Μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Σμίλη», ένα βιβλίο που διηγείται ένα άγνωστο για πολλούς επεισόδιο της Επανάστασης του 1821, βασισμένο σε κείμενα του ιστορικού Κωνσταντίνου Σάθα, το 1865.
Πρόκειται για το χρονικό της κρυφής διπλωματικής προσέγγισης της προσωρινής κυβέρνησης των εξεγερμένων Ελλήνων με τους Ιππότες της Μάλτας, που κατέληξε σε ένα μεγαλοπρεπέστατο ναυάγιο. Ένα ιλαροτραγικό ιστορικό επεισόδιο καιροσκοπικών απαιτήσεων και γελοίων εξαπατήσεων για παραχώρηση ελληνικής γης, με τη μορφή της συμμαχικής συνθήκης, και με δόλωμα ένα δάνειο από την Τράπεζα της Αγγλίας.
Οι Έλληνες, πυρετωμένοι από τη μακρά προσδοκία, αναρωτιούνται με ποιους να παν και ποιους να αφήσουν, σε μια εποχή που ο ύπνος των ωχρών βασιλέων της Ευρώπης πρέπει, με κάθε θυσία, να συνεχιστεί, και καμιά υποψία φιλελευθερισμού δεν πρέπει να ρυτιδώσει πλέον τον πολιτικό χάρτη της Γηραιάς Ηπείρου. Είναι τα ίδια ερωτήματα που, από τη σύσταση του ελληνικού κράτους, επανέρχονται ακατασίγαστα μέχρι σήμερα, στον πολιτικό βίο των Νεοελλήνων.
Η ιστορία του βιβλίου διαδραματίζεται το 1823, και είναι εξαιρετικά επίκαιρη, αφού γιορτάζουμε τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821, αναφέρει μιλώντας στο iefimerida ο συγγραφέας του βιβλίου Ηρακλής Λογοθέτης.
Κωνσταντίνος Σάθας, ένας παθιασμένος ιστορικός ερευνητής που πέθανε πάμφτωχος και ξεχασμένος και οι διατριβές του στάθηκαν αφορμή για τη δημιουργία αυτού του βιβλίου. «Η ενασχόλησή μου με το βιβλίο ξεκίνησε 10 χρόνια πριν, όταν έπεσα, τυχαία σχεδόν, πάνω στις ‘Ιστορικές Διατριβές’ του Κωνσταντίνου Σάθα, ενός σημαντικού, αλλά παραγνωρισμένου ιστορικού του 19ου αιώνα» λέει στο iefimerida ο συγγραφέας Ηρακλής Λογοθέτης. «Τον Σάθα τον γνώριζα, βέβαια, από το περίφημο ‘Χρονικό του Γαλαξειδίου’, που ο ίδιος ανακάλυψε και εξέδωσε. Η σχέση μου μαζί του ήταν, όμως, σαν τη σχέση που έχει κανείς με κάποιους μακρινούς θείους, τους οποίους συναντάει σε εξαιρετικές περιστάσεις, και μόνο όταν πάει στη γειτονιά τους. Κάθε βιβλιοθήκη βέβαια έχει τις γειτονιές της. Καμιά φορά, χρειάζεται να πάρει κανείς σκάλα για να επισκεφθεί τα ψηλά ράφια, αλλά, εκεί ακριβώς, μπορεί να τον περιμένουν εκπλήξεις.
Από τις πρώτες κιόλας σελίδες, όπου ο Σάθας εξιστορεί την απόπειρα της προσέγγισης των Ελλήνων με τους Ιππότες της Μάλτας, καταλαβαίνει κανείς ότι πρόκειται για ένα διπλωματικό θρίλερ. Η διαπραγμάτευση καταλήγει σε ναυάγιο. Αλλά τα ναυάγια, όπως ξέρουμε όλοι, έχουν μια δική τους, ξεχωριστή γοητεία. Έτσι, ξεκίνησα να γράφω ένα μικρό σχόλιο γι’ αυτό το κείμενο του Σάθα, και βαθμιαία το σχόλιο αυτό πήρε μεγαλύτερη έκταση και για το ιδιαίτερο θέμα του, αλλά και λόγω του γεγονότος ότι σιγά-σιγά ήρθα σε κοντινότερη επαφή με τον ίδιο τον Σάθα».
«Ερασιτέχνης ιστορικός και παθιασμένος αρχαιοδίφης, ο Κωνσταντίνος Σάθας εγκατέλειψε την Ιατρική για να ασχοληθεί με την Ιστορία, κατασπαταλώντας την αρκετά μεγάλη περιουσία του στην έρευνα και τη μελέτη. « Αυτός ο παθιασμένος ερευνητής της ελληνικής ιστορίας πέθανε εξοργιστικά ανυποστήρικτος από την ελληνική πολιτεία, ολομόναχος, σχεδόν τυφλός και πάμφτωχος, ‘μες στην άδεια του κάμαρα στο πολύβουο Παρίσι’, όπως λέει για άλλη περίσταση ο Κώστας Ουράνης. Το βιβλίο μου, λοιπόν, δεν είναι παρά μια ερμηνευτική ανάγνωση του Σάθα».
Ο δεύτερος χρόνος της ελληνικής επανάστασης του 1821
Το «Δάνειον Έθνος» ξεκινάει με μια γενική περιγραφή των συνθηκών που επικρατούν κατά το δεύτερο χρόνο της Ελληνικής Επανάστασης. Στο διπλωματικό και πολεμικό μέτωπο τα πράγματα είναι δύσκολα. Τη διπλωματική απομόνωση επιτείνει η οικονομική δυσπραγία και οι Έλληνες αντιλαμβάνονται ότι πρέπει να αναζητήσουν βοήθεια.
«Η Ρωσία, από την οποία οι Έλληνες ήλπιζαν τόσα πολλά, αποκήρυξε, όπως είναι γνωστό, τον Υψηλάντη και συντάχθηκε πλήρως με τη γραμμή της Ιεράς Συμμαχίας, όπως την υπαγόρευε ο Μέτερνιχ. Οι αρχικές επιτυχίες των Ελλήνων στη θάλασσα, η κατάληψη της Τριπολιτσάς και η συντριβή του Δράμαλη στα Δερβενάκια, επισκιάστηκαν από την καταστροφή της Χίου και την πανωλεθρία των ελληνικών δυνάμεων και των φιλλελήνων στη μάχη του Πέτα».
«Οι Έλληνες γνωρίζουν καλά ότι για κερδίσουν την εθνική μάχη χρειάζεται να ανοίξουν το παιχνίδι σε ευρωπαϊκό επίπεδο. ‘Έτσι, όταν μαθαίνουν ότι οι ευρωπαίοι ηγεμόνες πρόκειται να συνέλθουν στη Βερόνα, το φθινόπωρο του 1822, προπέμπουν διπλωματική αποστολή αποτελούμενη από τον Ανδρέα Μεταξά και τον φιλέλληνα Γάλλο πλοίαρχο Ζουρντέν, για να υποστηρίξει τα ελληνικά δίκαια. Η αποστολή όμως αυτή, μετά την επιβεβλημένη καραντίνα, κατακρατείται στην Αγκώνα μέχρι να τελειώσει η Σύνοδος, διότι μπορεί οι αντιπρόσωποι να μη μεταφέρουν κάποια λοιμική νόσο, αλλά είναι φορείς των επαναστατικών ιδεών, κάτι που θεωρείται εξίσου, αν όχι περισσότερο ασυγχώρητο».
Οι Ιππότες της Μάλτας και οι εξωφρενικές απαιτήσεις τους. Ο Μεταξάς επιστρέφει την Ελλάδα και ο Ζουρντέν πάει στο Παρίσι, επιδιώκοντας να βρει υποστηρικτές της ελληνικής υπόθεσης. Και οι μόνοι που βρίσκει είναι οι Ιππότες της Μάλτας, που βρίσκονται σε εξίσου άθλια κατάσταση με τους Έλληνες. «Τα δύο μέρη έρχονται σε επαφή, και όπως οι απελπισμένοι, πιάνονται ο ένας από τα μαλλιά του άλλου. Οι Ιππότες που δεν μπορούν να ξεχάσουν τα παλιά τους μεγαλεία έχουν υπερβολικές αξιώσεις. Ζητάνε από τους Έλληνες να καταλάβουν τη Ρόδο και να τους την παραχωρήσουν! Αλλά, μέχρι να συμβεί αυτό, καλή είναι και η Σύρος, η Νάξος ή οποιοδήποτε νησί, για να στήσουν τη σημαία τους και να γίνουν ξανά κυρίαρχο τάγμα, που έχουν πάψει να είναι αφότου ο Ναπολέων τους πήρε τη Μάλτα…».
Απαραίτητη προϋπόθεση, βέβαια, για τους στόχους τόσο των Ελλήνων όσο και των Ιπποτών είναι να πετύχουν ένα δάνειο από την Τράπεζα της Αγγλίας. Και εδώ είναι που αρχίζει το μεγάλο πανηγύρι αναφέρει ο Ηλίας Λογοθέτης. «Οι Ιππότες ζητούν το 60% του δανείου, και επιπλέον απαιτούν να το χρεωθούν οι Έλληνες, οι οποίοι, από τη μεριά τους, βρίσκοντας εξωφρενική αυτή την αξίωση, στέλνουν στην Αγγλία δικούς τους διαπραγματευτές ενώ καθυστερούν την υπογραφή της Συνθήκης με τους Ιππότες. Με δυο λόγια, οι συνέταιροι, κάνουν πως στρώνουν κοινό τραπέζι, αλλά ετοιμάζονται να δειπνήσουν χωριστά. Και το ζήτημα είναι σε ποιο παραδείπνι θα σερβιριστεί το πουλερικό και σε ποιο τα πούπουλα. Η όλη ιστορία, όπως είπαμε, καταλήγει σε ένα μεγαλοπρεπές ναυάγιο, που οι συνέπειές του φτάνουν μέχρι σήμερα, αφού αυτό το περίφημο δάνειο, το οποίο κατάφερε τελικά να εκταμιεύσει η ελληνική κυβέρνηση, σημειώνει την απαρχή της εξάρτησης του νέου ελληνικού κράτους από την τοκογλυφική διεθνή».
Γιατί ο τίτλος Δάνειον Έθνος; Διότι δεν δανειστήκαμε μόνο χρήματα. Το βιβλίο περιέχει διάφορα εμβόλιμα αποσπάσματα που περιγράφουν την εξέλιξη του νεοελληνικού κράτους από τότε μέχρι σήμερα. Τα προβλήματα ενός έθνους, που διαθέτει ανατολική ευαισθησία και δυτικούς κανόνες, εορταστικό χρόνο εξ ανατολών και εργασιακά αγαθά εκ δυσμών, αντίληψη της δικαιοσύνης ανατολική και επιβολή του νόμου δυτικότροπη, πελατειακή οργάνωση ανατολική και Σύνταγμα δυτικής κοπής, με δυο λόγια ένα συνδυασμό ανάμεσα στον μπερντέ του Καραγκιόζη και στο νεοκλασικό μέγαρο.
Από τότε μέχρι σήμερα, τί μας φέρνει μπροστά και τί μας πάει πίσω;
Μπροστά μας φέρνει το γεγονός ότι ομογενοποιήσαμε την ελληνική γλώσσα, παρά τη θλιβερή διαμάχη της λόγιας με τη δημοτική μας παράδοση, όπως και το γεγονός ότι αντιληφθήκαμε πως αν και ο Καρλομάγνος μας πέφτει βαρύς στο στομάχι, η βαρυστομαχιά είναι καλύτερη από την πείνα. Έτσι, ανάμεσα στη Σεχραζάτ διαλέξαμε μια δυτική ντάμα, και χορεύουμε μαζί της ένα χορό που παραπαίει ανάμεσα στο τσάμικο και στην πόλκα, έχει όμως ένα καθαρά δικό του, ισχυρό ιδιοσυγκρασιακό τέμπο. Πίσω μας κρατάει το ότι δεν αναλάβαμε ποτέ την ευθύνη της αρχαιοελληνικής μας παράδοσης, με αποτέλεσμα να μην μπορούμε να σταθούμε ισάξια με τις δυτικές ερμηνείες των πατρογονικών μας γνωρισμάτων. Όμως, ο καιρός είναι ανοιχτός. Μπορούμε να τον κάνουμε αρπαχτή ή ευκαιρία. Είναι στο χέρι μας να μη μείνουμε αχθοφόροι του παρελθόντος, αλλά δημιουργοί του μέλλοντός μας. Όλες οι πέτρες, λέει ο Σαιν Ζυστ, είναι κομμένες για την ελευθερία, από εμάς εξαρτάται αν θα φτιάξουμε με αυτές το μνημείο ή τον τάφο της.
Τι θεωρείτε τους Έλληνες όρθιους μέσα από τόσες περιπέτειες;
Νομίζω η επίγνωση ότι όλα μπορούν να συμβούν ανά πάσα στιγμή. Ο τρικυμισμένος βίος είναι ένα στοιχείο καθοριστικό σε ένα λαό με τόσο βαθιά σχέση με τη θάλασσα. Από εκεί προβαίνει ο Μικρός Ναυτίλος του Ελύτη, που διόλου τυχαία αγαπήθηκε τόσο πολύ. Η Αμοργός του Γκάτσου. Τα ποιήματα του Καββαδία. Και ο στεριανός τους αντίλαλος στον αμάραντο που υμνεί ο Νίκος Καρούζος. Ξέρουμε ότι η ζωή μας πέφτει σε ξέρα και ξανασηκώνεται. Μάθαμε να το αντέχουμε.
Ηρακλής Λογοθέτης, Δάνειον Έθνος, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΜΙΛΗ