Είδηση έβγαλε το σημερινό Πολιτικό Συμβούλιο του ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία καθώς ο Αλέξης Τσίπρας επανέφερε την θέση περί συγκρότησης προοδευτικής κυβέρνησης μέσω της απλής αναλογικής.
Κατά τη διάρκεια της εισήγησής του ο Αλέξς Τσίπρας υποστήριξε ότι το σχέδιο του Κυριάκου Μητσοτάκη «θα φέρει τεράστια ύφεση, ανεργία, λουκέτα και εν τέλει εκλογές με απλή αναλογική, που θα είναι η ευκαιρία για μια άλλη, προοδευτική κυβέρνηση, που θα μας βγάλει από τη κρίση όρθιους».
«Η κυβέρνηση Μητσοτάκη όχι μόνο δεν έχει υιοθετήσει τη λογική του προγράμματός μας για εμπροσθοβαρή και οριζόντια μέτρα ενίσχυσης των εισοδημάτων, της εργασίας και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, αλλά αντιθέτως αξιοποιεί την κρίση ως ευκαιρία για να προωθήσει μία σκληρά αντιλαϊκή ατζέντα προς όφελος μίας μικρής επιχειρηματικής ελίτ. Αυτό το σχέδιο θα φέρει όμως τεράστια ύφεση, ανεργία και χιλιάδες λουκέτα στην αγορά. Αυτή η εξέλιξη δεν θα είναι ένα φυσικό φαινόμενο», σημείωσε αρχικά ο Αλέξης Τσίπρας.
Τσίπρας: Ίσως οι εκλογές καταστούν αναπόφευκτες
Παράλληλα, για την πρώτη φορά από το ξέσπασμα της πανδημίας, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έκανε ανοιχτή αναφορά σε διεξαγωγή πρόωρων εκλογών και επανέφερε την πρόταση για συγκρότηση προοδευτικής κυβέρνησης. «Η Ελλάδα θα είναι πρωταθλήτρια στην ύφεση σε όλη την Ευρώπη και αυτό θα έχει την υπογραφή και τη σφραγίδα του κ. Μητσοτάκη. Με αυτά τα δεδομένα, οι πρόωρες εκλογές όσο και αν οι συνθήκες δεν τις ευνοούν ούτε τις επιτρέπουν, ίσως να καταστούν αναπόφευκτες, δεδομένου ότι αυτό που έρχεται με ευθύνη του κ. Μητσοτάκη, καμία κυβέρνηση δε θα μπορούσε να το δικαιολογήσει. Ωστόσο, οι εκλογές με απλή αναλογική θα είναι ταυτόχρονα και η ευκαιρία για τη διαμόρφωση προοδευτικής πλειοψηφίας και κυβέρνησης συνεργασίας πάνω σε ένα πρόγραμμα κοινωνικής και οικονομικής ανασυγκρότησης, με την εργασία και τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα όρθια και με έναν νέο ρόλο για το κοινωνικό κράτος και το δημόσιο σύστημα Υγείας», σημείωσε.
Ο Αλέξης Τσίπρας «χτύπησε καμπανάκι» στα στελέχη και στα μέλη του κόμματος υπογραμμίζοντας ότι το επόμενο διάστημα «θα πρέπει να δουλέψουμε εντατικά για να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις προγραμματικών συγκλίσεων και διεργασιών για τη διαμόρφωση μίας νέας πολιτικής και κοινωνικής πλειοψηφίας, που θα αναλάβει να προωθήσει ένα προοδευτικό σχέδιο ανόρθωσης της κοινωνίας και της οικονομίας».
Επαφές με Ευρωπαίους ηγέτες
Σε αυτό το πλαίσιο, άλλωστε, δεν πέρασε απαρατήρητο το γεγονός ότι ο ίδιος είχε σήμερα τηλεφωνικές επικοινωνίες με δύο Ευρωπαίους αρχηγούς κομμάτων που συμμετέχουν στο PES. Αρχικά, με τον πρόεδρο του Σοσιλαδημοκρατικού κόμματος της Γερμανίας, Νόεμπερτ Βάλτερ- Μπόγιαρνς, με αντικείμενο την αντιμετώπιση της πανδημίας και της οικονομικής κρίσης. Στο πλαίσιο αυτό, ο Αλ. Τσίπρας καλωσόρισε τις πρόσφατες δηλώσεις του Γερμανού πολιτικού υπέρ του ευρωομολόγου, τονίζοντας τη σημασία που έχει η έγκαιρη θέσπισή του, όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά για ολόκληρη την ΕΕ και τη συνοχή της. Ακολούθως συνομίλησε και με τον Γραμματέα του Δημοκρατικού Κόμματος Ιταλίας (PD), Νικόλα Ζινγκαρέτι όπου συμφώνησαν στην ανάγκη οι ευρωπαϊκές προοδευτικές δυνάμεις να αντιταχθούν σε οποιαδήποτε προσπάθεια εκμετάλλευσης της κρίσης σε βάρος εργαζομένων και μικρομεσαίων επιχειρήσεων αλλά και στην αναβάθμιση των επαφών των οικονομικών επιτελείων των δύο κομμάτων κατά την επόμενη περίοδο.
Η απόφαση του Πολιτικού Συμβουλίου του ΣΥΡΙΖΑ
Ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία από την αρχή της υγειονομικής κρίσης στάθηκε στο ύψος της ευθύνης που αρμόζει στην αξιωματική αντιπολίτευση. Συνέβαλλε με τις γνώσεις των στελεχών του και την συλλογική του επάρκεια στο να ληφθούν μέτρα ενίσχυσης του εθνικού συστήματος υγείας, και πρότεινε λύσεις αποτελεσματικές και άμεσες. Ήταν ξεκάθαρα στη θέση του επισπεύδοντος όσον αφορά την λήψη μέτρων για την αποτροπή διασποράς του κορωνοϊού, την ώρα που η στάση πολλών κυβερνητικών στελεχών άφηνε περιθώριο αμφισβήτησης των αναγκαίων μέτρων.
Ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία στάθηκε στο ύψος ανάλογης ευθύνης, όσον αφορά και τις πολιτικές για την οικονομία και την εργασία. Ακόμα περισσότερο, στάθηκε με αυστηρότητα απέναντι στα επαναλαμβανόμενα φαινόμενα διασπάθισης του δημόσιου χρήματος και τις σκιές σκανδάλων οι οποίες έχουν αναδειχθεί το τελευταίο διάστημα.
Αντιθέτως, η κυβέρνηση κινείται με περίσσευμα ανευθυνότητας, καθώς επιχειρεί να μετατρέψει την κρίση σε ευκαιρία για να νομοθετεί δίχως έλεγχο και λογοδοσία, για να προωθήσει μια σκληρή αναδιάρθρωση στην αγορά εργασίας και στην οικονομία, για να προχωρήσει σε σκανδαλώδη διαχείριση των δημόσιων πόρων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα το σκάνδαλο των voucher της κατάρτισης των επιστημόνων. Είναι ένα σκάνδαλο το οποίο αφορά τον ίδιο τον κ. Μητσοτάκη ο οποίος κρατάει τον κ. Βρούτση στη θέση του, και επιτρέπει στους υπουργούς του να έχουν συνεργάτες που παίρνουν απευθείας αναθέσεις από τα υπουργεία τους.
Η υγειονομική κρίση όμως δεν είναι ευκαιρία για ομολογημένες και ανομολόγητες πολιτικές επιδιώξεις. Είναι δοκιμασία της κοινωνίας η οποία αξιώνει υπευθυνότητα, διαφάνεια, λογοδοσία.
Η πρώτη φάση της υγειονομικής κρίσης είχε σχετική επιτυχία ως προς την αναστολή εξάπλωσης της πανδημίας, κυρίως χάρη στην υπεύθυνη στάση της μεγάλης πλειοψηφίας των πολιτών.
Ωστόσο αυτή η στάση έδωσε ένα δάνειο χρόνου στην Πολιτεία και στην Κυβέρνηση προκειμένου να επιτελέσει το δικό της καθήκον, να ανταποκριθεί στις δικές της ευθύνες.
Να ενισχύσει ουσιαστικά το ΕΣΥ, να προσλάβει γιατρούς και νοσηλευτές, να στηρίξει την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, να φροντίσει για τη διενέργεια επαρκούς αριθμού διαγνωστικών τεστ, ώστε να βγούμε με ασφάλεια από τα σπίτια μας.
Δυστυχώς, σε καμία από τις παραπάνω ευθύνες η κυβέρνηση δεν έχει ανταποκριθεί.
Τώρα που περνάμε στη δεύτερη φάση διαχείρισης του κορονοϊού, η μέριμνα πρέπει να είναι η ομαλή μετάβαση, η προστασία της κοινωνίας και της δημόσιας υγείας.
Είναι λοιπόν αυτονόητο ότι τόσο εμείς όσο και η κοινωνία στο σύνολο της αντιμετωπίζει με ιδιαίτερη ανησυχία την επιλογή του αχρείαστου ρίσκου ανοίγματος των σχολείων, ενώ τα ίδια τα κυβερνητικά στελέχη πριν από λίγες μόλις εβδομάδες χαρακτήριζαν τα σχολεία ως υγειονομικές βόμβες.
Ταυτόχρονα όμως εγείρεται και μείζον ζήτημα λειτουργίας της δημοκρατίας. Η επιλογή της ημιλειτουργείας της Βουλής είναι μία επιλογή που πληγώνει την δημοκρατία μας τραυματίζει τον κοινοβουλευτικό έλεγχο και συσκοτίζει πτυχές κατεπείγουσας νομοθέτησης οι οποίες δεν είναι προς το δημόσιο συμφέρον. Είναι προφανές, ότι η κυβέρνηση στη βάση πολιτικής σκοπιμότητας, κράτα το ελληνικό κοινοβούλιο στην κατάσταση της μισής λειτουργίας ενώ με επείγουσες διαδικασίες προωθεί πολύ κρίσιμα νομοσχέδια η συζήτηση των οποίων θα επέβαλε ανοιχτό διάλογο, κοινωνικό έλεγχο, ακρόαση αρμόδιων φορέων και προστασία του δημοσίου συμφέροντος.
Το νομοσχέδιο για το περιβάλλον και το νομοσχέδιο για την παιδεία που εισάγονται με αυτές τις απαράδεκτες διαδικασίες, εμπίπτουν σε αυτή την κατηγορία. Απειλούν να πάνε την δημόσια ζωή πολλές δεκαετίες πίσω, τόσο ως προς την προστασία του περιβάλλοντος, τη στιγμή μάλιστα που ολόκληρος ο πλανήτης απειλείται από την κλιματική κρίση και αναζητεί τρόπους αντιμετώπισής της, αλλά και την προστασία του δικαιώματος στην εκπαίδευση μεγάλων κομματιών του πληθυσμού. Και αυτό μάλιστα επιδιώκει η κυβέρνηση να το πράξει χωρίς την επαρκή παρουσία βουλευτών στην ολομέλεια. Και τα δύο αυτά νομοσχέδια πρέπει να αποσυρθούν και να έρθουν στη Βουλή με την κανονική διαδικασία.
Το πιο κρίσιμο όμως ζήτημα που αφορά εξίσου με τη πανδημία τη ζωή όλων μας, είναι το πώς θα σταθούμε όρθιοι απέναντι στη νέα οικονομική κρίση που θα ακολουθήσει την πανδημία.
Η ανεπάρκεια των κυβερνητικών μέτρων γίνεται αισθητή σε όλα τα επίπεδα της οικονομίας και της κοινωνίας.
Από την αρχή της κρίσης, ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία παρουσίασε με αίσθημα ευθύνης το ρεαλιστικό πρόγραμμα ΜΕΝΟΥΜΕ ΟΡΘΙΟΙ. Το πρόγραμμα αυτό επικαιροποιείται και εξειδικεύεται μέσα από μία διαρκή διαδικασία διαβούλευσης με την κοινωνία, τους εργαζόμενους και την οργανωμένη επιχειρηματικότητα.
Η κυβερνητική αδράνεια θα φέρει σύντομα την οικονομία σε κατάσταση που θα απαιτούνται παρεμβάσεις ακόμη μεγαλύτερης κλίμακας και διάρκειας για την σωτηρία θέσεων εργασίας, επιχειρήσεων και εισοδημάτων.
Η πολιτική της αδράνειας βάζει σε κίνδυνο τα εισοδήματα μισθωτών και μεσαίων στρωμάτων.
Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση αδρανεί και μπροστά στη λήξη του καθεστώτος προστασίας της πρώτης κατοικίας ενώ προωθεί και μία εκδοχή πτωχευτικού δικαίου το οποίο θα λειτουργήσει μεροληπτικά υπέρ των συμφερόντων των πιστωτών.
Οι πιέσεις που θα δεχτούν μικρομεσαίες επιχειρήσεις, εργαζόμενοι, αγρότες, ελεύθεροι επαγγελματίες και νέοι λόγω της μείωσης τζίρων και εισοδημάτων, σε συνδυασμό με την έλλειψη προστασίας, συνιστούν ένα μείγμα το οποίο θα οδηγήσει σε κύμα πτωχεύσουν, βίαιων εξαγορών, μείωσης μισθών και βεβαίως απολύσεων.
Θα οδηγήσουν, εν τέλει, σε μία βίαιη αναδιανομή του πλούτου υπέρ εχόντων και κατεχόντων.
Ανησυχητική, τέλος, είναι η στάση της ευρωπαϊκής ελίτ. Δείχνει να μην έχει διδαχτεί τίποτε από τις τελευταίες κρίσεις, την οικονομική και του προσφυγικού, κυριαρχείται ακόμα και σήμερα από εθνικούς εγωισμούς και νεοφιλελεύθερες ιδεοληψίες, οδηγείται και οδηγεί τους λαούς της σε επικίνδυνες περιπέτειες. Με την Ελλάδα ωσεί παρούσα, τη στιγμή που θα έπρεπε να σηκώσει το ανάστημά της υπέρ μιας γενναίας στήριξης οικονομιών και κοινωνιών.
Απέναντι σε όλους αυτούς τους κινδύνους για μια γενικευμένη κοινωνική κρίση που θα ακολουθήσει την υγειονομική, είναι αναγκαίο όσο ποτέ να δουλέψουμε για τη δημιουργία μιας ευρύτερης κοινωνικής και πολιτικής συμμαχίας με στόχο τη δημιουργία μιας νέας πλειοψηφίας πάνω σε ένα προοδευτικό σχέδιο κοινωνικής και οικονομικής ανασυγκρότησης.
Το Σχέδιο αυτό θα πρέπει να είναι και η βάση της προγραμματικής Συμφωνίας της Προοδευτικής κυβέρνησης που θα επιδιώξουμε να προκύψει μετά τις επόμενες εκλογές με το εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής.
Ένα σχέδιο υπεράσπισης των δυνάμεων της εργασίας, των μικρών και μεσαίων επιχειρηματιών, ένα σχέδιο γενναίας δημόσιας παρέμβασης για την προστασία της εργασίας, των εισοδημάτων των νοικοκυριών και της πραγματικής οικονομίας.