Έχουν περάσει μόλις δυο εβδομάδες από τις ευρωεκλογές και το πολιτικό σκηνικό μοιάζει όλο και πιο ρευστό μέρα με τη μέρα.
Η κυβέρνηση, σοβαρά τραυματισμένη από το αποτέλεσμα, αναζητεί ένα νέο αφήγημα, ικανό να της δώσει μια νέα πνοή την επόμενη τριετία. Για πρώτη φορά από την άνοδό της στην εξουσία αντιμετωπίζει τις πρώτες εσωκομματικές τριβές, με άλλους να ζητούν «επιστροφή στις ρίζες της παράταξης» και άλλους να υπεραμύνονται του ανοίγματος στο κέντρο. Κι ακόμη δεν έχουν μιλήσει Καραμανλής και Σαμαράς. Αυτή η θεωρητική συζήτηση αποκτά πλέον και πρακτικό ενδιαφέρον, από την ώρα που το ποσοστό των ευρωεκλογών καθιστά πλέον δύσκολο το στόχο της αυτοδυναμίας στις επόμενες εθνικές εκλογές, με τον υπάρχοντα εκλογικό νόμο. Ο Μητσοτάκης έχει αποδείξει ότι είναι δυνατός στην πολιτική, εκλογική στρατηγική και μέχρι σήμερα έχει καταφέρει - παρά τη φθορά της ΝΔ - να μη δώσει χώρο για τη δημιουργία ούτε μιας ισχυρής Ακροδεξιάς ούτε μιας ισχυρής Κεντροαριστεράς. Το επίτευγμα αυτό, όμως, γίνεται πολύ πιο δύσκολο όταν έχουμε μπροστά μας τρία ολόκληρα χρόνια δίχως κάλπες. Αυτό το χρονικό διάστημα είναι πολύ μεγάλο και επιτρέπει διεργασίες, διαπραγματεύσεις, συνεννοήσεις και ενδεχομένως και συγκλίσεις που μπορεί να δημιουργήσουν νέα δεδομένα.
Η πολυτέλεια του χρόνου, βεβαίως, όσο εύκολα μπορεί να αποτελέσει πλεονέκτημα για τις διεργασίες στο χώρο της αντιπολίτευσης, άλλο τόσο πιθανό είναι να αποβεί καταστροφική, οδηγώντας σε παραλυτική εσωστρέφεια. Ειδικά στην Κεντροαριστερά έχουν παράδοση σε διαλόγους που δεν οδηγούν πουθενά, σε προσωπικές συγκρούσεις και φιλοδοξίες χωρίς ουσιαστικό κοινωνικό αντίκρυσμα, σε φραξιονισμούς και παραγοντιλίκι που λειτουργούν αυτοκαταστροφικά.
Όλα αυτά έχουν ήδη κάνει την εμφάνισή τους ξανά μέσα σε χρόνο - ρεκόρ μετά τις ευρωεκλογές. Ο Τσίπρας που αποχώρησε μετά από αλεπάλληλες συντριπτικές ήττες τις οποίες υπέστη από τον Μητσοτάκη μοιάζει να θέλει τώρα να γυρίσει - λιγότερο από ένα χρόνο αφότου έφυγε! Αυτή τη φορά δεν θα γυρίσει για να συγκυβερνήσει με τους ΑΝΕΛ αλλά με το ΠΑΣΟΚ, το οποίο ο ίδιος και τα στελέχη του έχουν καθυβρίσει στο πρόσφατο παρελθόν με χαρακτηρισμούς που σήμερα δεν αντέχουν καν σε κριτική. Ποιος, όμως, είναι αυτός που δεν θα αφήσει τον Τσίπρα να γυρίσει; Μήπως το ΠΑΣΟΚ, λόγω όσων έχουν προηγηθεί; Ίσως, αλλά μην βάλετε και στοίχημα. Διότι κάποιοι από αυτούς που σήμερα θέλουν να «φάνε» τον Ανδρουλάκη, ευχαρίστως θα άνοιγαν έναν διάλογο με τον πρώην πρωθυπουργό για τη μεγάλη Κεντροαριστερά. Κάποιοι, στο παρασκήνιο, τον έχουν ήδη ανοίξει…
Αυτός που δεν θα αφήσει τον Τσίπρα να επιστρέψει δεν βρίσκεται στο ΠΑΣΟΚ αλλά στον ΣΥΡΙΖΑ. Είναι ο Κασσελάκης, που φαίνεται ότι όχι απλώς δεν θα τον αφήσει να επιστρέψει αλλά είναι μάλλον διατεθειμένος να τον πάει «μέχρι τέλους» - όπως θα έλεγε κι ένας άλλος πρώην πρωθυπουργός. Οι αιχμές του σημερινού προέδρου κατά Τσίπρα για τα οικονομικά του κόμματος και για τα συμφέροντα που υπηρέτησε και σήμερα τον εμφανίζουν ως «τοτέμ» ήταν ό,τι χειρότερο μπορούσε να ειπωθεί σε αυτή τη φάση που το σενάριο της επιστροφής συζητείται στο παρασκήνιο. Είναι προφανές ότι αυτό είναι ένα πρώτο επεισόδιο του σήριαλ που πιθανώς θα ακολουθήσει με ενδιαφέρουσες αποκαλύψεις.
Στο μεταξύ στο ΠΑΣΟΚ το στοίχημα είναι εάν και πότε θα αλλάξουν αρχηγό. Δεν πρόκειται φυσικά για πολιτικό στοίχημα αλλά για ένα deja vu. Το έργο της σύγκρουσης με θέμα την αλλαγή ηγεσίας το έχουμε ξαναδεί πολλές φορές σε αυτό το χώρο. Η μόνη διαφορά είναι ότι παλαιότερα το βλέπαμε όταν έπεφτε το εκλογικό ποσοστό του ΠΑΣΟΚ, τώρα το βλέπουμε κι όταν ανέβηκε. C’ est la vie, που θα έλεγε κι ο Κασσελάκης.
Τι μας λένε όλα αυτά; Αν τα πράγματα κινηθούν με την ταχύτητα και τη δυναμική των πρώτων δυο εβδομάδων μετά τις ευρωεκλογές, λογικά θα έχουμε κάποιες πολιτικές εξελίξεις. Εάν, όμως, όλα αυτά που συνέβησαν το τελευταίο δεκαπενθήμερο είναι απλώς μια επανάληψη του συνδρόμου του group therapy που χαρακτηρίζει την Κεντροαριστερά μετά από εκλογικές «αποτυχίες», τότε θα πρέπει να ετοιμαζόμαστε για ένα σήριαλ που θα παίζεται τα τρία επόμενα χρόνια, κάνοντας ολοένα και μικρότερα νούμερα τηλεθέασης.