Ο Τηλέμαχος Χυτήρης, γράφει στο iefimerida.gr και αποκαλύπτει μύθους και αλήθειες για τον Κώστα Σημίτη, αλλά και για την σχέση του με τον Ανδρέα Παπανδρέου.
«Όταν εξελέγη ο Κώστας Σημίτης Πρωθυπουργός της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ μετά την παραίτηση του Ανδρέα Παπανδρέου, ήμουν Υπουργός Τύπου.
Παρουσίασα τον νέο Πρωθυπουργό στους δημοσιογράφους και τον συνόδευσα στην συνάντηση που θα είχε με τον Πρόεδρο του Κινήματος στο Ωνάσειο όπου νοσηλευόταν.
Τα περί προτιμήσεων του Ανδρέα στο ένα η στο άλλο πρόσωπο που θα τον διαδεχόταν είναι ένας μύθος, ένα fake news όπως θα λέγαμε σήμερα. Η αλήθεια είναι ότι τον Παπανδρέου δυο πράγματα τον απασχολούσαν εκείνο τον καιρό αλλά και σε μόνιμη βάση (σίγουρα περισσότερο κι από την υγεία του! ),τα οποία και τα εξέφρασε τόσο στον νέο πρωθυπουργό Σημίτη όσο και λίγες μέρες πριν, στον υπουργό Άμυνας Γεράσιμο Αρσένη.
Το ένα ήταν η τουρκική απειλή που συνήθως εκδηλώνεται σε τέτοιες στιγμές ‘’κενού μετάβασης’’ της εξουσίας και το άλλο η συνοχή και ενότητα του ΠΑΣΟΚ. Ανησυχούσε επειδή γνώριζε καλά ότι οι Τούρκοι είχαν και έχουν στο συρτάρι τους την προοπτική διχοτόμησης του Αιγαίου. Απλώς περιμένουν και περιμένουν καλυτερεύοντας σιγά σιγά αλλά σταθερά τις θέσεις τους.
Όσο αφορά την ενότητα του ΠΑΣΟΚ γνώριζε επίσης πως σε ένα κόμμα που είχε οπαδούς από τις παρυφές της Δεξιάς μέχρι εκείνες της κομουνιστικής Αριστεράς είναι δύσκολο να το κρατάς ενωμένο. Ως δεινός τακτικιστής ο ίδιος, εκτός του δικού του πολιτικού εκτοπίσματος και της λαϊκής αποδοχής που διέθετε, χρησιμοποιούσε ως πυλώνες τον Κώστα Σημίτη ως ευρωπαϊστή- εκσυγχρονιστή και τον Γιώργο Γεννηματά ως λαϊκό –κοινωνιστή, έτσι που το υποτίθεται αρνητικό της αντίθεσης τους το μετέτρεπε σε θετικό, προσέχοντας πάντα να διατηρεί την ισορροπία μεταξύ των δυο που ήταν οι μόνοι που διέθεταν ομάδες και οπαδούς.
Ο Σημίτης ήταν ένας ιδιαίτερος πολιτικός που δεν είχε ομοιότητες με κανέναν άλλον Έλληνα πολιτικό. Κατεξοχήν ευρωπαϊστής, πειθαρχημένος, μεθοδικός, εργατικός, κρυψίνους, ορθολογιστής ,απόγονος του Διαφωτισμού και του Αριστοτέλη.
Ως πρωθυπουργός συνέχισε με επιτυχία τη πορεία της χώρας στη ζώνη του ευρώ. Ολοκλήρωσε την εισδοχή της Κύπρου στην Ε.Ε. Δύσκολα και τα δυο. Προετοίμασε τους Ολυμπιακούς Αγώνες πάνω στο νήμα, όταν μας αμφισβητούσαν όλοι οι ξένοι, δηλαδή τα ξένα συμφέροντα, γιατί οι ολυμπιακοί πέρα από τα αθλητικά, κρύβουν κατά κύριο λόγο μπίζνες!
Δημιούργησε σύγχρονες υποδομές με τη Γέφυρα Ρίο- Αντίρριο, το Μετρό, το τραμ, την Αττική οδό. Ενίσχυσε και δημιούργησε Ανεξάρτητες Αρχές, προχώρησε στη δημιουργία των ΚΕΠ, και στη ‘’βοήθεια στο σπίτι’’ και επέβαλε, όπως έπρεπε, τη διαγραφή του θρησκεύματος από τις ταυτότητες.
Σε όλο το διάστημα που ήμουν στο Μαξίμου εκπρόσωπος και υφ. Τύπου, είχαμε μια έντιμη συνεργασία, ήταν ανοιχτός μαζί μου και με εμπιστοσύνη την οποία εξέφραζε με έργα κι όχι λόγια.
Σεβόταν τη προηγούμενη σχέση μου με τον Ανδρέα Παπανδρέου και πολλές φορές θυμόταν την μείζονα αντίθεση που είχε μαζί του, εκτός του εμφανώς διαφορετικού χαρακτήρα.
Ο Ανδρέας υποστήριζε ότι κακώς βάζει όλα τα αβγά στο ίδιο καλάθι δηλαδή στην ΕΕ κι ότι σε μια Ένωση κρατών επωφελείται ο πιο δυνατός κι ότι ομοσπονδία είναι δύσκολο να γίνει γι’ αυτό και η Ελλάδα πρέπει να διεκδικεί αγωνιστικά τα συμφέροντα της και σε καθημερινή βάση.
Ο Σημίτης από την άλλη μεριά υποστήριζε ότι ο μόνος δρόμος είναι η ΕΕ χωρίς αντιρρήσεις, με εμπιστοσύνη και όχι ‘’ρίσκα’’. Στη θητεία του ως πρωθυπουργός πέτυχε πολλά με την Ε.Ε αλλά και συχνά βρήκε μπροστά του ευρωπαϊκά κράτη με κυβερνήσεις ανοιχτά…‘’αμερικανικές’’ (!) που ξέφευγαν από τις θέσεις και προοπτικές της Ένωσης και που γρήγορα προσχώρησαν στη νέα τάξη πραγμάτων με πρωταγωνιστές ενίοτε τους ίδιους τους σοσιαλδημοκράτες. Τότε απογοητευόταν αλλά δεν το έδειχνε, ούτε το έβαζε κάτω. Εκλεχτός και ουσιαστικός-πρέπει να θυμηθούμε- υπήρξε πάντα δίπλα του όλα αυτά τα χρόνια ο πρόωρα χαμένος συνεργάτης και φίλος Νίκος Θέμελης.
Ο Κώστας Σημίτης θα περάσει ασφαλώς θετικά στην Ιστορία, μια Ιστορία που γράφεται ακόμα με απροσδιόριστο πρόσημο για το μέλλον της Ενωμένης Ευρώπης και την αρχική μεγάλη ιδέα των εμπνευστών της.
Τον χαιρετούμε με σεβασμό».