Με τέσσερις παρεμβάσεις στην λειτουργία της ΕΥΠ, αυστηρότερες δικλείδες για τις νόμιμες επισυνδέσεις και επίσπευση των κοινοβουλευτικών διαδικασιών για την εξέταση των όσων έγιναν με την παρακολούθηση του κινητού του Νίκου Ανδρουλάκη επιχειρεί η κυβέρνηση να ορθώσει αμυντικό τείχος έναντι του πολιτικού πρέσινγκ που υφίσταται από την αντιπολίτευση για την υπόθεση.
Ταυτόχρονα, «αγοράζει» πολιτικό χρόνο για την διαχείριση της κρίσης και διαμηνύει σε όλους τους τόνους ότι δεν θα αφήσει «καμία σκιά» γιατί δεν έχει τίποτα να κρύψει.
Βγήκε «μπροστά» ο πρωθυπουργός - αναλαμβάνει πρωτοβουλίες
Ο κ. Μητσοτάκης με τη δήλωση που έκανε χθες βγήκε ο ίδιος μπροστά να μιλήσει για το θέμα καθώς είναι αυτός που συγκεντρώνει τα βέλη από ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ και θέλησε να δείξει ότι δεν διστάζει να αποδώσει τις ευθύνες, μιλώντας για τις παραιτήσεις Κοντολέωντα και Δημητριάδη, και παράλληλα είναι έτοιμος να αναλάβει πρωτοβουλίες για να διορθώσει τα κακώς κείμενα στο καθεστώς παρακολουθήσεων της ΕΥΠ.
Έτσι, παρουσίασε τέσσερα πεδία αλλαγών που αφορούν την ενίσχυση της λογοδοσίας της ΕΥΠ και της εποπτείας του κοινοβουλίου μέσω της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, την αναβάθμιση του ρόλου του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας για την καλύτερη αξιοποίηση των πληροφοριών και της ΕΥΠ, την θωράκιση του πλαισίου νομίμων επισυνδέσεων για πολιτικά πρόσωπα και αλλαγές στο εσωτερικό της ΕΥΠ για την ενίσχυση του εσωτερικού ελέγχου, της διαφάνειας, της εξωστρέφειας και της εκπαίδευσης του ανθρώπινου δυναμικού της. Ταυτόχρονα παρουσιάστηκε έτοιμος να δεχτεί προτάσεις από τα άλλα κόμματα που «θα ενισχύουν τους μηχανισμούς λογοδοσίας μιας τόσο κρίσιμης υπηρεσίας για την ασφάλεια της χώρας». Επίσης, με πράξη νομοθετικού περιεχομένου θα επαναφέρει διάταξη που καταργήθηκε το 2018 και θα προβλέπει ότι τα αιτήματα της ΕΥΠ θα εγκρίνονται και από εισαγγελέα εφετών, πέραν του εισαγγελέα της ΕΥΠ.
Λάθος πολιτικά η παρακολούθηση αλλά όχι παράνομη
Η κυβέρνηση επιμένει σε όλους τους τόνους ότι παρότι ήταν λάθος πολιτικά η παρακολούθηση του τηλεφώνου του Νίκου Ανδρουλάκη και δεν υπήρξε καμία ενημέρωση του Μεγάρου Μαξίμου από την ΕΥΠ, αυτή δεν ήταν παράνομη. Μάλιστα, στις επικρίσεις που δέχτηκε ότι υπάρχει παραβίαση του Συντάγματος στην παρακολούθηση ενός ευρωβουλευτή και δίνει κάλυψη στις ενέργειες της υπηρεσίας, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος απάντησε ότι ο νόμος του 2225/1994 δεν εξαιρεί κανέναν από το πλαίσιο των παρακολουθήσεων για λόγους εθνικής ασφαλείας.
Ο κ. Μητσοτάκης υπεραμύνθηκε της επιλογής για υπαγωγή της ΕΥΠ στο πρωθυπουργικό γραφείο καθώς «η υπηρεσία αυτή είναι επιφορτισμένη με την εθνική ασφάλεια και την προστασία της πατρίδας από γεωπολιτικές κινήσεις, αλλά και από ασύμμετρες και υβριδικές απειλές» και το εύρος του αντικειμένου της ξεπερνά τα όρια του ενός υπουργείου. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε και η αποστροφή Μητσοτάκη για ξένες σκοτεινές δυνάμεις. «Υπάρχουν πολλοί εχθροί της πατρίδας που καραδοκούν και θα ήθελαν μία αδύναμη Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών. Και αν κάποιες σκοτεινές δυνάμεις εκτός Ελλάδας απεργάζονται οποιοδήποτε σχέδιο αποσταθεροποίησης της χώρας, να ξέρουν ότι η Ελλάδα είναι και ισχυρή και θεσμικά θωρακισμένη. Ζούμε σε έναν επικίνδυνο κόσμο. Είμαστε όμως μια Δημοκρατική πολιτεία. Και έχουμε ιερή υποχρέωση να ισορροπούμε ανάμεσα στην ασφάλεια του τόπου και των πολιτών και στην προστασία των θεμελιωδών αρχών που προστατεύουν την ιδιωτική σφαίρα και το απόρρητο των επικοινωνιών», είπε χαρακτηριστικά.
Δεκτό το αίτημα της αντιπολίτευσης να ανοίξει η Βουλή
Η πολιτική αντιπαράθεση γύρω από την υπόθεση δεν αναμένεται να κοπάσει το επόμενο διάστημα και θα κορυφωθεί στην Βουλή μετά τις 22 Αυγούστου, οπότε και θα εκκινήσει εκ νέου τις εργασίες του. Η κυβέρνηση έκανε δεκτό το αίτημα της αντιπολίτευσης για προ ημερησίας συζήτηση επισπεύδοντας το άνοιγμα του Κοινοβουλίου που αρχικά ήταν προγραμματισμένο για τις 31 Αυγούστου, αν και το αίτημα αφορούσε την επόμενη εβδομάδα. Επόμενος σταθμός θα είναι η συνεδρίαση της επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής η οποία θα ασχοληθεί με το θέμα, ενώ θα ακολουθήσει η σύσταση εξεταστικής επιτροπής. Ο πρωθυπουργός, προειδοποίησε, όμως ότι «δεν μπορεί, δεν πρέπει να μετατραπεί σε κατασκοπευτικό σήριαλ προς κομματική κατανάλωση. Ούτε, πολύ περισσότερο, να αποτελέσει αιτία υποβάθμισης της εθνικής συμβολής της ΕΥΠ και υπονόμευσης πτυχών της εθνικής ασφάλειας».