. «Κι ύστερα γίναμε ωραία φωτογραφία και κρεμαστήκαμε μες στην τραπεζαρία και παν πενήντα τόσα χρόνια απ’ αυτή την Κυριακή και τώρα όλοι είμαστε κάτω απ’ τη γη.» Όλοι δάση γινόμαστε, μαζί με αυτούς που υπήρξαμε, και όσοι πρόκειται να γίνουμε δάση ακούμε ακόμα τις φωνές τους. Να μιλούν με μια ανάσα, μαζί -μόνο οι αντωνυμίες να αλλάζουν.

Ο Τιάγκο Ροντρίγκες – καλλιτεχνικός διευθυντής της Αβινιόν, αλλά σε αυτό το έργο ο τίτλος αυτός είναι το λιγότερο σημαντικό- σκηνοθέτησε το κείμενό του με την καθοριστική συνεργασία της Αργυρώς Χιώτη. Η εξαιρετική μετάφραση είναι της Μαρίας Παπαδήμα.

Στο έργο αυτό του Ροντρίγκες ταιριάζει ένα δάσος σαν και αυτό του Κλοντ Μονέ.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο 
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ
Tο iefimerida.gr δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ