Λιγότερες από 50 ημέρες μας χωρίζουν πλέον από τις εκλογές της 21ης Μαΐου και είναι πλέον ξεκάθαρα ορατές οι στρατηγικές και τα αφηγήματα των κομμάτων, αλλά και οι συσχετισμοί που ενδέχεται να προκύψουν από την κάλπη της απλής αναλογικής.
Ενώ ξεκινούν και πάλι σήμερα τα δρομολόγια των σιδηροδρόμων στην πολύπαθη γραμμή Αθήνα-Θεσσαλονίκη, το εθνικό τραύμα του δυστυχήματος στα Τέμπη έχει αρχίσει να αφομοιώνεται στη συνείδηση της κοινωνίας, με τον πολιτικό λογαριασμό να χρεώνεται κυρίως στη Νέα Δημοκρατία, αλλά και στον Σύριζα και το ΠΑΣΟΚ. Ως κυρίαρχο διακύβευμα αναδεικνύεται και πάλι το ζήτημα της οικονομίας, με επίκεντρο τον πληθωρισμό, την ακρίβεια και τα εισοδήματα. Παραμένει πάντως ψηλά στην πολιτική ατζέντα το ζήτημα της λειτουργίας και των υπηρεσιών του Δημοσίου, ενώ σε δεύτερο επίπεδο κινούνται πλέον τα ζητήματα της διαφάνειας.
Όσο και αν προσπάθησαν κάποιοι, από τον Σύριζα κυρίως αλλά και από το ΠΑΣΟΚ, να προωθήσουν το αφήγημα του “αυταρχικού καθεστώτος Μητσοτάκη”, είναι εμφανές ότι οι μη-οπαδικά ενταγμένοι ψηφοφόροι του λεγόμενου “μεσαίου χώρου” ενδιαφέρονται κυρίως για την οικονομική τους κατάσταση, και το πως αυτή μπορεί να επηρεαστεί από τις κυβερνητικές πολιτικές. Αυτοί είναι και οι ψηφοφόροι που μπορούν να επηρεάσουν πλέον το εκλογικό αποτέλεσμα, αφού οι περισσότεροι κινούνται στην γκρίζα ζώνη της αδιευκρίνιστης ψήφου.
Ο μέσος όρος των δημοσκοπήσεων δίνει μια σχετική εικόνα της δύναμης των κομμάτων, με την ΝΔ να υπολογίζεται γύρω στο 32%, τον Σύριζα γύρω στο 28% και το ΠΑΣΟΚ στο 12%. Οι περισσότερες, αν όχι όλες, οι δημοσκοπήσεις συγκλίνουν επίσης στο ότι υπάρχει ένα ποσοστό 8% έως 10% των ψηφοφόρων που είτε είναι αναποφάσιστοι, είτε δεν δηλώνουν ανοικτά τι θα ψηφίσουν, ενώ ένα άλλο 8% έως 10% δηλώνει ότι θα απέχει από την κάλπη. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει και η δημογραφική διαστρωμάτωση, με τις γυναίκες 35 έως 54 ετών να κυριαρχούν την ομάδα των αναποφάσιστων εκλογέων, ενώ αντιθέτως στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι μεγάλης ηλικίας ψηφοφόροι φαίνεται να έχουν καταλήξει στην επιλογή τους.
Το τεράστιο ερωτηματικό βέβαια παραμένει το πως θα κινηθούν οι 400.000 νέοι ψηφοφόροι, καθώς είναι εξαιρετικά δύσκολο να ανιχνευθούν οι προθέσεις τους από τις δημοσκοπήσεις. Οι ενδείξεις πάντως είναι πως οι νέοι είναι απογοητευμένοι από το πολιτικό σύστημα σε δραματικό βαθμό, χωρίς όμως να εμφανίζεται μέχρι στιγμής ένα μαζικό κύμα νεανικής αντισυστημικής ψήφου, καθώς δεν υπάρχει στο πολιτικό τοπίο ένα κίνημα τύπου Ποδέμος ή Θιουδαδάνος, το οποίο θα μπορούσε να εκφράσει τους “νέους αγανακτισμένους”. Ένα μέρος πάντως είναι πιθανό να κατευθυνθεί στο ακροδεξιό μόρφωμα του κατάδικου Ηλία Κασιδιάρη, ή σε κάποιο υποκατάστατο αυτού, ανάλογα και με την επικείμενη απόφαση του Αρείου Πάγου για τη συμμετοχή ή όχι του κόμματος αυτού στις εκλογές.
Έτσι όπως διαφαίνεται λοιπόν το προεκλογικό πεδίο, το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στις εξελίξεις που θα διαμορφωθούν μετά τις εκλογές της απλής και ατελέσφορης αναλογικής, καθώς δεν είναι ιδιαίτερα πιθανό να προκύψει δυνητική πλειοψηφία από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, ενώ ελάχιστα πιθανή είναι μια “προοδευτική κυβέρνηση των ηττημένων”, με τον Σύριζα, το ΠΑΣΟΚ και το ΜέΡΑ25 ή το ΚΚΕ. Η δε ανεδαφική πρόταση του Νίκου Ανδρουλάκη για κάποιο τρίτο πρόσωπο στην Πρωθυπουργία της χώρας, το οποίο θα μάθουμε αφού θα έχουμε ήδη ψηφίσει, δείχνει ότι το ΠΑΣΟΚ έχει επιλέξει να αποφύγει τη συμμετοχή του στη διακυβέρνηση της χώρας.
Κανείς βέβαια δεν μπορεί να αποκλείσει την πιθανότητα να υπάρξει στις επόμενες 8 εβδομάδες κάποια συνταρακτική εξέλιξη που θα μπορούσε να ανατρέψει το σκηνικό, αλλά η εικόνα που έχει διαμορφωθεί δεν είναι εύκολο να ανατραπεί. Δεν είναι καθόλου τυχαίο δε πως οι στοιχηματικές εταιρείες δίνουν ως πιθανότερο αποτέλεσμα την νίκη της Νέας Δημοκρατίας. Το σημαντικό όμως για την επόμενη μέρα θα είναι το τελικό ποσοστό της Νέας Δημοκρατίας, η ψαλίδα από τον Σύριζα και το αν θα εισέλθουν στο παιγνίδι αντισυστηματικά κόμματα. Όλα αυτά όμως θα κριθούν στις λεπτομέρειες του προεκλογικού αγώνα, ο οποίος είναι εμφανές πως θα είναι αδυσώπητος.