«Δεν θα επιτρέψουμε σε κανέναν να μετατραπεί το σπουδαίο αυτό εγχείρημα των κωδίκων σε πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης, αλλά ούτε θα επιτρέψουμε να παραμείνει ο ποινικός κώδικας ένα τιμωρητικό εργαλείο» δήλωσε ο υπουργός Δικαιοσύνης, Κωνσταντίνος Τσιάρας.
Στον χαιρετισμό του κατά την έναρξη των εργασιών του τριήμερου συνεδρίου (6 έως 8 Σεπτεμβρίου 2019) που διοργάνωσε η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων για τους νέους κώδικες (ποινικός κώδικας και κώδικας ποινικής δικονομίας), ο κ. Τσιάρας τόνισε ότι «δεν αμφιβάλλει κανείς ότι οι νέοι κώδικες είναι ένα σπουδαίο εγχείρημα». «Είναι μια προσπάθεια – συνέχισε – που αδικήθηκε από τον τρόπο και το χρόνο τον οποίο προωθήθηκε και λέω ότι αδικήθηκε αυτή η εσπευσμένη εφαρμογή, καθώς οδήγησε σε αποφάσεις δικαστηρίων που προσέκρουαν στο κοινώς περί δικαίου αίσθημα». Παρ΄ όλα αυτά, «θέλω να είμαι ξεκάθαρος» επισήμανε ο κ. Τσιάρας, «οι δικαστές δικάζουν σύμφωνα με τους νόμους που αποφασίζει η ελληνική πολιτεία, το Σύνταγμα και τη συνείδηση τους».
Ως προς τους νέους κώδικες, ο υπουργός Δικαιοσύνης επανέλαβε ότι «η βούληση της κυβέρνησης είναι να προωθήσει άμεσα τις αναγκαίες αλλαγές και να τροποποιήσει τις διατάξεις που πρέπει να βελτιωθούν» και πρόσθεσε: «Η κυβέρνηση επιλέγει την εξισορρόπηση και επιλέγει τη θεσμική οδό».
Επίσης, ο κ. Τσιάρας ανέφερε ότι η νομοπαρασκευαστική επιτροπή, τα περισσότερα μέλη της οποίας είναι ίδια με αυτή της προηγούμενης, «οπλίζεται με τον αναγκαίο χρόνο να ολοκληρώσει το έργο που έμεινε ημιτελές» καθώς τα μέλη της «γνωρίζουν σε βάθος τα θέματα για να ολοκληρώσουν αυτή τη σπουδαία προσπάθεια».
Παράλληλα, ο κ. Τσιάρας επισήμανε ότι «δεν αποτελεί σχήμα λόγου η δική μας προσήλωση στην ανεξαρτησία των θεσμών, αποτελεί δείκτη ποιότητας της δημοκρατίας, απαίτηση των πολιτών και του ίδιου του πρωθυπουργού» και προσέθεσε ότι «οι εργασίες αυτού του συνεδρίου θα αποτελέσουν κρίσιμη πυξίδα για τις αλλαγές».
Πάντως, ο υπουργός Δικαιοσύνης ξεκαθάρισε ότι «σε αυτή τη μεγάλη μάχη θα αποφύγουμε κάθε μορφή αιφνιδιασμού».
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της ΕΔΕ, Χριστόφορος Σεβαστίδης, ανέφερε ότι «έγινε σφοδρή κριτική σε πολλές διατάξεις του ποινικού κώδικα», αλλά «θεωρώ ότι πρόκειται για μια φυσιολογική διαδικασία που συνοδεύει τέτοιου μεγέθους αλλαγές».
Οι κώδικες μετατράπηκαν σε πολιτική αντιπαράθεση, ανέφερε ο κ. Σεβαστίδης και πρόσθεσε: «Ένα συλλογικό έργο πολυετούς προσπάθειας, δεν μπορεί να χρωματιστεί πολιτικά, ούτε να το οικειοποιηθεί κανένας πολιτικός χώρος. Πάντως είναι αλήθεια πως ορισμένες διατάξεις του φέρουν ένα ιδεολογικό-πολιτικό στίγμα».
Σε άλλο σημείο, ο πρόεδρος της ΕΔΕ ανέφερε ότι η σκληρή ποινική καταστολή που συνήθως λειτουργεί εκδικητικά, δεν απέφερε ποτέ σε καμία χώρα του κόσμου, παρά μόνο μια επίπλαστη ασφάλεια για τον πολίτη».
Ακόμη, ο κ. Σεβαστίδης επισήμανε ότι «δεν δικαιολογείται η ισοπεδωτική επιστημονική κριτική που ακολούθησε και θεωρώ αδιανόητο για επιστημονικές ενώσεις να εκφράζουν συνολική άρνηση σε κάθε νομοθέτημα, χωρίς να προτείνουν λύσεις.
Την ίδια στιγμή, ο γενικός γραμματέας της ΕΔΕ, Νικόλαος Σαλάτας, ανέφερε ότι «ο εκσυγχρονισμός των κωδίκων ήταν κάτι περισσότερο από αναγκαίος. Βεβαίως για ένα τέτοιο μεγάλο έργο, είναι λογικό να υπάρχουν ενστάσεις και προτάσεις για τροποποιήσεις, αυτή την ανάγκη εύχομαι να καλύψει το συνέδριο.
Επίσης, ο κ. Σαλάτας τόνισε ότι η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης κρίνεται κατά πόσο είναι ανεξάρτητη και επισήμανε: «Για αυτό όλοι εμείς πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί στην άσκηση των καθηκόντων τους, ειδικά οι δικαστές και οι εισαγγελείς που ασχολούνται με υποθέσεις γενικού ενδιαφέροντος δεν θα πρέπει να αστοχούν».
Ο γενικός γραμματέας της ΕΔΕ κατέληξε λέγοντας ότι «είναι πολύ άδικο από ελάχιστες ενέργειες δικαστικών λειτουργών να λοιδωρείται η Δικαιοσύνη».
Τέλος, στο συνέδριο παραβρέθηκαν ο υφυπουργός Δικαιοσύνης, Δημήτρης Κράνης, ο πρόεδρος του Αρείου Πάγου, Ιωσήφ Τσαλαγανίδης, ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Βασίλης Πλιώτας, δικαστές εν ενεργεία και συνταξιούχοι, δικηγόροι κ.ά