Τα σενάρια αλλαγής του εκλογικού νόμου: Τι θέλουν και τι φοβούνται Μητσοτάκης, Τσίπρας, Ανδρουλάκης - iefimerida.gr

Τα σενάρια αλλαγής του εκλογικού νόμου: Τι θέλουν και τι φοβούνται Μητσοτάκης, Τσίπρας, Ανδρουλάκης

mitsotakis
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην Ολομέλεια της Βουλής /ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ / EUROKINISSI)

«Άνευ παραβιάσεως του Συντάγματος αδύνατον είναι να ζήση κυβέρνησις επί μίαν ημέραν». Από την εποχή του Ροΐδη ως σήμερα δεν άλλαξαν οι προθέσεις των κυβερνήσεων, απλά λιγόστεψαν οι ευκαιρίες. Όμως δεν εξαφανίστηκαν τελείως. Ο εκλογικός νόμος αποτελεί διαχρονικά τον μεγαλύτερο πειρασμό για μια κυβέρνηση, ειδικά όταν αρχίζει η μεγάλη φθορά.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Τις τελευταίες ημέρες, το ενδεχόμενο αλλαγής του εκλογικού νόμου από την κυβέρνηση απασχολεί όλες τις πολιτικές συζητήσεις και τις κομματικές αναλύσεις. Και πυροδοτείται από τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων, που δείχνουν ότι ο συνδυασμός της κυβερνητικής φθοράς και της ανόδου του ΚΙΝΑΛ απειλούν την αυτοδυναμία του Κυριάκου Μητσοτάκη.  

Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου διέψευσε, τη Δευτέρα, ότι υπάρχει τέτοιος προβληματισμός στο Μέγαρο Μαξίμου. Οι εκλογές, είπε, «θα γίνουν στην ώρα τους. Θα γίνουν με τον ισχύοντα εκλογικό νόμο και θα κερδηθούν από τη ΝΔ». Οι διαβεβαιώσεις και οι διαψεύσεις του εκάστοτε κυβερνητικού εκπροσώπου έχουν σχετική αξία. Ιδίως όταν το συγκεκριμένο θέμα συζητείται ανοιχτά και συνεχώς από πολλούς βουλευτές και υπουργούς της ΝΔ, οι οποίοι καθόλου δεν καθησυχάστηκαν από όσα είπε ο κ. Οικονόμου. Γιατί αυτοί βρίσκονται αντιμέτωποι με την πραγματικότητα των εκλογικών περιφερειών τους και εκεί η παραμικρή διακύμανση στα ποσοστά μπορεί να στερήσει σε ορισμένους την έδρα τους στη Βουλή.  

Το κυβερνών κόμμα έχει χωριστεί στα δύο: Σε αυτούς που πιέζουν για την αλλαγή του εκλογικού νόμου και εισηγούνται διάφορα σχέδια για τη δικαιολόγησή της. Κάποια είναι πολιτικάντικα και άλλα μεγαλεπήβολα, όπως να συνδεθεί η αλλαγή με μια μεγάλη μεταρρύθμιση, η οποία θα χρειαστεί ανανέωση του χρόνου της κυβέρνησης προκειμένου να υλοποιηθεί. Ορισμένοι φθάνουν μέχρι την «ανίερη» σκέψη να επιδιωχθεί συμφωνία με τον ΣΥΡΙΖΑ, τον οποίο, όπως εκτιμούν, θα πλήξει εξίσου η απλή αναλογική. «Με τις σημερινές συνθήκες», λένε, «ο μόνος που θα βγει κερδισμένος είναι ο Νίκος Ανδρουλάκης».

Υπάρχουν, βεβαίως, και αυτοί πιστεύουν ότι πρέπει να πιουν το ποτήρι των εκλογών όσο πικρό και αν είναι, ακόμα και αν στερηθούν την αυτοδυναμία. «Αν αλλάξουμε τον εκλογικό νόμο που εμείς ψηφίσαμε τον Ιανουάριο του 2020, θα είναι μια κίνηση που θα δηλώσει ήττα», παρατηρούν. Επιπλέον, ο πρωθυπουργός θα κατηγορηθεί για αντιθεσμική στάση και το προφίλ του σοβαρού μεταρρυθμιστή και υπερασπιστή των θεσμών, που προβάλλει, θα πληγεί ανεπανόρθωτα.     

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Και οι βιομήχανοι θέλουν αλλαγή του εκλογικού νόμου

Τη μεγαλύτερη πίεση δεν τη δέχεται ο κ. Μητσοτάκης από το κόμμα του, αλλά από τον επιχειρηματικό κόσμο της χώρας. Μεγάλα ονόματα του επιχειρείν, σχεδόν όλος ο ΣΕΒ, θα μπορούσε να πει κανείς, δεν κρύβουν καθόλου ότι ευνοούν την αλλαγή του εκλογικού νόμου, επειδή θέλουν σταθερή κυβέρνηση και απεχθάνονται κάθε σενάριο ακυβερνησίας.   

Όλοι αυτοί οι προβληματισμοί έχουν φτάσει στο Μέγαρο Μαξίμου, αλλά ο κ. Μητσοτάκης δεν μπαίνει σε αυτή τη συζήτηση, όπως μεταδίδουν συνεργάτες του. Ίσως γιατί είναι ο πρώτος που συνειδητοποιεί ότι δεν μπορεί να αλλάξει τον εκλογικό νόμο, έτσι απλά, χωρίς να βυθίσει τη χώρα σε θεσμική κόλαση.   

Από νομικής πλευράς η αλλαγή είναι εφικτή. Η κυβέρνηση θα μπορούσε να στηριχθεί στην αρχή ότι ο νεότερος νόμος καταργεί τον προηγούμενο, και να αλλάξει τον εκλογικό νόμο που η ίδια ψήφισε τον Ιανουάριο του 2020, ώστε οι επαναληπτικές εκλογές να γίνουν με τον «νόμο Μητσοτάκη Νο 2».

Πολλοί, όμως, και σίγουρα σύσσωμη η αντιπολίτευση,  θα υποστηρίξουν ότι με τον τρόπο αυτό καταστρατηγείται εκ πλαγίου το Σύνταγμα, το πνεύμα του οποίου και η ορθή ερμηνεία του άρθρου 54 θέλει να μην υπάρχουν εκπλήξεις. Γι' αυτό ορίστηκε ότι ο κάθε νέος εκλογικός νόμος θα εφαρμόζεται από τις μεθεπόμενες εκλογές.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ένα «αντι-ΝΔ» μέτωπο είναι το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται η κυβέρνηση, όποτε και αν γίνουν εκλογές, και μάλιστα σε συνθήκες πολιτικής και συνταγματικής κρίσης, την οποία θα έχει προκαλέσει η ίδια.

Μια τέτοια εξέλιξη θα ήταν βούτυρο στο ψωμί του Αλέξη Τσίπρα και θεόσταλτο δώρο για τον Νίκο Ανδρουλάκη, ο οποίος θα απαλλαχθεί από την υποχρέωση να πει με ποιον θα πάει μετά τις εκλογές.

Οι εκλογές της απλής αναλογικής, παρότι δεν θα καταλήξουν στον σχηματισμό κυβέρνησης, έχουν μεγάλη σημασία για τη διαμόρφωση του συσχετισμού δυνάμεων για την επόμενη κάλπη.  Με βάση την εμπειρία των διπλών εκλογών του 2012, θα χρειαστεί να μεσολαβήσουν τουλάχιστον 67 ημέρες ανάμεσα στις εκλογές της απλής αναλογικής και των επαναληπτικών εκλογών. 

Εκλογές με υπηρεσιακό πρωθυπουργό

Επίσης, ο κ. Μητσοτάκης θα πρέπει να μετακομίσει από το Μέγαρο Μαξίμου, προκειμένου να εγκατασταθεί ο υπηρεσιακός πρωθυπουργός. Αυτό θα δυσκολέψει ακόμα περισσότερο τους χειρισμούς του, ακόμα και την πίεση που θα θέλει να ασκήσει στο εκλογικό σώμα για μια αυτοδύναμη κυβέρνηση της ΝΔ. Ήδη από το Μέγαρο Μαξίμου διαμηνύουν ότι «δεν πρόκειται να κυβερνήσουμε με Καμμένους», κλείνοντας την πόρτα στον Κυριάκο Βελόπουλο.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Απέναντί τους θα έχουν τον ΣΥΡΙΖΑ να κραυγάζει «να φύγει η Δεξιά» και το ΚΙΝΑΛ που θα διεκδικεί να μπει σφήνα ανάμεσα στα δύο κόμματα και να πλασαριστεί στη δεύτερη θέση.    

Στον ΣΥΡΙΖΑ ποντάρουν πολλά στις εκλογές της απλής αναλογικής, καθώς εκτιμούν ότι ο κ. Μητσοτάκης θα συμπιέσει το ΚΙΝΑΛ, ώστε να έχει όσο το δυνατόν λιγότερες απώλειες στον μεσαίο χώρο. Πιστεύουν, επίσης, ότι το ΚΙΝΑΛ, παρά τη δημοσκοπική του εκτίναξη, θα «καθίσει» τελικά κοντά στο 10%, ενώ το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι μεγαλύτερο από αυτό που δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, επειδή το κόμμα παίρνει μεγάλο κομμάτι της αντισυστημικής ψήφου, η οποία διαφεύγει των ερευνών. Η ακρίβεια, εκτιμούν στην Κουμουνδούρου, θα είναι το κυρίαρχο θέμα των εκλογών που θα συσπειρώσει γύρω τους ευρύτερα τμήματα του εκλογικού σώματος. 

Το επιτελείο του κ. Ανδρουλάκη, από την άλλη πλευρά, παρακολουθεί με ενδιαφέρον την αλλαγή στάσης του Πρωθυπουργού απέναντι στον νεοεκλεγμένο αρχηγό του. Αναμένουν να ενταθεί ο πόλεμος, αν και, όπως λένε, «αν τον κάνει από τώρα κύριο αντίπαλό του, θα χάσει τη μεγάλη διείσδυση του στο Κέντρο και άρα την αυτοδυναμία. «Οι δημοσκοπήσεις», σχολιάζουν, «δείχνουν σήμερα τη ΝΔ στο 35% – 36%. Κρίσιμο όριο είναι το 34%, αν δεν το διασφαλίσει στις εκλογές της απλής αναλογικής, δύσκολα στο μεσοδιάστημα μέχρι τις επόμενες εκλογές, θα καλύψει τη διαφορά ώστε να φθάσει στο 38% που εξασφαλίζει την αυτοδυναμία».    

Πάντως, τόσο στον ΣΥΡΙΖΑ όσο και στο ΚΙΝΑΛ θεωρούν πιθανότερο να μην αλλάξει ο Πρωθυπουργός τον εκλογικό νόμο. Ενώ στη ΝΔ αναρωτιούνται γιατί επελέγη τελικά η συγκεκριμένη παραλλαγή του γερμανικού μοντέλου, αντί για αυτή του συζητούσαν προεκλογικά (150 βουλευτές από όλη την επικράτεια και 150 από μονοεδρικές περιφέρειες), που φαινόταν από την αρχή ότι θα κατέληγε σε δύσκολα διλήμματα για την κυβέρνηση. Τότε, όμως, είχε επικρατήσει στο Μέγαρο Μαξίμου η άποψη ότι ο συγκεκριμένος νόμος, με το κλιμακωτό μπόνους, αποτελεί μεταρρυθμιστική τομή.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Για την ιστορία, αλλαγές του εκλογικού νόμου στο όριο της συνταγματικής νομιμότητας γύρισαν μπούμερανγκ στις κυβερνήσεις που τις επέλεξαν. Κορυφαία περίπτωση ήταν ο περιβόητος νόμος 1847/1989, ο νόμος Κουτσόγιωργα ή «κουτσονόμος», που ψήφισε η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ λίγο πριν από τις εκλογές του Ιουνίου 1989. Ο στόχος ήταν να εμποδίσει τη ΝΔ να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Και πράγματι, η ΝΔ αναδείχθηκε πρώτο κόμμα, αλλά κέρδισε μόνο 145 έδρες, ενώ με τον προηγούμενο νόμο θα κέρδιζε 164 έδρες. Επιπλέον, με το σκεπτικό ότι η Αριστερά συνεργάζεται μόνο με το ΠΑΣΟΚ και ποτέ με τη Δεξιά, αυξάνονταν οι πιθανότητες επανόδου του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία. 

Οι διαστάσεις που πήρε το σκάνδαλο Κοσκωτά, έκαναν το αδύνατο δυνατό.  Ευνόησαν τον πρωτοφανή ιστορικό συμβιβασμό, που οδήγησε στην κυβέρνηση Τζαννή Τζανετάκη με τη στήριξη της ΝΔ και του ενιαίου Συνασπισμού της Αριστεράς (στον οποίο συμμετείχε και το ΚΚΕ). Η κυβέρνηση αυτή δεν σχηματίστηκε για να κυβερνήσει αλλά για να παραπέμψει τον Ανδρέα Παπανδρέου και τους υπόλοιπους εμπλεκόμενους στο σκάνδαλο, στο Ειδικό Δικαστήριο, προκειμένου να μην παραγραφούν τα αδικήματα. Για να επιτευχθεί η αυτοδυναμία της ΝΔ, όμως, χρειάστηκαν άλλες δύο εκλογικές αναμετρήσεις, τον Νοέμβριο του 1989 και τον Απρίλιο του 1990.  

Τριάντα χρόνια μετά, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, έφερε έναν νόμο ενισχυμένης αναλογικής- «πιο κοντά στη λογική του ΠΑΣΟΚ παρά της ΝΔ», λένε οι κακές γλώσσες- για να αποφύγει την παγίδα της απλής αναλογικής και της «προοδευτικής διακυβέρνησης» που του έστησε ο κ. Τσίπρας. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, πίστευε ότι το ΚΙΝΑΛ – ΠΑΣΟΚ μόνο μαζί του θα μπορούσε να συνεργαστεί έπειτα από την εμπειρία της συγκυβέρνησης με τη ΝΔ, η οποία καταβαράθρωσε τα ποσοστά του. Ο πρόεδρος της ΝΔ πόνταρε στο «αντι - ΣΥΡΙΖΑ» μέτωπο. Κανένας τους δεν πρόβλεψε τι θα γινόταν αν το ΚΙΝΑΛ, με έναν νέο αρχηγό, μετατρεπόταν  σε απειλή και για τους δύο.

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο 
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ
Tο iefimerida.gr δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ